Οι νεότεροι βιογράφοι της Οσίας Μητρός ημών Θεοδώρας της πολιούχου της Άρτας
Έρευνα πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου, εκπαιδευτικού (χημικού)
Εισαγωγικά
Σύμφωνα με την καθιερωμένη εκκλησιαστική τάξη το εν χρήσει Συναξάριο της Οσίας είναι αυτό του μοναχού Ιώβ Μέλη.Όπως αποδείξαμε σε παλιότερο άρθρο ο συγγραφέας Ιώβ Μέλης ή Μελίας έζησε τον 13ο αιώνα και δεν έχει καμία σχέση με τον μοναχό Ιώβ τον Ιασίτη. Σε ανέκδοτη εργασία μας επίσης αποδεικνύουμε ότι ο υμνογράφος της Οσίας Ιώβ μοναχός δεν έχει καμία επίσης σχέση με τον Ιώβ Μέλη.Επειδή όμως τα αγιολογικά θέματα που έχουν σχέση με την πολιούχο μας Οσία Θεοδώρα είναι πολλά και χρειάζονται περαιτέρω έρευνα θα σημειώσουμε μόνο τα εξής:
1.Απαιτείται η άμεση επίσημη αγιοκατάταξη της Οσίας στο εορτολόγιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου με την προβλεπόμενη εκκλησιαστική διαδικασία. (Μια επίσκεψη στην ηλεκτρονική διεύθυνση- http://www.ec-patr.eu/gr/typikon/2020/2020-03-11.htm- θα πείσει για τα γραφόμενα).
2.Η επίσημη αγιοκατάταξη θα έχει ως συνέπεια, η Αγία Θεοδώρα να τιμάται από την παγκόσμια Ορθοδοξία και να μην είναι η εορτή της απλά μια τοπική εορτή.
3.Επειδή και η ιστορία και η προφορική τοπική δημώδης παράδοση διατήρησαν πολλά στοιχεία από την ζωή της Οσίας, που δεν αναφέρονται στο συναξάριο του Ιώβ Μέλη, απαιτείται περαιτέρω έρευνα,ώστε να ξαναγραφεί ολοκληρωμένη η ζωή της Οσίας και η προσφορά της στο Ορθόδοξο γένος. Επίσης πρέπει να συμπληρωθεί και η ασματική ακολουθία της Οσίας με στοιχεία που αναφέρονται στην εκκλησιαστική της προσφορά.
4.Σχολιασμός του περιεχομένου του Συναξαρίου του Ιώβ Μέλη καθώς και του υλικού της δημώδους προφορικής παράδοσης θα γίνει σε άρθρα που θα δημοσιεύσουμε αργότερα.
5.Στο παρακάτω άρθρο (απόσπασμα ανέκδοτης εργασίας μου) θα αναφερθούμε σε άγνωστα στοιχεία από την ζωή της Οσίας, όπως τα διατήρησε η τοπική δημώδης παράδοση και περιλαμβάνονται σε βιβλία έγκριτων συγγραφέων και ιστορικών ερευνητών.
Οι νεότεροι βιογράφοι της Σεπτής Βασιλίσσης του Δεσποτάτου της Ηπείρου Αγίας Θεοδώρας και οι παραλλαγές του Βίου της.
Οι βιογράφοι της Αγίας Θεοδώρας χωρίζονται σε δύο κατηγορίες:
Α. Σε αυτούς, που βασίζονται στην διήγηση του μοναχού Ιώβ.
Β. Σε αυτούς, που βασίζονται στην προφορική παράδοση, χωρίς αναφορά σε ιστορικές πηγές..
Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οι βιογράφοι:
1.Αρχιμ.Χαράλαμπος Βασιλόπουλος με το βιβλίο του: Η Αγία Θεοδώρα Βασίλισσα της Άρτας.(έκδοση Ορθοδόξου Τύπου-Αθήνα 1974).
2. D.M.Nicol: The Despotate of Epirus. Oxford 1957 καιΑθήνα 1991
3. Iωάννης Ρωμανός: Περί του Δεσποτάτου της Ηπείρου. (Κέρκυρα 1895)
4.Μιχαήλ Περάνθης με το ψευδώνυμο Όλμος Περάνθης στο άρθρο του: Η Οσία Θεοδώρα ως ιστορικό πρόσωπο.(Αθήνα 1938)
5. Δημήτριος Τσάμης με σχετικό θέμα στο Μητερικό 3, σελ.354 -Θεσ/νικη 2001.
6.Δημήτριος Γιαννούλης- Ιερά Μητρόπολις Άρτας με το βιβλίο: Η Αγία Θεοδώρα, η Βασίλισσα της Άρτας. (τρεις εκδόσεις- τελευταία Άρτα 2019).
7. Κ.Τσιλιγιάννης, ο οποίος εξέδωσε τρία σχετικά βιβλία.
8.Η φιλόλογος και θεολόγος Αρετή Κασελούρη με το βιβλίο της: Η πριγκίπισσα με την μεγάλη καρδιά. (μυθοπλαστική βιογραφία) Εκδόσεις Κυριακίδη.
9.Ο Μιχαήλ Αβέρωφ στο εκτενέστατο άρθρο του «Το Δεσποτάτο της Ηπείρου. Mich. Averoff.Περιοδικό Σκουφάς τόμος Η σελ. 128
10.Η καθηγήτρια Φιλολογίας Θέμις Χατζηγεωργίου στο βιβλίο της «Το Δεσποτάτο της Ηπείρου –Πρόμαχος του Ελληνισμού στην πάλη κατά της Λατινοκρατίας και του Σλαβισμού. θήνα 1962
Στην δεύτερη κατηγορία ανήκουν οι παρακάτω.
1. Κων/νος Στρατής με το μικρό βιβλίο: Θεοδώρα. Η Βασίλισσα του Δεσποτάτου της Ηπείρου και Ακαρνανίας.(Άρτα 1960)
2. Αναστασία Ν. Κυνηγοπούλου, με σχετική ενότητα στο βιβλίο της: Βασίλισσες και πριγκίπισσες Άγιες της Εκκλησίας
3.Αθανάσιος και Χρήστος Μακρυγιάννης με εκτενή αναφορά στον βίο της Οσίας στο βιβλίο: «Ιστοριογραφία της Πίνδου» Έκδοση Δήμου Αγνάντων 2010 σελ.252)
4.Ν.Ζιάγκας στο βιβλίο του Φεουδαρχική Ήπειρος.
5. Δημήτριος Φερούσης με το βιβλίο του Θεοδώρα Κομνηνή Βασίλισσα και μοναχή. (Μυθιστορηματική βιογραφία)
Στην συνέχεια δημοσιεύουμε σχετικά αποσπάσματα από τις παραπάνω εργασίες.
Α. Από το βιβλίο «Ιστοριογραφία της Πίνδου» των Αθανασίου και Χρίστου Μακρυγιάννη Έκδοση Δήμου Αγνάντων 2010 σελ.252).
«Η Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Καταρράκτη (Σχωρέτσαινα) (1215-1220), ιδρύθηκε την εποχή του Δεσποτάτου της Ηπείρου (επί Μιχαήλ του Α 1205-1230 περίπου) και αποπερατώθηκε με την ιερή χορηγία της Αγίας Θεοδώρας συζύγου του Μιχαήλ Β Αγγέλου.
Μετά από δύο ή τρία χρόνια περίπου έγγαμου βίου η Αγία εκδιώκεται από το παλάτι καθόσον ο Δεσπότης Μιχαήλ ο Β ερωτοτροπούσε με μια Αρτινή αρχόντισσα τη Γαγγρινή, η οποία ανέβηκε στο θρόνο του Δεσποτάτου.
Η Αγία Θεοδώρα εξουθενωμένη καταφεύγει στα βουνά των Τζουμέρκων. Με το γιο της Νικηφόρο και μια πιστή της Μοναχή εγκαθίσταται για μικρό χρονικό διάστημα στο χωριό Βλαχέρνα, όπου τη φρόντιζαν οι κάτοικοι και ονομαστές οικογένειες της Άρτας. Διαμένει σε ένα μικρό οίκημα, εκεί που τώρα, είναι ο ναός της Παναγίας των Βλαχερνών.
Όμως η νέα ένοικος του Παλατιού την καταδιώκει να απομακρυνθεί από τα περίχωρα της Πόλης. Τότε η Αγία Θεοδώρα διαμένει για μικρό χρονικό διάστημα περίπου, ένα χρόνο, στο χωριό Μαρκινιάδα. Εκεί κατά την παράδοση ζει σε μια πιστή οικογένεια ποιμένων. Οι ποιμένες εκείνοι είχαν τα θερινά βοσκοτόπια πάνω στα Τζουμέρκα και συγκεκριμένα στο Παλαιοκάτουνο Βουργαρελίου. Δεν αποκλείεται με την πρόταση της Αγίας στο Σεβαστοκράτορα να ιδρύθηκε η λεγόμενη «Κόκκινη Εκκλησία». Για άγνωστο λόγο μεταβαίνει στα Σχωρέτσαινα(Καταρράκτης), όπου φιλοξενείται στο νέο Μοναστήρι, που χτίστηκε λίγα χρόνια πριν επί Μιχαήλ του Α. Στη Μονή διαμένει ένα χρόνο γύρω στο 1332-1333 περίπου, με την αμέριστη συμπαράσταση του αγίου Ηγουμένου και των Μοναχών. Αυτά δεν τα γράφουν οι χρονογράφοι για τη μεγάλη αυτή συγκινητική περιπέτεια της Αγίας….. Η πληροφορία προέρχεται από άγιο γέροντα της Μονής Καρακάλου του Αγίου Όρους καταγόμενο από το Αθαμάνιο Τζουμέρκων.
———————————————————————————–
Β.Από το βιβλίο της κ. Αναστασίας Ν. Κυνηγοπούλου Βασίλισσες και πριγκίπισσες Άγιες της Εκκλησίας (απόσπασμα)
«….Ο Μιχαήλ Β’ Κομνηνός και η Θεοδώρα γίνανε δεκτοί από τους Άρχοντες και το λαό με πολύ ενθουσιασμό και πανηγύρια στην Άρτα. Κύριο μέλημα του Μιχαήλ Β’ του Κομνηνού ήταν να δώσει την παλιά του αίγλη στο Δεσποτάτο της Ηπείρου. Μέρες, εβδομάδες ακόμη και μήνες απουσίαζε ο Δούκας από την Άρτα και έτσι βυθισμένος στις βασιλικές υποχρεώσεις απομακρυνόταν από την οικογενειακή θαλπωρή και αγάπη. Όμως και η Θεοδώρα δεν άφηνε τον εαυτό της να παρασυρθεί στην αδράνεια της εγκατάλειψης. Κατακτούσε το λαό και την αγάπη των ανθρώπων με τον δικό της τρόπο΄ με την κάλυψη των καθημερινών αναγκών και τη θεραπεία της φτώχιας και του ψυχικού τους πόνου. Οργάνωνε συσσίτια για τους περιπλανώμενους και τους μετανάστες εξαιτίας των πολέμων. Συστηματοποιούσε τη φιλανθρωπία σε μόνιμη βάση. Ίδρυε προνοιακούς σταθμούς και ενθάρρυνε τις εκκλησίες και τα μοναστήρια να κτίζουν πλάι τους κελιά και ξενώνες για τους άπορους και τους ταξιδιώτες. Οι κάτοικοι ολόκληρης της Ηπείρου επισκέπτονταν συχνά τη Βασίλισσα και εκείνη τους συνέτρεχε σε ό,τι είχαν ανάγκη. Τα πράγματα όμως με το Δούκα Μιχαήλ δεν πήγαιναν και τόσο καλά. Το πάθος του για την εξουσία, για τη δόξα, και την επικράτησή του σε όλον τον κόσμο, πραγματικά τον αποξένωναν από τους δικούς του ανθρώπους και κυρίως από τη Βασίλισσα και σύζυγο του Θεοδώρα και έτσι τον καθιστούσαν ευάλωτο σε παντοδαπούς ψυχικούς πειρασμούς και αισθησιακές προκλήσεις. Πολύ γρήγορα ο Δούκας Μιχαήλ Β’ ‘Αγγελος Κομνηνός έμπλεξε με την Γαγγρηνή.
Η απομάκρυνση της Θεοδώρας από το παλάτι
“Τα πράγματα μεταξύ του Μιχαήλ Β’ Κομνηνού και της Θεοδώρας άρχισαν να μην πηγαίνουν τόσο καλά. Πολύ γρήγορα ο Δούκας Μιχαήλ Β’ Άγγελος Κομνηνός έμπλεξε με την Γαγγρηνή. Η Γαγγρηνή ήταν μια νέα και πολύ όμορφη γυναίκα πολυδιδαγμένη και έμπειρη στα ερωτικά.
Ο άνδρας της ήτανε οφικιάλιος του στρατού της Ανατολής και είχε αυτομολήσει στην Άρτα, όπου ο Μιχαήλ τον ένταξε στο επιτελείο του. Αλλά σε κάποια πολεμική σύγκρουση σκοτώθηκε, αφήνοντας την Γαγγρηνή χήρα στον κύκλο των μεγαλοκυράδων του παλατιού της Ηπείρου. Μένοντας όμως στο κοντινό περιβάλλον του Δούκα, πονηρή και ακατανίκητη καθώς ήταν, προσέγγισε το νεαρό Βασιλιά. Χρησιμοποιώντας τη μαγεία, στην αρχή κατάφερε να του κλέψει την προσοχή και στη συνέχεια τον κατέστησε παιχνίδι της, ωθώντας τον επίμονα και προκλητικά, να διώξει από κοντά του τη νόμιμη γυναίκα του και Βασίλισσα Θεοδώρα και στη θέση της μεγαλόπρεπα και ηγεμονικά να θρονιαστεί εκείνη. Ταπεινωμένη σε έσχατο βαθμό και πονεμένη η Θεοδώρα αποφάσισε να φύγει από το παλάτι και να βρει καταφύγιο πέρα στις άγνωστες λαγκαδιές και στα άγρια καταράχια των Τζουμέρκων και εκεί να περιμένει καρτερικά τη βέβαιη παρέμβαση του Θεού. Έτσι και έγινε και αφού περιπλανήθηκε αρκετά στις ερημικές περιοχές των Τζουμέρκων, βρέθηκε μπροστά σε ένα μισοερειπωμένο μοναστήρι. Σε αυτό το μοναστήρι που ήταν αφιερωμένο στον Άγιο Νικόλαο, ζούσαν δύο γερόντισσες μοναχές οι οποίες με χαρά και χωρίς να ρωτήσουν τίποτα, δέχτηκαν να φιλοξενήσουν τη Θεοδώρα.
Η γέννηση του διαδόχου
Η Θεοδώρα έμεινε κάμποσες μέρες μέσα στη ζεστή ατμόσφαιρα του μοναστηριού του Αη-Νικόλα ,όμως φοβόταν να μείνει περισσότερο σκεπτόμενη ότι η πιθανή ανακάλυψή της θα είχε συνέπειες και σε εκείνη και στο παιδί που θα έφερνε σε λίγο στον κόσμο. Για να αποφύγει τους πιθανούς διώκτες της αποφάσισε να εγκαταλείψει για λίγο το φιλόξενο καταφύγιό της για να επιστρέψει πάλι σε αυτό, όταν θα ερχόταν η ώρα της να γεννήσει το διάδοχο. Ο διάδοχος γεννήθηκε, αλλά ο φόβος δεν έφυγε από τη νεαρή μητέρα, η οποία αποφάσισε να φύγει για δεύτερη φορά από το φιλόξενο μοναστήρι και να ξαναγυρίσει στο κρησφύγετο της Πίνδου που της πρόσφεραν μεγαλύτερη προστασία. Ο βαρύς όμως χειμώνας θα αναγκάσει τη Θεοδώρα να πάρει το μωρό της και να επιστρέψει στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου. Στο μοναστήρι θα συναντήσει τη Βασίλισσα Θεοδώρα ο πατήρ Νικηφόρος, ένας ταπεινός και καλοκάγαθος κληρικός από το χωριό Πρένιτσα.
Ο παπά-Νικηφόρος ήτανε ο λειτουργός και ο πνευματικός της μονής. Σε αυτόν τον ταπεινό λευίτη η Θεοδώρα θα εμπιστευτεί το δράμα της και θα του εναποθέσει τον πόνο και τις ελπίδες της και αυτός με τη σειρά του θα πάρει τη μητέρα και το παιδί και θα τους οδηγήσει για μεγαλύτερη ασφάλεια στο σπίτι του, στο χωριό Πρένιτσα. …
Στο μεταξύ στο παλάτι της Άρτας ο Μιχαήλ με την πολύτιμη βοήθεια των ανθρώπων του ανακάλυψε τον πραγματικό ρόλο που έπαιζε όλα αυτά τα χρόνια η Γαγγρηνή η οποία και ομολόγησε πως με τη βοήθεια της μαγείας και άλλων αθέμιτων μέσων κρατούσε τον Μιχαήλ δέσμιο των σχεδίων της. Ο Μιχαήλ, αν και είχε αποκτήσει δύο νόθους γιούς με τη Γαγγρηνή, κουρασμένος και αηδιασμένος την έδιωξε από κοντά του και στη συνέχεια μετανοιωμένος αποζητούσε τη γυναίκα του.
Η επάνοδος της Θεοδώρας στην Άρτα
Η επάνοδος της Θεοδώρας στην Άρτα ύστερα από πέντε χρόνια εξορίας έγινε βασιλικά και με κάθε επισημότητα.
Πριν μπει όμως η Αυγούστα στην πόλη της Άρτας ζήτησε να επισκεφθεί πρώτα τη θαυματουργή Οδηγήτρια στη μονή της Παναγίας Βλαχέρνας και να την ευχαριστήσει που άκουσε τις προσευχές της. Πολύ γρήγορα η Θεοδώρα άρχισε να παίρνει πρωτοβουλίες σε έργα είρηνικά.…άρχισε να κτίζει ιδρύματα, ναούς μεγαλοπρεπείς και μοναστήρια που κοσμούσαν όλη την Ήπειρο, τη Μακεδονία, την Αίτωλοακαρνανία και τον Αμβρακικό. Ενώ ξεχωριστά κτίσματα, αληθινά κοσμήματα, αναστηλώνονταν ή ανακαινίζονταν εξαρχής. Η μονή της Παντάνασσας κοντά στην Φιλιππιάδα, η Παναγία η Βλαχέρνα που ξεχώριζε για την εικόνα της Οδηγήτριας, η Κάτω Παναγιά, ο Άγιος Δημήτριος του Κατσούρη ανάμεσα στους μπαξέδες της Άρτας, ήτανε έργα που δείχνανε την πίστη και το σεβασμό της Αυγούστας.
Ακόμη της ίδιας εποχής ήτανε η μονή του Αγίου Γεωργίου, η Μεταμόρφωση στο Γαλαξίδι που βεβαίωναν τη ψυχική μεταστροφή του Μιχαήλ Β’, αλλά και την πνευματική αναλαμπή των Κομνηνοδουκάδων. Μέσα σε αυτό το κλίμα, στην καθημερινή δραστηριότητα και στην ανεμπόδιστη ροή της ιστορίας, η Θεοδώρα έβρισκε και όλο τον καιρό, όχι μόνο Βασίλισσα και Αυγούστα να είναι, αλλά και γυναίκα και σύνευνη και μητέρα. …..”