Το κάψιμο της Άγναντας
(Από το βιβλίο του Στέφανου Φίλου, «ΑΓΝΑΝΤΑ ΑΡΤΑΣ»)
«Ο Αλή Τοπάλ Πασάς φτάνοντας στα Κατσανοχώρια επικοινωνεί με το Χουρσίτ, ο οποίος τον διατάσσει να επιτεθεί ξανά κατά της Πλάκας. Και του στέλνει νέες δυνάμεις και πολεμοφόδια. Αφού ανασυντάσσεται τη χαραυγή της 29-7-1821 επιτίθεται κατά της Πλάκας με 4000 άνδρες.
Η ολιγάριθμη ελληνική φρουρά της Πλάκας αιφνιδιάζεται και διασκορπίζεται. Μερικοί απ’ αυτούς τρέχουν να ειδοποιήσουν στα δυτικομεσημβρινά χωριά των Τζουμέρκων τους Έλληνας οπλαρχηγούς. Ο Τοπάλ Πασάς καταλαμβάνει την Πλάκα, χωρίς να συναντήσει αντίσταση, και προχωρεί για την Άγναντα.
Ο Γώγος Μπακόλας, μόλις πήρε την πρόσκληση του Μάρκου Μπότσαρη, τακτοποίησε τα του στρατοπέδου του στο Πέτα και αναχώρησε βιαστικά για τα Δυτικά Τζουμέρκα, έχοντας μαζί του 300 Τζουμερκιώτες και Ραδοβιζινούς. Κατά τις βραδινές ώρες της 29-7-1821 έφτασε στην Άγναντα, χωρίς να έλθει σε επαφή με τον εχθρό. Τις πρωινές ώρες της επόμενης ημέρας τα τμήματα του Γώγου Μπακόλα οχυρώθηκαν στα υψώματα Α. της Άγναντας (Ανάληψη, Κανάτες Κοντρί τ’ Διαμάντ’ Διάσελο και πιάσαν τις διαβάσεις που οδηγούν στο βουνό.
Τα τούρκικα στρατεύματα εισήλθαν στην Άγναντα την 30-7-1821 και άρχισαν να προβαίνουν σε λεηλασίες. Οι κάτοικοι εγκατέλειψαν τα σπίτια τους και πήραν το δρόμο για το βουνό. Οι Τούρκοι τους ακολούθησαν, αλλά το τμήμα του Μπακόλα τους εμπόδισε και έδωσε την ευκαιρία στους 200 Αγναντίτικες οικογένειες; Να βρουν καταφύγιο στο βουνό.
Την επομένη 31-7-1827 τμήματα του Τοπάλ Πασά επιχείρησαν ν’ ανέβουν στο βουνό αλλά συνάντησαν αντίσταση από τα τμήματα του Γώγου Μπακόλα. Κάποιος απ’ τα παλικάρια του, που λεγόταν Διαμάντης στο όνομα ή στο επώνυμο απέκρουσε κατ’ επανάληψης τις επιθέσεις του τούρκου Πρεμέτη, ταμπουρωμένος πίσω απ’ το Κοντρί. Γι’ αυτό σήμερα λέμε στο «Κοντρί τ’ Διαμάντ’» και το ορμητήριο του Πρεμέτη, κατέληξε σε τοπωνύμιο «Τα Προυμέτια» και του Μπαχμέτη «Μπαχμέτια».
Αφού δεν κατόρθωσαν τα τουρκικά στρατε΄λυματα να σκαρφαλώσουνστο βουνό, γιατ΄λι συνάντησαν την ηρωική αντίσταση των μαχητών του Γώγου Μπακόλα, έβαλαν φωτιά και έκαψαν τα σπίτια του χωριού (31-7-1821). Οι ιδιοκτήτες των σπιτιών αγνάντευαν ναπό το βουνό πώς καίγονταν τα σπίτια τους, όπως αγνάνετυαν 122 χρόνια αργότερα οι απόγονοί τους, την 25 και 27/10-1943 από την ίδια περίπου θέση, όπως έκαιγαν οι Γερμανοί τα σπίτια τους και σκότωναν τον κόσμο.
Τα μόνα σπίτια που δεν κάηκαν ήταν δύο (2) στη συνοικία Τσακμά. Το ένα ανήκε στον Τσακαγιάννη και το άλλο στον Χρισταγγέλη. Επίσης δεν κάηκε και το Τσακμακέικο, που το χρησιμοποίησαν οι Τούρκοι ως διοικητήριο».
2.Στην Πλάκα…
«Την θέσιν του Πέτα την κυρίεψαν οι Τούρκοι. Και όταν γίνονταν αυτείνοι οι πολέμοι, εμείς εις το κάστρο τραβούσαμε μαρτύρια από τους Τούρκους δέρνοντας και βασανίζοντας. Εις τα τέλη του Γιουνίου ο ΜήτροΚουτελίδας και ο Μήτρο-Γώγος και και ο Γιαννάκη Ράγγος πολιόρκησαν τον Κώστα Πουλή εις το Μοναστήρι των Καλαρρύτων, οπού ήταν με τους Τούρκους. Την ίδια εποχή κινήθη ο Γώγος και πήγε εις την Πλάκα, οπού την βαστούσαν πολιορκία. Τους πολέμησε γενναίως, κυρίεψε την θέση, σκότωσε αρκετούς και πλήθος λάφυρα κάμαν οι Έλληνες και τους πήγαν κυνηγώντα ως δυο ώρες. Αφού έμαθε αυτόν τον χαλασμόν των Τούρκων ο Χουρσίτ-πασσάς εις την γειτονιά του, ότ᾿ είναι πλησίον-από τα Γιάννενα, και τον κυριεμό της θέσης, στέλνει μίαν μεγάλη δύναμη περίτου από οχτώ-χιλιάδες και κεφαλή τον Αλήπασσα-Μωραϊτη και άλλους».
Γιάννης Μακρυγιάννης, «Απομνημονεύματα»
«Τις ίδιες ημέρες πήγαν οι Τούρκοι εις τα χωριά Σκορέτζαινα και εκεί ήταν ο Κιτζοπάσκος και ο Γιαννηκώστας, γενναίονπαληκάρι και καταπληγωμένος από τους πολέμους. Ρίχτηκαν των Τούρκων και εκεί και τους καταδιάλυσαν και σκοτώθηκαν και εκεί Τούρκοι όχι πολλή ποσότη. Την ίδια εποχή πήγαν και εις τα χωριά Άγναντα πολλοί Τούρκοι να σκλαβώσουν και να χαλάσουν το σκέδιον των Ελλήνων. Πήγε ο Γώγος, ο Κατζικογιάννης, ο Δράκος, οι Τζαβελαίγοι και άλλοι αξιωματικοί και άρχισε ο πόλεμος από την αυγή ως το γιόμα πολλά πεισματώδης και γενναίος. Και οι Τούρκοι και οι Έλληνες πολέμησαν αντρείως. Και τους έκαμαν ένα χαλασμόν και εκεί των Τούρκων μεγάλον και τους διάλυσαν».
Γιάννης Μακρυγιάννης, «Απομνημονεύματα»
3. Έγραψαν…
«…Έτος 1821…θύμηση του χαλασμού, όντας επάτησαν οι Τούρκοι όλο το Τζουμέρκο και πήραν το βιο του κόσμου όλο. Είχαν τους Αγναντίτες κλεισμένους στο βουνό και πολέμαγαν μέρες τρεις. Και τους έβγαλαν οι Σουλιώτες και γλίτωσαν τον κόσμο ούλον…»
(Ιστορικόν Ενθύμιον που βρέθηκε γραμμένο σ εξώφυλλο εκκλησιαστικού βιβλίου του Μοναστηριού της Παναγίας των Γουριανών Άρτας)
«Κατά τα προηγούμενα, ο Αλή Τοπάλ Πασάς επειγόμενοις να προελάση εις “Σταυρόν” αφήκεν εις τα Ν. Δυτικά Τζουμέρκα ισχυρά τμήματα του στρατού του προς κατάπνιξιν της επαναστάσεως. Ταύτα επιτρέχοντα την χώραν είτε υφίσταντο επιθέσεις των επαναστατών, αίτινεςκατέληγον εις μάχας, είτε και αυτά επιδίωκον την μετ’ αυτών σύγκρουσίν των. Πλην δε τούτου ενεργούντα ερεύνας προς ανακάλυψιν ειδών ή ίχνους σχέσεων επαναστατικής ενοχής, ή και αυτά ταύτα εξευρίσκοντα αφορμάς, δήθεν επί συντηρήσει (τροφοδοσία, υποθάλψει ή στρατολογία) επαναστατικών σωμάτων προέβαιναν εις κακοποίησιν του αμάχου πληθυσμού, λεηλασίαν και πυρπόλησιν των χωρίων. Συνεπεία των ανωτέρω και εν συνεχεία προς την προηγουμένηνμάχην κατά τας αυτάς ημέρας (2-3 Αυγούστου) υπήρξε, και η παρά τα Άγναντα άμεσος επίθεσις και η μετά επτάωρον πεισματώδη μάχην συντριπτική νίκη των οπλαρχηγών Δράκου, Κατσικογιάννη και Τζαβέλλα και τμήματος Τουρκικού στρατού, όπερ και διέλυσαν∙ και ούτως εξεδικήθησαν την καταστροφήν της κωμοπόλεως, άμα δε απηγγίστρωσαν και τους υπό του Γώγου δασωθέντας, από τριημέρου όμως ανά τας χράδρας και τας φαράγγας των Τζουμέρκων εκ της πείνης και του ψύχους ταλαιπωρημένους Αγναντίτας. Ομοίως δε, και συγχρόνως σχεδόν, οι οπλαρχηγοί ΚίτσοΠάσχος και Γιάννη Κώστας προσβαλόντες παρά τα Σχωρέτσιανα, και νικήσαντες Τουρκικάςπλαγιοφυλακάςαπεδέσμευσαν και τας εις τα βουνά Αγνάντων καταφυγούσαςδιακοσίας οικογενείας».
Νικ. Χ. Παπακώστα, «ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ», Αθήνα 1967
Αγναντίτες αγωνιστές στην επανάσταση του ‘21
Ο Δημήτριος Καρατζένης στο βιβλίο του «Η ΑΡΤΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΝ ΤΟΥ 1821» καταχωρεί τετρακόσιους (400) αγωνιστές από την επαρχία Άρτας και Τζουμέρκων. Μεταξύ αυτών καταγράφει και τους εξής Αγναντίτες:
Ο Στέφανος Φίλος στο βιβλίο του «Άγναντα Άρτας» γράφει και τα εξής:
«Από τους 400 αγωνιστές, που έχει καταχωρίσει στο βιβλίο του ο κ. Καρατζένης, αρκετοί δήλωσαν τόπο καταγωγής τα Τζουμέρκα ή την Άρτα, χωρίς ν’ αναφέρουν το συγκεκριμένο χωριό από το οποίο κατάγονται. Πολλά επώνυμα (όπως Κώστας, Γεωργάκης, Καραμπίνης κλπ), αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι κατάγονται και από την Άγναντα, αλλά ούτε μπορούμε και να το αποκλείσουμε. Ο κ. Καρατζένης συνέχισε την έρευνά του και έχει ήδη νέο κατάλογο αγωνιστών του 21 για δημοσίευση. Μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνονται και οι εξής
Αγναντίτες:
1. Ο Χρήστος Ντούβαλης, ο οποίος τιμήθηκε με σιδερένιο εθνόσημο.
2. Ο Σπύρος Μασαλής, ο οποίος τιμήθηκε και αυτός με το ίδιο παράσημο.
3. Ο Ιωάννης Καπέλης, που τιμήθηκε με σιδερένιο εθνόσημο, όπως και οι δύο προηγούμενοι.
4. Ο Ιωάννης Μάντζαρης, τιμήθηκε με αργυρένιο εθνόσημο, ενώ
5. Ο ΛιόλιοςΜάντζαρης με σιδερένιο εθνόσημο.
Τιμήθηκαν ακόμη 1. Γεώργιος Αγναντίτης, που χρησιμοποιήθηκε από το Δημήτριο Κουτελίδα ως ταχυδρόμος στην περιοχή Τζουμέρκων και οι 2. Γιάννης Κώστας και 3. Αθανάσιος Φίλος».
Το δίδαγμα
Γράφει ο Χρήστος Α. Τούμπουρος
Διακόσια ολόκληρα χρόνια από την Επανάσταση, από τότε που οι Έλληνες άδραξαν τα όπλα και κήρυξαν «την Πολιτικήν αυτού ( Έθνους) Ύπαρξιν και Ανεξαρτησίαν». (1) Διακόσια χρόνια και η μνήμη, η χαοτική αυτή δύναμη καίει -«άκαυτη βάτος»- και συνδαυλίζεται από την εκπλήρωση του χρέους μας έναντι των προγόνων – επαναστατών. Γιατί μας ελευθέρωσαν.
Το προσάναμμα το κρατούν με την προσφορά τους, διαχρονικά, τόσοι ήρωες και διδάχοι της εθνικής αξιοπρέπειας. Κι όσο κι αν το δίκιο συνταυτίζεται με την ανωνυμία, με τον αγώνα δηλαδή του λαού, είναι και αυτοί που στέκουν ως «ακρογωνιαίοι λίθοι», συντάσσουν και διατηρούν την εθνική διάρκεια και προκοπή του ελληνικού έθνους. Ρήγας Φεραίος – Βελεστινλής. Ο άνθρωπος που με τις ιδέες και τα οράματά του σκόρπισε τη φλόγα της επανάστασης σε όλους τους Βαλκάνιους. Ο ήρωας, ο κοινωνικός επαναστάτης που στάθηκε ο πρώτος μεγαλομάρτυρας του αγώνα συγκεντρώνοντας στο πρόσωπό του το μίσος όλης της ευρωπαϊκής αντίδρασης, αλλά και την ευγνωμοσύνη κάθε ελεύθερου Βαλκάνιου.
Ο Καραϊσκάκης, «το παιδί της καλογριάς», ο στρατηγός Κολοκοτρώνης, ο Αθανάσιος Διάκος, ο Μπακόλας και τόσοι άλλοι ήρωες και μάρτυρες του αγώνα. Τόποι εθνικοί ποτισμένοι με το αίμα των αγωνιστών, με το πάθος και τον καημό του επαναστατημένου, για μια πατρίδα ελεύθερη, για μια Ελλάδα ανεξάρτητη. Και πάνω απ’ όλους και απ’ όλα εκείνος ο Βασίλης του δημοτικού τραγουδιού που αψήφισε «νοικοκουροσύνες» και φρονιμάδα και έγινε κλέφτης στ’ όνομα μιας λεύτερης και αδούλωτης πατρίδας.
«Βασίλη, κάτσε φρόνιμα, να γένεις νοικοκύρης,
για ν’ αποχτήσεις πρόβατα, ζευγάρια κι αγελάδες,
χωριά κι αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν. (…)
– Μάνα μου εγώ δεν κάθομαι να γίνω νοικοκύρης,
να κάμω αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν,
και να ‘μαι σκλάβος των Τουρκών, κοπέλι στους γερόντους».
Η εθνική και κοινωνική του περηφάνια τον ώθησαν να εγκαταλείψει τα υλικά αγαθά μιας υπόδουλης ζωής και να γίνει αντάρτης, ελεύθερος μέσα στη φύση των απόκρημνων βουνών.
Η Ήπειρος, τόπος άγριος, γεμάτος βουνά, απρόσιτος, ανυπόταχτος, «πρωτοστάτης» όμως κι αληθινή αιμοδότρα, σ’ όλα τα εθνικά κατορθώματα, σ’ όλο το εθνικό μεγαλείο. Σούλι, Πέτα, Σέλτσο, Σταυρός Τζουμέρκων. Στην Ήπειρο καλλιεργήθηκαν έντονα οι ιδέες του Νεοελληνικού Διαφωτισμού που ουσιαστικά άναψαν το φιτίλι της Επανάστασης. Ασφαλώς και δεν είναι υπερβολική η έκφραση που αναφέρεται στα Γιάννινα εκείνη την εποχή: «Πρώτα στα άρματα, στα γρόσια και στα γράμματα». Και πάνω απ’ όλα Σκουφάς και Τσακάλωφ.
Η Ήπειρος όμως είναι Ελλάδα. «Ο καθείς»-κάθε τόπος- «και τον οβολό του». Αυτό τον οβολό οφείλουμε να αξιοποιήσουμε κατάλληλα, γιατί θα γιορτάσουμε το 21. Το γιορτάζουμε, αφού καθιερώθηκε ως χρόνος γιορτής, αλλά και μνήμης. Η λήθη δεν χωράει εδώ. Δεν απιθώνονται στη λήθη τα εθνικά μας ιδανικά. Και περισσότερο δεν χωράει η εκμετάλλευση. Δεν είναι η εθνική ύπαρξη, η ιστορική και κατά συνέπεια η ελληνική μνήμη είδος προς μεταπώληση, ώστε να λειτουργούν οι μεσάζοντες, οι διαμεσολαβητές και οι μεταπράτες. Δεν αγοράζεται και δεν πωλείται. Προσοχή όμως μήπως οι λόγοι και οι παράτες περισσέψουν. Μεγάλα λόγια έξαρσης της «εθνικής» υπερηφάνειας των Ελλήνων για την επέτειο της «εθνικής παλιγγενεσίας», αλλά ανυπαρξία διδαγμάτων.
«Τζουμέρκα μου περήφανα παλικαριών λημέρια»
Γιατί η πατρίδα είναι για όλους. «Τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί και αμαθείς και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι». (Ι. Μακρυγιάννης) Δεν εξαιρείται κανείς.
Ένα πρέπει να είναι το δίδαγμα. Το ανάστημα που όρθωσε ο λαός μας, πριν από 200 χρόνια, ήταν η πιο αποφασιστική στάση και έκφραση του δικαιώματος, που έχει κάθε λαός, να επιλέγει ο ίδιος το δρόμο που θα πορευτεί. Να χαράσσει το δρόμο του και να τον διαβαίνει. Ελεύθερος.
1. Διακήρυξη του Προσωρινού Πολιτεύματος της Ελλάδος
«ΤὸἙλληνικὸνἜθνος, τὸὑπὸτὴν φρικώδη ὀθωμανικὴνδυναστείαν, μὴδυνάμενοννὰφέρῃτὸνβαρύτατονκαὶἀπαραδειγμάτιστονζυγὸντῆς τυραννίας, καὶ ἀποσεῖσαν αὐτὸν μὲ μεγάλας θυσίας, κηρύττει σήμερον διὰ τῶν νομίμων παραστατῶν του, εἰςἘθνικὴν συνηγμένων Συνέλευσιν, ἐνώπιονΘεοῦκαὶἀνθρώπων, τὴνΠολιτικὴναὑτοῦὝπαρξινκαὶἈνεξαρτησίαν.
ἘνἘπιδαύρῳτὴνα´ Ἰανουαρίουἔτει ,αωκβ´ καὶ Α´ τῆςἈνεξαρτησίας».