Βρισκόμαστε στην τελική ευθεία πριν από τις Ευρωεκλογές με την προεκλογική εκστρατεία να έχει ήδη ξεκινήσει. Παρά την κρισιμότητα τους ομως, τα ευρωπαϊκά ζητήματα που θα μας απασχολήσουν τα επόμενα πέντε χρόνια απουσιάζουν εμφατικά από τη δημόσια συζήτηση.
Οι συσχετισμοί που θα διαμορφωθούν, θα αποτελέσουν την πυξίδα για την πορεία της Ένωσης τα επόμενα χρόνια. Οι αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχουν ενισχυθεί σημαντικά και η συμμετοχή του στη νομοθετική διαδικασία έχει ενισχυθεί, ενώ μέσω της διαδικασίας του επικεφαλής υποψηφίου, το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών θα επηρεάσει την επιλογή του επόμενου Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Για πρώτη φορά, το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα βρίσκεται σε άμυνα. Αρχές και αξίες που βρίσκονται στη βάση του, όπως η αλληλεγγύη, το κράτος δικαίου και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων απειλούνται από ακραίες πολιτικές δυνάμεις. Η αποτυχία των ευρωπαϊκών ηγεσιών να προσαρμοστούν στις εξελίξεις έχει προκαλέσει την αίσθηση σε πολλούς ότι η Ένωση είναι κάτι το ξένο προς αυτούς, μία δύναμη που δεν ελέγχουν και πολλές φορές επιβουλεύεται τα δικαιώματά τους. Το σύστημα της διακρατικής Ευρώπης, όπου οι πιο σημαντικές αποφάσεις λαμβάνονται πίσω από κλειστές πόρτες και τα συμφέροντα των ισχυρών κρατών πάντα υπερτερούν του κοινού Ευρωπαϊκού έχει αποτύχει καθώς ενισχύει την αίσθηση αυτή.
Παρόλα αυτά, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, το οποίο ουσιαστικά κυβερνά την Ευρώπη από το 2004 και ο επικεφαλής του κ. Βέμπερ, μας ζητάει να συνεχίσουμε σαν να μην έχει συμβεί τίποτα, ευαγγελιζόμενο μία θεσμική στασιμότητα. Συγχρόνως, στηρίζεται σε πολιτικούς όπως ο κ. Όρμπαν, θιασώτη της «ανελεύθερης δημοκρατίας», που παραμένει μέλος του ΕΛΚ με περιορισμένα απλώς δικαιώματα, ή τον Αυστριακό καγκελάριο κ. Κουρτς που κατά τη διάρκεια της Αυστριακή Προεδρίας υπομόνευσε την αναθεώρηση του Κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ για το προσφυγικό. Τέλος οι δηλώσεις του κ. Ταγιάνι, που με επικίνδυνους ιστορικούς αναθεωρητισμούς βρίσκει θετικά στο Φασιστικό καθεστώς Μουσολίνι είναι εκδηλωτικές μίας ακραία συντηρητικής στροφής.
Από την άλλη, έχουμε μία Ευρωπαϊκή Αριστερά, η οποία πιστεύει στην προστασία α λα καρτ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και παραμένει φοβική στην ενίσχυση της Ευρώπης και των κοινών θεσμών, παρά το γεγονός ότι είναι ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπίσουμε τις αρνητικές παρενέργειες της παγκοσμιοποίησης.
Είναι καθήκον των προοδευτικών δυνάμεων από τους Φιλελεύθερους και τους Πράσινους μέχρι τους Σοσιαλιστές να απαντήσουμε παρουσιάζοντας μία ρεαλιστική, ριζοσπαστική και ολοκληρωμένη προγραμματική συμφωνία, που θα δώσει μία νέα πνοή στην Ενωμένη Ευρώπη. Να μιλήσουμε για ζητήματα όπως είναι η καταπολέμηση του φορολογικού ανταγωνισμού μεταξύ των Κρατών Μελών που επιτρέπει την φοροαποφυγή των μεγάλων επιχειρήσεων και πλήττει βάναυσα τα κρατικά έσοδα και το κοινωνικό κράτος. Να πιέσουμε ώστε να ολοκληρωθεί η τραπεζική ένωση με την εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Εγγύησης Καταθέσεων.
Να έχουμε έναν ισχυρό Ευρωπαϊκό Προϋπολογισμό που θα μας επιτρέψει να επιστρέψουμε στη σύγκλιση από την εποχή της απόκλισης που βιώνουμε σήμερα. Να έχουμε μία πραγματικά Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Άμυνας ώστε τα Ευρωπαϊκά σύνορα να έχουν Ευρωπαϊκή προστασία. Να αποκτήσουμε επιτέλους ένα Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου όπου η ευθύνη δε θα παραμένει μόνο στις χώρες της περιφέρειας αλλά θα μοιράζεται μεταξύ όλων των Κρατών. Μέσα από την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να ενισχύσουμε τη Δημοκρατία και τη διαφάνεια στην Ευρώπη.
Ας εκμεταλλευθούμε λοιπόν τις επόμενες 4 εβδομάδες για να συζητήσουμε τι είδους Ευρώπη θέλουμε αλλά και τη θέση της χώρας μας σε αυτή.
To Άρθρο του Νίκου Ανδρουλάκη δημοσιεύτηκε στα “Νέα”