Πόλη, δημόσιος αστικός χώρος, αισθητική
Γράφει ο Νίκος Μπιλανάκης
Δημόσιος αστικός χώρος λέγεται ο χώρος της πόλης στον οποίο όλοι βρισκόμαστε μόλις αφήσουμε πίσω μας τον προσωπικό, ιδιωτικό μας χώρο. Η καθημερινότητα της ζωής μας κάνει να περνάμε ένα σημαντικό μέρος του χρόνου μας στους δρόμους, στις πλατείες, στα πάρκα και σ’ όλους τους υπόλοιπους δημόσιους χώρους από τους οποίους συναποτελείται η πόλη. Συχνά διασχίζουμε και προσπερνούμε αυτούς τους χώρους δίχως να τους δίνουμε καμία σημασία, απλά για να μεταβούμε κάπου αλλού. Άλλες φορές επιλέγουμε να βρεθούμε σε αυτούς για ιδιαίτερους λόγους ο καθένας μας, όπως π.χ. για να συναντήσουμε κάποιον, να παρακολουθήσουμε μια εκδήλωση, να χαλαρώσουμε από την κούραση της ημέρας ή έτσι, χωρίς άλλη αιτία παρά μόνο να νοιώσουμε την πόλη και τους ανθρώπους της, να νιώσουμε και εμείς κομμάτι του κόσμου αυτού.
Ένας αστικός δημόσιος χώρος πρέπει να είναι άνετος (να μας προφυλάσσει από τον ήλιο, να μας παρέχει τόπους καθίσματος και ξεκούρασης κλπ), να μας προσφέρει χαλάρωση (το υδάτινο στοιχείο, π.χ. τα συντριβάνια, έχει εδώ την τιμητική του) αλλά και τη δυνατότητα για άσκηση και δραστηριότητες (πάρκα και γήπεδα που θα διαχωρίζονται από οχλούσες πηγές όπως είναι τα κυκλοφορούντα οχήματα), να μας διευκολύνει είτε στην έμμεση ενσωμάτωση μας (στην ανάγκη μας να νιώσουμε κομμάτι του περιβάλλοντός μας, χωρίς ωστόσο να κάνουμε κάτι για αυτό, όπως συμβαίνει π.χ. όταν κοιτάζουμε απλά τους άλλους), είτε στην άμεση ενσωμάτωση μας στο κοινωνικό περιβάλλον (να αλληλεπιδράσουμε άμεσα με τα άτομα που βρίσκονται σε αυτόν, όπως συμβαίνει π.χ. με ένα περίπατο στην πόλη, με τις συναθροίσεις και τις πορείες, τα μουσικά δρώμενα κλπ). Ένας δημόσιος αστικός χώρος πρέπει επίσης να έχει σχεδιαστεί από τους ειδικούς, αρχιτεκτονικά άρτια, καλαίσθητα και με υψηλή αισθητική, ενώ οφείλει επίσης να τυχαίνει συνεχούς φροντίδας. Η αρτιότητα και η υψηλή λειτουργικότητα ενός αστικού δημόσιου χώρου επιδρά ευεργετικά στην συναισθηματική κατάσταση και στην συμπεριφορά των πολιτών που τον νέμονται, προάγει την αισθητική τους και διαμορφώνει πρότυπα υγιούς και υψηλής λειτουργικότητας συμβίωσης.
Υπάρχουν πόλεις όπου οι δημόσιοι χώροι τους δεν χαρακτηρίζονται από τις παραπάνω ιδιότητες. Η αταξία, η έλλειψη αισθητικής, η ρυπαρότητα βασιλεύουν σε αυτές, αποτελώντας αναπόσπαστο στοιχείο της καθημερινότητας των πολιτών που τις κατοικούν. Σκουπίδια και πάσης φύσεως άχρηστα αντικείμενα σωρεύονται εδώ και εκεί αφού δεν αποκομίζονται με ικανοποιητικό ρυθμό, πρασιές και όμορφα κάποτε παρκάκια που αγριεύουν αφρόντιστα, ακαθαρσίες ζώων βρίσκονται παντού, οι τοίχοι της πόλης να είναι φορτωμένοι με ακατανόητα γκράφιτι, οι πλάκες στα πεζοδρόμια σπασμένες και οι λακκούβες να βάζουν παγίδες στα οδοστρώματα, τα οδικά σήματα και τα στέγαστρα των στάσεων των λεωφορείων να είναι ημικατεστραμένα, αναθηματικά εκκλησάκια με αναμμένα καντηλάκια να φυτρώνουν οπουδήποτε, ξεχασμένα αυτοκίνητα να βρίσκονται παρκαρισμένα στα πεζοδρόμια εμποδίζοντας την διέλευση από αυτά. Όλα αυτά να δημιουργούν ένα σκηνικό χάους όπου κυριαρχεί η αίσθηση ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να ενεργεί κατά το δοκούν, καταπώς τον βολεύει και τον εξυπηρετεί, ένα σκηνικό που βέβαια αναδεικνύει και την ατομική ευθύνη των πολιτών. Σε κάποιες πόλεις, πάλι, λόγω των πολλών αυτοκινήτων που κυκλοφορούν, δημιουργούνται τεράστιοι και πολλοί αυτοκινητόδρομοι, που μετά χρειάζονται πολυάριθμους κυκλοφοριακούς κόμβους για να ρυθμίζεται η κυκλοφορία τους και επίσης τεράστιους χώρους στάθμευσης για να παρκάρονται τα αυτοκίνητα αυτά, που τελικά κάνουν την χρήση των δημόσιων χώρων στους ανθρώπους αδύνατη.
Σε άλλες πόλεις, πάλι, λόγω του ότι ο δημόσιος χώρος έχει ιδιωτικοποιηθεί και αποκτήσει ένα κυρίαρχο εμπορικό σκοπό (τεράστια εμπορικά κέντρα ή δημόσιοι χώροι καταλυμένοι από τραπεζοκαθίσματα), δεν απομένουν πλέον επαρκείς διαθέσιμοι δημόσιοι χώροι για να τους ζήσουν οι κάτοικοι τους. Σε άλλες πάλι ιστορικές πόλεις, ο παραδοσιακός οικογενειακός τρόπος ζωής των κατοίκων τους έχει οδηγήσει απ’ αρχής σε έλλειψη ικανοποιητικών δημόσιων αστικών χώρων, με εξαίρεση ίσως τους άπλετους σχολικούς χώρους και τους μεγάλους χώρους που αποδίδονται πέριξ των κτηρίων των θεσμικών εξουσιών (π.χ. εκκλησίες, δημαρχείο, δικαστήρια). Όλες οι πόλεις αυτές, πάντως, που χαρακτηρίζονται από ανισσοροπία μεταξύ κίνησης, χώρων συνάντησης και αγοράς, που χαρακτηρίζονται από αισθητική υποβάθμιση και αποδιοργάνωση, δεν αποτελούν μία μεμονωμένη αρνητική κατάσταση, αλλά προκαλούν συνέπειες σε ευρύτερο κοινωνικό επίπεδο, συνέπειες που ανατροφοδοτούν την φυσική και την κοινωνική αταξία και παραβατικότητα. Από πανεπιστημιακές έρευνες είναι γνωστό ότι το πλέον αποτελεσματικό μέτρο καταπολέμησης της ατομικής παραβατικότητας στον αστικό χώρο είναι η αντιμετώπιση της κοινωνικής αταξίας, με την αισθητική αναβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος.
Υπάρχουν επίσης πόλεις που οι δημόσιοι χώροι γίνονται προσπάθειες να αναδειχτούν και να ανασυσταθούν. Στις πόλεις αυτές οι δημόσιοι χώροι γίνεται προσπάθεια να χρησιμοποιηθούν δημοκρατικά, έτσι ώστε να επανακατακτηθεί η ισορροπία μεταξύ κίνησης, αγοράς και χώρων συνάντησης, να υποστηριχθεί η αξία της δημόσιας ζωής και η λειτουργία της πόλης ως τόπος συνάντησης ανθρώπων. Μια καλή κίνηση ήταν το έργο του Δήμου Αρταίων, που –όντας εν εξελίξει- αφορά παρεμβάσεις στην Παρηγορήτισσα, με στόχο την βελτίωση της λειτουργικότητας του ελεύθερου δημόσιου χώρου και την ανάδειξη των μνημείων της πόλης. Χρειάζονται όμως πολλά τέτοια. Που έπρεπε να είχαν ήδη πραγματοποιηθεί. Χρειάζονται πολλά ακόμα να γίνουν, όπως ένας σύγχρονος, επαγγελματικός, αρχιτεκτονικός ηλεκτροφωτισμός των μειζόνων βυζαντινών εκκλησιών μας (Παρηγορίτισσας, Αγ. Βασιλείου, Αγ. Θεοδώρας).
Ο ηλεκτροφωτισμός του κάστρου που θα αναδεικνύει τα τείχη, τον όγκο και τη γεωμετρία του μνημείου, από κάθε πιθανό σημείο θέασης. Ο ηλεκτροφωτισμός του Μνημείου του Γεφυριού, που θα αναδεικνύει τις πέτρες, ζωντανές όπως όταν πρωτοποθετηθήκαν, να αντανακλά κάθε πτυχή, κάθε γεωμετρικό σχήμα, κάθε φυσικό υλικό, τονίζοντας το ανάγλυφο του μνημείου. Έπρεπε να είχαν γίνει ήδη πολλά για την ανάδειξη της Κεντρικής Πλατείας, με τη ανάπλαση της να αποσκοπεί στην αναζωογόνηση του δημόσιου χώρου και την ανάταξη των σημερινών χαρακτηριστικών της. Πέραν της τεχνικής και περιβαλλοντικής διάστασης ενός τέτοιου έργου, κρίσιμο στοιχείο έπρεπε να αποτελέσει η κοινωνική παράμετρος: να αντιμετωπιστεί η πλατεία ως πεδίο της ανθρώπινης επικοινωνίας, της συνάντησης, της παλλόμενης καθημερινής ζωής. Το ίδιο όφειλε να είχε συμβεί και με τις άλλες πλατείες της Άρτας. Έπρεπε να είχε ήδη συμβεί για το Θεατράκι, το αρχαίο νεκροταφείο της Αμβρακίας, τον ναό του Απόλλωνα. Για το Λαογραφικό Μουσείο του Γεφυριού. Για το κάστρο. Για πολλά άλλα. Έπρεπε. Για τις ζωές μας.