Το ταξίδι του παπα-Χαιρέτη. (Η ιστορία του λειψάνου του Αγίου Σπυρίδωνος και η Άρτα)

Έρευνα: πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Αθανασίου

Ο Άγιος απεβίωσε και τάφηκε στην Τριμυθούντα, την κατεχόμενη από τα τουρκικά στρατεύματα εισβολής του 1974 σημερινή Τρεμετουσιά, όπως διασώζει σχετική παράδοση, που επεδείκνυε και τη μαρμάρινη σαρκοφάγο του, η οποία σωζόταν εντός του καθολικού της Μονής του. Στο πέρασμα του χρόνου, το άγιο λείψανο διατηρήθηκε άφθορο στη σαρκοφάγο, κατά θαυμαστό τρόπο, και αποτέλεσε το μεγάλο θαύμα, το οποίο ευδόκησε ο Θεός, ώστε να διαπιστώνουν οι πιστοί την αγιότητα του βίου του ταπεινού Σπυρίδωνος.
Στη συνέχεια, όμως, στα τέλη του 7ου αιώνα, στα πλαίσια μάλλον της μετακίνησης μεγάλου μέρους του πληθυσμού του νησιού από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό Β΄ στην περιοχή του Ελλησπόντου, εξαιτίας των αραβικών επιδρομών, το άγιο λείψανο μεταφέρθηκε για ασφάλεια στην Κωνσταντινούπολη και τοποθετήθηκε στον ναό των Αγίων Αποστόλων.
Όταν δε, αρκετούς αιώνες αργότερα, η Πόλη κατελήφθη από τους Οθωμανούς, το 1453, ένας ιερέας από την Κωνσταντινούπολη, Γιώργος Καλοχαιρέτης ονομαζόμενος, μετέφερε το Άγιο Λείψανο, με αυτό της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστης.

Πρώτη ιστορική άποψη
Το 1456 ένας πρεσβύτερος, κερκυραϊκής καταγωγής, ο π. Γεώργιος Καλοχαιρέτης, έκρυψε το ιερό σκήνωμα του Αγίου Σπυρίδωνα καθώς και της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας, μέσα σ’ ένα καλάθι και αφού τα σκέπασε με χόρτα, τα φυγάδευσε από την τουρκεμένη Κωνσταντινούπολη. Ο λόγος… ο φόβος των Τούρκων και το μίσος σε κάθε τι Χριστιανικό. Τελικός προορισμός του παπα-Χαιρέτη ήταν η Κέρκυρα η οποία από το 1386 «…ειχεν εκουσίως παραδοθεί εις το Χρισταινικόν και ελεύθερον κράτος της Βενετίας». Και το δρομολόγιό του ήταν, από την Πόλη να φθάσει στην Άρτα ,συνέχεια στην Σαλαώρα και από εκεί με καϊκι στην Κέρκυρα. Στο μεγάλο αυτό ταξίδι ο παπα-Χαιρέτης «ίνα εξασφαλίση κατά της μανίας των ασεβών τα ιερά εκείνα κειμήλια,τα οποία επιχείρησε να ανασώσημεθ΄εαυτού,ενέκλεισεν αυτά εντός δύο σάκκωνπληρωθέντων αχύρου και θέσας επί υποζυγίου διήγαγεν αυτά ενεπηρεάστως δια της πορθουμένης ελληνικής χώρας, διότι οι απαντώντεςαυτόν επείθοντο ότι το φορτίον εκείνο ουδέν άλλο ήτο, ει μη του φέροντος κτήνους η τροφή» (Ανδρέα Μαρμαρά .Ιστορία Κέρκυρας.1672).
Έτσι με κρυμμένα λείψανα μέσα στα άχυρα έφτασε ο παπα-Χαιρέτης στην Άρτα κι από εκεί στο χωριό Πλησιοί. Εκεί με ευλάβεια τοποθέτησε τα λείψανα στο μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου (Κατσούρη) και αυτός και η οικογένειά του έμειναν σε κοντινό σπίτι. Στους Πλησιούς ο παπα-Χαιρέτης δεν έμεινε πολύ καιρό. Κάποιο όνειρο τον ανάγκασε να φύγει από την περιοχή. Είδε στον ύπνο του πως μερικοί «από κερδοσκοπίας και ανευλαβείας ορμώμενοι» θα πουλήσουν σε ετερόθρησκους τα ιερά λείψανα. Και οι Άγιοι Σπυρίδων και Θεοδώρα τον προέτρεψαν να φύγει γρήγορα μαζί με τα ιερά λείψανα. Έτσι και έκανε. Συμβουλεύτηκε τον ηγούμενο του μοναστηριού, φόρτωσε τα ιερά σώματα και «ανεπιστρεπτί ανεχώρησε δια Σαλαώρας». Ένα από τα αδέλφια του παπα-Χαιρέτη παρέμεινε στην Άρτα.

Τελικά φτάνει στην Παραμυθιά που τα χρόνια εκείνα ήταν μεγάλο Θρησκευτικό κέντρο. Σε αυτή την περιοχή και στην Ιερά Μονή της Παναγίας της Παραμυθίας εναποτέθηκαν τα ιερά σκηνώματα του Αγίου Σπυρίδωνα και της Αγίας Θεοδώρας. Τα ιερά Σκηνώματα, λατρεύτηκαν από τον τοπικό λαό και κλήρο, παρά τον φόβο της τρομοκρατίας και του ανθελληνισμού που επικρατούσε σε όλη την διάρκεια της τουρκοκρατίας. Άλλωστε την Παραμυθιά την είχαν επιλέξει οι Οθωμανοί ως διοικητικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής με ότι αυτό και αν σημαίνει. Αυτός ήταν και ο λόγος που μερικά χρόνια μετά, οι συνθήκες επέβαλαν για λόγους ασφαλείας την μεταφορά τους στην Κέρκυρα.
Τα ιερά λείψανα, που τοποθετήθηκαν αρχικά στο ναό του Αγίου Αθανασίου, τα κληρονόμησαν οι τρεις γιοί του Καλοχαιρέτη, Μάρκος, Λουκάς και Φίλιππος (έτσι συνηθιζόταν τότε στην Ενετική Κέρκυρα). Το μερίδιο του ο Μάρκος, το σκήνωμα της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας, το δώρισε το 1483 στο λαό της Κέρκυρας.
Οι κληρονόμοι του λειψάνου του Αγίου Σπυρίδωνα προσπάθησαν να μεταφέρουν το άγιο λείψανο εκτός της Κέρκυρας αλλά συνάντησαν τη σθεναρή αντίσταση των Κερκυραίων και εγκατέλειψαν το σχέδιο τους. Εν τέλει μεταβίβασαν τα δικαιώματα τους στην κόρη του Φιλίππου, Ασημίνα. Το λείψανο πέρασε τελικά στην ιδιοκτησία της οικογένειας Βούλγαρη, ως προίκα της Ασημίνας, όταν παντρεύτηκε το Σταματέλλο Βούλγαρη το 1520. Από τότε και για τέσσερις αιώνες έως το 1925, βρισκόταν στην κυριότητα της οικογένειας. Αρχικά και μέχρι το 1528 το λείψανο μεταφέρθηκε στον καθεδρικό ναό του Ταξιάρχου Μιχαήλ στο Καμπιέλο. Το 1528 ο Σταματέλλος Βούλγαρης το μετέφερε στο ναό, που έχτισε η οικογένεια προς τιμήν του Αγίου στο προάστιο του Σαρόκκου (Αγίου Ρόκκου).

Η άποψη κατά την οποία ο πρεσβύτερος Γεώργιος Καλοχαιρέτης μετάφερε το Λείψανο του ιερού Σπυρίδωνος και εκείνο της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστης από την Κωνσταντινούπολη εις την Κέρκυρα, διατυπώθηκε από τον Νικόλαο Βούλγαρη, σε έκθεσή του περί του ιερού Λειψάνου του Αγίου Σπυρίδωνος, η οποία δημοσιεύτηκε πρώτα ιταλικά εις την Βενετία το έτος 1669 (Verarelationedelthaumaturgoetc. Venetia MDCLXIX). Ο Βούλγαρης στηρίζει την άποψή του σε διάφορα έγγραφα της οικογένειάς του. Την είδηση επαναλαμβάνει μετά από λίγο ο Κερκυραίος ιστορικός ΑνδρεάςΜαρμοράς,ο οποίος μάλιστα, άγνωστο από που αντλεί, σημειώνει και τον τρόπο μεταφοράς των ιερών Λειψάνων.

Δεύτερη ιστορική μαρτυρία
– Η περί του πρεσβύτερου Γ. Καλοχαιρέτη μαρτυρία έμεινε απρόσβλητη μέχρι το έτος 1808.Στις αρχές του ιθ αιώνα ανακαλύφτηκαν παλαιά χειρόγραφα του ιε αιώνα ,που διατύπωναν διαφορετική άποψη για την μεταφορά των λειψάνων. Όπως γράφει ο σεβ. Μεθόδιος Κοντοστάνος, Μητροπολίτης Κερκύρας και Παξών, στα Προλεγόμενά της υπ’ αυτού γενομένης εκδόσεως της Ασματικής Ακολουθίας και του Βίου του αγίου Σπυρίδωνος:
«Το ιερό και Σεβάσμιο Λείψανο του Αγίου Σπυρίδωνος δεν μετακομίσθηκε στην Κέρκυρα παρά τον Ιερέα Γεωργίου Καλοχαιρέτη, ως ανακριβώς ίσως δε και εν λόγων σκοπιμότητας ανεγράφη. Αλλά, ως εξάγεται εκ Δουκικού Διατάγματος του Συμβουλίου των Δέκα της Βενετικής Δημοκρατίας, εκδοθέντος την 14 Μαΐου 1489, το Ιερό Λείψανο του Αγίου, παραλαβών αυτό εκ της Κωνσταντινούπολης… μετακόμισε εις Παραμυθιά της Ηπείρου, όπου και παρέμεινε επί χρονικό τι διάστημα, ο Ιερεύς Γρηγόριος Πολύευκτος, ο αυτός δε εκείθεν κατά το έτος 1456, μετακόμισε αυτό εις την Κέρκυρα. Ο αυτός δε Γρηγόριος Πολύευκτος, βρίσκοντας στην Κέρκυρα τον Ιερέα Γεώργιο Καλοχαιρέτη, πρόσφυγα δε και τούτον και συμπολίτη του, κληροδότησε (!)_εις αυτόν το Ιερό Λείψανον του Αγίου Σπυρίδωνος. Ο δε Λουκάς Καλοχαιρέτης, ένας από τους Κληρονόμους και «υἱὸςτοῦἹερέως ΓεωργίουΚαλοχαιρέτη, ἐδωρήσατοτῇἰδίᾳἀνεψιᾷἈσημίνῃτὸἐπὶτοῦΛειψάνου μερίδιόν του»(!)». Έτσι το Ιερό και Σεβάσμιο του Αγίου Λείψανο, Κύριος είδε εκ τίνος κρίματος υφαρπαγής, πέρασε στον Λουκά Καλοχαιρέτη, δια δωρητήριο συμβόλαιο που συντάχθηκε στην Άρτα κατά το έτος 1512, ως αντικείμενο προικοδοτήσεως (!) δια τους εξής λόγους: «ἔτι[πάλινὁμολογῶ, τόΛείψανοντοῦἈγίουΣπυρίδωνος, ὅπερεὑρίσκεταιεἰςτοὺςΚορφοὺς, καὶκατὰ κληρονομίαεὑρέθηεἰςἡμᾶς καὶεἴχαμενἐξουσίανπάλινχαρίζωμιτῆςἄνωθενείρημένηςἈσημίνηςτῆςἀνεψιᾶς μου»
Η δε Ασημίνα, θυγατέρα του παπα- Φιλίππου υιού του Γεώργιου Καλοχαιρέτη, που ήταν εφημέριος στην Άρτα, έχουσα νόμιμη προίκα (!!!) το Ιερό Λείψανο του Αγίου Σπυρίδωνος, νυμφεύθηκε τον Σταμάτιο Βούλγαρη. Δια διαθήκης δε, χρονολογουμένης από 25 Νοεμβρίου 1571, όρισε ως το Ιερό Λείψανο του Αγίου διαμένει ως κληρονομιά στους υιούς της και στους απογόνους τους…

Αφιερωτήριο του Λουκά Καλοχαιρέτου
Εν ονόματι Ιησού Χριστού του Θεού ημών, αμήν.
Καγώ Λουκάς ο Καλοχαιρέτης ποιώ την παρούσαν μου ομολογίαν και υποσχετικήνευεργεσίανπροςτηνανεψιάν μου Ασημίναν,την θυγατέρα του παπακυρ.Φιλίππου του αδελφού μου γάρ από την μοιρασιάν ην εποιήσαμεν από πρώτης ημέρας και ώρας με τους αδελφούς μου το λαχόν μοι εκείνο μέρος,τόσον από τάματα,τόσον από ρόγαν, το όπερ τυχαίνει από τον Άγιον Αθανάσιον αλλά δη και από τον Ασώματον και από έτι άλλο ελάμβανεν ο μακαρίτης ο αδελφός μου ο παπακυρ.Φίλιππος, ταύτα πάντα χαρίζω τη ανεψιά μου Ασημίνη,ένεκα ψυχικής μου δωρεάς.Πάλιν ομολογώ το Λείψανον του Αγίου Σπυρίδωνος ,όπερ ευρίσκεται εις τους Κορφούς κατά κληρονομίαν ευρέθη εις ημάς και είχομενεξουσίαν επιτροπής εις εκείνο το άγιο λείψανον,εκείνη την επιτροπήν και εξουσίαν πάλι χαρίζωμε τη άνωθεν ειρημένη ανεψιά μου,ως καθώς ακαρτερεί και εις εμένα και μηδείς εκ του ημετέρου γένους,εκ των άλλων θυγατέρων του αδελφού μου ,αλλά δη και εκ των ημετέρων τέκνων, εχέτωάδειανπαρασαλεύσαι την παρούσαν μου ψυχικήνευεργεσίαν, ην ενώπιον του ΠανιερωτάτουΜητροπολίτου ημών και των αυτού τιμιωτάτων Κληρικών και Σταυροφόρων της Θεοσώστου πόλεως Άρτηςεποίησα εις ην υπογράφω οικειοχείρως.Ει δει ποτέκαιρώ η χρόνωπαρασαλεύσουσι την ομολογίαν μου ταύτην εις εκ του ημετέρου γένους ή παίδων ή ανεψιών μου, καταδικασθήτω από παντοίας κρίσεως δικαίας. Ένεκεν τούτου εγεγόνει η παρούσα μου ομολογία και ευεργεσία ψυχική και επεδόθη τη ανεψιά μου Ασημίνη τη θυγατρίπαπα Φιλίππου του αδελφού μου.
Εν έτει από Θεογενείας 1512 κατά μήνα Σεπτέμβριον
Λουκάς Καλοχαιρέτης ούτω ομολογώ
Πέτρος Σπόγγος δημόσιοε νοτάριος Κορυφών έγραψα

Οι μάρτυρες
Ακάκιος ιερεύς,ο ευλογημένος Εκκλησιάρχης
Βασίλειος ιερεύς,ΣακελλάριοςΑρτης
Νεόφυτος ιερομόναχος και Αρχιμανδρίτης Άρτης
Πέτρος ιερεύς και Πρωτονοτάριος Άρτης
Ταπεινός Αρχιεπίσκοπος Άρτης Ιάκωβος ο και το ύφος γράψας μαρτυρώνυπέγραψεν
(Δοκίμιο Σεραφείμ σελ.40)
Από την εποχή εκείνη το ιερό σκήνωμα μεταβιβαζόταν κληρονομιά στους απογόνους της οικογένειας Βούλγαρη με τον εξής όρο. Ο αρχηγός της οικογένειας ανέκαθεν έπαιρνε το ιερατικό σχήμα και διοριζόταν εφημέριος του ναού του Αγίου Σπυρίδωνα , του οποίου εισέπραττε τους πόρους ,που προήρχοντο από εισφορές των πιστών και προσκυνητών σε χρήμα και είδος.
Αυτό το αναχρονιστικό προνόμιο της οικογένειας Βούλγαρη δια νομοθετικού διατάγματος στο 1927,έληξε και η εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα έγινε ενοριακή,το δε ιερό λείψανο μεταβιβάστηκε στην Ιερά Μητρόπολη Κέρκυρας.
……………………………………………
Σημείωση:Στην Πόλη της Άρτας υπάρχει πλησίον του Μητροπολιτικού Ναού του Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, Ναός, αφιερωμένος πρότερων εις τον Άγιο Νικόλαον τον εν Βουνέννοιςνύν δε εις τον Άγιον Σπυρίδωνα όπου υπάρχει και η θαυματουργός εικόνα του σκηνώματος του Αγίου.