Περί πολιτικού ήθους
της Παναγιώτας Π. Λάμπρη
Ο Πλούταρχος στον Βίο του Περικλή και, συγκεκριμένα, στο σημείο όπου γράφει για τον χαρακτήρα του, αναφέρεται στον ρόλο που έπαιξε στη διαμόρφωσή του ο φιλόσοφος Αναξαγόρας, από τον οποίο μυήθηκε, τόσο στη λεγόμενη μετεωρολογική επιστήμη, όσο και στην τέχνη των συζητήσεων, και σημειώνει: «[…] όχι μόνο είχε τη σκέψη του σοβαρή και το λόγο του ανώτερο και απαλλαγμένο από κάθε χυδαία και αδιάντροπη αισχρολογία, αλλά και του προσώπου του η σοβαρή έκφραση που δεν την αλλοίωνε το γέλιο, και το ήρεμο βάδισμα, και η σεμνή περιβολή του που δεν την ανατάραζε ποτέ καμιά βίαιη κίνηση όταν μιλούσε, και ο χαμηλός τόνος της φωνής του, όλα αυτά και πολλά παρόμοια προκαλούσαν το θαυμασμό όλων. Όταν κάποτε ένας απαίσιος και αχρείος άνθρωπος στην αγορά τον έβριζε και τον κακολογούσε όλη τη μέρα, ο Περικλής σιωπούσε με υπομονή, απασχολημένος σε μιαν επείγουσα υπόθεση· το βράδυ έφυγε ήσυχα για το σπίτι του, ενώ ο άνθρωπος εκείνος τον παρακολουθούσε και ξεστόμιζε κάθε είδους βρισιά εναντίον του.
Και ο Περικλής, μόλις έφτασε στην είσοδο του σπιτιού του και σαν ήταν πια σκοτάδι, έδωσε διαταγή σ’ έναν από τους υπηρέτες του να πάρει το φως και να συνοδέψει και να οδηγήσει εκείνον τον άνθρωπο στο σπίτι του.» (Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Περικλῆς 5.1-2) Αυτά γράφει, μεταξύ άλλων, ο Πλούταρχος για τον Περικλή. Και σκέφτομαι σχετικά με το ήθος αρκετών σύγχρονων πολιτικών, οι οποίοι, αγνοώντας ή ηθελημένα παραβλέποντας πόσο επηρεάζουν με τον βίο και την πολιτεία τους το ήθος των πολιτών, μετέρχονται, πέραν άλλων αηθών συμπεριφορών, και απρεπή λόγο, που, όχι σπάνια, φθάνει στη χυδαιότητα. Ειδικά, όταν απευθύνονται σε πολιτικούς τους αντιπάλους, ο πολιτικός αμοραλισμός τους φθάνει στο ζενίθ, λες, και δεν υπάρχει άλλος τρόπος επικοινωνίας.
Πόσο μάλλον, που η εν γένει συμπεριφορά των πολιτικών λειτουργεί παιδαγωγικά προς τους πολίτες, οι οποίοι ανάλογα με το ήθος και τις αντιστάσεις τους τη δικαιολογούν, την αποδέχονται ή την απορρίπτουν, κατά περίπτωση.
Ουσιαστικά, η σχέση πολιτικών και κοινωνίας, αν και της λείπουν κάποια τυπικά χαρακτηριστικά, λειτουργεί σαν εκείνη του δασκάλου και του μαθητή. Όπως ο δάσκαλος, – όλοι γνωρίζουμε το πόσο καθόρισαν κάποιοι δάσκαλοι τη ζωή μας – με τον χαρακτήρα του, με τον τρόπο που διαχέει τη γνώση, με τη στάση ζωής του, διαπαιδαγωγεί τους μαθητές του, έτσι και οι πολιτικοί διαπαιδαγωγούν τους πολίτες με το ήθος τους, με τον σεβασμό τους στο Σύνταγμα, στους νόμους και στους θεσμούς της Πολιτείας,…, γενόμενοι παράδειγμα, όπως ακριβώς κι ο Σπαρτιάτης βασιλιάς Αγησίλαος (Ξενοφών, Ἀγ. 7.2), ο οποίος «δυνατώτατος ὢν ἐν τῇ πόλει φανερὸς ἦν μάλιστα τοῖς νόμοις λατρεύων. τίς γὰρ ἂν ἠθέλησεν ἀπειθεῖν ὁρῶν τὸν βασιλέα πειθόμενον;», δηλαδή, ενώ είχε την πιο μεγάλη δύναμη στην πόλη του, αληθινά σεβόταν απόλυτα τους νόμους. Ποιος λοιπόν θα ήθελε να μην πειθαρχεί στους νόμους, τη στιγμή που έβλεπε τον βασιλιά να πειθαρχεί;
Ως εκ τούτου, οι πολιτικοί, αλλά και άλλοι, οι οποίοι κατέχουν διακεκριμένες θέσεις μέσα στον κοινωνικό ιστό, αν πραγματικά ενδιαφέρονται για το κοινό καλό, για τη δική τους έξωθεν καλή μαρτυρία και κατ’ επέκταση για την υστεροφημία τους, οφείλουν καθημερινά να διδάσκουν με το ήθος τους, συντελώντας στη διόρθωση των κακώς κειμένων, καθώς και στην αποφυγή μελλοντικών. Και μολονότι οι πολίτες φέρουν ευθύνη για τις επιλογές τους, οι μόλις αναφερθέντες οφείλουν ν’ αποτελούν καλό παράδειγμα για τον καθένα εξ αυτών, αφού, όπως πολύ σοφά επισήμανε ο Ισοκράτης (2.31) «τὸ τῆς πόλεως ὅλης ἦθος ὁμοιοῦται τοῖς ἄρχουσιν», δηλαδή o χαρακτήρας όλων των κατοίκων της πόλης γίνεται όμοιος με τον χαρακτήρα των αρχόντων. Υπάρχουν, βέβαια, και κείνοι, οι οποίοι αντιστέκονται και δεν τους μοιάζουν, αλλά η ύπαρξή τους δεν αναιρεί τη σημασία, την οποία έχει το ήθος των πολιτικών για την κοινωνία, το οποίο κάθε πολίτης οφείλει να λαμβάνει υπόψη, όταν στέκεται μπροστά στην κάλπη, και όχι μόνο.