Συνέντευξη του Χρήστου Χαρτοματσίδη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Ο Χρήστος Χαρτοματσίδης γεννήθηκε το 1954 στη Βουλγαρία, σε οικογένεια Ελλήνων, πολιτικών προσφύγων. Σπούδασε Ιατρική και σήμερα εργάζεται ως Διευθυντής Μικροβιολογίας στο Γ. Ν. Κομοτηνής. Δημοσιεύει διηγήματα και μεταφράσεις σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά. Τα τελευταία χρόνια είναι μόνιμος συνεργάτης του περιοδικού «Μανδραγόρας».
Έχει δημοσιεύσει 5 μυθιστορήματα, 2 συλλογές διηγημάτων και μια νουβέλα.
Τέσσερα θεατρικά του έχουν ανέβει στο ΔΗ ΠΕ ΘΕ Κομοτηνής, στη Θεσσαλονίκη και σε κρατικό θέατρο της Βουλγαρίας.
Έχει δύο πανβουλγαρικά βραβεία για διήγημα και μυθιστόρημα και δύο φορές έχει προταθεί για τα βραβεία του περιοδικού «Διαβάζω».

Πώς ξεκινά κάθε φορά το ταξίδι της συγγραφής ενός βιβλίου;

Με πολλές καλές προθέσεις. Πάντα υπόσχομαι στον εαυτό μου πως αυτή τη φορά θα είμαι πιο οργανωμένος και σοβαρός και δεν θα αφήσω την ανεμελιά και την αναμονή της έμπνευσης να αλλάξουν τα σχέδια μου. Τον χειμώνα είναι κάπως πιο εύκολο. Το καλοκαίρι όμως, με τους τόσους πειρασμούς, πως να τους αντισταθείς;

Ποια ήταν η αφορμή για να γραφεί το βιβλίο « Hellga και Hellena », εκδόσεις Βακχικόν;

Είναι μια σπονδυλωτή ιστορία, που αφορά τον βασικό χαρακτήρα την Hellena. Μιαάλλη δική μου νουβέλα, το «Όσο κρατάει ένα φιλί» από τις εκδόσεις Μανδραγόραςασχολείται με τα νεανικά της χρόνια. Μεγαλώνοντας, ο χαρακτήρας αποκτά περισσότερο ενδιαφέρον, μια που τα γεγονόταπια τρέχουν στη σύγχρονή εποχή μας, όπου το περιβάλλον και οι συνθήκες μας είναι γνωστές και βλέπουμε την απεικόνιση τους.

Θεσσαλονίκη, Αμπελόκηποι. Όλα δείχνουν να κυλούν ήρεμα για τη δεκαεννιάχρονη Νάντια. Γιατί η ζωή δεν είναι πάντα προβλέψιμη και έχει και εκπλήξεις;

Φαντάζομαι πως επειδή ξαφνικά, από το πουθενά ξεπροβάλουνκάποιοι αστάθμητοι παράγοντες, που ο καθένας δίνει τις δικές του κατευθύνσεις. Υπάρχουν βέβαια και τα εντελώς τυχαία συμβάντα. Όσο κι αν γκρινιάζουμε αυτή η ποικιλομορφία κάνει τη ζωή ενδιαφέρουσα. Αν δεν υπήρχαν τα σκοτεινά σημεία, πως θα ξεχωρίζαμε τα φωτεινά;

Ένα Σάββατο και η ζωή μοιάζει σαν να αλλάζει για πάντα. Θα μπορούσε η Νάντια να αποφύγει αυτή τη συνάντηση;

Δεν θα μπορούσε. Ο συγγραφέας είχε ανάγκη αυτήν τη συνάντηση για την πλοκή του μυθιστορήματος του, οπότε ήταν αναπόφευκτη.

Μια άγνωστη γυναίκα , ένας άνδρας κακοποιός. Πώς καταφέρνετε και ισορροπείτε ανάμεσα την πραγματικότητα και τη φαντασία;

Πολλές φορές η πραγματικότητα ξεπερνά και τη μεγαλύτερη φαντασία. Ενώ στη λογοτεχνία όλα όσα συμβαίνουν πρέπει να έχουν κάποια αληθοφάνεια και ισορροπία μεταξύ ρεαλιστικού και φανταστικού, στην πραγματική ζωή δεν υπάρχουν αυτοί οι περιορισμοί.

Πώς καταφέρνουν οι άνθρωποι να θωρακίσουν τον εαυτό τους στις δυσκολίες και στο απρόβλεπτο μέλλον;

Συνήθως δεν καταφέρνουν, τα περισσότερα δεινά μας βρίσκουν απροετοίμαστους

Πιστεύετε ότι ο κάθε άνθρωπος έχει το δικό του πεπρωμένο;

Προσπαθούμε για το καλύτερο ακολουθώντας τις επιθυμίες και τις κλίσεις μας, μέχρι τη στιγμή, που ξαφνικά το ίδιο το πεπρωμένο μας χτυπάει την πόρτα κι όλα τα τόσο επιμελώς σχεδιασμένα, που με τόσο κόπο τα έχουμε φροντίσει, μέσα σε μια στιγμή ανατρέπονται.

Ποια άλλα μηνύματα μέσα από τους χαρακτήρες του βιβλίου θέλετε να περάσετε στους αναγνώστες;

Σε ένα σημείο ο πατέρας της Νάντια σχολιάζει: «Βλέπεις στην ασπρόμαυρη οθόνη τα κοριτσόπουλα που ουρλιάζουν εκστασιασμένα και λιποθυμούν στις συναυλίες των Beatles; Σήμερα είναι οι θείτσες που περιμένουν στο ΙΚΑ.»Στη νεανική μας ηλικία, υποτιμάμε τους πολύ μεγαλύτερος. Δεν λέω πως πάντα είναι πιο σοφοί, σίγουρα όμως στα νιάτα τους έσφυζαν από ζωντάνια, τόλμη, απερισκεψία και πάθος για έρωτα.

Όταν ήσασταν μικρός ποιος ήταν ο αγαπημένος σας συγγραφέας που τον είχατε ως πρότυπο;

Δεν είχα κάποιον συγκεκριμένο αγαπημένο συγγραφέα. Υπήρχαν βέβαια κάποια βιβλία που έπρεπε οπωσδήποτε να είχες διαβάσει και οι προτιμήσεις μου ήταν περισσότερο για το είδος λογοτεχνίας. Στην μικρή ηλικία αναζητούσαμε τα βιβλία με περιπέτειες, μετά σιγά, σιγά άρχισαν να ξεχωρίζω κάποια άλλα, πιο ποιοτικά. Διάβαζα λαίμαργα, ότι έβρισκα μπροστά μου. Τώρα έχω γίνει πιο επιλεκτικός. Αν κάτι δεν μου αρέσει από τις πρώτες σελίδες, απλά – δεν συνεχίζω την ανάγνωση. Όποιος κι αν είναι ο συγγραφέας.

Τη σημερινή εποχή που οι άνθρωποι βλέπουν τηλεόραση και ασχολούνται με το διαδίκτυο έχουν ελεύθερο χρόνο για να διαβάσουν ένα καλό βιβλίο;

Πολύ φοβάμαι, πως δεν βρίσκουν τον απαραίτητο χρόνο. Για διάβασμα μας μένει το καλοκαίρι, στις ξαπλώστρες στην παραλία. Για καλό ή για κακό, το διαδίκτυο κλέβει χρόνο κι από τους αναγνώστες, μα κι από τους συγγραφείς. Λες θα ρίξω μόνο μια γρήγορη ματιά και ξεχνιέσαι. Μετά δεν έχεις πια όρεξη ούτε για γράψιμο, ούτε για διάβασμα.

Ποιο βιβλίο διαβάσατε τελευταία και σας έκανε εντύπωση;

Δυστυχώς πια δύσκολα εντυπωσιάζομαι. Το καλό βιβλίο είναι σαν τον έρωτα. Σε θέλει αποκλειστικά δικό του. Ξεχνάς τα πάντα. Ανυπομονείς μονάχα τι θα συμβεί παραπέρα. Και όλοι τόσο θέλουμε να ερωτευτούμε…

Τι θα θέλατε να προτείνετε στους αναγνώστες που θα διαβάσουν τη συνέντευξή σας;

Να διαβάσουν το βιβλίο μου. Σίγουρα διαβάζοντάς το δεν θα «κόψουν φλέβες». Θα το απολαύσουν. Θα πρότεινα και το προηγούμενο, το «Όσο κρατάει ένα φιλί» μια που το ίδιο πρόσωπο, η γιαγιά Ελένη – η Hellena εμφανίζεται και στα δύο κι έτσι θα αποκτήσουν μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για τον χαρακτήρα, μα και για τα μυστικά που κρύβονται στο παρελθόν της.