ΠΩΣ Ο ΚΑΡΟΛΟΣ ΤΟΚΚΟΣ Α’ ΚΑΤΕΛΑΒΕ ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΡΙΝΙΑΣΑΣ (ΘΩΜΟΚΑΣΤΡΟΝ)

Στη γέφυρα της Δέσπως στη Καστροσυκιά-Λυγιά-Ριζά θαυμάζουμε πολλές φορές το κάστρο που είναι πάνω στο βράχο. Άποψη μου είναι πως είναι ένα απο τα ομορφότερα (εννοώ με θέα) στην Ήπειρο. Στην νεώτερη ιστορία γνωστό και σαν πύργος του Δημουλά, όπου ανατινάχθηκε η Δέσπω Μπότση με την φάρα της (γυανικόπαιδα). Το Θωμόκαστρον ή Κάστρο Ρινιάσας, το οποίο έχτισε ο Δεσπότης Θωμάς μετά από πολλές περιπέτειες πέρασε σε αλβανική κυριαρχία τον 14ο αιώνα. Οι κάτοικοι του φαίνεται να επιδόθηκαν και αυτοί στο “ευγενές άθλημα” της εποχής την πειρατεία. Κάποια στιγμή το κάστρο/καστροπολιτεία όμως περνά στα χέρια κάποιου Πικέρνη, ο οποίος κάπου στα 1415 μ.Χ. το πουλά στον Κάρολο Α΄Τόκκο της Παλατινής Κομητείας, όπου εκεί καταφεύγει και αυτός προσφέροντας τις υπηρεσίες του στον Κάρολο. Για το όνομα αυτό (Ρινιάσα) που επικράτησε τον 14ο αιώνα υπάρχουν πολλές εκδοχές. Οι Αλβανοί το θέλουν αλβανικό και πολλοί λόγιοι που το θέλουν λατινικό. Πιθανολογώ την λατινική προέλευση σαν μετάφραση του ονόματος της περιοχής Μεγάλης Αμμου. Λαμβάνοντας υπόψιν , πως η κάρτα Πισάνα είναι η πρώτη πορτουλάνα, εκεί θα το βρούμε πρφ. σαν Λογκόλι Γκόρα, περίεργο αυτό το τοπωνύμιο ενώ σε άλλους χάρτες του 16ου αιώνα θα τη βρούμε σαν “Ρινιάσα που τώρα ονομάζεται Μιμασάν” (Rhinaza hod. Mimasan/Minasan). Οι κάτοικοι φαίνεται να μην συμφωνούσαν με την απόφαση του Πικέρνη, φοβούμενοι ίσως κάποια αλβανική αντίποινα και κάθε φορά που εμφανίζονταν πλοία της παλατινής κομητείας με το λάβαρο του Τόκκου επιδίδονταν στο κούρσο.

Φυσικά η κατάσταση δεν άρεσε στον Κάρολο Α’ Τόκκο και εξοργίστηκε τόσο πολύ που αποφάσισε να τους υποτάξει. Ο Κάρολος διατηρούσε ένα μικρό αλλά για το Ιόνιο μεγαλούτσικο στολίσκο με ναύσταθμο την Λευκάδα. Αλλά και ο Κάρολος δεν ήταν από το χτες. Είχε μυηθεί και αυτός στην Πειρατεία και εμπειροπόλεμος ήταν. Έτσι λοιπόν, όταν αποφάσισε να χτυπήσει τη Ρηνιάσα έστειλε ένα μικρό πλοίο τύπου σανδάλι να πλησιάσει το κάστρο ενώ κοντά έκρυψε ένα μεγάλο πλοίο μια γαλιότα καθώς και στρατό στην ξηρά. Οι Κάτοικοι της Ρινιάσας βλέποντας το σανδάλι όρμησαν εναντίον του. Και ενώ αυτό ανοίγονταν προς το πέλαγος αυτοί το κυνηγούσαν, όμως από πίσω τους ήρθε η γαλιοτα και τους αιχμαλώτισε όλους, τους οποίυς μετέφερε στην Αγία Μαύρα. Στο μεταξύ έφτασε και ο στρατός απο ξηρά αλλά εμφανίστηκαν και πλοία του Καρόλου στη Θάλασσα και άρχισε να ασκεί πίεση. Το κάστρο παραδόθηκε. Μετά την κατάληψη του κάστρου, σύμφωνα με το Χρονικό των Τόκκων, τοποθέτησε λουμπάρδους και τζουγκρατόρους και ως φρούραρχο άφησε έναν στρατιωτικό από τη Φλωρεντία, ο οποίος ονομαζόταν Λότο.

Πηγές Κειμένου:
G. Schiro, Χρονικό των Τόκκων
Ευσταρία Συγκέλλου, Ο Ναυτικός πόλεμος στο Ιόνιο
Χρ. Κουτσωτόλη, Θωμόκαστρον

Φώτης Βράκας

1770 – ΟΚΤΩ ΑΡΤΙΝΟΙ ΕΜΠΟΡΟΙ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟΙ ΣΤΗ ΡΑΓΟΥΖΑ
Tου Φώτη Βράκα

Στα αρχεία της Ραγούζας (Dubrovnik) υπάρχουν πολλά έγγραφα που σχετίζονται με την Άρτα. Ενα απο αυτά που μελέτησε ο Στεφανος Παπαδόπουλος έχει να κάνει με 8 Αρτινούς εμπόρους που βρεθηκαν φυλακισμένοι εκει και κάνουν έκκληση στον διοικητή της πόλης να τους αφήσει ελεύθερους.
Υψηλότατε και Εκλαμπρότατε Κύριε Κυρ Πρίγκιπε τον Άραονζίου, Σε προσκυνοϋμεν εμείς οί δούλοι Σου, οί πραγματευτάδες Ρωμαίοι, όπου εύρισκόμεστε 8 όνομάτοι φυλακωμένοι καί στενοχωρημένοι άπό τη ζέστα καί βρώμα, καί κινδυνεύουμε νά άπεθάνωμε, νά χάσωμε τήν ζωήν μας δίχως νά έχωμε φθαίσιμο όλότελα, ώς καθώς το μαρτυράει ό καπετάν ’Αντώνιος Κοτζέλι, Άραονζαίος, όπου μάς ήφερε άπό τήν ’Άρτα, πώς εϊμεστε πραγματευτάδες καί ώς καθώς φανερώνει ή πόλιτζα ντε κάρικον καί ώς καθώς φανερώνει ό μανιφέστο, όπου ήφέραμε άπό τήν ’Άρτα, καί μέσα εις τό μανιφέστο είναι καί πέντε μάρτυρες, λέγω πώς τό πράγμα αυτό είναι μερικό δικό μας καί μερικό άλλοννών πραγματευτάδων άπό τά Γιάννενα καί άπό τήν ’Άρτα. “Οπου καί αν μας εξέταζες, μας ηϋρηκες άληθινούς διά καλούς ανθρώπους καί εϊμεστε ραγιάδες τον Βασιλέως μας / Πολνχρονημένου τής Πόρτας Όττομάνα. Τώρα λοιπόν οπού εβεβαιώθηκες άπό τον καπετάνιον καί άπό την πόλιτζα ντε κάρικου και άπό το μανιφέστο και άπό το νολίτζιο, όπου το έχει κάμει ο κόνσον[λος] /τής Ύψηλότη Σου καί, το περισσότερον, όπου εστείλαμε εχθές τον σύντροφόν μας εις τον πασιά, διά να Ιδη πώς εϊμεστε ραγιάδες τον Πολυχρονεμένου Βασιλέως τής Πόρτας Όττομάνας και άπό τον πασιά, ήγουν άπό το Σκουτάρι, έχει νά πάγη ο άνθρωπος, ο σύντροφός μας, είς τα ’ Ιωάννενα νά μάς φέρη και άλλες άπόδειξες, ήγονν άπό τον καττή καί άπό τον μουσελίμη, πώς εϊμεστε καλοί άνθρωποι. “Ωστε ή Ύψηλότη Σου γνωρίζεις πώς εϊμεστε καλοί άνθρωποι, διατ’ι νά εϊμεστε φυλακωμένοι άδικα;

Τώρα παρακαλοϋμεν την Ύψηλότη Σου με όλην την Τζεντελίσσιμα Ρεπούμπλικα νά μάς εβγάλης άπό τη φυλακή, νά μάς βάλης εις άλλον τόπον, όπου νά έχωμε άέρα, νά ίδουμε τον ουρανόν, και βάλε μας εις τον τόπον, όπου ήμεσταν, μόνον άπό τή φυλακή νά μάς εβγάλης διά τούς οικτιρμούς τοϋ Θεού, οπού έχομε και δύο παιδιά άρρωστα—ο ένας είναι τοϋ θανάτου—καί άπό ολίγο ολίγο χανόμεστε όλοι.
Ταϋτα καί οί χρόνοι Της ειησαν πολλοί καί ευτυχείς.
Είς 1770, 21 ’Ιουλίου, φυλακή
δούλος τής Ύψηλότη Σου Νικολάς Κώστας Τριανταφύλλης
δούλος την Ύψηλότη Σου Κώστας Γιώργη Γάτζιος προσκυνώ
δοϋλος την Ύψηλότη Σου Κώστας Γιάννης Πρακατζής προσκυνώ
δούλος την Ύψηλότη Σου Χριστόδουλος Νϊκος Παπαγιώργη προσκυνώ
δούλος τής Ύψηλότης Σου Ρίζο Δημήτρη Καραγιάννη προσκυνώ
δοϋλος τής Ύψηλότη Σου Χριστόδουλο Κώστα Μάργαρη μην ήξεύρον-
τας νά γράψη έγραψα εγώ δ Νικολάς Κώστας Τριανταφύλλ.ης
δοϋλος τής Ύψηλότη Σου Κώστας Χρήστου προσκυνώ
δοϋλος τής Ύψηλότη Σου Γιώργη Δημοπαράνη καί έγραψα εγώ ο Χριστόδουλος Νϊκος Παπαγιώργης επειδή καί ο άνωθεν είναι σε κίντυνον θανάτου.
Εικόνα: Πολίτης οδηγείται στη φυλακή και το κάτω μέρος της επιστολής των φυλακισμένων Αρτινών