Η ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ ΣΤΗΝ ΟΡΔΟΞΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Υπό του Πρωτοπρεσβυτέρου Ιωάννου Λάκκα – Θεολόγου
Συντ/χου εκπ/κου
Την σύνθεση των εκκλησιαστικών ύμνων που ψάλλονται στην Εκκλησία προς δοξολογία του Θεού ή των Αγίων, οι χριστιανοί άρχισαν να κάνουν χρήσιν από τον 3ον αιώνα. Οι χριστιανοί προσερχόμενοι σε προσευχή ψάλλουν ύμνους του Δαβίδ και άσματα που προέρχονται από την Παλαιά και Καινή Διαθήκη. Οι ψαλλόμενοι ύμνοι είναι ο εωθινός (πρωϊνός) «Δόξα εν Υψίστοις Θεώ, ο επιλύχνιος (ο γενόμενος με το φως του λύχνου) «Φως ιλαρόν», ο εσπερινός «αινείτε, παίδες, Κύριον», «Ευλογητός ει,Κύριε, ο τρέφων με εκ νεότητός μου» και πολλών άλλων ύμνων αγνώστων ή γνωστών συγγραφέων. Επειδή δε πρώτος ο Ρωμανός, κατά το τέλος του 5ου και αρχάς του 6ου αιώνος έζησε, είναι γνωστός ποιητής σωζομένων ύμνων, έχουμε και μερικούς άλλους ύμνους προφανώς πρό του Ρωμανού και έτσι συμπεραίνουμε, ότι η εκκλησιαστική υμνολογία άρχισε από τις αρχές του 5ου αιώνα. Όλοι οι άνθρωποι υμνούν τον θεό γιατί είναι πλάσματά του. Είναι εικόνα του Θεού και συνεχώς διασαλπίζουν την φιλανθρωπία του. Γι’αυτό ο Ιερεύς εκφωνεί στην θεία Λειτουργία «Ότι πρέπει σοι πάσα δόξα τιμή και προσκύνησις τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων».
Η υμνολογία είναι γνώρισμα ανθρώπου και σέβεται και τιμά τα Θεία. Αφοσιώνεται στους ύμνους δοξολογώντας τον δημιουργό Θεό και τιμώντας τους Αγίους. Τους Αγίους τους υμνολογεί ο άνθρωπος με τα απολυτίκια, τα κοντάκια και τα μεγαλυνάρια που ψάλλονται στην εορτή τους στην Εκκλησία.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος για την υμνολογία λέγει: «Είναι απόρροια ευλάβειας και αγαθής συνείδησις. Τους ιερούς ύμνους τους γεννάει η ευλάβεια της ψυχής, τους τρέφει η αγαθή συνείδηση και τους δέχεται στα ουράνια ταμεία ο Θεός. Η μελωδία των ύμνων ακούγεται ευχάριστα και με σεβασμό από τους εκκλησιαζομένους χριστιανούς. Η μελωδία μέσα στην εκκλησία τους ανεβάζει νοερώς προς τα άνω και επικοινωνούν με τον Θεό.
Παίρνουν ένα νοερό βάπτισμα και η ψυχή τους ξεκαρίζεται από τα αμαρτωλά πάθη της.
Ψάλλοντας τους ψαλμούς του Δαυΐδ, η ψυχή αγάλλεται και επικοινωνεί με το Θεό. Η ψαλμωδία δεν ευχαριστεί μόνο την ακοή του ανθρώπου, αλλά ανυψώνει την ψυχή προς τον ουράνιο Πατέρα της. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει: «Τίποτε δεν ανυψώνει τόσο πολύ την ψυχή, δεν την απαλάσσει από τα γήϊνα αγαθά δεν την ελευθερώνει από τα δεσμά του σώματος, δεν την κάνει να σκέπτεται στοχαστικά και να περιφρονεί όλα τα κοσμικά
Αγαθά, όσο η μουσική συμφωνία και το θείο άσμα που ψάλλεται με μελωδικό ρυθμό…Τα παράνομα κοσμικά άσματα καταστρέφουν την ψυχή, ενώ οι πνευματικοί ύμνοι ωφελούν τον άνθρωπο. Όπου δε ψάλλονται ύμνοι πνευματικοί παρίσταται η χάρις του Αγίου Πνεύματος η οποία αγιάζει το στόμα και την ψυχή.
Ο άνθρωπος του Θεού, ο χριστιανός, ας έχει υπ’ όψιν του τον 145 ψαλμό του Δβυΐδ και ας συμψάλλει μαζί του κάθε ημέρα τον ύμνο: «Επαίνους και ύμνους ανάπεμπε , ω ψυχή μου προς τον Κύριο. Θα εξυμνώ τον Κύριον, καθ’ όλην την ζωήν μου, θα ψάλλω ύμνους προς τον Θεόν μου, όσο θα υπάρχω και θα είμαι ζωντανός».-