KΡΑΤΙΚΗ ΒΙΑ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ
Του Βαγγέλη Σακέλλιου
Δικηγόρου
«…κουφαίνοντας τον κόσμο με τους ήχους της ταράτσας,
με τις κραυγές αυτών που βασανίστηκαν κι αυτών που βασανίζουν,
τραντάζοντας τον κόσμο με τη γλώσσα τούτη του θανάτου…»
Ρένα Χατζηδάκη, Κατάσταση Πολιορκίας
Ενίοτε οι ιστορίες δεν είναι διδακτικές. Γιαυτό και επαναλαμβάνονται. Το μακρινό 2006 , στις 17 Νοεμβρίου , δηλαδή την επέτειο μνήμης και εκδηλώσεων για το «Πολυτεχνείο», ένα γεγονός συντάραξε, αρχικά την Θεσσαλονίκη κι έπειτα ολόκληρη την Ελλάδα: Ο ανηλεής ξυλοδαρμός ενός Κύπριου φοιτητή, του Αυγουστίνου Δημητρίου, από άνδρες της ΕΛ.ΑΣ, χωρίς αιτία ή αφορμή, και η συστηματική προσπάθεια συγκάλυψης της αυθαίρετης αστυνομικής βίας με τη μνημειώδη στα χρονικά ανακοίνωση της Αστυνομίας ότι «ο φοιτητής αυτοτραυματίστηκε πέφτοντας κατά λάθος σε μια ζαρντινιέρα με λουλούδια…» Για τους νεώτερους, που δεν ξέρουν ή δεν θυμούνται είναι η περίφημη υπόθεση της «ζαρντινιέρας στη Θεσσαλονίκη».
Ο φοιτητής, χωρίς αιτία ή αφορμή – το τονίζω – ξυλοκοπήθηκε άγρια, αρχικά από αστυνομικούς με πολιτική περιβολή και στη συνέχεια από ένστολους. Καθηγητές του ΑΠΘ που βρέθηκαν τυχαία, μετά την πορεία του «Πολυτεχνείου», στον χώρο του επεισοδίου, δηλαδή του αναίτιου ξυλοδαρμού, διαμαρτυρήθηκαν, ζήτησαν τα στοιχεία των αστυνομικών, ένστολων και μη, ζήτησαν ασθενοφόρο για το αιμόφυρτο θύμα και απωθήθηκαν βίαια. Ο Αυγουστίνος Δημητρίου οδηγήθηκε στην Γενική Αστυνομική Διεύθυνση και εξαιτίας της σοβαρότητας της κατάστασης του στο νοσοκομείο «Γ. Γεννηματάς».
Η παρουσία αυτοπτών μαρτύρων και η διαμαρτυρία των καθηγητών του ΑΠΘ μοιραία προσέδοσαν διαστάσεις στο γεγονός κι οδήγησαν τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης Βύρωνα Πολύδωρα να δηλώσει : «Είδα επαγγελματισμό, μεθοδικότητα, σχέδιο και εφαρμογή του, ψυχραιμία και αυτοματισμό στη δράση που είχαν ως επακόλουθο την επιτυχία» !!!, ενώ ο Αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ (και μετέπειτα βουλευτής της ΝΔ) Αν. Δημοσχάκης δήλωνε : «Η αυτοσυγκράτηση και η ψυχραιμία της Αστυνομίας ήταν παροιμιώδης» !!!
Ευτυχώς για την αλήθεια και τον αιμόφυρτο φοιτητή, δυστυχώς για τους αστυνόμους και τον Υπουργό τους, το περιστατικό του ξυλοδαρμού καταγράφηκε σε βίντεο κάποιου εικονολήπτη και μεταδόθηκε σε πλήθος τηλεοπτικών καναλιών, πρώτα από το MEGA. O φοιτητής εξήλθε του νοσοκομείου μετά από έντεκα μέρες νοσηλείας. Για την ιστορία να προσθέσουμε ότι διατάχθηκε ΕΔΕ, τρεις αστυνομικοί τέθηκαν σε διαθεσιμότητα κι άλλοι έξι μετακινήθηκαν. Το Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο της ΕΛ.ΑΣ επέβαλε στους πρωταγωνιστές της βίας την ποινή της προσωρινής αργίας ενώ το Δευτεροβάθμιο Συμβούλιο μείωσε κάποιες από τις ποινές απαλλάσσοντας τους περισσότερους.
Στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης καταδικάστηκαν οκτώ αστυνομικοί για την υπόθεση του ξυλοδαρμού, ενώ στο δεύτερο βαθμό το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης αθώωσε, κατά πλειοψηφία, τους έξι αστυνομικούς και καταδίκασε τους άλλους δύο για την πράξη της επικίνδυνης σωματικής βλάβης. Έτσι απλά, τόσο απλά.
Και για να μη ξεχνιόμαστε : Το Συμβούλιο της Επικρατείας επικύρωσε την Εφετειακή απόφαση για την απόλυτη ευθύνη των αστυνομικών και το Ελληνικό Δημόσιο κλήθηκε να καταβάλει στον φοιτητή Αυγουστίνο Δημητρίου το ποσό των 300.000 €, νομιμότοκα «από την επίδοση της αγωγής τον Ιούνιο του 2009». (απόφαση ΣτΕ 331/2016).
Όλα τα παραπάνω τα (ξανα)θυμήθηκα με αφορμή την «υπόθεση Ινδαρέ». Τα γεγονότα είναι γνωστά. Και νωπά. Τον Δεκέμβρη του 2019 στο Κουκάκι, διοργανώθηκε απ’ την ΕΛ.ΑΣ μια επιχείρηση εκκένωσης ενός κτηρίου υπό κατάληψη. Οι αστυνομικοί που συμμετείχαν στην επιχείρηση συνέλαβαν τον σκηνοθέτη Δημήτρη Ινδαρέ και τους δύο γιούς του στην ταράτσα του σπιτιού τους που συνόρευε με το υπό κατάληψη κτήριο ασκώντας βία εναντίον τους και έχοντας ως «απόλυτο δεδομένο» ότι οι προπηλακισθέντες (και τελικά συλληφθέντες) ήταν οι καταληψίες κι αυτοί που επιτέθηκαν στους αστυνομικούς.
Αυτή την εκδοχή υιοθέτησε ασμένως και ο –τότε- Υπουργός Προστασίας του Πολίτη Μιχάλης Χρυσοχοΐδης συγχαίροντας τους υφισταμένους του.
Η οικογένεια Ινδαρέ οδηγήθηκε σιδηροδέσμια στην ΓΑΔΑ, αφού πρώτα σμπαραλιάστηκε στο ξύλο και κυριολεκτικά «τυλίχτηκε σε μια κόλλα χαρτί».
Να θυμίσω και πάλι ότι η ιστορία μας ανατρέχει τον Δεκέμβριο του 2019, λίγο πριν τα Χριστούγεννα. Ήταν, δηλαδή, τότε που η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη απολάμβανε πρωτοφανούς (μετεκλογικής) αποδοχής, τότε που το αφήγημα της «κανονικότητας» καθόριζε το πρόσημο της νέας εποχής, τότε που «νόμος και τάξη» από ζητούμενο γίνονταν καθημερινότητα, τότε που «ο Υπουργός που εξάρθρωσε την 17 Νοέμβρη» εγγυόταν τις ελευθερίες και την προστασία των πολιτών. Σαυτό ακριβώς το σημείο, σαυτή την κομβική στιγμή, οι πολλοί σιώπησαν. Υιοθέτησαν μηχανικά την αστυνομική εκδοχή, την παραπληροφόρηση. Αποδέχτηκαν την κυβερνητική αφήγηση. Έβλεπαν στην οικογένεια Ινδαρέ τον εχθρό, τον παραβάτη, το περιθώριο, τον επικίνδυνο για την ενάρετη κοινωνία μας. Λίγοι, πολύτιμοι όμως, έστησαν και στάθηκαν σαν ασπίδα προστασίας, κάποιοι γείτονες, κάποιοι δικαιωματιστές, κάποιοι δημοσιογράφοι , κάποιοι δικηγόροι.
Οι καταγγελίες της οικογένειας Ινδαρέ, μαζί με μαρτυρίες αυτοπτών, ιατροδικαστικές εκθέσεις, οπτικοακουστικό υλικό τέθηκαν, αρχικά, στο περιθώριο.
Ο ποινικός λαϊκισμός είχε ήδη αποφανθεί.
Η (κανονική) Δικαιοσύνη και οι (κανονικοί) Δικαστές αποφάνθηκαν μετά από τρία χρόνια, μόλις πριν λίγες μέρες, τον περασμένο Νοέμβριο , όταν το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών αθώωσε τους Ινδαρέ.
Η Εισαγγελέας της έδρας ήταν απόλυτη και κατηγορηματική : «Οι τρεις κατηγορούμενοι με απόλυτη βεβαιότητα δεν τέλεσαν αυτές τις πράξεις. Έγιναν θύματα μιας τυφλής, ωμής και αυθαίρετης αστυνομικής βίας και χρησιμοποιήθηκαν από τις αστυνομικές δυνάμεις για να καλύψουν την παταγώδη αποτυχία της επιχείρησης. Έγιναν τα εξιλαστήρια θύματα. Προτείνω να απαλλαγούν όχι λόγω αμφιβολιών, αλλά γιατί δεν τέλεσαν τις πράξεις για τις οποίες κατηγορούνται».
Όχι, ο Πρωθυπουργός που ενώπιον της Βουλής εμφανίστηκε βέβαιος για την ενοχή των αθώων δεν ζήτησε «συγνώμη». Ο Υπουργός Χρυσοχοΐδης που πρώτος έσπευσε να συγχαρεί τους πρωταγωνιστές αστυνομικούς, δεν ζήτησε «συγνώμη», δεν προλαβαίνει φαίνεται, θα είναι υποψήφιος βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας στον Δυτικό Τομέα της Β΄ Αθηνών.
Η Επιτροπή για την αστυνομική βία, που τόσο πανηγυρικά είχε συσταθεί, έπαψε να υπάρχει μετά την «υπόθεση Ινδαρέ» και την ηχηρή αποχώρηση του Προέδρου της, του συνταγματολόγου Νίκου Αλιβιζάτου.
Ακριβώς αυτή η αποχώρηση ξανάφερε βίαια στην επιφάνεια και στον διάλογο το επίδικο της κρατικής βίας. Της βίας του αυταρχισμού και της αυθαιρεσίας, της βίας της Αστυνομίας, δηλαδή της βίας του κράτους.
Κατ’ αρχήν να δεχτούμε ότι το Κράτος, ως θεσμική οντότητα, είναι το μόνο που μπορεί επιτρεπτά να ασκεί νόμιμη βία. Η Αστυνομία και εν γένει οι δυνάμεις καταστολής είναι, κατ’ αρχήν, φορείς «νόμιμης βίας». Μπορούν, δηλαδή, θεσμικά να ασκήσουν βία κατά την επιτέλεση του έργου τους στα αυστηρά πλαίσια των νόμιμων αρμοδιοτήτων τους. Γιαυτό εξάλλου οι αστυνομικοί οπλοφορούν ώστε να μπορούν νόμιμα να αποτρέψουν ή να καταστείλουν μια παράνομη δραστηριότητα ή πράξη.
Η θεσμοθετημένη κρατική βία είναι η βία της αποτροπής, της πρόληψης και της καταστολής. Διέπεται από αυστηρούς κανόνες που εγγυώνται σε κάθε περίπτωση τα δικαιώματα των πολιτών γιαυτό και (πρέπει να) ασκείται με τους περιορισμούς και τις εγγυήσεις του Συντάγματος και των νόμων για την (αποκλειστική) προστασία ενός έννομου αγαθού. Η υπέρβαση και η καταχρηστική άσκησή της, όπως στις περιπτώσεις του Κύπριου φοιτητή και των Ινδαρέ, είναι ασύμβατη με τις αρχές του κράτους δικαίου και επιβεβαιώνει με τον χειρότερο τρόπο τον προνομιακό ρόλο που επιφύλαξε στις δυνάμεις καταστολής η ηγεμονεύουσα πολιτική Δεξιά στον τόπο μας αφού η Αστυνομία ανέκαθεν υπήρξε διακριτό φέουδο και ο ισχυρός βραχίων της. Κι αυτό παρά τις προσπάθειες εκδημοκρατισμού των Σωμάτων Ασφαλείας και την ένταξη των Αστυνομικών Σχολών στο μηχανογραφικό των πανελληνίων εξετάσεων, που είχε σαν αποτέλεσμα την ποιοτική αναβάθμιση των στελεχών της. Δυστυχώς, η κουλτούρα και οι παθογένειες δεκαετιών διέθεταν ισχυρότερα αντισώματα.
Η κρατική βία λοιπόν, όπως αυτή εκδηλώνεται στον αυταρχισμό και στην αυθαιρεσία, συναντάται με το ίδιο πρόσωπο και με τους ίδιους πάντα πρωταγωνιστές, είτε πρόκειται για τον Αυγουστίνο Δημητρίου, είτε πρόκειται για τον Δημήτρη Ινδαρέ και τους γιούς του, είτε πρόκειται για τους απολυμένους εργάτες της «Μαλαματίνας», είτε πρόκειται για τις εφόδους σε σπίτια αναγκεμένων ανθρώπων που πλειστηριάζονται. Παραμένει ισχυρή και αποκρουστική. Μόνη ελπίδα και θεσμικό αντίβαρο απέναντι της είναι το Κράτος Δικαίου. Και οι διάκονοι του.
Υ.Γ.1. Γράφοντας για την «υπόθεση Ινδαρέ» θυμήθηκα την Έμα Τόμσον και τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις στο εμβληματικό φιλμ «Εις το Ονομα του Πατρός», εκεί όπου η οικογένεια του Τζέρι Κόνλον άργησε να δικαιωθεί δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια. Ευτυχώς με τους Ινδαρέ η δικαίωση ήλθε «μόλις» στα τρία….
Υ.Γ.2. Το κείμενο είχε γραφτεί όταν έγινε γνωστό το νέο κρούσμα υπέρμετρης αστυνομικής αυθαιρεσίας με τον 16χρονο στην Θεσσαλονίκη. Όχι, δεν νοιώθω «δικαιωμένος».