Ο μέγας πολέμιος της παναίρεσης του Παπισμού
Πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου (χημικού)
Εισαγωγικά
Στον χειμαζόμενο από την τουρκική κατάκτηση Ελληνισμό έστειλε η Θεία Πρόνοια μία μεγάλη μορφή κατά τον 16ο αιώνα. Πρόκειται για τον Άγιο Δαμασκηνό Στουδίτη, τον οποίο η Εκκλησία μας τιμά στις 27 Νοεμβρίου. Κληρικός, λόγιος, μαχητικός Ορθόδοξος, συγγραφεύς θαυμαστών βιβλίων, σοφός, σεμνός και ασκητικός, ο Δαμασκηνός υπήρξε άριστος Ποιμενάρχης στις δύο Επισκοπές, όπου τον απέστειλε το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Πρώτα στην Επισκοπή Λητής και Ρεντίνης (σημερινή Μητρόπολη Λαγκαδά) και στη συνέχεια στην Μητρόπολη Ναυπάκτου και Άρτης, όπως ονομαζόταν τότε. «Ο Στουδίτηςεγένετο εις των λογιωτέρων και εναρετωτέρων κληρικών του καιρού του, πολύ ωφελήσας την πατρίδα δια των συγγραφών του και τας καταχρήσεις του κλήρου εξελέγξας», γράφει ο Κωνσταντίνος Σάθας.
Σύντομα βιογραφικά στοιχεία
Ο Επίσκοπος Λητής και Ρεντίνης Δαμασκηνός είναι εξέχουσα μορφή αγίου Ιεράρχου όχι μόνον του 16ου αιώνος μ.Χ., αλλά όλων των χρόνων της δουλείας, και ως εκ τούτου αποτελεί πνευματικό φάρο που κατέλαμψε το τότε πνευματικό σκότος του Γένους, δοξάζοντας και την περίφημη Επισκοπή Λητής και Ρεντίνης, η οποία κατέστη παγκοσμίως γνωστή χάρις σε αυτόν.
Γεννημένος περί το 1520 μ.Χ. στη Θεσσαλονίκη, όπου έλαβε άριστη μόρφωση, ο άγιος – κατά κόσμον ίσως Δημήτριος – μετέβη νέος στην Κωνσταντινούπολη, όπου πριν το 1546 μ.Χ. έγινε Μοναχός της Αδελφότητος «τῶνΣτουδιτῶν», λαμβάνοντας το όνομα Δαμασκηνός και την προσωνυμία «Στουδίτης»· ήδη ως υποδιάκονος, σπουδάζοντας στην περίφημη Πατριαρχική Ακαδημία, υπήρξε και περιφανής ιεροκήρυκας της Βασιλεύουσας, σπείροντας λόγους πλήρεις ωφελείας, οι οποίοι αργότερα αποτέλεσαν το υλικό για το βιβλίο του «Θησαυρός».
Μεταξύ των ετών 1550 μ.Χ. και 1558 μ.Χ. ο Άγιος Δαμασκηνός δραστηριοποιήθηκε στην περιοχή των Τρικάλων, πιθανότατα ως Διδάσκαλος της εκεί Σχολής, και πριν το 1558 μ.Χ. έλαβε την Ιερωσύνη. Στο ίδιο διάστημα μετέβη και στη Βενετία για να τυπώσει τον δημοφιλή «Θησαυρό».
Το 1560 μ.Χ. στο Ναό των Αρχαγγέλων («Ροτόντα») της Θεσσαλονίκης ο Ιερομόναχος Δαμασκηνός χειροτονήθηκε Επίσκοπος «ΛητῆςκαὶΡενδίνης» από τον Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Θεωνά (τον προ του 1560 – 65 μ.Χ.· δεν πρόκειται περί του γνωστού αγίου).
Παρά το ότι ο Άγιος Δαμασκηνός ήταν Επίσκοπος, ωστόσο δεν έπαυσε να διαλάμπει με τον συνδυασμό της λαμπρής παιδείας του και της άμετρης ταπεινοφροσύνης του. Ο Γερμανός θεολόγος Στέφαν Γκέρλαχ (1546 – 1612 μ.Χ.), μολονότι εχθρικός προς την Ορθοδοξία, επιβεβαιώνει ότι ο Λητής και Ρεντίνης Δαμασκηνός ήταν ένας από τους τρεις πιο μορφωμένους Ορθοδόξους Κληρικούς της εποχής του και από αυτούς ήταν ο πιο επαινετός «λόγῳ τῆς ἰδιαιτέρας μετριοφρο-σύνης, ὀλιγαρκείας καὶ τῶν ἄλλων ἀρετῶν του».
Λόγω των χαρισμάτων του αυτών ο Άγιος απέλαυε της εμπιστοσύνης των Πατριαρχών για σημαίνουσες αποστολές ως Έξαρχος, όπως στο Άγιον Όρος (1567 μ.Χ.), αλλά και στη Μικρά Ρωσία (Ουκρανία), όπου στα έτη 1565 – 1572 μ.Χ. ο Δαμασκηνός συνετέλεσε αποφασιστικά στην κατανίκηση της αιρετικής ρωμαιοκαθολικής προπαγάνδας. Αργότερα, κατά την Πατριαρχία του Ιερεμίου Β΄ του Τρανού (†1595 μ.Χ.), ο οποίος ήταν μαθητής του Αγίου, ο Δαμασκηνός έλαβε μέρος στη σύνταξη της πατριαρχικής δογματικής απαντήσεως (1572 – 73 μ.Χ.) στους Λουθηρανούς Προτεστάντες της Τυβίγγης, διετέλεσε δε και τοποτηρητής του Θρόνου στην Κωνσταντινούπολη επί αρκετούς μήνες, κατά την απουσία του Πατριάρχου.
Το 1574 μ.Χ., ο Άγιος προβιβάσθηκε σε «Μητροπολίτην Ναυπάκτου καὶ Ἄρτης καὶ Ἔξαρχον πάσης Αἰτωλίας» ως Δαμασκηνός Γ’ ο Στουδίτης, θρόνο που υπηρέτησε επί δύο περίπου έτη, μέχρι το 1576 μ.Χ., όταν συγκαταλέχθηκε μεταξύ των λογίων του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.
Ο Άγιος Δαμασκηνός πρέπει να υπήρξε διδάσκαλος και ενός από τους τελευταίους Στουδίτες, του Οσίου Διονυσίου του «Ρήτορος» (†1606 μ.Χ.) (εορτή 9 Ιουλίου), μετέπειτα ασκητού στη Μικρά Αγία Άννα του Αγίου Όρους.
Το σωτήριον έτος 1577 μ.Χ., εκοιμήθη εν Κυρίω και ετάφη στη μητροπολιτική του περιφέρεια, στη Ναύπακτο ή την Άρτα.
Ο Ακαρνάν λόγιος Συμεών Καβάσιλας έγραψε το ακόλουθο επίγραμμα, για να επαινέσει την αρχαιοελληνική παιδεία και το ήθος του Δαμασκηνού:
«Τον πάρος είκελονΑθανάτοις γράψαντα ταδ’ άνδρα,
Φεύ κόνις Αιτωλών κρύψεν άδηλον άλις,
Ελλήνων μεν την σοφίαν βαρύς ώλεσεν αιών,
Ος δε φιλέλληνας πάντας απωρφάνισεν.
Εις τον σοφώτατον Μητροπολίτην Ναυπάκτου και Άρτης Κύριον Δαμασκηνόν και την αυτού βίβλον».
Δηλαδή: «Τον όμοιο με τους Αθάνατους άνδρα που έγραψε αυτά (τα έργα),
Αλλίμονο, το χώμα των Αιτωλών έκρυψε αρκετά, ώστε να μη φαίνεται,
κακή στιγμή έφερε φθορά στη σοφία των Ελλήνων,
Αυτός δε άφησε ορφανούς όλους τους φιλέλληνες.
Στο σοφώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Άρτης Κύριον Δαμασκηνόν και τα βιβλία του».
Δάσκαλος του υπόδουλου Γένους
Ο Δαμασκηνός υπήρξε πραγματικός δάσκαλος του υπόδουλου Γένους. Ο 16ος αιώνας ήταν μία σκοτεινή περίοδος με διώξεις των Χριστιανών από τους Οθωμανούς δυνάστες, εξισλαμισμούς, ταπεινώσεις, απαγορεύσεις και άλλα δεινά. Η Ορθόδοξη Εκκλησία αγωνίσθηκε να διατηρήσει όχι μόνον την Πίστη, αλλά και τη γλώσσα και την εθνική ταυτότητα. Όποιος εξισλαμιζόταν, έλεγαν ότι τούρκεψε. Με απλά λόγια: Όποιος χανόταν για την Ορθοδοξία χανόταν και για τον Ελληνισμό. Ο Δαμασκηνός είχε πλήρη συνείδηση των δυσκολιών και των ευθυνών. Έδωσε βάρος στη Χριστιανική και στην ελληνοπρεπή παιδεία.
Για τη στήριξη της Πίστης έγραψε το 1558 «Ακολουθία και Εγκώμιον εις τον Νεομάρυρα Νκόλαον». Άλλωστε είχε και συγγένεια με έναν άλλο Νεομάρτυρα, τον Δαμιανό από το Μυρίχοβο Καρδίτσης. Έγραψε επίσης στίχους μιμούμενος το δακτυλικό εξάμετρο του Ομήρου. Είχε γνώσεις περί των φυσικών επιστημών, όπως φαίνεται στο έργο του: «Προγνωστικά σημεία περί βροχής, ανέμου, εκ των αστέρων και της σελήνης, εκ διαφόρων ποιητών και διδασκάλων, ποίημα κυρού Δαμασκηνού, Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Άρτης».
Το πιο διάσημο και πολυδιαβασμένο έργο του εγράφη, όταν ο Δαμασκηνός ήταν απλός υποδιάκονος. Έχει τον τίτλο: «Θησαυρός Δαμασκηνού του υποδιακόνου και Στουδίτου του Θεσσαλονικέως, μετά της προσθήκης εν τω τέλει και ετέρων επτά λόγων ψυχωφελεστάτων και της εξηγήσεως του Πάτερ ημών». Το βιβλίο πειέχει 36 αγιολογικούς, πανηγυρικούς και ηθικούς λόγους, γραμμένους σε γλώσσα κατανοητή από τον απλό λαό. Ο Θησαυρός μεταφράσθηκε σε όλες σχεδόν τις γλώσσες των Βαλκανίων και ωφέλησε τα μέγιστα τους Ορθοδόξους, οι οποίοι έπρεπε να σταθούν όρθιοι απέναντι στο καταπιεστικό Οθωμανικο Ισλάμ και στις προπαγάνδες των Δυτικών Χριστιανών.
Η ‘’αδελφή εκκλησία’’ και ο άγιος Δαμασκηνός ο Στουδίτης
Ο άγιος Δαμασκηνός ο Στουδίτης πολέμησε σκληρά επί εφτά ολόκληρα χρόνια, για να σώσει το λαό της Μικράς Ρωσίας (της σημερινής Ουκρανίας) από τις κακοδοξίες του παπισμού. Και τα κατάφερε. Με τη βοήθεια του Θεού, κατατρόπωσε τους μισσιοναρίους του πάπα και έφερε σε πέρας την αποστολή του.
Ο άγιος Δαμασκηνός ο Στουδίτης, το ‘’κλέος των Ελλήνων’’, με τη δράση του και τα συγγράμματά του, μας δίδαξε τρία πράγματα, εξόχως επίκαιρα:
Πρώτον, ότι ο παπισμός είναι αίρεση. Γι’ αυτό και τον πολέμησε με ζήλο.
Δεύτερον, ότι ο πάπας δεν πρόκειται για ‘’αδελφή εκκλησία’’, ούτε για ‘’κλάδο της εκκλησίας’’, ούτε και συνιστά τον άλλο πνεύμονα της Μίας Εκκλησίας’’. Γι’ αυτό και δεν συνδιαλέχθηκε ούτε στιγμή μαζί του.
Και τρίτον, ότι στις επιθέσεις των αιρετικών δεν καθόμαστε με τα χέρια σταυρωμένα και τα στόματα κλειστά. Αγωνιζόμαστε με φιλότιμο εκεί, όπου έταξε τον καθένα μας ο καλός μας Θεός. Στην οικογένεια, στο χώρο εργασίας κ.λ.π.
Τα πράγματα για εμάς τους Ορθοδόξους, είναι ξεκάθαρα: Ή υπακούμε, ως οφείλουμε, στους Ιερούς Κανόνες και στους Αγίους Πατέρες μας και μιμούμαστε εν προκειμένω τον άγιο Μάρκο τον Ευγενικό ή γινόμαστε ένα με τους αιρετικούς και χάνουμε τη ψυχή μας μια για πάντα.
Ο «Θησαυρός» του Αγίου Δαμασκηνού του Στουδίτη
Ο «Θησαυρός» του Δαμασκηνού υπήρξε το πιο διαδεδομένο στον τομέα του βιβλίο και ενίσχυσε το δούλο Γένος στις θλίψεις και τα μαρτύρια. Η προσφορά του επεκτάθηκε, όταν μεταφράσθηκε και στα τουρκικά (1731 μ.Χ.), για τους τουρκόφωνους Ρωμηούς, στα σερβικά (1580 μ.Χ.) και τα ρωσικά (1656, 1715 μ.Χ.). Ιδιαιτέρως στη Βουλγαρία θεωρείται ότι η μετάφρασή του (Δαμασκηνάρια) απέτρεψε τον εκτουρκισμό των Ορθοδόξων Βουλγάρων.
Ο μελετητής του έργου του Αγίου Δαμασκηνού του Στουδίτη Αρχιμανδρίτης Ειρηναίος Δεληδήμος γράφει τα εξής:
«Στο βιβλίο «Θησαυρός» αρχίζει ο Δαμασκηνός με ένα πρόλογο «Τοις εντευξομένοις» γραμμένο σε αρχαία αττική διάλεκτο, να συνεχίζει με τις πολυάριθμες ομιλίες του σε δημώδη ελληνική, στην απλή γλώσσα που μιλούσε τότε ο λαός και συγκεκριμένα στη διάλεκτο που επικρατούσε στην Κωνσταντινούπολη και στη Θεσσαλονίκη και να τελειώνει το βιβλίο με μια απρόσμενη έκπληξη: με ένα ποίημα δικό του για την Κοίμηση της Θεοτόκου, γραμμένο στη γλώσσα του Ομήρου: «Εύτε Θεού Μήτηρ κλεινή Μαρία βιοδώτου ήμελεν εκ γαίης εις πόλον επτάμεναι». «Όταν η Μήτηρ του Θεού η ένδοξη Μαρία έμελλε να πετάξει από την ξωοδότειρα γη (βιοδώτου εκ γαίης) στον ουρανό (εις πόλον)», είναι οι δύο πρώτοι στίχοι από το εκτενές (123 στίχων) ποίημα.
Ο Δαμασκηνός, όχι μόνο αγαπούσε την αρχαία ελληνική των Ελλήνων σοφών, της Αγίας Γραφής, των Πατέρων της Εκκλησίας, όχι μόνο έγραφε άνετα σ’ αυτή, αλλά και αγαπούσε την πολύ δυσκολότερη ομηρική γλώσσα και είχε την ικανότητα να γράφει σ’ αυτήν και να συντάσσει ποιήματα σ’αυτήν! Με μια τέτοια φιλολογική κατάρτιση και λογοτεχνική ικανότητα στο πεδίο της αρχαίας αττικής, αλλά και ομηρικής γλώσσας, θα περίμενε κανείς να περιφρονεί την άκομψη και ταπεινή γλώσσα του αγράμματου λαού. Όμως όχι! Η αγάπη του προς το λαό του Θεού, που κάτω από την Τουρκική εξουσία με υπομονή και αγώνες κρατούσε την Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη, η αγάπη, λοιπόν, του Δαμασκηνού προς τον δοκιμαζόμενο λαό του, τον έκανε να υπερβαίνει την αγάπη προς την υπέροχη αρχαία Ελληνική, και να γράφει στην απλή γλώσσα, που κατανοούσε ο απλός λαός, ώστε να τον στηρίξει στους αγώνες του και να τον διαφωτίζει στην άγνοιά του. Και πέτυχε στον σκοπό αυτό, όπως αποδεικύεται από την καταπληκτική διάδοση του «Θησαυρού» και την ευεργετική επίδρασή του στις ψυχές των απλών ανθρώπων.
Ας κλείσουμε τον λόγο με λίγες παρατηρήσεις σε κάποια κείμενα από τις ομιλίες, που αποκαλύπτουν τις ηθικές ευαισθησίες του Αγίου και τις θεολογικές τοποθετήσεις του.
Είχε πεθάνει κάποιος άρχοντας στην Πόλη, ίσως από τις οικογένειες των Παλαιολόγων, των Καντακουζηνών ή των Ράλληδων. Έκαναν το λάθος να καλέσουν στην κηδεία να μιλήσει ο υποδιάκονος Δαμασκηνός ο Στουδίτης. Προφανώς περίμεναν να πλέξει εγκώμια στον πλούσιο θανόντα, όπως συνηθιζόταν και όπως εξακολουθεί να συνηθίζεται και σήμερα σε παρόμοιες περιπτώσεις. Όμως ο Δαμασκηνός στην ομιλία του (Λόγος IB’ Περί του μή σφοδρώς θρηνείν τους τελευτώντας), προφανώς τους κατέπληξε. Αντί εγκωμίων, άκουσαν να επικρίνει τις απρέπειες των θρηνωδιών (ίσως είχαν καλέσει και πληρωμένες μοιρολογίστρες) και να μιλάει για τη ματαιότητα του πλούτου: «πού των αρχόντων η υπερηφάνεια; πού των πλουσίων η ανελεημοσύνη; πού των αρχόντων η προσωποληψία;». Ο άγιος ενδιαφερόταν να παρουσιάσει το σωστό και δίκαιο και σύμφωνα με τη Χριστιανική πίστη, όχι να κολακεύσει τους «ένδοξους της γης». Αυτό μας δείχνει μια αξιοπρόσεκτη πλευρά του χαρακτήρα του.
Η τελευταία από τις ομιλίες του «Θησαυρού» είναι η «Παραίνεσις προς μοναχούς τους θέλοντας σωθήναι». Σ’ αυτή βλέπουμε να παρουσιάζει το ιδεώδες του μοναχισμού, όπως βιώνεται στο μοναχικό κοινόβιο. Ο τρόπος με τον οποίο περιγράφει τον πραγματικό μοναχισμό της Ορθοδόξου παραδόσεως, αποκαλύπτει και τον τρόπο με τον οποίο ο ίδιος έζησε ως μοναχός και συνέχισε να ζει ως επίσκοπος. Δεν είναι, λοιπόν, θαυμαστό ότι οι άλλοι θαύμαζαν την ενάρετη και ασκητική ζωή του, όπως την περιγράφει με άκρα συντομία ο Στέφανος Γέρλαχ.
Ο μακαριστός καθηγητής π.ΓεώργιοςΜεταλληνός έγραψε:
«Ο «Θησαυρός» είναι σημαντικός μάρτυρας της ησυχαστικής μας παραδόσεως, όπως συνεχίσθηκε στα χρόνια της Οθωμανοκρατίας και Λατινοκρατίας, ο δε συντάκτης του άριστος εκφραστής της. Και ο συγγραφέας και το έργο του κινούνται μέσα στην πατερικότητα, την αυθεντική ορθόδοξη παράδοση, την παράδοση του ησυχασμού…..
Το έργο πιστοποιεί την εμμονή του συντάκτη του στην πατερική παράδοση, ως συνέχεια άλλων θεολόγων, όπως ο Ζακύνθιος Παχώμιος Ρουσάνος (1558). Ο Δαμασκηνός δηλώνει ρητά ότι δεν έχει σκοπό να θεολογήσει. Αυτό σημαίνει να «πρωτοτυπήσει». Εν τούτοις κινείται με άνεση στο χώρο της πατερικής ερμηνευτικής, που δεν είναι παρά προσφορά θεολογίας. Η Ορθοδοξία του, ως πατερική, δεν μπορεί να δεχθεί αμφισβήτηση. Η αυτοσυνειδησία του ταυτίζεται με εκείνη του Ρουσάνου: «Και λέγομεν…..όχι εδικά μας λόγια, αλλά της Γραφής μας και των Αγίων της Εκκλησίας μας». Αλλά, αυτή ακριβώς είναι η πατερικότητα: Όχι αναζήτηση εντυπωσιακής πρωτοτυπίας, αλλά εμμονής στα παραδεδομένα. Το σημαντικότερο, μάλιστα, είναι ότι στο έργο απουσιάζει το ηθικιστικό παραλήρημα του 19ου και 20ου αιώνος, αποτέλεσμα του κοραϊκού «ευσεβισμού». Η «πίστη» είναι το κυρίαρχο στο έργο στοιχείο.
Ο «Θησαυρός» έδωσε μεγάλη ώθηση στην ανάπτυξη του εκκλησιαστικού κηρύγματος. ….
Οι συχνές επανεκδόσεις (ορθότερα: ανατυπώσεις) ορισμένων από αυτά βεβαιώνουν την αναγνωσιμότητα και χρησιμότητά τους. Τέτοια δε, ήσαν τα κηρυγματικά εκείνα βοηθήματα, που διέσωζαν πιστότερα την πατερική παράδοση και εκκλησιαστική θεολογία, όπως τα πράγματα αποδεικνύουν. Έτσι, αναβαπτιζόταν το λαϊκό φρόνημα στα νάματα της Ορθοδοξίας, η οποία βρισκόταν σε μόνιμη διαπάλη με την ποικιλώνυμη ετερόδοξη προπαγάνδα, που απειλούσε την ενότητα του Γένους και τη συνοχή του, αλλά και την ιστορική του συνέχεια. Ο καθηγητής της Ιονίου Ακαδημίας Χριστόφ. Φιλητάς (1789-1872) καταθέτει στο σημείο αυτό μια σημαντική μαρτυρία : «Οι λόγοι του ΘΗΣΑΥΡΟΥ ….εις την κατάληψιν των κοινών αρμοσμένοι, δεν εστάθησαν ολίγης ωφελείας πρόξενοι, στηρίξαντες εις την πίστιν πολλούς και πολλούς ενισχύσαντες εις τας θλίψεις και εις αυτό το μαρτύριον καθ’ όλην την μακράν των περασμένων χρόνων της αιχμαλωσίας περίοδον».
Απολυτίκιον
Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης.
Τον Λητής και Ρεντίνης χρυσολόγον επίσκοπον, είτα δε Ναυπάκτου και Άρτης θεοφόρητον πρόεδρον, τον θείον και σοφόν Δαμασκηνόν, τιμήσωμεν εν ύμνοις ιεροίς, τον διδάξαντα τη βίβλω αυτού λαούς, προς ον και ανακράζουσι· δόξα τω σε σοφίσαντι Χριστώ, δόξα τω σε αγιάσαντι, δόξα τω ταμιεύσαντι εν σοι, χαρίτων θησαυρών Αυτού.