Του Βαγγέλη Σακέλλιου
Δικηγόρου
«Και σήμερα μπορείς να δώσεις δύο χιλιάρικα σε φακελάκι και να χειρουργηθείς κατά προτεραιότητα το πρωί. Στο εξής, θα τα δίνεις νόμιμα, θα χειρουργείσαι το απόγευμα και θα τρέχει πιο γρήγορα η σειρά αναμονής για τα πρωινά χειρουργεία».
Άδωνις Γεωργιάδης, Υπουργός Υγείας
Στις στήλες της φιλόξενης αυτής εφημερίδας («ΗΧΩ» , 10/8/2023, Η Υγεία ως έννομο αγαθό), μεταξύ άλλων, σημείωνα και τα εξής : «…Αν ανατρέξουμε την Αιτιολογική Έκθεση του Ν. 1397/1983, δηλαδή στο εμβληματικό νομοθέτημα του ΠΑΣΟΚ με το οποίο ιδρύθηκε το Εθνικό Σύστημα Υγείας (Ε.Σ.Υ.), θα διαπιστώσουμε ότι κύριο μέλημα του νομοθέτη ήταν οι υπηρεσίες υγείας να παρέχονται ισότιμα σε κάθε πολίτη ανεξάρτητα από την οικονομική, κοινωνική και επαγγελματική του κατάσταση, μέσα από ενιαίο και αποκεντρωμένο εθνικό σύστημα υγείας με την οικονομική αρωγή του Κράτους. Μαυτό τον τρόπο διασφαλίζονταν η απρόσκοπτη πρόσβαση κάθε πολίτη (ιδίως του οικονομικά ασθενούς) στις δομές της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας περίθαλψης και υγείας προς έμπρακτη υποστήριξη του δημόσιου έννομου αγαθού της υγείας….» .Συμπλήρωνα δε τον ισχυρισμό μου προτάσσοντας ότι : «…Η φιλοσοφία και εν γένει η διάρθρωση του Ε.Σ.Υ., παρά τις αγκυλώσεις, τις παθογένειες, τις αβλεψίες, άντεξε στον χρόνο. Οι περιοδικές τροποποιήσεις του αρχικού νομοθετήματος, ήτοι του ιδρυτικού νόμου 1397/1983, ιδίως με τους ν. 1471/1984, 2166/1993, 2955/2001, 3808/2009, 4999/2022 κ.λ.π. δεν έθιξαν τον σκληρό πυρήνα του νομοθετήματος ούτε και αμφισβήτησαν την αρχιτεκτονική του. Ωστόσο, ο κίνδυνος αφυδάτωσης και οιονεί αποδυνάμωσης και φαλκίδευσης του δημόσιου έννομου αγαθού της υγείας είναι ορατός….»
Δυστυχώς επαληθεύτηκα. Οι δηλώσεις του Υπουργού Υγείας δεν μπορούν να αποδοθούν σε μια εικαζόμενη ή συνήθη αβελτηρία του πολυπράγμονος πολιτικού αλλά σε μια συνειδητή προσπάθεια περαιτέρω απαξίωσης του δημόσιου χαρακτήρα των νοσοκομείων του ΕΣΥ.
Οι εμπνευστές και στυλοβάτες του ΕΣΥ είχαν κατά νου να υπηρετήσουν την αρχή της οριζόντιας ισότητας. Μια ισότητα που εν τοις πράγμασι λειτουργούσε υπέρ των αδύναμων, υπέρ των ασθενέστερων και λαϊκών τάξεων , αυτών δηλαδή που είχαν αδυναμία πρόσβασης στις δημόσιες δομές υγείας, αφού οι ισχυροί του χρήματος είχαν (και έχουν) απεριόριστες δυνατότητες πρόσβασης σε ιδιωτικές (και πανάκριβες) δομές υγείας, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην αλλοδαπή.
Ο επιτελικός σχεδιασμός του ΕΣΥ προέβλεπε την ενίσχυση της πρωτοβάθμιας περίθαλψης αλλά – το κυριότερο – την καθιέρωση μιας δευτεροβάθμιας (περιφερειακής) περίθαλψης σε ολόκληρο τον Ελλαδικό χώρο.
Κατά τούτο η αρχιτεκτονική δομή του ΕΣΥ απέβλεπε στην ίδρυση μεγάλων και επαρκών νοσηλευτικών ιδρυμάτων στην περιφέρεια, ιδίως δε εκεί όπου λειτουργούσαν Ιατρικές Σχολές στα αντίστοιχα Πανεπιστήμια.
Έτσι, για να δούμε τα πράγματα εντελώς σχηματικά, τα Γιάννενα, η Πάτρα, το Ηράκλειο, η Λάρισα, ακόμα και η Αλεξανδρούπολη, απέκτησαν Πανεπιστημιακά νοσοκομεία όπου δίπλα στο κατ’ ιδίαν ιατρικό προσωπικό του ΕΣΥ, δίδασκαν , εξέταζαν και χειρουργούσαν παράλληλα οι πανεπιστημιακοί των (τοπικών) Ιατρικών Σχολών προσφέροντας, κατά τεκμήριο, φερέγγυο και επιστημονικά αξιόπιστο έργο και αποτέλεσμα.
Δίπλα στα μεγάλα Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία, σε όμορους νομούς και πόλεις, κτίστηκαν ή ανακατασκευάστηκαν αρκετά μικρά νοσηλευτικά ιδρύματα (σαν αυτό της Άρτας ας πούμε) όπως και δεκάδες Κέντρα Υγείας με την φιλοδοξία να εξυπηρετούν τις ανάγκες ορεινών και νησιωτικών περιοχών.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις, για κάθε καλόπιστο, είναι κοινές.
Και σε κάθε περίπτωση προσλαμβάνουν τον πυρήνα, του επιτελικού σχεδιασμού του ΕΣΥ, ένα ΕΣΥ που όμνυε στον δημόσιο χαρακτήρα της Υγείας, στον δημόσιο χαρακτήρα της νοσηλείας, στον δημόσιο χαρακτήρα της περίθαλψης.
Δηλαδή ένα ΕΣΥ που εναρμόνιζε την πολιτική βούληση με την συνταγματική επιταγή (άρθρα 21 § 3 και 22 § 5 του Συντάγματος) αναγορεύοντας το έννομο αγαθό της Υγείας σε αναμφίβολο κοινωνικό δικαίωμα.
Γιαυτό και το ΕΣΥ, με τους ανθρώπους και τις υποδομές του, πορεύτηκε δύσκολα αλλά αξιοπρεπώς όλα αυτά τα χρόνια. Έστω και εάν οι παθογένειες ενός ράθυμου δημοσίου, οι στρεβλώσεις μιας αναποτελεσματικής διοίκησης, η σταδιακή απαξίωση δομών και θεσμών, όλα αυτά μαζί αλλά και ξεχωριστά μεταξύ τους, υπονόμευσαν την αποστολή του και ξεθώριασαν το όραμα των εμπνευστών του.
Ωστόσο, στο διάβα του χρόνου οι ρωγμές είναι ορατές. Τα νοσοκομεία είναι υποστελεχωμένα, γιατροί αποχωρούν ή συνταξιοδοτούνται χωρίς την άμεση και κατά προτεραιότητα αναπλήρωσή τους. Οι κτιριακές υποδομές είναι καταπονεμένες, χωρίς συντήρηση, επίβλεψη και φροντίδα. Η χρηματοδότηση είναι ελλειπής, όλο και περισσότερο.
Η οικονομική κρίση αύξησε ραγδαία και ανέλεγκτα τον αριθμό των πολιτών που εξ ανάγκης απευθύνονται όχι στον ιδιώτη γιατρό αλλά στα εξωτερικά ιατρεία του νοσοκομείου. Τα ατέλειωτα ωράρια, οι εφημερίες, ο μεγάλος αριθμός των ασθενών φέρνουν , μοιραία, κόπωση, γκρίνια, θυμό.
Το ΕΣΥ, πια, δοκιμάζεται με τις αντοχές του.
Ακόμα όμως κι έτσι, σε κάθε δύσκολη ή λιγότερο δύσκολη στιγμή, σκεπτόμενοι ή επισκεπτόμενοι το νοσοκομείο, το δημόσιο νοσοκομείο, προσβλέπουμε στην αρωγή του, προσδοκούμε στο έργο του, αποβλέπουμε στους λειτουργούς του, κάποιοι απ’ τους οποίους είναι ιδιαίτερα άξιοι.
Ούτως εχόντων των πραγμάτων το αίτημα για μια οριζόντια ισότητα των πολιτών/ασθενών στα νοσοκομεία του ΕΣΥ, παραμένει επίκαιρο και ισχυρό. Το αίτημα για ίση πρόσβαση, για ίση αντιμετώπιση δεν είναι (μόνο) ένα ηθικό αίτημα. Είναι πρωτίστως ένα νόμιμο αίτημα, ένα αίτημα που προβλέπεται και προστατεύεται από το νόμο, αίτημα που τελεί υπό συνταγματικές εγγυήσεις.
Η απάντηση σαυτό το αίτημα της ισότητας δεν είναι ούτε αυτονόητη ούτε δεδομένη. Αυτονόητη και δεδομένη θα είναι εάν ο παππούς απ’ το Τετράκωμο και η γιαγιά απ’ την Ανέζα, χωρίς εισοδήματα, χωρίς παιδιά κι εγγόνια επώνυμα, χωρίς το τηλεφώνημα του Δημάρχου ή του Βουλευτή, μπορούν να τύχουν της προσοχής και της φροντίδας χωρίς να δίνουν το νόμιμο φακελάκι στο νοσοκομείο, όπως προτρέπει ο Άδωνις, ή το παράνομο φακελάκι στον γιατρό, όπως ο φόβος και η απελπισία οδηγούν. Γιατί μαυτόν τον τρόπο, τρόπο εξευτελισμού και απόγνωσης, ακυρώνεται το ΕΣΥ. Φαλκιδεύεται ο δημόσιος χαρακτήρας του. Δημιουργούνται ασθενείς πολλών ταχυτήτων μέσα στο ίδιο νοσοκομείο, όταν ο έχων και κατέχων πληρώνοντας εξασφαλίζει άμεσα το χειρουργείο του (κι ο γιατρός την αμοιβή του, και το νοσοκομείο το ποσοστό του) ενώ ο φτωχός και αναγκεμένος άνθρωπος θα παραμείνει ένας αριθμός κάποιας λίστας, κάποιας μέρας, κάποιου χειρουργείου.
Έτσι οι ανισότητες ενισχύονται, η Υγεία, η Δημόσια Υγεία, αποκτά ταξικό πρόσημο, ασθενείς πολυτελείας και ασθενείς διαλογής.
Ο έχων και κατέχων μπορεί πάντα να προστρέξει στο «Metropolitan» , στο «Υγεία» ή στο «Διαβαλκανικό» της Θεσσαλονίκης για να βρει την υγειά του.
Ο παππούς όμως απ’ το Τετράκωμο και η γιαγιά απ’ την Ανέζα, μαζί με τους πολλούς, μαζί με εμάς, δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα. Μοναδικό τους αποκούμπι παραμένει το δημόσιο νοσοκομείο στο οποίο απαιτούν σεβασμό. Σεβασμό, ασφάλεια και ευαισθησία.
Η φύση, το είδος και ο βαθμός της ασθένειας (πρέπει να) καθορίζει το επείγον, την προτεραιότητα. Η ταυτότητα του ασθενούς (πρέπει να) είναι αδιάφορη. Οι χειρουργοί πρέπει να μάθουν πως χειρουργούν παθήσεις, αρρώστιες, τραυματίες και όχι ΑΦΜ.
Ξέρω, και οι γιατροί είναι όπως όλοι μας. Κάποιοι σπούδασαν από ιδεολογία, έτοιμοι να συντρέξουν τους «Γιατρούς του κόσμου» ή να ταξιδέψουν με τους «Γιατρούς χωρίς σύνορα». Είναι άξιοι γιατροί και σπουδαίοι άνθρωποι.
Κάποιοι άλλοι σπούδασαν υπηρετώντας το απωθημένο των γονιών τους ή το δικό τους. Κάποιοι γιατί θέλουν (και μπορούν) να γίνουν πλούσιοι. Πολύ πλούσιοι. Αυτοί ας υπηρετήσουν στον ιδιωτικό τομέα, με «σίγουρους» επώνυμους ασθενείς και υψηλές αμοιβές.
Οι γιατροί όμως που υπηρετούν στο ΕΣΥ είναι δημόσιοι λειτουργοί. Δεν υπακούουν στους νόμους της αγοράς αλλά στους κανόνες του Κράτους. Κι ένα Κράτος που σέβεται τον εαυτό του, σέβεται τους πολίτες του και τους λειτουργούς του.
Είναι ανήθικο, σε πιάνει σχεδόν απελπισία, όταν το Κράτος για να επιτελέσει την στοιχειώδη αποστολή του κυριολεκτικά «δανείζεται» απ’ τους πολίτες (του). Αξιώνει την δική τους συμβολή, την οικονομική αρωγή τους, για το έργο που το Σύνταγμα του ανέθεσε. Από εγγυητής της κοινωνικής ασφάλειας και του δικαιώματος της δημόσιας υγείας γίνεται μεσάζοντας και λογιστής ακυρώνοντας τον ρόλο του.
Ο κυνισμός του Αδώνιδος είναι ο κυνισμός της αναίδειας και του θράσους.
Συνιστά ύβρη για το δημόσιο αγαθό της υγείας, ύβρη για τους φτωχούς και αναγκεμένους ανθρώπους, ύβρη για τον πολιτισμό μας.