Τον αρτινό φωτογράφο και κινηματογραφιστή Βασίλη Γκανιάτσα , «ο οποίος επί σειρών ετών καταγράφει σπιθαμή προς σπιθαμή τη φύση, το λαϊκό πολιτισμό, την ιστορία, την καθημερινότητα, όχι μόνο της Άρτας, αλλά και της ευρύτερης περιοχής, κυρίως αυτή των Τζουμέρκων» όπως τόνισε στην ομιλία του ο πρόεδρος Σπύρος Νεραϊδιώτης τίμησε ο Λ.Ο. «ΤΑ ΤΖΟΥΜΕΡΚΑ».
Στην ομιλία του ο Προέδρος του Λ.Ο. «ΤΑ ΤΖΟΥΜΕΡΚΑ», Σπύρος Νεραϊδιώτης αναφέρθηκε στον Βασίλη Γκανιάτσα, την διαδρομή και το έργο του και την παρακαταθήκη που αφήνει στον τόπο μας.\
Η ομιλία του κ. Νεραϊδιώτη έχει ως εξής:
«Τιμή σ’ εκείνους όπου στην ζωή των όρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες
(Κωνσταντίνος Καβάφης)
Όσον αφορά το λαϊκό πολιτισμό η πολιτεία σιωπά. Και σιωπά επιδεικτικά, με τα τηλεοπτικά κανάλια και τα παπαγαλάκια τους να προβάλλουν καθημερινά δήθεν καλλιτέχνες, αλλά και πολλές φορές προκλητικά ημίγυμνες καλλονές της επικαιρότητας, εκθειάζοντας και εξυμνώντας τη γύμνια τους και κάνοντας σημαία τα εσώρουχά τους.
Και τότε αποκαλύπτεται η γύμνια της ψυχής των νέων βαρβάρων, που έχοντας τέτοιου είδους πρότυπα δείχνουν ξεκάθαρα και την κατάντια μιας ολόκληρης κοινωνίας.
Κάποιοι αφανείς ήρωες, όμως, που πονάνε ετούτον εδώ τον τόπο και συλλογίζονται την Ελλάδα του ήλιου, της θάλασσας και του πολιτισμού, έρχονται λες και είναι θεόσταλτοι να δώσουν, με το δικό τους αυθεντικό τρόπο, πνοή σε ό,τι μας συνδέει με το παρελθόν και τα πατροπαράδοτα.
Και επιμένουν στο λαϊκό πολιτισμό, σαν να ζητούν απ’ την ίδια τη φύση να προστατεύσει τις αξίες, τις αρετές και τα ιδανικά ενός προδομένου, πληγωμένου και ταπεινωμένου λαού.
Ένας από αυτούς τους αφανείς ήρωες, που πηγαίνει κόντρα στα σημεία των καιρών και μάλιστα χωρίς κανένα οικονομικό όφελος, είναι ο Βασίλης Γκανιάτσας.
Αντιστέκεται σθεναρά ο Βασίλης απέναντι στις ορδές των νέων βαρβάρων, μιας στείρας παγκοσμιοποίησης που στο διάβα της θέλει να αφανίσει τα πάντα.
Τον ξέρουν ακόμα και οι πέτρες, τα δέντρα, οι στράτες όλες, τα δύσβατα μονοπάτια και οι στρούγκες των τσελιγκάδων.
Χρόνια τώρα γυρίζει πόλεις και χωριά, κάμπους και ποτάμια, τις πλαγιές και τις βουνοκορφές των ορέων και απαθανατίζει με το φακό της κάμερας την ομορφιά της ζωής και την ωραιότητα της φύσης.
Με το γούστο και τη φαντασία, την ευαισθησία και το μεράκι που διαθέτει, μα πάνω απ’ όλα με την ίδια την ψυχή του, δίνει πνοή σε όλα αυτά τα στοιχεία της φύσης.
Έχει το δικό του ξεχωριστό τρόπο ο Βασίλης για να συνομιλεί μαζί τους και να ευφραίνει την καρδιά του.
Μοσχοβολάει η ψυχή του από τα χίλια μύρια χρώματα και τα αρώματα της φύσης, που νιώθει αξεχώριστα ενωμένος μαζί της.
Δεν αρκείται μόνο σε αυτά ο Βασίλης. Γιατί είναι ανήσυχος και θέλει πάντα να δημιουργεί καταγράφοντας καθετί που τον ευχαριστεί, καθετί που τον γεμίζει, ό,τι έχει σχέση με την ντόπια παράδοση, την ιστορία, τους απλούς ανθρώπους, την καθημερινότητα αυτού του τόπου.
Τα θεμέλιά μου στα βουνά
και τα βουνά σηκώνουν οι λαοί στον ώμο τους
και πάνω τους η μνήμη καίει άκαυτη βάτος
(Οδυσσέας Ελύτης)
Ο αρτινός φωτογράφος και κινηματογραφιστής Βασίλης Γκανιάτσας, ο οποίος επί σειρών ετών καταγράφει σπιθαμή προς σπιθαμή τη φύση, το λαϊκό πολιτισμό, την ιστορία, την καθημερινότητα, όχι μόνο της Άρτας, αλλά και της ευρύτερης περιοχής, κυρίως αυτή των Τζουμέρκων, που αγάπησε τόσο πολύ, δημιουργεί μια ιερή παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές.
Δεν είναι ο Βασίλης μόνο ένας φωτογράφος, ούτε απλά ένας κινηματογραφιστής. Είναι ένας λαϊκός δημιουργός, ένας καλλιτέχνης! Κι ο καλλιτέχνης γεννιέται, δε γίνεται.
Είναι ο εραστής του θάλλοντος και ζωντανού τοπίου, ο ρομαντικός νοσταλγός της ζώσας παράδοσης, ο ακούραστος εργάτης της ελληνικής υπαίθρου, της αρχιτεκτονικής του τοπίου, της ιστορίας και της πολιτισμικής κληρονομιάς.
Η φαντασία, το μεράκι, η ευαισθησία, η αγάπη για κάτι που κάνει κάποιος δε σπουδάζονται, παρά βγαίνουν μέσα από την καρδιά, μα πιότερο από το μεγαλείο της ψυχής.
Και ο Βασίλης Γκανιάτσας, πάντα αθόρυβα και κυρίως με τη σεμνότητα που τον διακρίνει, μας το επιβεβαιώνει κάθε φορά με το πλούσιο και ποιοτικό έργο του.
Με τον Βασίλη Γκανιάτσα γνωριζόμαστε από αρχές της δεκαετίας του ’80 τότε που φωτογράφιζε τα χορευτικά στα οποία χόρευα.
Μέχρι τότε και στη δεκαετία του ’70 τον ήξερα σαν ένα απλό φωτογράφο, ο οποίος είχε και τον κινηματογράφο «Παλλάς», αλλά και σαν ένα μηχανόβιο που έπαιρνε μέρος και σε τοπικούς αγώνες με μια μηχανή «SUZUKI».
Δεν ήξερα όμως πως ο Βασίλης ήταν οπερατέρ στην Ελληνική τηλεόραση, την τότε ΥΕΝΕΔ.
Δεν ήξερα επίσης, ότι είχε συνεργασθεί με τη Φίνος φίλμ, και μάλιστα με τον ίδιο το Φίνο.
Δεν ήξερα ακόμα, ότι είχε συνεργασθεί με τον σκηνοθέτη Ντίνο Δημόπουλο.
Αργότερα τα έμαθα όλα αυτά, όπως αργότερα έμαθα ότι είχε γυρίσει σπιθαμή προς σπιθαμή όλο το Νομό της Άρτας καταγράφοντας τη φύση τις ομορφιές της κάθε περιοχής, την ντόπια παράδοση την ιστορία της Άρτας, τα βυζαντινά μνημεία, τα πέτρινα γεφύρια και ό,τι έχει σχέση με την ντόπια ιστορία και τη ζώσα παράδοση.
Ήξερα όμως πως το θρυλικό γιοφύρι της Άρτας, σώθηκε χάρις στο Βασίλη Γκανιάτσα. Όταν αρχές της δεκαετίας του ’80, με υποβρύχια κάμερα διαπίστωσε πως το γιοφύρι είχε πρόβλημα στα θεμέλια και με δικές του ενέργειες πήγε αμέσως στο υπουργείο πολιτισμού συνάντησε την τότε υπουργό Μελίνα Μερκούρη, η οποία έσκυψε πάνω στο πρόβλημα, βγάζοντας 150 εκατομμύρια δραχμές για αναστύλωση και συντήρηση του γιοφυριού και έτσι αυτό το στολίδι της Άρτας, σώθηκε.
Αρχές του ’80 ήρθαν στην Ελλάδα 4 κινηματογραφικές κάμερες «ATON», που ήταν τα πιο νέα μοντέλα. Τη μια από αυτές την πήρε ο Βασίλης Γκανιάτσας, αξίας 3 εκατομμυρίων δραχμών τότε. Βλέπετε το μεράκι με τη νέα τεχνολογία βαδίζουν παράλληλα.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 εκπέμπουν οι πρώτοι ραδιοφωνικοί και τηλεοπτικοί σταθμοί, με το Βασίλη Γκανιάτσα να ανοίγει τότε τον ART fm και αμέσως μετά τον ART tv.
Τότε είχα την τιμή και τη χαρά να συνεργασθώ μαζί του και να κάνω στον Ρ/Σ ART fm τη λαογραφική εκπομπή «Ελληνική μουσική παράδοση».
Στη συνέχεια με το Βασίλη πηγαίναμε αρκετές φορές στη Νεράιδα για τη δημιουργία ντοκιμαντέρ.
Το νέο Δ.Σ. του Λ.Ο. «ΤΑ ΤΖΟΥΜΕΡΚΑ», που εξελέγη τον περασμένο Γενάρη, ομόφωνα αποφάσισε με την 6/4-2-24 πράξη Δ.Σ. να τιμήσει το Βασίλη Γκανιάτσα, για την τεράστια προσφορά του στο λαϊκό πολιτισμό. Κάτι που θα έπρεπε να κάνει η πολιτεία εδώ και καιρό.
Βασίλη, συνέχισε να προσφέρεις, και η πολιτεία ας μην το αναγνωρίζει, φτάνει που το αναγνωρίζει ο κόσμος, οι απλοί άνθρωποι που σε ξέρουν και κυρίως εμείς που ήρθαμε εδώ απόψε να σε τιμήσουμε με την παρουσία μας.
Κινηματογραφιστή του τοπίου και της ζώσας παράδοσης, Βασίλη Γκανιάτσα, σε ευχαριστούμε για την τεράστια προσφορά σου, στην Άρτα και γενικότερα στο λαϊκό πολιτισμό».