Άρτα: Από το Μποριό στο Μχούστ
Μικρή ιστορική αναφορά στην αγορά της Άρτας
από τα βυζαντινά χρόνια ως το 1890
Γράφει ο Φώτης Βράκας
Ο χώρος
Μετά την τέταρτη σταυροφορία το1204, την άλωση της Κωνσταντινούποληςn και τον διαμελισμό της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είτε της Ρωμανίας, που εμείς πλέον αποκαλούμε Βυζαντινή Αυτοκρατορία, δημιουργήθηκαν τρία Ελληνικά κράτη. Οι Αυτοκρατορίες της Νίκαιας και Τραπεζούντας στη Μικρά Ασία και το Δεσποτάτο της Ηπείρου στα παλιά σχεδόν σύνορα του Θέματος της Νικοπόλεως. Ο νέος ηγεμόνας Μιχαήλ Α΄ Κομνηνός Δούκας από το γένος των Αγγέλων επέλεξε την Άρτα ως πρωτεύουσα του νέου κράτους. Η Άρτα είναι χτισμένη πάνω στην αρχαία Αμβρακία, αποικία των Κορινθίων κατά τον 7ο π.Χ. αιώνα. Φαίνεται πως ακόμη και στην περίοδο του θέματος της Νικοπόλεως κατά την περίοδο που αρχίζει να καταρρέει η Νικόπολης, η Άρτα αρχίζει να γίνεται κέντρο της περιοχής. Μάλιστα οι πολλές μονές τόσο αυτές που υπάρχουν ακόμη όσο και αυτές που έρχονται στο φως αλλά και η πολιορκία από τους Άραβες τον 9ο αιώνα, όσο και των Νορμανδών στα 1082, μας αφήνει να καταλάβουμε πως πρόκειται για μια πλούσια πόλη ή περιοχή. Το όνομα Άρτα αναφέρεται για πρώτη φορά στις Νορμανδικές επιθέσεις.
Στις πηγές την βρίσκουμε με τα Ονόματα Αμβρακία, Ακαρνανία, Αιτωλία και Νάρτα. Η Άρτα έχει γύρω της μια πλούσια αγροτική και κτηνοτροφική περιοχή ενώ ο Άραχθος της επιτρέπει μια γρήγορη επαφή με πλοιάρια με τα λιμάνια Κόπραινα και Σαλαώρα (Σαλαγορά). Η ανάδειξη της πόλης σε επισκοπή μαρτυρεί και την αύξηση του πληθυσμού. Με την διάλυση και διαμελισμό της Αυτοκρατορίας (Partitio terrarum imperii Romaniae) στην Ήπειρο έφτασαν αρκετοί πρόσφυγες. Η Ήπειρος γίνεται κέντρο ανθενωτικών. Λογικό θα είναι πως αρκετοί πρόσφυγες, όπως κάποιοι λόγιοι ή ευγενείς να έφτασαν στην Άρτα, όπου είχε έδρα ο ηγεμόνας. Η πλούσια κτηνοτροφία, η γεωργία και η αύξηση του πληθυσμού προϋποθέτουν και μια αγορά, που θα καλύπτει τις καθημερινές ανάγκες. Και επειδή η αγορά αυτή έχει υπερπαραγωγή προφανώς της επιτρέπει και εξαγωγές. Βέβαια είναι πρωτεύουσα κράτους άρα μια φορά το χρόνο θα μπορεί να γίνεται και δω μια έκθεση προϊόντων κοινώς μια εμποροπανήγυρη, που θα φθάνει κόσμος από διάφορες περιοχές. Κάτι που συνηθίζονταν και στο Βυζάντιο αλλά και στη Δύση.
Αυτό θα συνεχιστεί και με τους Σέρβους, τους Αλβανούς, τους Ιταλούς και τους Οθωμανούς. Μάλιστα τον 18ο αιώνα στην Άρτα θα υπάρχουν δεκαοχτώ προξενεία. Αν και οι πρόξενοι είναι περισσότερο έμποροι και λιγότερο διπλωμάτες παρ όλα αυτά κατέχουν το διπλωματικό στάτους και ενδιαφέρονται για το εμπόριο μεταξύ των χωρών που εκπροσωπούν και την Άρτα. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.
Αρχαίοι χρόνοι
Ο θεσμός της εμποροπανήγυρης που έφτασε στις μέρες μας έχει μια ιστορία που χάνεται στους αιώνες. Γνωρίζουμε από την αρχαιότητα, πως με τον όρο “πανήγυρη” εννοούσαν οι αρχαίοι ένα αντάμωμα, όπου λάμβαναν χώρα μουσικοί και φιλολογικοί αγώνες ενώ παράλληλα οργανώνονταν χοροί και θυσίες στους θεούς. Γύρω απ αυτό το σκηνικό δημιουργούνταν μια εμπορική κίνηση για να εξυπηρετηθεί ο κόσμος και με τον χρόνο δημιουργήθηκαν οι εμπορικές αγορές. Με τον χρόνο άρχισαν να πωλούνται γεωργικά προϊόντα και κτηνοτροφικά ζώα και σιγά σιγά και άλλα αντικείμενα. Γίνονταν σε μια εποχή, όπου τα ζώα ήταν καλοθρεμμένα και τα γεωργικά προϊόντα ακόμη ήταν στην καλύτερη τους. Για την αρχαία Αμβρακία δεν έχουμε συγκεκριμένες πληροφορίες αλλά μπορούμε να φανταστούμε, πως σαν αποικία των Κορινθίων, θα έκαναν και οι Αμβρακιώτες κάτι παρόμοιο ενσωματώνοντας ίσως και έθιμα των ντόπιων Δρυόπων. Αυτό φανερώνουν και κάποιοι μύθοι, όπως αυτός με τα βόδια του Γηρυόνη. Η κατάληψη της Άρτας από τους Ρωμαίους και η μετατόπιση των κατοίκων στην Νικόπολη αφήνουν τον χώρο αυτό για αιώνες σε μαύρο κενό. θέλω να πιστεύω όμως πως αυτό συνεχίστηκε και στην Νικόπολη.
Βυζαντινοί-Υστερομεσαιωνικοί χρόνοι
Το Μποριό της Μεσαιωνικής-Βυζαντινής Άρτας
Στον ύστερο και όψιμο Μεσαίωνα η Άρτα εκτός από διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο ήταν και εμπορικό κέντρο. Έξω από τα τείχη απλώνονταν το Μποριό της Άρτας (το Μποριό εκ του Εμποριό δηλ της Αγοράς) προφανώς μια τεράστια υπαίθρια αγορά που αργότερα θα είναι γνωστή σαν το Ρωμιοπάζαρο. Μια εικόνα, πως ακριβώς ήταν το Μποριό της Άρτας, μπορούμε να την πάρουμε από το χρονικό των Τόκκων. Εδώ γίνεται λόγος, πως στο Μποριό υπάρχουν σπίτια, φράχτες, καταστήματα, λάκκοι (μουρσία), που χρησιμεύουν σύμφωνα με τον Κορδώση για την αποθήκευση φρούτων κτλ.
Συγκεκριμένα το χρονικό κατά την διάρκεια των πολέμων αναφέρει: καβαλλαρέοι και πεζοί εβγήκαν εις το μποριό αν έλειπαν τα οσπίτια, οι φράκτες, τα μουρσία παντέχω να επιάνασιν τους ή μίσους και πλέον Γερμανικό σχέδιο με αγορά στο Μεσαίωνα Η ντόπια αγορά της Άρτας, το Μποριό πέρασε κάποια κρίση και έπαθε καταστροφές κατά την διάρκεια διαφόρων πολέμων του Μεσαίωνα. Εκεί που φαίνεται να έπαψε μεγάλες ζημιές ήταν την περίοδο 1414-1416 όταν οι Τόκκοι προσπαθούσαν να αποσπάσουν την Άρτα από τους Αλβανούς Σπάτα. Εδώ το χρονικό των Τόκκων, μας δίνει λεπτομέρειες και καλές αναλύσεις έχουν γίνει από την Ευστρατία Συγκέλλου για την κατάληψη της Άρτας , τον D. Nicol στο έργο του “Το Δεσποτάτο της Ηπείρου” αλλά και τον Μιχάλη Κορδώση για την Μεσαιωνική Άρτα. Σύμφωνα με τους προαναφερόμενους οι άνθρωποι του Καρόλου Α΄ Τόκκου κατά τη διάρκεια μαχών με τους Αλβανούς της Άρτας έκαψαν το Μποριό.
Στον ύστερο και όψιμο Μεσαίωνα η Άρτα είναι εμπορικός κόμβος μεταξύ Ελλαδικού Χώρου και της Δύσης. Ο Νικος Ζιάγκας στο βιβλίο του “Φεουδαρχική Ήπειρος και Δεσποτάτο της Ελλάδας” αναφέρει, πως κάθε Σεπτέμβρη γίνονταν στην Άρτα μια μεγάλη εμποροπανήγυρη όπου έμποροι από διάφορα μέρη έρχονταν εδώ.
Η γεωγραφική της θέση, οι σκάλες της, οι χερσαίοι δρόμοι που την ένωναν με την υπόλοιπη Ήπειρο, την Θεσσαλία, Μακεδονία και Ακαρνανία έδιναν στην Άρτα την δυνατότητα διεξαγωγής μεγάλης Εμποροπανήγυρης. Η συγκεκριμένη εμποροπανήγυρη, όπου μάζευε πολύ κόσμο είναι μάρτυρας της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της περιοχής. Στην πόλη της Άρτας θα συναντούσε κανείς Βενετούς, Φλωρεντίνους, Γενουάτες και Ραγουζαίους εμπόρους. Η Βενετία είχε μάλιστα και προξενείο, για να ρυθμίζει προβλήματα των υπηκόων της. Το εμπόριο για τη Δύση είναι συνήθως σιτηρά, λινάρι, βαμβάκι, κερί, ζώα, παστά κρέατα και ψάρια και φυσικά το αλάτι. Η Ελισάβετ Ζαχαριάδου κάνει αναφορά σε μια περίπτωση, όπου έφταναν στην Άρτα 4000 υποζύγια φορτωμένα σιτάρι. Εισάγονται δε απ΄ έξω υφάσματα, γυαλικά και αντικείμενα από μέταλλο αλλά και σαπούνι. Επίσης έχω βρει, πως προς την Ιταλία γίνονταν εξαγωγή σκληρής μυζήθρας όπως και ο πρόσφατος η αργότερα γνωστή “Φέτα”. Στην πόλη υπάρχουν χρηματοδανειστές , προκειμένου να διευκολύνουν εμπόρους, αν αυτοί ήθελαν να κάνουν μεγαλύτερες αγορές και δεν έφταναν τα χρήματα. Για τους εμπόρους υπήρχε αυστηρός κώδικας προκειμένου να μην ενοχλούνται από υπαλλήλους και φεουδάρχες. Ο Ελευθέριος Βέτσιος έχει παρουσιάσει όλη την νομοθεσία επί του θέματος.
Ανταγωνισμός για το εμπόριο της Άρτας στον όψιμο Μεσαίωνα
Μετά την κατάληψη της Άρτας από τον Κάρολο Τόκκο τον Οκτώβρη του 1416 τα πράγματα ηρέμησαν και η αγορά και το Εμπόριο θα πάρουν την ανιούσα. Το χρονικό των Τόκκων κάνει λόγο για την κατασκευή δρόμων, και πως πλουτίζουν οι άνθρωποι από το εμπόριο. Πράγμα που θα γράψει και ο Γαζή Αλή εβδομήντα χρόνια αργότερα. Σωστά γράφει η Ευστρατία Συγκέλλου και ο Σπύρος Ασωνίτης στην κοινή τους μελέτη “Ο Αμβρακικό κόλπος στον όψιμο Μεσαίωνα”, πως οι Τόκκοι είχαν κάθε λόγο να ευδοκιμεί το εμπόριο, γιατί απ αυτό μέσω του τελωνείου αποκόμιζαν ρευστά έσοδα, που τους ήταν χρήσιμα για τις πολεμικές τους ανάγκες.
Η παρουσία των Ιταλικών χωρών-πόλεων στην αγορά και το εμπόριο της Άρτας, όπως και της Ραγούζας αφήνει να καταλάβουμε και τον ανταγωνισμό των χωρών αυτών. Πολλές φορές ήρθαν για τα προϊόντα και ειδικά για το αλάτι Βενετοί και Ραγουζαίοι στα μαχαίρια. Και πολλές φορές οι Αρτινοί τα τσούγκριζαν με τους Βενετούς. Επακόλουθο αυτών των προστριβών ήταν, να μην επιτρέπει ο Ηγεμόνας Τόκκος ούτε στους Κερκυραίους να εμπορεύονται στην Άρτα, μιας και ήταν υπήκοοι της Βενετίας. Οι καλές σχέσεις των Τόκκων με τους Ραγουζαίους, έκανε τους Ραγουζαίους στον όψιμο μεσαίωνα πρωταγωνιστές του αρτινού εμπορίου. Ειδικά όταν αυτοί ανέλαβαν και το τελωνείο. Μάλιστα κάποια στιγμή οι Βενετοί κούρσεψαν τα ραγουζάνικα πλοία που απέπλευσαν από την Άρτα με σιτηρά. Αυτό δεν σημαίνει, πως οι Βενετοί θα το δέχονταν να μείνουν έξω από την αγορά της Άρτας. Μιας και η Άρτα και η Βενετία είχαν καλή σχέση με την Φλωρεντία, οι Φλωρεντίνοι έκαναν το εμπόριο για λογαριασμό της Βενετίας.
Οθωμανοκρατία
Η Αγορά της Άρτας
Μετά την επέλαση των Οθωμανών και την κατάκτηση των χωρών της Αδριατικής Ρωμανίας δηλ του σημερινού βορειοδυτικού Ελλαδικού χώρου η Άρτα θα ξαναγίνει και πάλι εμπορικό κέντρο μεταξύ Ανατολής (Λεβάντε) και Δύσης. Η αύξηση του Μουσουλμανικού πληθυσμού, όπως και του Εβραϊκού θα δημιουργήσει άλλες δυο εμπορικές αγορές στην πόλη. Έτσι θα έχουμε το Ρωμιοπάζαρο, το Τουρκοπάζαρο και τα Οβραΐκα. θα υπάρχει μια καθημερινή αγορά, μια εβδομαδιαία αγορά, που θα διεξάγεται στην τοποθεσία Μονοπλιό όπου θα έρχονται και κόσμος από τα χωριά να πωλούν την πραμάτεια τους. Όμως το μεγάλο γεγονός θα είναι η ετήσια Εμποροπανήγυρη, που θα φτάσει ως τις μέρες μας, γνωστή σαν Μχούστ για το οποίο θα γίνει λόγος πιο κάτω.
Την πρώτη αναφορά στους νεότερους χρόνους δηλαδή στους χρόνους της Οθωμανοκρατίας για το αρτινό εμπόριο, την έχουμε πρώτα στα 1460 από την Κέρκυρα, όπου βάϊλος δηλαδή ο διοικητής της Κέρκυρας προσπαθεί να χτυπήσει το λαθρεμπόριο στον Αμβρακικό κόλπο, γιατί ζημιώνει τους Εμπόρους της Άρτας και Βόνιτσας, μετά άπω τον Γαζή Αλή, που θα αναφέρω παρακάτω και μετά στα 1514, όπου υπάρχει σουλτανικό φιρμάνι, που επιτρέπει σε αρτινούς εμπόρους να λάβουν μέρος με εμπόριο στο πανηγύρι
του Ρεκανάτι στην Ανγκώνα. Βλέπουμε λοιπόν πως η Οθωμανοκρατία δεν είχε επιπτώσεις πάνω στο αρτινό εμπόριο. Όταν στα 1670 θα περάσει από την Άρτα ο Οθωμανός περιηγητής Εβλιγια Τσελεμπί θα κάνει λόγο για 400 εμπορικά καταστήματα . Κάνει λόγο για το μεγάλο χάνι των Εμπόρων που ήταν κοντά στο κάστρο, για τους μαχαιράδες, τους παπουτσίδες κτλ αλλά αυτό που του κινεί ιδιαίτερα την προσοχή είναι η ατέλειωτη ποικιλία εμπορευμάτων που βλέπει στην Άρτα. Τι έγραψαν ξένοι περιηγητές για το εμπόριο της Άρτας Στα 1676 θα περάσουν από την Άρτα ο Γάλλος γιατρός ό Jacques Spon και ο Άγγλος Βοτανολόγος George Wheler και θα σημειώσουν, πως η πολιτεία της Άρτας εμπορεύεται αυγοτάραχο, καπνό και γουναρικά. Προφανώς να εννοούν τα δέρματα ή τις κάπες. Οι Γάλλοι περιηγητές Fauvel & Faucheron στα 1780 θα κάνουν λόγο για τον καλό καπνό, τα σταφύλια και κρασί καθώς και για τα σιτηρά. Οι ίδιοι ανταμώνονται με δύο Γάλλους εμπόρους στην Άρτα. Τον Roque και τον Mestral, που βρίσκοντα στην Άρτα για εμπορικούς λόγους. Στα 1795 θα φθάσει εδώ ο Saviero Scrofani που πέρα από τα γεωργικά προϊόντα θα κάνει λόγο για το εμπόριο της κάπας, των μάλλινων κουβερτών, του καπνού και της υλοτομίας.
Στα 1809 ο Βρετανός William Martin Leake πέρα από τα συνηθισμένα προϊόντα θα κάνει μνεία και για εμπόριο λαδιού και
κρασιού. Για το εμπόριο των γεωργικών προϊόντων και της ξυλείας θα κάνει bλόγο και ο Άγγλος γιατρός Henry Holland στα 1812 και θα μας πει πως το εμπόριο είναι στα χέρια Ελλήνων και Εβραίων. Επίσης θα κάνει λόγο για την καλή ποιότητα του καπνού και του λαδιού. Παρόμοιες πληροφορίες λαμβάνουμε και από τον Πουκεβίλ στα 1806. Για τα πλούσια πλούσια περιβόλια της Άρτας με αμπέλια, σύκα, και ροδάκινα θα κάνει λόγο ο Βρετανός William Turner στα 1813. Ο Γερμανός γεωγράφος και συγγραφέας Karl Friedrich Vollrath Hoffmann στα 1836 θα γράψει: Η Άρτα έχει αναπτυγμένο Εμπόριο με σιτηρά, κρασί, λάδι, βαμβάκι, καπνό, δέρματα, ξυλεία. Επίσης έχει εργαστήρια επεξεργασίας βαμβακιού και λινάρι. Επίσης στο λιμάνι της Σαλαώρας διατηρεί αλυκές. Στα 1843 ο Άγγλος αξιωματικός και περιηγητής Christopher Wordsworth θα γραψει: Η Άρτα είναι τόπος εισαγωγής προϊόντων μεταξύ των πόλεων της υπόλοιπης Ηπείρου μεταξύ αυτών Αργυρόκαστρο και Μπεράτι και της Ακαρνανίας. Τα περισσότερα προϊόντα μπορεί κανείς να τα δει στο Παζάρι της πόλεως, το οποίο είναι μακρόστενο και απλώνετε στην πόλη.
Μια εικόνα από την αγορά της Άρτας του 19ου αιώνα
Πως ακριβώς ήταν η αγορά της Άρτας, μας την περιγράφει ο Christopher Wordsworth . Τα καταστήματα είναι από ξύλο και τα παράθυρα δεν έχουν τζάμια. Σε αυτές τις ξύλινες κατασκευές από την πίσω πλευρά οι έμποροι έχουν σηκώσει ξύλινες πλατφόρμες όπου κρέμεται το πλούσιο εμπόρευμα τους.
Σε μερικές από αυτές τις ξύλινες πλατφόρμες κρέμεται σαν να είναι καφέ άχυρο ο ταμπάκος. Κάποιοι άλλοι παρουσιάζουν μια σειρά από κόκκινα σανδάλια. Εδώ κρέμονται και κεντημένα λουριά. Πιο κει βρίσκει κανείς πιστόλια και μαχαίρια ή ξίφη με ασημένια χερούλια. Παραπέρα γίνονται αλλαγές χρημάτων και μπορεί να δει κανείς νομίσματα απ όλον τον κόσμο.
Μεταξωτά υφάσματα με ανατολίτικα χρώματα και κεντημένα με χρυσό καθώς και ένα πλεόνασμα από καρπούζια και σταφύλια θα βρει κανείς στο τέλος του δρόμου Όλα λοιπόν αυτά δίνουν μια ωραία εικόνα για τα προϊόντα της Άρτας. Είναι πραγματικά όμορφα να διασχίζεις αυτή την λεωφόρο που κάτω από τον καυτό ήλιο προσφέρει μια ωραία σκιά εναλλασσόμενη με χρώματα και η ηρεμία δεν χαλάει ούτε από τους θορύβους των τροχών αλλά ούτε και από τους κατοίκους που κάθονται σιωπηλοί.
Το Μχούστ – Η πρώτη αναφορά για την εμποροπανήγυρη στους Οθωμανικούς χρόνους
Η πρώτη αναφορά που έχουμε για το Μχούστ στους Οθωμανικούς χρόνους είναι περίπου στα 1480 με 1490, όπου κάποιος Γαζή Αλή πηγαίνει στο παζάρι της Άρτας και γράφει γιαυτό: «Στην Άρτα ο πασάς έχει χτίσει μια μεγάλη αγορά και γίνεται μια φορά το χρόνο το ετήσιο παζάρι. Μαζεύονται εκεί χιλιάδες Έλληνες, Άραβες και Πέρσες και πωλούν τα προϊόντα τους. Οι άνθρωποι της πόλης αυτής είναι πλούσιοι λόγω του εμπορίου…»
Ο Γαζή Αλή μας μπερδεύει λίγο καθότι, δεν μας είναι γνωστό στην Άρτα να υπήρχε κλειστή αγορά δηλαδή Μπιζεστένι. Αν υπήρχε, τότε τι απέγινε; Εκτός και αν εννοεί τις παράγκες που στήνονταν για το Μχούστ. Γνωστό μας είναι και από άλλες πόλεις πως πολλές φορές σκεπάζονταν οι παράγκες με πανιά. Να σημειώσω, ως εκείνη τη στιγμή ο Γαζή Αλή προφανώς δεν έχει ξαναπάει στην Άρτα και έχει μόνο ακουστά.
Περί του ονόματος Moυχούστι ή Μχούστ
Για την προέλευση του ονόματος έχουν γραφτεί πολλά. Πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι προέρχεται από κάποια Αραβική και συγκεκριμένα από την λέξη Medhusea, που σημαίνει αγορά (bazaar) ζώων. Σε κάποια άλλη έρευνα που είχα κάνει παλιότερα, λέγεται, ότι η λέξη μάλλον είναι Αλβανική ή Αρβανίτικης προέλευσης και σημαίνει παζάρι αλόγων. Όμως πουǃενά στην Αλβανία δεν συναντάμε τέτοιον όρο, όπως δεν συναντάμε και αλλού το Μχούστ. Πουθενά στην Ελλάδα. Πέρα από την τότε περιοχή της Άρτας. Συναντάμε όμως σε πολλά μέρη τον τουρκικό όρο “Ατ παζάρ” δηλαδή “αλογοπάζαρο”.
Η Τοπονομολογία έχει όμως και ένα σταθερό κανόνα: « ο τόπος δίνει το όνομα». Μπορεί να έχουμε πληροφορίες αρκετές για το παζάρι αλλά δεν έχουμε πληροφορίες που ακριβώς λάμβανε αυτό χώρα κατά τη διάρκεια των αιώνων, πριν σταθεροποιηθεί στου Μπαϊκούση και ταυτιστεί η συνοικία αυτή με το Μχούστ(ι). Ƥα συμφωνήσω με κάποιον αρτινό Δικηγόρο που αναφέρει το Artavoice σε άρθρο του για το Μχούστι όπως και με τον φιλόλογο και συγγραφέα Δημήτρη Βλαχοπάνο, πως δεν πρόκειται περί ξένης λέξεως αλλά καθαρά παραφθοράς της Ελληνικής “Αμμοχώστης”. Η λέξη Μχουστς είναι πέρα για πέρα Αρτινή. Και σημαίνει τόπο και όχι δραστηριότητα, συνήθεια, πανηγύρι και τέτοια. Φαίνεται είτε στου Μπαϊκούση, είτε κάπου αλλού να έβγαινε το ποτάμι και να έχωνε την περιοχή με άμμο. Το φαινόμενο αυτό λέγεται “Αμμοχώστης”.
Με την παραφθορά, όπως συνηθίζουν οι τοπικές κοινωνίες, και λόγω της αδυναμίας των ανθρώπων να προφέρουν πολυσύλλαβες λέξεις, ο Αμμοχώστης έγινε Μοχώστης και Μχούστης, για να καταλήξει στο Μχουστ(ς). Αμμοχώστη συναντάμε και σε άλλα μέρη, όπως στην Τήλο, η Αμμόχωστος της Κύπρου ενώ έχω δει και σε λιμενικό χάρτη και σε άλλη περιοχή. Δεν γνωρίζω αν έφτανε ποτέ το ποτάμι ως το παλιό νοσοκομείο ή κοντά στου Μπαικούση. Δεν μπορούμε να το αποκλείσουμε.
Κατά την διάρκεια πλημμυρών σίγουρα, γιατί έχουμε περιστατικό τον 18ο αιώνα, όπου Μουσουλμάνοι και χριστιανοί έχουν μαζευτεί κοντά στην Παρηγορήτισσα και βλέπουν την πλημμύρα του ποταμού.
Πιστεύω λοιπόν, πως το παζάρι ταυτίστηκε με την τοποθεσία και έλαβε αυτή την ονομασία. Η άποψη πως η λέξη Μουχούστι ή Μχούστι σημαίνει ζωοπανήγυρη γιατί το έχουμε και στην Παναγία Μουχουστιώτισσα στα Τζουμέρκα μεταξύ Ραφταναίων και Πλάκας κατά τη γνώμη μου δεν ευσταθεί.
Και γιατί δεν ευσταθεί; Η Παναγία Μουχουστιώτισσα χτίστηκε στο δεύτερο μισό του 17ου αιώνα , Κάποια στιγμή ίσως οι ντόπιοι για λόγους κατανοητούς και ευκολίας προκειμένου να κατεβαίνουν στην Άρτα, που για την εποχή ήταν μακριά μέσα από δύσβατους δρόμους με τα ζώα και να ταλαιπωρούνται, έκαναν εκεί τη δική τους ζωοπανήγυρη και την ονόμασαν Μχούστι όπως έγινε και αργότερα στη Φιλιππιάδα. Δηλαδή στο μυαλό του κόσμου το Μχούστ=Εμποπανήγυρη/ζωοπανήγυρη. Αντίθετα στην Παραμυθιά η εμποροπανήγυρη-Ζωοπανήγυρη ονομάστηκε “Λάμποβο” εκ των Λαμποβιτών της βόρειας Ηπείρου που διεξήγαγαν εμπόριο εκεί, ενώ στα Γιάννινα δεν είχε κάποια ιδιαίτερη ονομασία. Στα Γιάννινα είχαμε το Ατ-Παζάρ και την Εμποροπανήγυρη.
Η συνοικία Μπαϊκούς
Η συνοικία Μπαϊκούς , τουρκικό τοπωνύμιο και σημαίνει κουκουβάγια, μας είναι γνωστή από τα Γαλλικά και Βενετικά αρχεία. Στο δεύτερο μισό του 18ο αιώνα αναφέρεται η συνοικία αυτή, πως εκεί έχτισε ο Αχμέτ Κούρτ πασάς ανάκτορο. Είναι η περιοχή γύρω από την Παρηγορήτισσα. Εκεί υπήρχε και το τουρκικό διοικητήριο δηλαδή το καδηλίκι. Ενδέχεται να ήταν το σημερινό αρχοντικό Τρουβά. Το παλάτι του Αχμέτ Κούρτ πασά το γκρέμισε ο Αλή πασάς, όπου στη θέση του ανήγειρε καινούριο, στη σημερινή πλατεία Σκουφά και το οποίο κατεδαφίστηκε αργότερα. Εδώ υπήρχαν και 4 υδρόμοιλοι. Στην συνοικία αυτή πριν την επανάσταση υπήρχαν και άλλα αρχοντικά Τούρκων και Ελλήνων. Κάτω από αυτή τη συνοικία διεξάγονταν το ετήσιο παζάρι.
Συγκεκριμένα ο απόδημος Αρτινός Ιωσήφ Στεφανίνι κάνοντας αναφορά στη συνοικία Μπαϊκούση γράφει τα εξής: Άλλο σπουδαίο κτήριο της πόλης είναι το Οθωμανικό διοικητήριο όπως και το Σαράι. Εκεί κοντά υπάρχει ένας κυκλικός χώρος, όπου γίνεται το Μχούστ, μια φορά κάθε χρόνο τον μήνα Αύγουστο για δύο βδομάδες. Η διοίκηση της πόλης στήνει παράγκες, όπου οι έμποροι, είναι υποχρεωμένοι να εκθέτουν την πραμάτεια τους και πληρώνουν υψηλό νοίκι γι αυτές τις δύο βδομάδες.
Το Μχούστ
Σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε ανέκαθεν το ετήσιο αυτό παζάρι γίνονταν το πρώτο δεκαήμερο του Σεπτέμβρη. Ήταν ιδανικός μήνας για εμπόριο. Τα ζώα ήταν όλα θρεφτάρια δηλαδή καλοθρεμμένα και έτσι οι πωλητές μπορούσαν να πετύχουν καλύτερες τιμές ενώ ο καιρός ήταν ακόμη ευνοϊκός για να κινηθούν τα εμπορεύματα μέσω θαλάσσης από και προς Σαλαώρα. Το παζάρι χωρίζονταν σε δύο μέρη. Στην Ζωοπανήγυρη και στην Εμποροπανήγυρη.
Η ζωοπανήγυρη στην Άρτα
Η ζωοπανήγυρη έφτασε ως τις μέρες μας. Κατά τόπους την ονόμαζαν όπως προανέφερα και Ατ παζάρ. Γίνονταν σε ανοιχτούς χώρους και ο ο κόσμος αγόραζε άλογα, μοσχάρια, γαϊδούρια κτλ. Με τον καιρό είχε αποκοπεί από το εμπορικό κομμάτι και γίνονταν μάλιστα σε δύο σημεία. Η ζωοπανήγυρη είχε περισσότερο τοπικό χαρακτήρα . Κόσμος από τα χωριά, ορεινοί, ημιορεινοί, καμπίσιοι, όλοι μαζεύονταν στην Άρτα και προσπαθούσαν να πωλήσουν ή να αγοράσουν ακόμη και να ανταλλάξουν ζώα. Οργανωμένοι σε ομάδες έφταναν ως τις μέρες μας στην Άρτα. Πολλάκις κοιμόνταν με τα ζώα στην ύπαιθρο. Τα λίγα χρήματα που θα κέρδιζαν αν πωλούσαν τα ζώα τα χρειαζότανε, δεν ήταν να δοθούν στα χάνια. Οι κάπως καλύτερα σε οικονομική κατάσταση σίγουρα πιάναν κάποιο χάνι. Κάποιοι είχαν να πληρώσουν έναν απλό κοιτώνα και άλλοι κοιμόνταν σε κάποια γωνία στην αυλή. Παραπέρα δεν έφτανε η τσέπη.
Κάποιοι πάλι είχαν την δυνατότητα να πληρώσουν με ζώα το Χανιτζή. Εικόνες σήμερα μακριά που κάποιες σκηνές πρόλαβαν κάποιοι να φωτογραφίσουν, όπως ο μαγάλος φωτογράφος και συμπατριώτης μας Κώστας Μπαλάφας. Ζωοπανήγυρη στο ύψος της Οδηγήτριας, Λαογραφικό Μουσείο Γέφυρας
Η Εμποροπανήγυρη
Η Εμποροπανήγυρη ήταν αυτή που τραβούσε τον κόσμο στην Άρτα. Η εμποροπανήγυρη είχε υπεροχή έναντι του καθημερινού παζαριού, γιατί το εμπόριο αυτών των αγαθών παρουσίαζε μεγαλύτερη ποικιλία σε εμπορεύματα. Πολλές φορές εμπορεύματα που ούτε καν μπορούσαν, ειδικά οι χωριάτες, να φανταστούν πως υπάρχουν.
Όπως και στους υστερομεσαιωνικούς – βυζαντινούς χρόνους έτσι και την περίοδο της Οθωμανοκρατίας ως τους Ναπολεόντειους πολέμους και την Ελληνική επανάσταση η Άρτα παρέμεινε ο εμπορικός κρίκος μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Πέρα από τους εγχώριους εμπόρους, οι Ραγουζαίοι, οι Βενετοι, Λιβορνέζοι, Γάλλοι, Ολλανδοί, Μαλτέζοι, Τούρκοι, Άραβες και άλλοι βρίσκονταν εδώ. Πωλούσαν και αγόραζαν. Οι έμποροι σχεδόν έφευγαν πάντα άδειοι πίσω ή με εμπορεύματα που αγόρασαν. Επίσης Ƥεσσαλοί, Μακεδόνες και Ακαρνάνες ήταν και αυτοί εδώ. Τα προϊόντα τους συνήθως κερί, βαμβάκι, μέλι, βελανίδι.
Την παράσταση, απ’ ότι έχω μελετήσει έκλεβαν οι Βενετσάνοι και οι Ραγουζαίοι με τα ωραία υφάσματα, τα οποία αντάλλασσαν με αλάτι και σιτηρά. Από τα αρχεία της Ραγούζας προκύπτει πόσο δυνατός ήταν ο ανταγωνισμός των Βενετσάνων και Ραγουζαίων για το εμπόριο της Άρτας με τα ρούχα και υφάσματα, όταν τον 15ο αιώνα οι Βενετσάνοι κούρσεψαν το εμπόριο των Ραγουζαίων έτσι που να μην είναι ανταγωνιστές στην αγορά. Οι Εφτανήσιοι κινούσαν τα χαρτικά και γυαλικά της Βενετίας. Καφέ έφερναν οι ξένοι και έπαιρναν από τους Αρτινούς καπνό. Οι έμποροι σχεδόν έφευγαν πάντα άδειοι πίσω. Την παράσταση, απ’ ότι έχω μελετήσει έκλεβαν οι Βενετσάνοι και οι Ραγουζαίοι με τα ωραία υφάσματα, τα οποία αντάλλασσαν με αλάτι και σιτηρά. Από τα αρχεία της Ραγούζας προκύπτει πόσο δυνατός ήταν ο ανταγωνισμός των Βενετσάνων και Ραγουζαίων για το εμπόριο της Άρτας με τα ρούχα και υφάσματα, όταν τον 15ο αιώνα οι Βενετσάνοι κούρσεψαν το εμπόριο των Ραγουζαίων έτσι που να μην είναι ανταγωνιστές στην αγορά.
Δεν ήταν μόνο οι έμποροι που έλκυαν τον κόσμο. Πλανόδιοι μουσικοί δίνανε
και αυτοί το παρόν αυτές τις μέρες. Τα βράδια ο κόσμος ήθελε και λίγο γλέντι. Παρέες παρέες στήνονταν γλέντια. Βλέποντας και τον κατάλογο ενός Βενετού, τι προϊόντα έφταναν στην Άρτα από την Βενετία και τι έφευγε για Βενετία, θα λέγαμε πως το Μχούστ είχε μια μορφή σημερινής εμπορικής έκθεσης.
Στον εμπορικό κατάλογο του Βενετού υπήκοου M. Bartholomeo di Pasi (Βαρολομαίος Παξής) γνωρίζουμε τι έφτανε από την Βενετία στην Άρτα και τι έφευγε για Βενετία.
Εισαγωγή: Βενετία – Άρτα
1. Λευκά σαπούνια, 2. Κασσίτερος,, 3. Κατεργασμένος σίδηρος, 4. Χαλκός,
5. Ορείχαλκος, 6. Υδράργυρος, 7. Ανθρακικός μόλυβδος, 8. Χαρτί για γράψιμο, 9. Μελάνι, 10. Ζάχαρη αρίστης ποιότητας, 11. Κουφέτα (Με ζάχαρη, με σιρόπι, με μέλι και κουφέτα με γεύση λεμονιού και πορτοκαλιού, που ήταν περιζήτητα), 12. Λινά υφάσματα πολλών ειδών (Απο Βερόνα, Μπρέσια αλλά απομιμήσεις από Πάδοβα) όλα κυανού χρώματος, 13. Μεταξωτά δαμασκηνά υφάσματα καθώς και βελούδινα
Εξαγωγή: Άρτα προς Βενετίας
1.Βαφικές ύλες αρίστης ποιότητας γνωστές σαν grana polvere di grana, 2.
Mετάξι, 3. Μέλι 4. Κερί, 5. Σκιαβίνες (κουβέρτες), 6. Λινάρι, το οποίο το πασάρει η Βενετία στις δαλαματικλές κτήσεις, 7. Μποτάργκα (Αυγοτάραχο), 8. Κορδοβάνια
(συγκεκριμένα κοκκινωπά δέρματα), 9. Κουβέρτες από μαλλί προβάτου, οι οποίες κατασκευάζονται στην Άρτα σε μια τεράστια ποικιλία., 10. Βαμβάκι
Παραπέρα δε η Άρτα έκανε εξαγωγή στην έκθεση -Eμποροαπνύγηρι του Lanzano τις παρακάτω εξαγωγές.
1. Δέρμα Κορδοβάνια σε μεγάλη ποσότητα, 2. Σκληρά ακατέργαστα σε μεγάλη
ποσότητα 3. βοδινά δέρματα κατεργασμένα δέρματα, 4. Σκιαβίνες κουβέρτες,
5. Τυριά
Παρατράγουδα
Σε μια τόσο μεγάλη εκδήλωση και με τόσο ποικιλία κόσμου ήταν λογικό να υπάρχουν και φασαρίες. Κάτι που είναι γνωστό ακόμη και στις μέρες μας.Άλλοτε ήταν προγραμματισμένες για λόγους χ/ψ , άλλοτε μικροπαρεξηγήσεις και άλλοτε έφταιγε το οινόπνευμα. Αυτό δεν συνέβαινε μόνο εδώ αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο Έχω κρατήσει κάποια γεγονότα αλλά θα παρουσιάσω ένα εδώ από το έτος 1761 από επιστολές του Γάλλου πρόξενου Μπούγ στα Γαλλικά αρχεία.
Ο Ζενέλ μπέης διορίστηκε βοεβόδας Άρτας στα 1759. Για την διεξαγωγή του Μχούστ ενημερώθηκε καλά από τις ντόπιες αρχές. Είχε όμως κακό προαίσθημα καθότι, όλο και κάτι συνέβαινε. Οι Αλβανοί που έφταναν εδώ, όλο και κάποιοι θέμα δημιουργούσαν. Στην πόλη γίνονταν ένας χαμός. Οι χωριάτες έμπαιναν σε ομάδες στην πόλη από φόβο ληστείας καθ’ οδόν. Οι γυναίκες (χριστιανές, Εβραίες, μουσουλμάνες) συνήθως μπουλωμένες στα πρόσωπα για να μην γίνονται στόχος αρπαγής. Αρκετοί άντρες οπλισμένοι. Άλλοι φανερά και άλλοι τα είχα κρυμμένα. Έμποροι από τα Εφτάνησα, τα Γιάννινα, το Κάρλελι άλλα και εμπορικοί οίκοι Ελλήνων από Ιταλία ήταν παρώντες συν τους ντόπιους. Το Μχούστ φαίνεται να ήταν μια έκθεση παρά ένα παζάρι. Ο Ζενέλ μπέης ,μάζεψε τους Γενίτσαρους, τους αρματολούς και τους Μπεξίδες (νυχτερινή αστυνομία) και τους έδωσε αυστηρές οδηγίες και αλίμονό τους αν παραφερθούν ή απλώσουν χέρι σε γυναίκες, που ήταν συχνά λόγος για φασαρίες. Οι Γάλλοι ενδιαφέρονταν εκείνη την χρονιά για τον καπνό και τα δέρματα. Ειδικά βουβαλίσια ντόπια, που θα μπορούσαν να επεξεργαστούν στην Γαλλία και να βαφτούν με το κόκκινο χρώμα της Κόρδοβα, που ήταν τα ανώτερα. Κοινώς το έπαιζαν Κινέζοι της εποχής. Κόπυ-Πάστα που λέμε σήμερα.
Όμως και έμποροι των Βενετών από την Πρέβεζα ενδιαφέρονταν για τα ίδια προϊόντα. Όμως οι Γάλλοι θα μπορούσαν να αγοράσουν και να πουλήσουν φθηνότερα λόγω δασμών και συμφωνιών με τους Τούρκους. Οι Γάλλοι εμφανίστηκαν στην αγορά με Τούρκους και Έλληνες εμπόρους που θα αγόραζαν γι αυτούς. Οι Βενετσάνοι πάλι είχαν και κάτι Αλβανούς και κάτι Έλληνες τραμπούκους μαζί τους. Έτσι, όταν άρχισε το παζάρεμα, μια παρέα βενετσάνων τραμπούκων, δήθεν μεθυσμένοι, πλησίασαν τους Έλληνες που παζαρεύονταν στο όνομα του Γαλλικού προξενείου και τους έκαναν ασήκωτους στο ξύλο. Φαίνεται πως είχαν λαδώσει και αρματολούς και Γενίτσαρους και δημιούργησαν και άλλες μικροφασαρίες αλλού, με αποτέλεσμα αυτοί να είναι “απασχολημένοι” αλλού.
Τουλάχιστον έτσι δικαιολογήθηκαν αργότερα στον Βοεβόδα. Φυσικά οι Τραμπούκοι δεν πείραξαν τους Τούρκους των Γάλλων, γιατί γνώριζαν, πως τότε θα είχαν τιμωρία. Οι Τούρκοι έφυγαν και οι εκπρόσωποι έμποροι των Βενετών πήραν αυτό που ήθελαν. Οι Τραμπούκοι δικάστηκαν, που είναι άγνωστο, ποιος πλήρωσε τα έξοδα τους… Δυο χρόνια αργότερα ο Γάλλος πρόξενος τα παράτησε όλα, έγινε μουσουλμάνος και την κοπάνισε από την Άρτα.
Επιδημίες και πόλεμοι μεγάλο πρόβλημα για την διεξαγωγή του Μχούστ
Οι επιδημίες , όπως αυτή της πανούκλας και χολέρας ήταν αρκετές φορές πρόβλημα για την διεξαγωγή της Εμποροπανήγυρης. Ειδικά την περίοδο της μεγάλης Πανώλης. Πρώτον δεν διεξάγονταν αλλά και αν η εμποροπανήγυρη διεξάγονταν δεν έλειπε η Καραντίνα. Κάτοικοι από τα χωριά δεν έρχονταν στην πόλη ενώ αν τύχαινε να βρίσκονται ήδη έμποροι καθ’ οδόν με πλοία αυτοί παρέμειναν στην Σαλαώρα στο λοιμοκαθαρτήριο. Επίσης αν είχε ξεσπάσει κάπου άλλου επιδημία, έμποροι που έφταναν από κείνα τα μέρη έπρεπε να μπουν στην Άρτα σε καραντίνα. Δηλαδή άδικος κόπος και πεταμένα χρήματα. Ένα παραπέρα πρόβλημα ήταν οι πόλεμοι. Έτσι στα 1684, 1717 και την διάρκεια της Ελληνικής επανάστασης δεν φαίνεται να διεξήχθη κάποια εμποροπανήγυρη.
Απελευθέρωση
1881 – Η απελευθέρωση της Άρτας και η οικονομική κρίση
Στα 1881 η Άρτα και το ανατολικό μέρος αυτής πέρα του ποταμού Αράχθου θα απελευθερωθεί και θα γίνει μέρος του Ελληνικού Βασιλείου. Τα πρώτα χρόνια της απελευθέρωσης θα είναι για τους Αρτινούς δύσκολα χρόνια. H Άρτα θα αποκοπεί από τον κάμπο, που ήταν το σημαντικότερο κομμάτι της στην ενδοχώρα. Η Σαλαώρα το κυρίως λιμάνι της Άρτας θα μείνει στο Τούρκικο. Η επικοινωνία με τα άλλα Ελληνικά όμορα μέρη ήταν πολύ δύσκολη εξαιτίας της σχεδόν ανύπαρκτης οδικής σύνδεσης.
Η σύσταση του Οθωμανικού τελωνείου στη Γέφυρα θα αποδεχτεί σαν ένας άλλος καταστρεπτικός παράγοντας για την αγορά της Άρτας, Οι Οθωμανοί επέβαλαν υψηλούς δασμούς σε προϊόντα που θα εξάγονταν από το Τούρκικο στην Άρτα, έτσι που αυτά ήταν ασύμφορα να πωληθούν στην Άρτα. Επίσης, αν κάποιοι τολμούσαν να πάνε για αγορές στην Άρτα, τότε έπρεπε να υπολογίσουν με υψηλούς δασμούς από τους διεφθαρμένους τελώνηδες του φυλακίου της γέφυρας. Από Κόπραινα ακόμη ήταν πιο δύσκολη η μεταφορά των αγαθών, σύντομα όμως κατασκευάστηκε αμαξωτός δρόμος και αποθήκες στο λιμάνι μαζί με τελωνείο. Από Μενίδι αντιμετώπιζαν και άλλο πρόβλημα με διεφθαρμένους Έλληνες τελώνηδες. Τα πρώτα χρόνια λοιπόν μετά την απελευθέρωση, όχι μόνο το Μχούστ αλλά και η αγορά της Άρτας ήταν σχεδόν νεκρά.
1883 – Εμπορικός Ανταγωνισμός Άρτας – Φιλιππιάδας
Η ίδρυση του Νέου Λούρου ή Χαμιτιέ (Νέα Φιλιππιάδα) είχε αρνητικά αποτελέσματα στην αρτινή αγορά. Τα προϊόντα του Κάμπου δεν έφταναν πλέον στην Άρτα αλλά υπήρχε και πρόβλημα στις εισαγωγές. Παραπέρα δε, πολλοί Οθωμανοί υπήκοοι αλλά και αρτινοί χριστιανοί και Εβραίοι εγκαταστάθηκαν απέναντι από τη Γέφυρα και πωλούσαν τα αγαθά τ ους πολύ φθηνά. Έτσι πολλοί Αρτινοί περνούσαν την γέφυρα και ψώνιζαν εκεί και με διάφορα τεχνάσματα περνούσαν και πράγματα στην Άρτα. Αυτό ήταν άλλο ένα χτύπημα στην αγορά της Άρτας. Το δε λαθρεμπόριο που αναπτύχθηκε, έφερε τους αρτινούς εμπόρους στο αμήν. Η Φιλιππιάδα αντίθετα μπορούσε να προσελκύσει λόγω της φτήνιας και κόσμο από την Άρτα.
Δεν έμεινε μόνο στην αγορά. Μεταξύ Μχούστι και Λάμποβου η Φιλιππιάδα έφτιαξε δικό της Μχούστ που τσάκισε την επόμενη χρονιά τον Μχούστ της Άρτας εντελώς. Δεν υπήρχε κανένας λόγος πλέον να πάει κάποιος από το τούρκικο στο Μχούστ της Άρτας. Μέσα σε μια δεκαετία ενώ η Άρτα είχε ξεπέσει, δεδομένου ότι και το ελληνικό κράτος δεν ενδιαφέρονταν, αντίǃετα το 1893 όταν ο Γεωγράφος/ Γεωλόγος Alfred Philippson θα περάσει από την Φιλιππιάδα θα κάνει λόγο για σπουδαία αγορά. Το τέλος αυτού το εμπορικού εφιάλτη ήρθε με τον πρώτο βαλκανικό πόλεμο και την απελευθέρωση της Ηπείρου.