Κώστας Μπάρκας: «Να αποδοθούν άμεσα τα μισθολογικά κλιμάκια αναπληρωτών-νεοδιόριστων εκπαιδευτικών»
Την δεινή οικονομική κατάσταση των νεοδιόριστων και αναπληρωτών εκπαιδευτικών λόγω καθυστέρησης της απόδοσης των μισθολογικών κλιμακίων που δικαιούνται, μεταφέρουν με ερώτηση στη βουλή, προς τον Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, είκοσι δύο (22) βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία.
Στην ερώτηση, την οποία συνυπογράφει και ο Βουλευτής του νομού Πρέβεζας Κώστας Μπάρκας, αναφέρεται:
«Είναι αδύνατον για ένα νεοδιόριστο με 738€ και για έναν αναπληρωτή με 885€, που είναι οι αμοιβές που αντιστοιχούν στο 1ο μισθολογικό κλιμάκιο, να επιβιώσει οικονομικά. Από τα χρόνια των μνημονίων έως σήμερα, οι μισθοί των εκπαιδευτικών έχουν κατρακυλήσει σε επίπεδα πείνας και δεν υπάρχει φυσικά κανένα περιθώριο για να δέχονται επιπλέον μειώσεις. Επιπλέον μειώσεις όμως στις πραγματικές αποδοχές των εκπαιδευτικών φέρνει η καθυστέρηση στην αναγνώριση των μισθολογικών κλιμακίων. Πολλοί από τους νεοδιόριστους και αναπληρωτές εκπαιδευτικούς έρχονται από άλλες πόλεις κι αδυνατούν με τον πενιχρό μισθό που παίρνουν να καλύψουν όχι μόνο τα έξοδα ενοικίου, θέρμανσης, μετακίνησης κλπ., αλλά κι αυτά της καθημερινής τους διαβίωσης.
Όπως όλα τα προηγούμενα χρόνια έτσι και σήμερα, αυτά είναι τα χρήματα που λαμβάνουν μηνιαίως και για αρκετούς μήνες, εξαιτίας της καθυστερημένης απόδοσης των μισθολογικών κλιμακίων. Την ίδια ώρα όμως, γίνονται κανονικά όλες οι κρατήσεις στο νεοδιόριστο-αναπληρωτή, χωρίς να του αναγνωρίζεται η προϋπηρεσία ή οι μεταπτυχιακοί και διδακτορικοί τίτλοι που ίσως κατέχει.
Το ζήτημα όμως δεν είναι μόνο ότι καθυστερούν οι εκπαιδευτικοί να πληρωθούν κάποια επιπλέον χρήματα, αλλά ότι χάνουν οριστικά ένα ποσοστό των μηνιαίων τους αποδοχών, μιας και όταν πληρώνεται αναδρομικά η μισθολογική διαφορά εξαιτίας των κλιμακίων, τότε το ποσό φορολογείται πολλαπλάσια από ότι εάν πληρωνόταν εγκαίρως. Την αδυναμία λοιπόν των διοικητικών υπηρεσιών να επεξεργαστούν εγκαίρως κάποια στοιχεία την πληρώνουν κυριολεκτικά οι εκπαιδευτικοί και μάλιστα οι πιο χαμηλά αμειβόμενοι.
Όλα τα προηγούμενα χρόνια η διοίκηση επικαλούνταν υπαρκτές, τεράστιες δυσκολίες στο να επεξεργαστεί με ελάχιστο προσωπικό και μέσω μιας σύνθετης γραφειοκρατικής διαδικασίας, τα απαραίτητα στοιχεία, ώστε να προβεί έγκαιρα στην μισθολογική κατάταξη των υπαλλήλων της. Όμως πλέον αυτές οι δυσκολίες έχουν περιοριστεί σημαντικά. Ακόμη η ίδια η διαδικασία που απαιτείται έχει γίνει πιο απλή, καθώς πλέον οι διευθύνσεις έχουν τη δυνατότητα να αντλούν τα μισθολογικά στοιχεία κάθε εργαζομένου τους από το κεντρικό σύστημα της διαδικτυακής πύλης του υπουργείου (ΟΠΣΥΔ).
Το οικονομικό πρόβλημα των εκπαιδευτικών πολλαπλασιάστηκε, υπογραμμίζουν οι βουλευτές, και καμία καθυστέρηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Οι Διευθύνσεις Εκπαίδευσης, οφείλουν να ανακατανέμουν προσωπικό για τη συγκεκριμένη εργασία.
Η απαράδεκτη αυτή κατάσταση επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο. Στις σημερινές όμως συνθήκες όξυνσης της ακρίβειας στην στέγαση, στην ενέργεια και σε βασικά προϊόντα, οι ήδη δυσμενείς συνθήκες διαβίωσης πολλών εκπαιδευτικών γίνονται ακόμα πιο δύσκολες καθώς από την αρχή της πρόσληψής τους, για πολύμηνο χρονικό διάστημα, εξακολουθούν να αμείβονται με το κατώτατο μισθολογικό κλιμάκιο, παρά τις πολυετής προϋπηρεσίες και τα αυξημένα τυπικά τους προσόντα. Έτσι βιώνουν, χωρίς να φέρουν καμία ευθύνη, μια δεινή οικονομική κατάσταση που σε πολλές περιπτώσεις αποτελεί και αιτία παραιτήσεων.
Επειδή χρέος της πολιτεία, τονίζουν οι Βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, είναι να διασφαλίζει απρόσκοπτα κάθε δικαίωμα νέου εργαζόμενου, και επειδή η καθημερινή διαβίωση των εκπαιδευτικών αποτελεί θέμα αξιοπρέπειας, και οι νεοδιόριστοι-αναπληρωτές εκπαιδευτικοί αντί του άγχους της καθημερινής διαβίωσης, και ίσως δεύτερων σκέψεων για παραίτηση, θα πρέπει να αφοσιώνονται στο ιδιαίτερο λειτούργημα της εκπαίδευσης, καταλήγοντας, προτρέπουν τον Υπουργό Παιδείας να αναλάβει άμεσα πρωτοβουλίες, ώστε να αποδίδονται άμεσα τα μισθολογικά κλιμάκια στους νεοδιόριστους και αναπληρωτές εκπαιδευτικούς, με πολυετή προϋπηρεσία και αυξημένα τυπικά προσόντα, από την πρώτη τους μισθοδοσία, και όχι μήνες αργότερα.»