
Δημήτρης Στεφανάκης: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη
Κάποιοι άνθρωποι το παίρνουν απόφαση ότι έχουν πνιγεί, κάποιοι άλλοι
δεν συμβιβάζονται με την αυθαίρετη μοίρα – και συνήθως αυτοί έχουν
περισσότερες πιθανότητες να σωθούν.
Ο Δημήτρης Στεφανάκης γεννήθηκε το 1961. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Είναι συγγραφέας δεκατριών μυθιστορημάτων και ενός δοκιμίου. Έχει μεταφράσει έργα των Σολ Μπέλοου, Ε.Μ. Φόρστερ, Γιόζεφ Μπρόντσκι, Προσπέρ Μεριμέ, Ονορέ ντε Μπαλζάκ κ.ά. Βιβλία του έχουν μεταφραστεί στα
γαλλικά, στα ισπανικά, στα αραβικά και στα βουλγαρικά. Το μυθιστόρημά του Μέρες Αλεξάνδρειας έλαβε το Prix Méditerranée Étranger 2011. Ο ίδιος τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο Καβάφη
2011. Το 2014 αναγορεύτηκε από το γαλλικό κράτος Ιππότης Γραμμάτων και Τεχνών για τη συμβολή του στην ανάδειξη των Γραμμάτων και των Τεχνών στη Γαλλία και στον κόσμο. Το μυθιστόρημά του Πάντα η Αλεξάνδρεια, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο, μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.
Πώς ξεκινά η προετοιμασία συγγραφής ενός βιβλίου;
Τα πάντα χτίζονται πάνω στους ήρωες. Επινοείς συγκεκριμένους
χαρακτήρες και πρέπει να σεβαστείς ακόμα και τις αντιφάσεις τους.
Στην περίπτωση τη δική μου, τουλάχιστον, δεν υπάρχει σχέδιο,
υπάρχει απλά μια αόριστη αίσθηση για την πορεία που θα πάρει η
ιστορία μου. Ταυτόχρονα προετοιμάζω και το πραγματολογικό
υλικό, που κάποιες φορές είναι πυκνό και απαιτητικό. Πρόκειται
όμως για κάτι στοιχειώδες. Κανείς δεν έκανε ποτέ μυθιστόρημα με
λεπτομέρειες που άντλησε από βιβλία, μαρτυρίες, ταινίες ή
οτιδήποτε άλλο.
Ποια ήταν η αφορμή για να εκδοθεί το μυθιστόρημα Πάντα η
Αλεξάνδρεια;
Υπήρχε μέσα μου ή δημιουργήθηκε με τα χρόνια ένα είδος
συνέχειας, που στην ουσία δεν ήταν συνέχεια, ήταν μια διαρκής
ανατροπή. Δόθηκε έτσι η ευκαιρία σε χαρακτήρες που αδικήθηκαν
ή σε παρουσίες που αποσιωπήθηκαν στις Μέρες Αλεξάνδρειας να
μας παρουσιάσουν τη δική τους εκδοχή σε έναν κόσμο που είχε
αλλάξει άρδην μπαίνοντας η δεκαετία του ’60 στην Αίγυπτο.
Εκτός από τους χαρακτήρες, τι κοινό έχει το νέο σας
μυθιστόρημα με τις Μέρες Αλεξάνδρειας;
Υπάρχει ένα νήμα αφηγηματικό που το ακολουθώ πιστά. Με αυτή
την έννοια υπάρχει μια συνάφεια. Από την άλλη, ο νέος κόσμος
είναι τόσο διαφορετικός, τόσο ανατρεπτικός, ώστε καθετί που
συμβαίνει σε αυτόν να διαβάζεται ανεξάρτητα από τις Μέρες
Αλεξάνδρειας.
Το καλοκαίρι του 1961 η Αλεξάνδρεια ήταν τοπίο αντιπαράθεσης
με την Ιστορία. Γιατί υπήρχε αυτή η έκρυθμη πολιτική
κατάσταση;
Η αντιπαράθεση με την Ιστορία δεν είναι ποτέ μόνο πολιτική.
Συνήθως πρόκειται για ένα είδος διαδοχής, που στην περίπτωση της
Αλεξάνδρειας του Νάσερ δεν έγινε με ομαλό και ορθόδοξο τρόπο
και νομίζω πως έβλαψε περισσότερο την ίδια τη χώρα και τον λαό
της παρά τις ξένες κοινότητες.
Τι προέβλεπε το σχέδιο του Νάσερ για τους Ευρωπαίους;
Φαίνεται πως ο Νάσερ δεν έβαζε όλους τους Ευρωπαίους στο ίδιο
τσουβάλι και αυτό ήταν λογικό. Από τους Έλληνες, για παράδειγμα,
τόσο ο ίδιος όσο και ο αιγυπτιακός λαός είχαν λιγότερα παράπονα,
αλλά στο τέλος όλες οι ξένες κοινότητες είχαν λίγο-πολύ την ίδια
τύχη.
Ο πατέρας της Δάφνης πεθαίνει κι εκείνη καλείται να
διαχειριστεί την περιουσία της. Νιώθει αγωνία, άγχος;
Δεν νομίζω ότι την καταλαμβάνει μεγάλο άγχος. Αγωνιά όσο θα
αγωνιούσε ένας φυσιολογικός άνθρωπος στη θέση της. Η ποιότητά
της φαίνεται τόσο στις γρήγορες αποφάσεις της όσο και στις
συμμαχίες που έχει φροντίσει να δημιουργήσει προτού συμβεί το
κακό.
Η Δάφνη αναπολεί το παρελθόν. Πώς ζούσε πριν από χρόνια
στην Αλεξάνδρεια;
Η ίδια η Δάφνη όπως και όλη η οικογένειά της ανήκαν στους
προνομιούχους της αλεξανδρινής κοινωνίας. Σε αυτή την πόλη του
χρήματος και του κοσμοπολιτισμού, οι εύποροι ζούσαν σε έναν
επίγειο παράδεισο.
Αγάπες κι έρωτες σε μια πόλη που γοητεύει τους ξένους. Ποια
ήταν η Αλεξάνδρεια και γιατί είλκυε τους ξένους επενδυτές;
Δεν ήταν ακριβώς επενδυτές όσοι δημιούργησαν τη σύγχρονη αυτή
Βαβέλ ή δεν ήταν οι επενδυτές που ξέρουμε σήμερα. Οι άνθρωποι
αυτοί επένδυαν τη ζωή τους, το μέλλον τους σε αυτή την πόλη, γι’
αυτό και πολλοί καταποντίστηκαν μαζί της. Η Αλεξάνδρεια όμως
δεν ήταν μόνο η πόλη των πλουσίων. Ο μόχθος, η φτώχεια, η
ανασφάλεια, η αγωνία για το αύριο ήταν ο κανόνας και όχι η
εξαίρεση για τους κατοίκους της.
Μέσα από έναν κόσμο που βυθίζεται στα βαθιά νερά του
χρόνου, καταφέρνετε να διασώσετε τη φωτεινή αίσθηση για τη
ζωή. Στην πραγματικότητα, σώζεται ο πνιγμένος;
Κάποιοι άνθρωποι το παίρνουν απόφαση ότι έχουν πνιγεί, κάποιοι
άλλοι δεν συμβιβάζονται με την αυθαίρετη μοίρα – και συνήθως
αυτοί έχουν περισσότερες πιθανότητες να σωθούν.
Πώς καταφέρνει ο συγγραφέας να διαχειριστεί μια εκδοτική
επιτυχία;
Αναζητεί τη διάρκεια. Η λογοτεχνία είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση
για να τη χαραμίσει κανείς σε σπασμωδικές κινήσεις και σε επιλογές
με καθαρά εμπορικό προσανατολισμό. Η εκδοτική επιτυχία που
επαναλαμβάνεται πρέπει να μας βάζει σε υποψίες.
Ο συγγραφέας πρέπει πρώτα απ’ όλα να είναι αναγνώστης,
σωστά;
Είναι γνωστό ότι η λογοτεχνία δεν σπουδάζεται. Η μόνη δυνατότητα
που έχει ένας συγγραφέας για να εξελιχθεί είναι να διαβάζει
συνεχώς. Να διαβάζει συστηματικά και στοχευμένα, να το κάνει
όπως ο «κλέφτης» που μπαίνει σε ένα σπίτι και ξέρει εκ των
προτέρων τι θα πάρει και πόσο θα μείνει σε αυτό.
Τι πρέπει να κάνει η Πολιτεία για να βοηθήσει τον χώρο του
βιβλίου;
Να επενδύσει στην παιδεία των αναγνωστών. Οι καλοί και
απροκατάληπτοι αναγνώστες θα βοηθήσουν με τη σειρά τους,
ώστε οι συγγραφείς να γίνονται όλο και καλύτεροι.
Διαβάσατε τελευταία κάποιο βιβλίο που σας άρεσε ιδιαίτερα;
Διάβασα αρκετά καλά βιβλία το τελευταίο διάστημα, κάτι που είναι
ελπιδοφόρο για εμάς τους αναγνώστες. Θα ξεχώριζα όμως
το Τραγούδι του Προφήτη του Πολ Λιντς και το Κάτω από το
ηφαίστειο του Μάλκομ Λόουρι.