
Περιφρόνηση στο μητρώο από τους εμπόρους οπωροκηπευτικών
Η ανοχή οδηγεί σε «κανόνια» εις βάρος των παραγωγών
Αδιαφορεί και περιφρονεί η συντριπτική πλειονότητα των εμπλεκόμενων με την αλυσίδα αξίας των οπωροκηπευτικών την τήρηση της ισχύουσας νομοθεσίας, ως προς την επισήμανση και τις γενικές προδιαγραφές εμπορίας τους, με αποτέλεσμα να διακινούνται στην αγορά προϊόντα που πολύ δύσκολα ελέγχεται η ταυτότητά τους, πολλές φορές «βαφτίζονται» ελληνικά, με συνέπεια να ζημιώνονται το κράτος, οι παραγωγοί και οι καταναλωτές.
Όπως σημειώνεται σε ρεπορτάζ του fresher.gr σε ένα σύνολο περίπου 4.000 υπόχρεων να ανανεώσουν, το 2024 και το 2025, την εγγραφή τους στο Μητρών Εμπόρων Νωπών Οπωροκηπευτικών (ΜΕΝΟ), μόνο οι 400 ή το 10% έχουν συμμορφωθεί με τη νομοθεσία, ενώ για τους υπόλοιπους έχει αρχίσει η αποστολή συστάσεων με προθεσμία συμμόρφωσης και κατόπιν προστίμων, εάν οι υπόχρεοι δεν σπεύσουν να εκπληρώσουν την υποχρέωσή τους. Την ίδια στιγμή, από σχεδόν 12.000 εμπόρους οπωροκηπευτικών σε όλη τη χώρα, μόλις οι 80 έχουν ολοκληρώσει την προαιρετική διαδικασία για να χαρακτηριστούν εγκεκριμένοι, ώστε να βελτιώσουν την εικόνα τους, ως επιχειρηματικά σχήματα με οργανωμένη δομή και λειτουργία που τηρούν τους όρους υγιεινής και ασφάλειας, τόσο στην εγχώρια, όσο και στις αγορές του εξωτερικού.
Τα στοιχεία αυτά παρέθεσε ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Ποιότητας και Ασφάλειας Τροφίμων, του ΥπΑΑΤ, Διονύσης Γραμματικός, στο πλαίσιο σχετικής εκδήλωσης στην πρόσφατη διεθνή έκθεση φρέσκων φρούτων και λαχανικών Freskon, στη Θεσσαλονίκη.
«Βάσει του νόμου πρέπει να ανανεώνουν την εγγραφή στο ΜΕΝΟ κάθε τρία έτη. Οι περισσότεροι, ωστόσο, διαφωνούν, ζητούν να διαγραφούν, καθώς θεωρούν ότι είναι ένα κόστος δυσβάστακτο και δεν θέλουν να το πληρώσουν. Μα τί δυσβάστακτο; Είσαι χονδρέμπορας, με έναν τζίρο 5, 7, 10, ή και 15 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο και σε πειράζει να δώσεις 600 ευρώ ανά τρία χρόνια;», διερωτήθηκε ο κ. Γραμματικός και εξήγησε πως υπόχρεοι εγγραφής στο ΜΕΝΟ είναι οι εξαγωγείς και οι εισαγωγείς (σ. σ. κόστος 600 ευρώ ανά τριετία), οι χονδρέμποροι κι οι λιανέμποροι της εγχώριας αγοράς (σ. σ. κόστος 300 ευρώ ανά τριετία), οι παραγωγοί (σ. σ. ατελώς) και οι λοιποί συναλλασσόμενοι (σ. σ. 400 ευρώ/τριετία).
Αναφερόμενος γενικότερα στις μη συμμορφώσεις που εντοπίζονται σε ελέγχους των αρχών ο κ. Γραμματικός είπε ότι το 2024 διενεργήθηκαν περίπου 53.000 τακτικοί και έκτακτοι έλεγχοι και επιβλήθηκαν πρόστιμα σε 560 περιπτώσεις.
Σύμφωνα με τον κ. Γραμματικό οι πιο συνηθισμένες παραβάσεις είναι:
-Μη κατάλληλα μέσα συσκευασίας.
-Παντελής απουσία σήμανσης για τη χώρα προέλευσης, την ποικιλία, το μέγεθος, τον εμπορικό τύπο, σε σημείο ώστε να μην μπορεί κανείς να καταλάβει τί είναι αυτό που πωλείται.
Μη υποβολή αναγγελίας εισαγωγών και εξαγωγών, τόσο που να υπάρχουν έμποροι οι οποίοι κάνουν μόλις 10 αναγγελίες, αλλά πουλάνε έως και 100 φορτία.
-Διακίνηση και την εξαγωγή ατυποποίητων προϊόντων από εμπόρους που έρχονται από τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και φορτώνουν κατευθείαν το εμπόρευμα από το χωράφι.
-Μη συμμόρφωση με τις προδιαγραφές εμπορίας και μη τήρησης της ωριμότητας του προϊόντος, με πλέον σύνηθες παράδειγμα να λείπουν οι χώρες καταγωγής στα προϊόντα και όταν παίρνεις το τιμολόγιο να διαπιστώνεις πως είναι εισαγόμενα.
Ο κ. Γραμματικός διευκρίνισε πως αν και οι παρανομούντες είναι διάσπαρτοι σε όλη την Ελλάδα, ο μεγαλύτερος όγκος τους βρίσκεται στην Κεντρική Μακεδονία, και σε περιοχές όπως η Πιερία, η Ημαθία και η Πέλλα, ενώ αφορά κυρίως σε μικρομεσαίους εμπόρους. «Αυτοί οι τρεις νομοί, είναι το αμαρτωλό τρίγωνο για εμάς. Γιατί ο ένας στους δύο ή δύο στους δύο, εξαρτάται την εποχή, είναι από τους παρανομούντες που τους πιάνουμε στο σύστημα να μην εφαρμόζουν διαδικασία» είπε.
Ιρανικά ακτινίδια για Ελληνικά
Σε άλλο σημείο της τοποθέτησής του ο κ. Γραμματικός έκανε σαφές πως για τις αρμόδιες ελεγκτικές υπηρεσίες το ζητούμενο είναι το προϊόν να φτάνει στο εξωτερικό και να έχει ταυτότητα. Στο πλαίσιο αποκάλυψε ότι «στείλαμε στην Ολλανδία ένα έγγραφο, όπως στέλνουμε κάθε χρόνο την εποχή που είναι πρώιμα τα ακτινίδια, να δούμε τί έχουν φτάσει εκεί. Μας απάντησαν πως 5 εταιρείες είχαν πουλήσει πρώιμα ακτινίδια. Δεν καταφέραμε όμως να τις βρούμε ποτέ. Δεν ήταν γραμμένες στο ΜΕΝΟ, ούτε πουθενά αλλού. Ήταν αυτό που λέμε ανύπαρκτες, μια βιτρίνα.
Και εδώ μπαίνει το ερώτημα: Είναι σίγουρο ότι πληρώθηκε ο παραγωγός; Μάλλον όχι. Άρα έχασε η χώρα, έχασε και ο παραγωγός και αυτές οι εταιρείες είχαν πουλήσει ένα προϊόν στην Ολλανδία που δεν πληρούσε τις απαιτήσεις». Σε μια άλλη περίπτωση, δε, ανέφερε πως έμπορος από τη Μακεδονία, διαπιστώθηκε ότι είχε εισάγει πέρυσι ιρανικά ακτινίδια, τα οποία στη συνέχεια τα «βάφτισε» ελληνικά και τα πούλησε στο εξωτερικό. «Στον συγκεκριμένο έμπορο έχει πέσει βαρύς ο πέλεκυς, με ένα υψηλό χρηματικό πρόστιμο», υποστήριξε.