
της Αναστασία Γ. Καρρά*
Σκηνή από την εμποροπανήγυρη της Άρτας στην πλατεία Κιλκίς, δεκαετία 1950. Πηγή φωτογραφίας : Αρχείο Μαρίας Παπαθεοδώρου, ομάδα Παλιές Φωτογραφίες Άρτας
Μετά το Μουχούστι και την περιοχή της Οδηγήτριας, στα μεταπολεμικά χρόνια, η Αρτινή εμποροζωοπανήγυρη απλωνόταν στην Πλατεία Κιλκίς, στην πλατεία Σκουφά και μέχρι τον χώρο των παλιών σφαγείων, μετατρέποντας την πόλη σε ένα πολύχρωμο πανηγυρικό τοπίο. Μια χαρακτηριστική εικόνα μας μεταφέρει ο Γ. Χαλκιάς στο βιβλίο του για την μεταπολεμική Άρτα (2025). «Η πλατεία Κιλκίς ήταν το ζωντανό κέντρο της πανήγυρης. Εκεί που σήμερα δεσπόζει το ξενοδοχείο «Κρόνος», τότε βρισκόταν ο κινηματογράφος «Ορφέας» του Βασίλειου Τσολιά. Το φαρδύ πεζοδρόμιο μπροστά του φιλοξενούσε πρόχειρα εκθετήρια, σκεπασμένα από το μεγάλο στέγαστρο του κινηματογράφου, το οποίο εκείνες τις ημέρες έμενε κλειστό. Εκεί έβρισκε κανείς κυρίως φλοκάτες, βελέντζες, κουβέρτες και άλλα κλινοσκεπάσματα, ενώ στο τέλος της πλατείας, στα σκαλιά των καταστημάτων των αδελφών Δεβέκου, η ευτραφής κυρά Κυριακή πουλούσε μικρά πήλινα είδη.
Οι χώροι της πλατείας Κιλκίς, νοικιάζονταν σε εκθέτες που έστηναν τους πάγκους τους με σεντόνια, πιζάμες, εσώρουχα, κάλτσες, παπούτσια, αλλά και ρούχα για άνδρες και γυναίκες, ακόμη και είδη προικός. Στην πλατεία Σκουφά, πάλι, κυριαρχούσαν τα παιχνίδια της εποχής για τα παιδιά: περιστροφικά αλογάκια ή ξύλινες βάρκες που κουνιούνταν πέρα-δώθε καθώς δύο άτομα τραβούσαν τα σχοινιά σε αντίθετες κατευθύνσεις.
Σε άλλο σημείο, εκεί όπου παλιότερα οι αδελφοί Σακκά έστηναν τον πάλκο τους για καλλιτεχνικές παραστάσεις, υπήρχε μια ρουλέτα – όχι με 36 αριθμούς, αλλά με 18. Από τις σκάλες της πλατείας αντηχούσε η χαρακτηριστική φωνή του Ανδρέα Παΐσιου: «Δεκαεφτά τα νούμερα, δεκαοχτώ η πόστα και το ζερό δικό μας! Ποντάρετε, όχι άλλα με αυτά».
Λίγο πιο πέρα, στο σημείο όπου σήμερα βρίσκεται η παιδική χαρά μέσα στα πεύκα, είχε στηθεί μια μεγάλη σκηνή.
Εκεί δίνονταν θεάματα που ξεσήκωναν τον κόσμο. Από τα μεγάφωνα ακουγόταν η φωνή του εκφωνητή: «Και εκτός προγράμματος θα σας παρουσιάσω τη Γκιουλ-Μπαχάρ, το κορίτσι από την Άγκυρα, στον χορό του σπαθιού, στον χορό του θανάτου με τα φίδια, χορεύοντας με τα πιο επικίνδυνα φίδια της εποχής μας», ενώ στο βάθος ακουγόταν η μουσική από τουρκικό αμανέ.
Η ζωοπανήγυρη, μεγαλύτερη τότε ακόμη κι από την εμπορική, γινόταν στον χώρο πίσω από το σημερινό ξενοδοχείο «Κρόνος» – τότε πίσω από τον κινηματογράφο «Ορφέας» – και απλωνόταν μέχρι τις οδούς Μπότσαρη, Μάξιμου Γραικού, Αράχθου και Τσακάλωφ. Έτσι, η πόλη ζούσε τον δικό της παλμό, ανάμεσα σε ζώα, εμπόρους, θεάματα και ανθρώπους που έδιναν ζωή και χρώμα σε μια εποχή γεμάτη δυσκολίες, αλλά και ανάγκη για χαρά και συντροφικότητα…….».
Σήμερα, από εκείνο το παλιό δίκτυο, μόνο το Μουχούστι της Άρτας και η εμποροπανήγυρη της Φιλιππιάδας εξακολουθούν να δίνουν το ετήσιο ραντεβού τους, κρατώντας ζωντανό το έθιμο και τον εορταστικό παλμό της περιοχής.Κι έτσι, ανάμεσα σε όσα χάθηκαν, το Μουχούστι της Άρτας μένει το ζωντανό μας ραντεβού — κι αλλάζει όπως αλλάξαμε κι εμείς.Από το «μποριόν» έξω από το κάστρο και τα μεγάλα παζάρια των προγόνων μας, φτάσαμε σε ένα φθινοπωρινό ραντεβού που μυρίζει ζάχαρη καμένη, ψημένο καλαμπόκι και βρεγμένο χώμα. Η σημερινή έναρξη έχει καθαρά μορφή πανηγυριού: λόγοι στην εξέδρα, πυροτεχνήματα που βάφουν τον ουρανό πάνω απ’ τον Άραχθο, μαλλί της γριάς που κολλάει στα δάχτυλα των παιδιών και ο γνώριμος «χαλβάς της Γωγώς» που γίνεται σημείο συνάντησης. Τα φώτα από τα λούνα παρκ καθρεφτίζονται στα μάτια των μικρών, οι παρέες σμίγουν ξανά μετά το καλοκαίρι, κι εκεί που κάποτε μετρούσες φορτία και οκάδες, σήμερα μετράς χαμόγελα. Η μουσική στην πλατεία, οι σκόρπιες φωνές των μικροπωλητών, οι μικρές «ιεροτελεστίες» της πρώτης μέρας — όλα θυμίζουν ότι η πανήγυρη υπήρξε πάντα κάτι παραπάνω από αγορά: ένας τρόπος να ξαναπιάσουμε το νήμα με τον τόπο μας.
Δεν είναι όμως μυστικό πως ο 20ος και ο 21ος αιώνας έφεραν άλλους ρυθμούς. Τα μόνιμα μαγαζιά, οι νέες συνήθειες κατανάλωσης, το διαδίκτυο: η εμπορική βαρύτητα της πανήγυρης ξεθώριασε. Μένει ο γιορτινός της χαρακτήρας — και μαζί του ένας εύλογος προβληματισμός: πώς γιορτάζουμε χωρίς να πληγώνουμε την καθημερινή αγορά της πόλης; Ίσως η απάντηση να βρίσκεται σε μια νέα «συμφωνία» με τους ντόπιους επαγγελματίες: προϊόντα και γεύσεις της Άρτας στο επίκεντρο, δράσεις που απλώνουν τον κόσμο στους δρόμους του κέντρου, συνεργασίες που κρατούν τον τζίρο εδώ. Γιατί, στο τέλος της μέρας, το Μουχούστι είναι η μνήμη μας σε κίνηση: μια γιορτή που μας θυμίζει ότι η πόλη αναπνέει καλύτερα όταν ανασαίνουμε όλοι μαζί.
*Από την έρευνα της Μαρίας Καρρά «οι Εμποροπανηγύρεις της Άρτας-Μια ιστορική διαδρομή από τον Μεσαίωνα μέχρι τον 20ο αιώνα)