Της Παναγιώτας Π. Λάμπρη
Έκτο μέρος
Για τον σημαντικό Αθηναίο πολιτικό, τον Περικλή Ξανθίππου (494/5-429 π. Χ.), που η μητέρα του Αγαρίστη, πριν τον γεννήσει, είδε στον ύπνο της πως αντί για παιδί είχε φέρει στον κόσμο ένα λιοντάρι (Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι 6.131, Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Περικλῆς 3), σύμβολο δύναμης και δόξας, σημειώνεται πως «παραιτήθηκε λόγω κατηγορίας και πέθανε». Οπωσδήποτε ο Περικλής απεβίωσε λόγω του λοιμού που ενέσκηψε στην Αθήνα, έχοντας δει να πεθαίνουν πριν απ’ αυτόν, από την ίδια αιτία, οι δυο του γιοι, ο Ξάνθιππος και ο Πάραλος.
Αλλά πώς ακριβώς έχουν τα γεγονότα. Ήδη είχε ξεσπάσει ο Πελοποννησιακός πόλεμος και στον δεύτερο χρόνο του, ενώ οι Σπαρτιάτες είχαν λεηλατήσει για δεύτερη φορά την Αττική, ο Περικλής αρνήθηκε να αντιπαραταχθεί μαζί τους και για δεύτερη φορά δεν άλλαξε το σχέδιό του (Θουκυδίδης, Ἱστορίαι 2.55). Μη επιθυμώντας να συγκρουστεί κατά μέτωπο με τους αντιπάλους, προτίμησε να εκστρατεύσει στα παράλια της Πελοποννήσου και να τα λεηλατήσει, παίρνοντας μαζί του εκατόν πενήντα πλοία. Ενώ ήταν έτοιμα να αποπλεύσουν, συνέβη έκλειψη ηλίου, η οποία προκάλεσε φόβο σε όλους. Ο Περικλής, ως μαθητής του Αναξαγόρα, τους καθησύχασε, αφού έδωσε τη φυσική ερμηνεία του φαινομένου. Όμως, η εκστρατεία είχε πενιχρά αποτελέσματα. (Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Περικλῆς 35)
Το καλοκαίρι αυτής της χρονιάς ξέσπασε ο περίφημος λοιμός, από τον οποίο πέθανε μεγάλο μέρος του πληθυσμού της Αθήνας. Ο Θουκυδίδης (Ἱστορίαι 2.47.2-2.54.5) μιλάει λεπτομερώς για τα συμπτώματα και τις συνέπειες του λοιμού στη ζωή και την κοινωνική συνοχή της Αθήνας. Ο λαός στράφηκε εναντίον του Περικλή κι εκείνος βλέποντας πώς εξελίσσονταν η κατάσταση, όντας ακόμα στρατηγός, συγκάλεσε Εκκλησία, και θέλοντας να τους ενθαρρύνει, να καθησυχάσει τον θυμό τους, να τους κάνει να δείξουν ψυχραιμία και να έχουν περισσότερη αυτοπεποίθηση, ανέβηκε στο βήμα και εκφώνησε τον τελευταίο του λόγο (Θουκυδίδης, Ἱστορίαι 2.59.3-2.60.6, Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Περικλῆς 35), στον οποίο αναδεικνύονται οι αρετές του, αλλά και η απογοήτευσή του από την αχαριστία των συμπολιτών του, οι οποίοι στη συνέχεια του αφήρεσαν τη στρατηγία και του επιδίκασαν χρηματικό πρόστιμο, που, όπως μας πληροφορεί ο Πλούταρχος (Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Περικλῆς 35), κατ’ άλλους ήταν δεκαπέντε και κατ’ άλλους πενήντα τάλαντα.
Την επόμενη χρονιά, το 429 π. Χ., ο Περικλής επανεξελέγη στρατηγός και δραστηριοποιήθηκε σε στρατιωτικές επιχειρήσεις. Όμως, την ίδια χρονιά, έχασε λόγω του λοιμού τα παιδιά του και άλλους οικείους, ενώ τον Αύγουστο απεβίωσε κι ο ίδιος! Και γράφει σχετικά ο Πλούταρχος (Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Περικλῆς 38.3-4): «Ενώ αυτός πλησίαζε πια στον θάνατο, καθισμένοι γύρω του οι επισημότεροι πολίτες και όσοι από τους φίλους του είχαν επιζήσει μιλούσαν για την αρετή και τη δύναμη που είχε και απαριθμούσαν τις πράξεις και το πλήθος των τροπαίων του· κι ήταν εννιά τα τρόπαια που είχε στήσει, ως στρατηγός και νικητής, για την πόλη της Αθήνας. Τα έλεγαν αυτά μεταξύ τους με την εντύπωση πως αυτός είχε χάσει τις αισθήσεις του και δεν καταλάβαινε πλέον.
Όμως, εκείνος πρόσεχε όσα έλεγαν, και τους διέκοψε τη συνομιλία και τους είπε πως απορεί που επαινούν και μνημονεύουν τα έργα του εκείνα, τα οποία η τύχη βοήθησε να γίνουν και τα έχουν κάνει ήδη πολλοί στρατηγοί, δεν αναφέρουν όμως το καλύτερο και το σπουδαιότερο, ότι δηλαδή «κανείς Αθηναίος δεν ενδύθηκε μαύρα ιμάτια εξαιτίας μου».
Ο Περικλής εγκατέλειψε τα εγκόσμια, έχοντας καταγραφεί ως μια από τις πολύ σημαντικές προσωπικότητες της παγκόσμιας Ιστορίας κι οι Αθηναίοι πολύ σύντομα υπέστησαν τις συνέπειες της απουσίας του και κατανόησαν την αξία του (Θουκυδίδης, Ἱστορίαι 2.65.1-2.65.13, Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Περικλῆς 39).