Aπ’ τον Μακιαβέλι στα αποπαίδια

(διαβάζοντας ένα βιβλίο)

Του Βαγγέλη Σακέλλιου

Δικηγόρου

«…Πρόσεξε μην παραγίνεις αυτοκράτορας, μη σε
ποτίσει αυτό το πνεύμα˙ γιατί αυτό μπορεί να συμβεί…»
Μάρκος Αυρήλιος, Εις εαυτόν

Δεν είναι απλώς μια διδακτορική διατριβή, έστω και στην εκλαϊκευμένη της εκδοχή και μορφή. Το βιβλίο του φίλου Άρη Ραβανού «Η ελληνική οικονομική κρίση στη «μαύρη τρύπα» της ηγεσίας» γράφτηκε κυρίως για να διαβαστεί. Μπορεί μεν να βασίζεται στην διδακτορική διατριβή που υπέβαλε ο συγγραφέας στο Πανεπιστήμιο Πειραιά και εγκρίθηκε μετά πολλών επαίνων, ωστόσο η έκδοση αυτού του βιβλίου δεν απαντά απλά στις ερωτήσεις και τις απαιτήσεις μιας ακαδημαϊκής αυστηρής διαδικασίας αλλά, κυρίως, είναι πολύτιμος πλοηγός σένα ταξίδι αυτογνωσίας μας σε καιρούς χαλεπούς.
Κι αν η εκπόνηση μιας διδακτορικής διατριβής είναι, συνήθως, το ύστερο στάδιο των μεταπτυχιακών σπουδών με το βλέμμα στην ακαδημαϊκή κοινότητα και προϊόν επίπονης προσπάθειας μεταπτυχιακών φοιτητών και νέων επιστημόνων, αυτή η διατριβή και συνακόλουθα αυτό το βιβλίο είναι για τον Άρη «το κάτι παραπάνω». Εκπονήθηκε σε μια ώριμη φάση του συγγραφέα χωρίς να υπακούει σε χρονοδιαγράμματα και προαπαιτούμενα μιας οιονεί ακαδημαϊκής ανέλιξης.

Κι αυτό γιατί ο Άρης Ραβανός, αν και πετυχημένος και επώνυμος δημοσιογράφος, έγκριτος δικηγόρος και πιστοποιημένος διαμεσολαβητής, τυγχάνει εραστής της «δια βίου μάθησης» ώστε να κοινωνεί στον απαιτητικό αναγνώστη του όσα ο ίδιος προσλαμβάνει μέσα από την έρευνα, την κρίση, την αξιολόγηση και τα συμπεράσματα του.
Κι αυτό απαιτεί θέληση, μεράκι, προσπάθεια, χρόνο. Χρόνο που στερείς από τον εαυτό σου κι από πρόσωπα που αγαπάς κι είναι κοντά σου, όπως η γυναίκα και ο γιός σου στους οποίους και αφιερώνεται το βιβλίο.
Το βιβλίο του Άρη έχει αφηγηματικές αρετές. Διαβάζεται απνευστί, ιδίως όταν αναφέρεται στο «πριν» και το «τώρα» του πρώτου μνημονίου στη χώρα μας το 2010. Ανατέμνει με οξυδέρκεια και ενάργεια πρόσωπα, καταστάσεις, γεγονότα συνδέοντας τα προτάγματα της εποχής με την κατάσταση της χώρας και την αντίδραση του πολιτικού προσωπικού της μέσα στην κρίση.
Σαυτό το πολιτικό προσωπικό ο συγγραφέας καταλογίζει θεσμική ανεπάρκεια και έλλειμμα «ηγετικών προσόντων», αργά αντανακλαστικά, αδυναμία αντίληψης της «μεγάλης εικόνας». Αυτές οι αδυναμίες εκδηλώθηκαν με ένταση το 2010, οπότε και υπογράφεται το πρώτο μνημόνιο, πλην όμως ήταν και παραμένουν ορατές σε όλα τα στάδια, πριν και μετά τον Μάιο του 2010, όταν δηλαδή ο Γ. Παπανδρέου με το διάγγελμα του στο Καστελόριζο εξήγγειλε την αίτηση ενεργοποίησης του Μηχανισμού Στήριξης για τη χώρα.

Προσωπικά αναρωτιέμαι, όταν θυμάμαι τους πρωθυπουργούς της χώρας από την Μεταπολίτευση έως σήμερα, δηλαδή από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή μέχρι τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ποια θα ήταν η πολιτική αντίδραση και η διαχείριση της κρίσης με την χώρα τελούσα υπό καθεστώς χρεοκοπίας. Θα με ενδιέφερε η αντίδραση και η διαχείριση δύο προσώπων : του Κώστα Σημίτη με τον προτεσταντικό του ορθολογισμό, όντας ο εγκυρότερος εκφραστής της παρ’ ημίν σοσιαλδημοκρατίας, και του Αλέξη Τσίπρα, που διαχειρίστηκε ο ίδιος το τρίτο μνημόνιο, ως εκπροσώπου της παρ’ ημίν πληθυντικής Αριστεράς.
Για τον καιρό των μνημονίων, ιδίως του πρώτου, και των διαπραγματεύσεων με την ΕΕ, το ΔΝΤ και την ΕΚΤ ειπώθηκαν και γράφτηκαν πολλά.
Οι πρώην Υπουργοί Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου και Γ. Βαρουφάκης ασπάζονται διαφορετικές ερμηνείες εστιάζοντας σε διάφορες και διακριτές εκδοχές.

Είναι σημαντικό και πολλαπλώς χρήσιμο που ο Άρης στο βιβλίο του (και στα πλαίσια της πρωτογενούς έρευνας του για την εκπόνηση της διατριβής) συνομίλησε και έλαβε συνεντεύξεις με πρόσωπα κομβικής σημασίας όπως ο Γ. Παπακωνσταντίνου, υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Παπανδρέου όταν ψηφίστηκε το πρώτο μνημόνιο και βασικός διαπραγματευτής της χώρας μας με τους εκπροσώπους της «Τρόικας» (ή των «θεσμών» όπως εκλάμβαναν οι κυβερνήσεις του ΣΥΡΙΖΑ αργότερα), ή ο Μιχάλης Ψαλιδόπουλος εκπρόσωπος της χώρας μας στο ΔΝΤ.
Σημαντική επίσης κρίνεται και η συνομιλία του συγγραφέα με τον Γιώργο Προβόπουλο, Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας την επίμαχη περίοδο.
Αν και οι προσεγγίσεις των πρωταγωνιστών διαφέρουν και είναι ορατή η ενοχοποίηση της «άλλης πλευράς» για πράξεις ή παραλείψεις (εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι, κατά τη γνώμη μου, η αντιπαράθεση του Γ. Παπακωνσταντίνου με τον Γ. Παπαθανασίου, τελευταίο υπουργό Οικονομικών στην κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή) η διαπίστωση του συγγραφέα όσο και εμένα, ως αναγνώστη, είναι κοινή : το έλλειμμα της «ηγεσίας» ούτε προέκυψε με παρθενογένεση το 2010, τότε δηλαδή που ο Γ. Παπανδρέου κλήθηκε μεθ’ επιτάσεως στην Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ «να αποφασίσει σε δέκα λεπτά» ούτε και εκδηλώθηκε ως ευκαιριακό σύμπτωμα στην εγχώρια πολιτική σκηνή.

Υπενθυμίζω την αδυναμία πρόσληψης των κινδύνων στην άλλη όχθη του Ατλαντικού την περίοδο 2007-2009, την ανεπάρκεια της γραφειοκρατίας του ΔΝΤ να εμπνευστεί και να καταστρώσει ένα βιώσιμο πρόγραμμα ανάπτυξης χωρίς οριζόντιες θεματικές περικοπές ως και την παντελή πολιτική αδυναμία και ανεπάρκεια διαχείρισης της ΕΕ όπου το δράμα της χώρας μας και η de facto χρεοκοπία της κατέδειξε τον ακραίο αμοραλισμό και κυνισμό των εταίρων «μας» υπό την καινοφανή παραδοχή «ο σώζων εαυτόν σωθήτω».
Αν και ο Άρης στο βιβλίο του αναφέρεται διεξοδικά στις «θεωρίες ηγεσίας» και στις «στρατηγικές σε συνθήκες κρίσης», προσωπικά αδυνατώ να αντιληφθώ πως οι πολιτικές ελίτ της Ευρώπης και των ΗΠΑ, με τις προσλαμβάνουσες που διαθέτουν από τις «σχολές σκέψης» των αμερικάνικων, κυρίως, πανεπιστημίων ως προς τις θεωρίες «της ηγεσίας» και «της διαχείρισης της κρίσης», βρέθηκαν τόσο «λίγες», τόσο «επικίνδυνες», τόσο «ανόητες» όταν κλήθηκαν να προβλέψουν και να διαχειριστούν την κρίση και τα απόνερα της. Την πιο δύσκολη και απαιτητική δηλαδή στιγμή έλειπε «ο ηγέτης», έλειπε «το όραμα», έλειπε η «προοπτική».
Προσωπικά τον «ηγέτη» που οραματίστηκε και υπαινίχθηκε την προοπτική τον είδα στο πρόσωπο του Ομπάμα, σεκείνη την ομιλία του στην Φιλαδέλφεια όταν έλαβε το χρίσμα των Δημοκρατικών απέναντι στην Κλίντον.
Το βιβλίο του Άρη δεν είναι απλά ένα ακόμα βιβλίο που εστιάζει στην οικονομική κρίση, την επιβολή και την διαχείριση των μνημονίων.

Δεν είναι ένα ακόμα βιβλίο δίπλα σαυτά των ομοτέχνων του Παύλου Τσίμα και Γιάννη Πρετεντέρη που ερεύνησαν και έγραψαν για τα πρόσωπα και τα γεγονότα. Δεν είναι επίσης ένα βιβλίο «επισκόπησης» ή «δικαίωσης», όπως αυτά που έγραψαν ο Γ. Παπακωνσταντίνου, ο Γ. Βαρουφάκης, ο Γ. Παπαθανασίου ή ο Ε. Τσακαλώτος τώρα τελευταία.
Είναι ένα βιβλίο που βασίζεται στην επιστημονική έρευνα, στην πρωτότυπη σύλληψη του, στις πρωτογενείς πηγές και στις αφηγηματικές αρετές του συγγραφέα που παραθέτει και μια πλούσια βιβλιογραφία.
Από την εγχώρια βιβλιογραφία θα ξεχώριζα, προσωπικά, δύο βιβλία: Το ένα είναι του Κώστα Φιλίνη, εμβληματική φυσιογνωμία της Αριστεράς, που αφορά την «Θεωρία των παιγνίων και Πολιτική Στρατηγική».
Το άλλο είναι του Κώστα Κωστή, ιστορικού στο ΕΚΠΑ και αφορά τον «Πλούτο της Ελλάδας : Η Ελληνική οικονομία από τους Βαλκανικούς Πολέμους μέχρι σήμερα» που γράφτηκε μετά «Τα κακομαθημένα παιδιά της Ιστορίας».
Ο Άρης, βέβαια, στην σκευή του στιβαρού έργου του διαθέτει και Θουκυδίδη και Μακιαβέλι (τόσο παρεξηγημένος και άγνωστος) και Μαξ Βέμπερ.
Κι είναι παρήγορο και ενθαρρυντικό πως τις πολλές αρετές αυτού του βιβλίου τις ξεδίπλωσαν εκλεκτοί ομιλητές με παρούσα την πολιτική ηγεσία του τόπου μας.

Σ.Σ. Το παραπάνω κείμενο είναι , εν πολλοίς, η προφορική παρέμβασή μου κατά την παρουσίαση του βιβλίου του Άρη Ραβανού, στις 28 Δεκεμβρίου 2022 στον «Μακρυγιάννη», που είχα την τιμή και την χαρά να συντονίσω.
Για το βιβλίο μίλησαν, ανιχνεύοντας και φωτίζοντας, ο Νίκος Στάμος, ο Φραγκίσκος Κουτεντάκης και η Λουΐζα Σκούρα.