A Λ Η Θ Ω Σ Α Ν Ε Σ Τ Η Ο Κ Υ Ρ Ι Ο Σ
Υπό του Πρωτοπρεσβυτέρου
Ιωάννου Λάκκα- θεολόγου
Συνταξιούχου – εκπαιδευτικού
Η εβδομάδα των αγίων παθών του Κυρίου πέρασε. Οι ημέρες των ιεροτάτων στιγμών και αναμνήσεων του εκουσίου πάθους γιορτάσθηκαν με ευλάβεια και πολύ συγκίνηση. Οι άρχοντες του κόσμου εκείνου σταύρωσαν τον Χριστό και τον έθαψαν «εν μνήματι καινώ» (Ματθ. Κτ,60). Εμείς όμως προς τον Πανάγιο Τάφο προστρέχουμε νοερά για να προσφέρουμε Σ’ ΑΥΤΟΝ τα μύρα της καρδιάς μας. Και με τα μάτια της πίστης και της ψυχής βλέπουμε τον λίθο σηκωμένο από το μνημείο και τον τάφο κενό (Ιωάν.20,5-7). Αντί λύπης χαρά και αντί φόβου ελπίδα αισθανόμαστε, γιατί ακούμε τον φαεσφόρον εκείνον Άγγελο μετά χαράς μεγάλης να λέει: «ούκ έστιν ώδε, αλλ’ ηγέρθη». Kαι φέτος αντήχησε απ’άκρου εις άκρον – παρά την παγκόσμια επιδημία – στα αυτιά των πιστών το λαπροφόρο και χαρμόσυνο άγγελμα της Αναστάσεως του Θεανθρώπου, γιατί την ημέρα αυτή οι Έλληνες την θεωρούν, την γιορτάζουν και την πανηγυρίζουν συγχρόνως ως κορυφή όλων των εορτών του χριστιανισμού.
Η ημέρα αυτή της Αναστάσεως του Θεανθρώπου γέμισε τις καρδιές μας με χαρά και αγαλλίαση απερίγραπτη, και σταμάτησε τον κόπο της νηστείας. Μάλλον πρέπει να πω, ότι οδήγησε τις ψυχές μας στην τελειότητα και συγχρόνως τις παρηγόρησε. Ο Αναστημένος Χριστός μας σκόρπισε το άγιο, το ζωογόνο, το ουράνιο, το Αναστάσιμο «φως εκ του ανεσπέρου φωτός». Και μ’ αυτό το ανέσπερο φως διέλυσε όλα τα σκοτάδια της πλάνης, διασκόρπισε όλα τα μαύρα σύννεφα της κάθε αμφιβολίας κι απελπισίας, χαρίζοντας στον κάθε καλοπροαίρετο άνθρωπο ψυχικό φωτισμό, για πλήρη θεογνωσία. Χάρισε προς όλους τους ανθρώπους που αυθόρμητα τον δέχτηκαν ολόψυχα ως Μεσσία, θεάνθρωπο Κύριο και προσωπικό τους Σωτήρα και τον ακολούθησαν μ’ αφοσίωση περίσσια, μέχρις αυτοθυσίας. Ναι! Χάρισε ο Αναστημένος Χριστός την σωτηρία, την απολύτρωση, την δικαίωση, αυτή την μεγαλύτερη αποκατάσταση, που την χαίρονται και την ζουν αιώνια όλοι οι καθώς πρέπει πιστοί και οι αναστημένοι ηθικά-πνευματικοί άνθρωποι- όλοι οι δίκαιοι και οι ευσεβείς, που βρίσκονται για πάντα διασφαλισμένοι, κάτω από την αιματόβρεκτη σημαία του Σταυρού και του Ζωοδόχου Τάφου της θείας Αναστάσεώς Του.
Το Ευαγγελικό ανάγνωσμα της θείας λειτουργίας του Αγίου Πάσχα διασαλπίζει ανεπιφύλακτα το μεγάλο και εξαίσιο θαύμα της Αναστάσεως του Χριστού που συντελέστηκε μετά τη Σταυρική θυσία Του και την Ταφή Του. Ναι. «Ηγέρθη όντος ο Κύριος». Αληθινά και πραγματικά Αναστήθηκε ο Κύριος. Και ολοζώντανος μας παρουσιάστηκε με πάρα πολλές και αδιαμφισβήτητες αποδείξεις. Οι δέκα μαθητές Του στο υπερώον της Σιών «κεκλεισμένων των θυρών, δια τον φόβο των Ιουδαίων», Τον είδαν να τους παρουσιάζεται, όμως τους απηύθυνε τον χαιρετισμό «Ειρήνη υμίν»(Ιωάν.20,19). Εκεί στο υπερώο ευρισκόμενοι δέχτηκαν την επίσκεψη των δύο άλλων μαθητών από τους εβδομήκοντα τον Λουκά και τον Κλεόπα που κατέφθασαν τρέχοντας και καταχαρούμενοι απ’ τους Εμμαούς. Και τους άκουσαν να μεταφέρουν «το φαιδρόν της Αναστάσεως κήρυγμα-μήνυμα». Κατασυγκινημένοι διηγήθηκαν το πώς είδαν τον Αναστάντα Κύριο, που συμπορεύθηκε σαν άγνωστος οδοιπόρος μαζί τους προς Εμμαούς, όπου κατάπληκτοι για όσα τον άκουσαν να τους λέει, τον προσκάλεσαν να μείνει μαζί τους με το εγκάρδιο ‘’μείνον μεθ’ ημών’’. Κι έμεινε. Εκεί στο σπιτικό τους, την ώρα της προσευχής του δείπνου τους αποκαλύφθηκε κατά θαυμαστό τρόπο. Ναι. Δεν τους έμεινε καμιά αμφιβολία. Ήταν Εκείνος. Ο Ιησούς που αναστήθηκε εκ των νεκρών (Λουκ. 24,13-35). Αλλά σε λίγες ημέρες στο ίδιο το υπερώο εμφανίστηκε και πάλι ο Αναστημένος Χριστός στους μαθητές Του, παρόντος τώρα και του Θωμά. Πριν από οκτώ ημέρες αυτός απουσίαζε. Και όταν του μετέφεραν το χαροποιό μήνυμα «εωράκαμεν Τον Κύριον».
Τον είδαμε πραγματικά Αναστημένο, ο Θωμάς τότε διατύπωσε τις αντιρρήσεις του για την αλήθεια της Αναστάσεως, λέγοντας: Αν δεν δω με τα ίδια τα μάτια μου στα ίδια τα χέρια Του τα σημάδια απ’ τα καρφιά στο Σταυρό και αν δεν βάλω το χέρι μου στην πληγή της λογχευμένης πλευράς Του, ώστε να βεβαιωθώ πλήρως πως είναι ο Εσταυρωμένος Διδάσκαλος, εγώ δεν πρόκειται να πιστέψω. Και να στη νέα εμφάνισή Του στο υπερώο, προσκαλεί το Θωμά να τον πλησιάσει για να ψηλαφίσει τις πληγιές στα χέρια, στα πόδια, στην πλευρά. Και τότε ο Θωμάς περιχαρής ανεφώνησε, το «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου» ’(Ιωάν.20,28). Συνέβη προ πολλών ετών στην Ρωσία-όταν κυριαρχούσε το αθεϊστικό καθεστώς- το εξής αξιοπερίεργο: Είχε οργανώσει η επιτροπή αθεϊας μια διάλεξη. Γνωστός άθεος θα μιλούσε με θέμα: «Ο μύθος του αναστημένου Ιησού». Σ’ αυτή την προετοιμασία η επιτροπή αθεϊας είχε ξοδέψει πολλά χρήματα για να πετύχει αυτή η διάλεξη. Ο κόσμος συγκεντρώθηκε σε μια μεγάλη αίθουσα. Σε κάποια στιγμή ο ομιλητής ανέβηκε στο βήμα. Τη στιγμή εκείνη ‘’οι πληρωμένοι’’ αναστάτωσαν τους συγκεντρωμένους από τα χειροκροτήματα. Η ομιλία κράτησε μια ώρα. Ο ομιλητής είπε πολλά.
Κάθε τόσο οι «οι μπράβοι» ζητωκραύγαζαν. Ο ομιλητής τελείωσε. Είχε την εντύπωση ότι οι ακροατές του πίστεψαν την απιστία του. Ξαφνικά ανεβαίνει ο υπεύθυνος των αθέων στο βήμα και ρωτάει: Μήπως έχει κανείς αντίρρηση η απορία; Ρώτησε ειρωνικά. Τη στιγμή εκείνη σηκώθηκε ένας γέρος και ανέβηκε στο βήμα. Ήθελε να πει κάτι. Όλοι εσιώπησαν, πήρε βαθιά ανάσα και φώναξε δυνατά «Χριστός Βοσκρέ» (Χριστός Ανέστη). Τότε συνέβη κάτι το απροσδόκητο, όλος ο λαός εκείνος που ήταν συγκεντρωμένος βροντοφώναξε: Βοϊστινο Βοσκρέ (Αληθώς Ανέστη). Όλα τα επιχειρήματα τα ψεύτικα γκρεμίστηκαν και ο ομιλητής έφυγε από μια πλαϊνή πόρτα ντροπιασμένος. Εμείς οι ορθόδοξοι χριστιανοί έχουμε ιερά υποχρέωση και καθήκον ν’ αφήσουμε τις ψυχές μας να λουσθούν στο φως της Αναστάσεως και να ανάψουμε τις λαμπάδες μας απ’ αυτό φως. Η Ανάσταση και η δόξα του Χριστού είναι δική μας δόξα. Από τα βάθη της ψυχής μας να φωνάξουμε: ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ και τότε θ’ ακουστεί ο απαλός και γλυκός θείος αντίλαλος: ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ.-