Tα αντίγραφα των ιερών εικόνων. Άλλη μια σύγχρονη αγιολογική εκτροπή(;;;;)

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Δημ.Αθανασίου –χημικού

Αφορμή για τη συγγραφή του συγκεκριμένου άρθρου αποτέλεσε το παρακάτω δημοσίευμα σε τοπική ηλεκτρονική σελίδα με τίτλο
«Παναγία Εσφαγμένη.Η απίστευτη ιστορία της θαυματουργής εικόνας που τίθεται σε προσκύνημα στην Άρτα.»
Στο δημοσίευμα εκτός από το πρόγραμμα των λατρευτικών εκδηλώσεων γράφονται και τα εξής: «Στον Ιερό Ναό του Αγίου Θεράποντος στους Αγίους Αναργύρους Άρτας θα βρίσκεται από σήμερα το απόγευμα και μέχρι αύριο η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Εσφαγμένης …»
Η απίστευτη ιστορία της εικόνας
Για τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Εσφαγμένης υπάρχει μια θαυμαστή διήγηση για τη δημιουργία της.
Η ιστορία για την Παναγία Εσφαγμένη αναφέρει ότι πληγώθηκε από το μαχαίρι ενός δύστροπου ιεροδιάκονου και εκκλησιάρχη (επιμελητή της εκκλησίας, νεωκόρου), ο οποίος εξαιτίας δήθεν του διακονήματός του έφθανε πάντοτε καθυστερημένος στην Τράπεζα. Σε μια παρόμοια περίπτωση ο τραπεζάρης (υπεύθυνος της τραπεζαρίας) αγανακτισμένος αρνήθηκε να του δώσει φαγητό.
Οι ταραγμένοι και οργισμένοι λογισμοί του εκκλησιάρχη στράφηκαν εναντίον της Θεοτόκου, που, ενώ αυτός την υπηρετούσε, αυτή δε μεριμνούσε ούτε για την τροφή του. Από την πληγή αυτή ξεπετάχθηκε αίμα, το πρόσωπο της

Παναγίας χλώμιασε, ενώ ο ιεροδιάκονος τυφλώθηκε και έπεσε κάτω φρενόληπτος από τον έλεγχο της συνείδησης μένοντας στην κατάσταση αυτή τρία χρόνια. Τότε χάρη στις προσευχές του ηγουμένου και της αδελφότητας η Παναγία εμφανίστηκε στον ηγούμενο και ανάγγειλε τη θεραπεία του.
Ο εκκλησιάρχης πέρασε την υπόλοιπη ζωή του σ΄ ένα στασίδι απέναντι από την εικόνα θρηνώντας το φοβερό αμάρτημά του και πριν πεθάνει πήρε τη συγχώρηση από την ίδια την Παναγία, που του ανάγγειλε όμως, όπως προηγουμένως και στον ηγούμενο, ότι το βλάσφημο χέρι του θα υφίστατο παραδειγματική τιμωρία μετά θάνατον. Πράγματι μέχρι σήμερα φυλάσσεται άλιωτο και κατάμαυρο κοντά στην εικόνα που είναι τοποθετημένη στον νάρθηκα του παρεκκλησίου του Αγίου Δημητρίου.(1)
ΣΧΟΛΙΑ.Στο παραπάνω δημοσίευμα υπάρχουν ορισμένα λάθη και παραλείψεις.Συγκεκριμένα.
1.Η εικόνα της Παναγίας της Εσφαγμένης στον Άγιο Θεράπονταείναι ΔΩΡΕΑ στον συγκεκριμένο ναό και είναι ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ της ομώνυμης εικόνας που βρίσκεται στο Άγιο Όρος και συγκεκριμένα στην Ι.Μ.Βατοπαιδίου. Μεταφέρθηκε στην Άρτα την Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2019 από αντιπροσωπία Βατοπαιδινών μοναχών.
2.Η ιστορία της εικόνας που αναγράφεται σχετίζεται με μοναχό (ιεροδιάκονο) της Μονής Βατοπαιδίου.
3.Η ομώνυμη πρωτότυπη εικόνα βρίσκεται στο παρεκκλήσιο του Αγίου Δημητρίου της Ι.Μ.Μ.Βατοπαιδίου, όπου ψάλλονται καθημερινά οι Χαιρετισμοί της Θεοτόκου.

Από τα παραπάνω φαίνεται ότι η ιστορία της εικόνας δεν σχετίζεται με κανένα τρόπο με την τοπική εκκλησιαστική ιστορία. Η προσφορά του αντιγράφου της εικόνας συμπεριλαμβάνεται στην τακτική της Αγιορείτικης Μονής να προσφέρει πανελλαδικά αντίγραφα των θαυματουργών θεομητορικών εικόνων.
Στην Άρτα στον ναό του Αγίου Μαξίμου υπάρχει και το αντίγραφο της εικόνας της Παναγίας της Παραμυθίας, που είναι η εφέστια εικόνα της Ι.Μ.Μ.Βατοπαιδίου.Η εικόνα της Παναγίας της Παραμυθίας συνδέεται με το βίο του Αγίου Μαξίμου του Γραικού,που μόνασε για μια δεκαετία στη συγκεκριμένη Αγιορείτικη Μονή.Αποτελεί όμως λυπηρό γεγονός ότι δεν υπάρχει στον συγκεκριμένο ναό παρεκκλήσιο της Παναγίας της Παραμυθίας, όπως στη Μονή Βατοπαιδίου, ενώ υπήρχαν οι κατάλληλοι χώροι για να δημιουργηθεί.
Σύμφωνα με έρευνα σε αντίθεση με το παρελθόν που οι ενθρονίσεις πιστών αντιγράφων ήταν κάτι το εξαιρετικά σπάνιο, μόνο τα τελευταία 4 χρόνια(πριν την πανδημία του covid) έχουν υπάρξει άνω των 20 τέτοιων δωρεών αντιγράφων εικόνων.Οι εικόνες αυτές, πιστά αντίγραφα των αντίστοιχων θαυματουργών που φυλάσσονται κατά κανόνα σε μονές και προσκυνηματικά κέντρα της Ορθοδοξίας, θεωρούνται τελετουργικά ισοδύναμα των πρωτοτύπων και τους αποδίδονται ανάλογες τιμές στη σύγχρονή μας λαϊκή θρησκευτικότητα.
Πρόκειται για μνημειακών διαστάσεων εικόνες, που αντιγράφουν πιστά τις πρωτότυπες, τόσο στον εικονογραφικό τύπο, όσο και στις λεπτομέρειες, όπως για παράδειγμα η μεταλλική επένδυση, το προσκυνητάρι, όπου τοποθετούνται, τα τάματα που φέρουν κ.λπ.Ο καθηγητής Γ.Βαρβούνης σημειώνει τα εξής:
«Ακολουθώντας την πρακτική της αποστολής αντίγραφων θαυματουργών εικόνων στις μακρινές παραδουνάβιες χώρες και στη Ρωσία, που εγκαινίασαν οι μονές του Αγίου Όρους από τον 16ο αιώνα, για λόγους ζητείας και συγκέντρωσης χρηματικής βοήθειας, με πρώτη τη Μονή Ιβήρων για την εικόνα της Παναγίας της Πορταΐτισσας, η οποία κατά παράδοση δεν βγαίνει ποτέ από τα όρια του Άθωνος, οι εικόνες αυτές πριν σταλούν στον τελικό προορισμό τους εγκαινιάζονται τελετουργικά.

Τις περισσότερες φορές εκτίθενται δίπλα στο θαυματουργό πρωτότυπο και λειτουργούνται επί σαράντα ημέρες ή χρίονται με μύρο και τους διαβάζουν την παράκληση της Παναγίας ή του εικονιζομένου αγίου. Κατόπιν, αποστέλλονται τελετουργικά στον προορισμό τους, με συνοδεία πάντοτε από τη μονή, όπου βρίσκεται το πρωτότυπο και με τιμές ανάλογες εκείνων που το πρωτότυπο απολαμβάνει.
Η υποδοχή αυτή έχει όλα τα τελετουργικά χαρακτηριστικά της υποδοχής των ιερών λειψάνων ή των περίπυστων(πρωτότυπων) εικόνων που μεταφέρονται περιστασιακά στις ενορίες για αγιασμό των πιστών: περιλαμβάνουν την τιμητική συνοδεία αγημάτων στρατιωτών ή ανδρών σωμάτων ασφαλείας, φιλαρμονικών και προσκόπων, ακόμη δε τη συνοδεία ανδρών και γυναικών ντυμένων με αντίγραφα παραδοσιακών φορεσιών από τους εθνοτοπικούς συλλόγους της περιοχής, και μάλιστα αυτούς που κυρίως συνεργάζονται με τη συγκεκριμένη ενορία υποδοχής ή ανήκουν στην ιδιαίτερη πατρίδα του εφημερίου. …
Οπωσδήποτε πρόκειται για ένα νέο φαινόμενο, που εντάσσεται και στα όρια της σύγχρονης νεωτερικής λαϊκής θρησκευτικότητας, και ως εκ τούτου ενδιαφέρει και τη θρησκευτική λαογραφία μας. Και βέβαια πρόκειται για ένα φαινόμενο το οποίο συχνά μπορεί να γίνει βάση λατρευτικών ή άλλων υπερβολών και παρεκτροπών από το παραδοσιακό ορθόδοξο λατρευτικό ήθος και την ανάλογη παράδοσή μας, γι’ αυτό και η Διοικούσα Εκκλησία θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτική τόσο στην εμφάνιση όσο και στη διαχείρισή του».(Μ. Γ. Βαρβούνη, καθηγητή Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης)(4)

«Πρωταθλήτρια» στη διανομή πιστών αντιγράφων φαίνεται πως είναι η Μονή Βατοπαιδίου, η οποία σε τακτά χρονικά διαστήματα δωρίζει πιστά αντίγραφα δυο εκ των εφέστιων εικόνων της σε ναούς, μονές και μητροπόλεις σε ολόκληρη την επικράτεια.
Όπως ήταν αναμενόμενο, η συνεχώς αυξανόμενη τάση μεταφοράς αντιγράφων έχει προκαλέσει σοβαρό προβληματισμό.
Ναι ή όχι στα αντίγραφα; Αυτό το ερώτημα απασχολεί όλο και περισσότερο τις τάξεις του Κλήρου τελευταία, ύστερα από τη σχεδόν εκρηκτική αύξηση μιας νέας τάσης στον ελλαδικό χώρο, η οποία σχετίζεται με την ενθρόνιση πιστών αντιγράφων ιστορικών εικόνων σε διάφορους ναούς και μονές της επικράτειας.
Όπως κάθε τι, έτσι και αυτή η νέα τάση στα εκκλησιαστικά πράγματα, έχει τους υποστηρικτές της, τους σκεπτικούς, αλλά και τους κάθετα διαφωνούντες. Αν κρίνουμε από τη συνεχή αύξηση των σχετικών τελετών φαίνεται πως οι υποστηρικτές πολλαπλασιάζονται, αν και δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητος ο αριθμός εκείνων που θεωρούν πως έχει χαθεί το μέτρο.

Από τη μια πλευρά υπάρχουν οι υποστηρικτές της τάσης αυτής, οι οποίοι επιχειρηματολογούν, πως σε εποχές δύσκολες, όπως αυτή που διανύουμε τα τελευταία χρόνια, οτιδήποτε μπορεί να ενισχύσει την πίστη του λαού και να τον φέρει πιο κοντά στον Θεό και την Εκκλησία δεν μπορεί να θεωρείται κατακριτέο.
Υποστηρίζουν δε, πως με την κίνηση αυτή Μητροπόλεις, Ναοί και Μονές σε ολόκληρη την επικράτεια δημιουργούν ισχυρούς δεσμούς με ιστορικές Μονές του Άθωνα βοηθώντας στη διατήρηση μακραίωνων παραδόσεων του τόπου.
Στα παραπάνω επιχειρήματα έρχονται να απαντήσουν όσοι παρακολουθούν με σκεπτικισμό την όλη δραστηριότητα κάνοντας λόγο για ευτελισμό των κειμηλίων. «Είναι άλλο να δημιουργούνται μικρά αντίγραφα των ιστορικών εικόνων, ώστε ο κάθε πιστός να έχει τη δυνατότητα να τις προσκυνά στο σπίτι του και άλλο να δημιουργούνται ακριβή αντίγραφα στα οποία να τους αποδίδονται τιμές σαν να είναι το πρωτότυπο» σημειώνουν.
Ορισμένοι δε, που δηλώνουν ότι περισσότερο ενοχλούνται παρά «αναπαύονται» από όλο αυτό, κάνουν λόγο για ενέργειες που θυμίζουν περισσότερο «franchise»(επιχειρηματική πρακτική που σημαίνει σύστημα δικαιόχρησης) παρά οτιδήποτε άλλο.
[…] Όπως όλοι γνωρίζομε η μία Παναγία μας, η Υπεραγία Θεοτόκος, έχει πολλές προσωνυμίες (οι επωνυμίες της υπολογίζονται σε χιλιάδες, ανά τον ορθόδοξο κόσμο). Η κάθε εικόνα της Θεοτόκου, εφέστια σε Μονή ή σε Προσκύνημα, η οποία έχει κάποιο προσωνύμιο, έχει επ’ αυτής, συνήθως, διάφορα τάματα και αφιερώματα και κυρίως έναν διάκοσμο, ο οποίος σχετίζεται με το συγκεκριμένο πρωτότυπο εικόνισμα, το οποίο επίσης συνήθως θεωρείται και είναι θαυματουργό.

Θαυματουργός, βεβαίως, είναι η Θεοτόκος, η οποία ενεργεί τα θαύματα «διαπορθμεύουσα τη χάρη και ευλογία Της μέσω των συγκεκριμένων ιερών εικονισμάτων», αλλά και κάθε εικόνα Της προς το συμφέρον της αιτήσεως των προσφευγόντων στη βοήθειά Της πιστών ανθρώπων και κυρίως προς σωτηρία αυτών. Μία φωτογραφία μιας θαυματουργού, κατά τα ανωτέρω, εικόνας της Θεοτόκου μπορεί να δίδεται και να ζητείται ως “ευλογία” και ανάμνηση του προσκυνήματός μας στο αντίστοιχο πρωτότυπο εικόνισμα. Με τα μέσα της εποχής μας δε, αυτό το ενθύμιο μπορεί να είναι ακόμη και μία μικρογραφία-μίμηση του πρωτοτύπου.
Στη συνέχεια θα καταγράψουμε ορισμένες θεολογικές απαντήσεις στο θέμα, που είναι αποτέλεσμα της δικής μας διαδικτυακής έρευνας με θέμα.
Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΣΕ ΝΑΟΥΣ ΚΑΙ ΜΟΝΕΣ ΠΙΣΤΩΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΩΝ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΩΝ ΕΙΚΟΝΙΣΜΑΤΩΝ, ΕΤΣΙ ΟΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ, ΣΥΝΑΔΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΣΕΒΕΙΑ;
Η κατασκευή πανομοιότυπων σε μέγεθος και διάκοσμο εικόνων “των πρωτοτύπων εικόνων” (!), δημιουργεί την αίσθηση της οιονεί “κλωνοποιήσεως” του θαυματουργού εικονίσματος και τη “ψευδαίσθηση” ότι έτσι κατέχεται σε κάθε περίπτωση ένα ειδικής χάριτος και ευλογίας πιστό κατά πάντα αντίγραφο του πρωτοτύπου. Παλαιότερα, συνέβαινε κάτι πολύ παραδοσιακότερο και ορθότερο τούτου του φαινομένου, συμβατού (εκείνου) με την ευσέβεια και την οφειλόμενη τιμή στο Πρόσωπο της Θεοτόκου και τα πολλά της θαυμάσια, εκ των οποίων άλλωστε προέρχονται και τα πλείστα εκ των διαφόρων προσωνυμίων της. Αγιογραφούνταν εικόνες επιγραφόμενες με την ιδιαίτερη επονομασία ή και τον τύπον της πρωτοτύπου Εικόνος (Παναγία Πορταϊτισσα, Παραμυθία, Γοργοϋπήκοος, Τριχερούσα κ.ο.κ.).

Στην τελευταίως, όμως, παρατηρουμένη πρακτική, η ευλάβεια των πιστών φαίνεται να “κατευθύνεται” σε κάποιο θαυματουργό αντικείμενο (εικόνα), το οποίο και ως αντίγραφο διατηρεί τρόπον τινά τις ιδιότητες του συγκεκριμένου πρωτοτύπου εικονίσματος (τη θαυματουργική χάρη). Έτσι, όμως, είναι σα να απονέμεται διά της προσκυνήσεως της εικόνος – αντιγράφου τιμή όχι προς το εν ουρανοίς πρωτότυπο αυτής, τουτέστιν το Πρόσωπο που εικονίζεται, δηλαδή π. χ. τη Θεοτόκο, αλλά προς το αυθεντικό πρωτότυπο (το εικόνισμα πλέον και όχι το Πρόσωπο) βάσει του οποίου ως προσομοίωση παρήχθη το αντίγραφο! Γίνεται δηλαδή το αντίγραφο περισσότερο εικόνα της εικόνας και όχι τόσο εικόνα της Θεοτόκου, την οποία εικονίζει!
Αυτό, ίσως ενέχει τον κίνδυνο της ειδωλοποιήσεως των θαυματουργών εικονισμάτων, κάτι βεβαίως που πρέπει να το προσέχουμε ούτως ή άλλως και όσον αφορά στα αυθεντικά πρωτότυπα θαυματουργά εικονίσματα.
Η πνευματική αναγωγή μας και η διαβίβαση της τιμής που απονέμουμε διά της προσκυνήσεως προς το εικονιζόμενο πρόσωπο, δεν πρέπει ποτέ και επ’ ουδενί να υποκαθίσταται ή αντικαθίσταται από μία τιμή προς ένα θαυματουργό “αντικείμενο”, διότι κάτι τέτοιο δεν εκφράζει την Πίστη μας και δεν απηχεί τη σχετική περί εικόνων και της προσκυνήσεως αυτών Ορθόδοξη Διδασκαλία.

Ακόμη, καταλήγει να είναι παράταιρο και καινοτόμο όχι μόνο προς την Πίστη, αλλά και αυτή την ευλάβεια των πιστών ανθρώπων, το γεγονός ότι μία νέο-κατασκευασμένη και αγιογραφημένη εικόνα να εμφανίζεται εξ αρχής επενδεδυμένη με το λεγόμενο “πουκάμισο”, χρυσό ή αργυρό, με το οποίο κάποτε έντυσαν την πρωτότυπη Εικόνα η ευλάβεια και η ευχαριστία συγκεκριμένων πιστών, οι οποίοι εξέφρασαν έτσι την πίστη και ευγνωμοσύνη των για την ικανοποίηση κάποιων ευλαβών αιτημάτων τους προς την Παναγία.
Με ποιο δέος και θαυμαμό θα προσκυνήσουν οι πιστοί, οι οποίοι βλέπουν πλέον πρώτα τα αντίγραφα, τις ίδιες τις αυθεντικές θαυματουργές Εικόνες ή θα προστρέξουν σ’ αυτές από ευλάβεια και σεβασμό στο θαυματουργικό ιστορικό τους, όταν πλέον στα προκυνητάρια πολλών Ναών και Μονών βρίσκονται αντίγραφα με παράδοξο πλουμιστό διάκοσμο και συγκεκριμένη “ιστορική” ταυτότητα, η οποία, όμως, μόνο στο θαυματουργό εικόνισμα ανήκει και αρμόζει;
Μήπως, χωρίς να συνειδητοποιείται, αυτή η νέα πρακτική, υποδηλώνει εκκοσμικευμένο ή και ευθέως καταναλωτικό πνεύμα, το οποίο θέλει άμεσα και γρήγορα να προσεγγίζει το σπάνιο και πολυτίμητο; Μήπως, τελικώς, αντί να καλλιεργείται η ευσέβεια, με αυτή την πρακτική ευτελίζεται ή χάνει το μυστικό βάθος της; Μήπως τελικώς καλλιεργείται και προβάλλεται ή υποστηρίζεται με αυτή την πρακτική μία έστω και έμμεση “ειδωλοποίηση” των θαυματουργών εικονισμάτων, προκαλώντας μάλλον δικαιολογημένα τον προβληματισμό κάποιων πιστών και τον σκανδαλισμό κάποιων απίστων;
Τέλος, μήπως όπισθεν αυτής της πρακτικής αποκαλυφθούν κάποτε άλλου είδους συναλλαγές (οικονομικές και όχι μόνον) οι οποίες θα εκθέσουν τους επινοήσαντες ή τέλος πάντων τους ακρίτως γενικεύσαντες και καθιερώσαντες αυτή την πρακτική; Η εξαίρεση, συνήθως, δημιουργεί παρενέργειες, όταν γίνεται κανόνας! Τουλάχιστον, ας αντιμετωπισθούν τα ανωτέρω ως ένας έντονος θεολογικός προβληματισμός.
Υπενθυμίζουμε ότι η Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους επιλήφθηκε – επιτέλους! – του θέματος και με γράμμα προς τις Μονές του Άθωνα, θυμίζει στους Ηγουμένους τη δέσμευση που ανέλαβαν να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση και να αποφύγουν εκδηλώσεις περιαγωγής αντιγράφων ιερών εικόνων ανά τας ρύμας της χώρας. (έγγραφο με αριθμ.πρωτ.Φ.2/26/372/15 Φεβρ 2018).

Η Ιερά Κοινότητα έκανε απλώς το αυτονόητο και έπρεπε να το έχει κάνει προ πολλού, γιατί αυτή η επιδημία δεν φαίνεται να έχει γιατρειά. Ίσως, βέβαια, είναι αργά τώρα, γιατί η πρακτική αυτή έχει καταστεί στη συνείδηση των «πιστών» οιονεί αυτονόητη.
Έστω και τώρα, όμως, θα ήταν ευχής έργο να αναχαιτιστεί αυτή η επικίνδυνη τακτική, από την οποία κινδυνεύει και η ιερότητα του Αγίου Όρους.
Άραγε δεν μένουν ενεοί και εκστατικοί γι΄αυτή την πρακτική οι επιστήμονες E. Ν. Τσιγαρίδας – Βιβή Χ. Παπαδημητρίου, οι οποίοι συνέγραψαν τη θαυμάσια μελέτη «Θαυματουργικές εικόνες της Μονής Βατοπαιδίου και τα αντίγραφά τους»; Εκεί τα αντίγραφα δεν είναι σημερινήςκοπής, αλλά ιστορικά, του 17ου, του 18ου και του 19ου αιώνα.

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
1. https://www.taneatismikrospilias24.com/alpharhochiiotakappaeta-sigmaepsilonlambdaiotadeltaalpha/9651017
2. http://epistrofi-sotiria.blogspot.com/
3. https://fdathanasiou.wordpress.com/
4. https://ikivotos.gr/post/4338/antigrafa-eikonwn
5. https://orthodoxia.info/news
6. https://www.romfea.gr/agioritika-nea/20458-oxi-apo-tin-iera-koinotita-tou-agiou-orous-sta-antigrafa-eikonon
7. https://www.lifo.gr/lifoland/mikropragmata/eidololatreia-ton-apomimiseon-ti-paizei-me-ta-antigrafa-eikonon-poy-bgainoyn
8. http://panagiotisandriopoulos.blogspot.com/2018/03/blog-post_64.html