Αρχειοτάξιο Ιδεών (συνομιλούντες για το Πολίτευμα)
Του Βαγγέλη Σακέλλιου, Δικηγόρου
…Στο σχολείο ξέχασαν να μου θέσουν σωστά
το δίλημμα
Ελευθερία ή θάνατος
ή μήπως Ελευθερία και θάνατος ;
Ελευθερία ή κόλαση
ή μήπως Ελευθερία της Κόλασης ;
Κι έτσι αργότερα συνειδητοποίησα
αργά κι επώδυνα
ότι αυτό που μας ταλανίζει
είναι η Κόλαση της Ελευθερίας…
Γιάννης Πανούσης, Οροθέσιον ή Υπερόριον
Το μακρινό 1980 οι καλές εκδόσεις της Θεσσαλονίκης «Παρατηρητής» εξέδοσαν με περισσή φροντίδα ένα βιβλίο 160 σελίδων με τίτλο : «Η λογική του Πολιτεύματος και η δομή της εκτελεστικής εξουσίας στο Σύνταγμα του 1975». Συγγραφέας του ο Ευάγγελος Β. Βενιζέλος. Ήταν η διδακτορική του διατριβή. Οι προβληματισμοί και οι προσλαμβάνουσες του νεαρού, τότε, συγγραφέα συμπυκνώθηκαν στην συνταγματοπολιτική προοπτική μιας αντιφάσκουσας διάρθρωσης της δομής της εκτελεστικής εξουσίας, ως αυτοτελούς θεσμού και πόλου ισχύος στο Πολίτευμα που οικοδομήθηκε μέσα από το Σύνταγμα του 1975 αμέσως μετά την πτώση της επτάχρονης τυρρανίας , από την δικτατορία των συνταγματαρχών.
Σαράντα ένα χρόνια μετά, τον Νοέμβριο του 2021, ένας σύγχρονος ομότεχνος του Ευάγγελου Βενιζέλου, ο συνταγματολόγος Παναγιώτης Δουδωνής, διδάσκων στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, ξαναβρίσκει την άκρη του νήματος και μας καλεί σε μια νέα, αναθεωρημένη προσέγγιση και γνωριμία με τις συντεταγμένες του Πολιτεύματος, υπό την βασική παραδοχή πως πρόκειται για μια έκφανση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. (βλ. Παναγιώτης Δουδωνής, Το Πολίτευμα της συνύπαρξης, εκδ. Αρμός).
Ο συγγραφέας εξαρχής ξεκαθαρίζει, σχεδόν αφοριστικά, πως contra σε παραδοχές «ξεχωριστών ανθρώπων», όπως ο Κορνήλιος Καστοριάδης ή ο Μισέλ Ουελμπέκ που εκστασιάζονται στο ιδανικό της άμεσης δημοκρατίας, υπερασπίζεται «την άλλη μεριά» ως θιασώτης της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και εν τέλει συνηγορεί για ένα «πολίτευμα της συνύπαρξης».
Η εμπέδωση και καθιέρωση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, κατά τον συγγραφέα, δεν υπήρξε ούτε αυτονόητη ούτε ευθύγραμμη. Σταδιακά κατέκτησε τον χαρακτήρα της διευρύνοντας την αντιπροσώπευση. Αρχικά με την οιονεί κατάργηση των προϋποθέσεων συμμετοχής κατά τάξεις και ελίτ, έπειτα με την κατάργηση των περιουσιακών κριτηρίων και τέλος με την απάλειψη των περιορισμών που απορρέουν από το φύλο, το χρώμα ή την προέλευση των πολιτών.
Βέβαια, η πολιτική ιστορία δεν είναι απλά και μόνο μια ιστορία ιδεών. Είναι η ζώσα συνείδηση των τάξεων και των ενεργών πολιτών που διαχρονικά γράφουν κάθε «επόμενη σελίδα» με τους αγώνες, τις θυσίες και τα προτάγματα των ιδεών και της κοσμοθεωρίας (τους).
Η ιστορία εγγράφεται μέσα στο πλαίσιο που διαμορφώνεται χρονικά, κουβαλώντας το παρελθόν και ατενίζοντας το μέλλον.
Πόσο λοιπόν διευρυμένη θεωρείται μια «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» όταν : αα) καταργείται ή αναστέλλεται η δράση και εν γένει λειτουργία των πολιτικών κομμάτων π.χ. υπό το πρόσχημα ή την ρητή παραδοχή ότι είναι φορείς «ξενοκίνητων και επικίνδυνων ιδεών», όπως συνέβη μετά τον εμφύλιο ; ββ) νοθεύεται και φαλκιδεύεται εν τοις πράγμασι η ίση δυνατότητα συμμετοχής στον δημόσιο βίο μέσα από θεσμικές διαδικασίες (βουλευτικές και αυτοδιοικητικές εκλογές) όταν η χειραγώγηση της κοινής γνώμης και του πολιτικού σώματος μέσω συστημικών ΜΜΕ είναι συνοδή απόρροια οικονομικής συναλλαγής ; γγ) όταν η φτωχοποίηση μεγάλης μερίδας πολιτών και η συνακόλουθη καχεξία των ασθενών ή ασθενέστερων τάξεων οδηγεί στο περιθώριο νέους και νέες, ανέργους, απολυμένους, φτωχούς, παραιτημένους ;
Με τα παραπάνω θέλω να πω πως η «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» δεν είναι και τόσο «αντιπροσωπευτική» όταν a priori αποκλείονται στην «συν-δημιουργία» της όλο και περισσότεροι/ες.
Υπό την παραδοχή αυτή ένα «τέτοιο» Πολίτευμα δεν θα μπορούσε να είναι, άνευ άλλου τινός, ένα «Πολίτευμα της συνύπαρξης».
«Συνυπάρχει» κάποιος όταν αυτός μπορεί να συμμετέχει, να ενεργεί, να «δικαιολογεί» την παρουσία του. «Συνυπάρχει» όταν θεωρείται (και είναι) ισότιμο και αυθύπαρκτο υποκείμενο ενός διαλόγου και μιας δράσης. «Συνυπάρχει» όχι όταν, κατ’ επίφαση και μόνο, ως πολίτης «εκλέγει και εκλέγεται» αλλά μόνο τότε που μπορεί να έχει τις εγγυήσεις και την δυνατότητα μιας ουσιαστικής συμμετοχής χωρίς προαπαιτούμενα και αστερίσκους. Ένα «Πολίτευμα της συνύπαρξης» εκ προοιμίου απαιτεί πνεύμα συνδιαλλαγής, ίσων ευκαιριών, προϋποθέτει «κοινή γλώσσα» όσων υπηρετούν το αφήγημά του, αυτό το αφήγημα της αστικής φιλελεύθερης δημοκρατίας.
Τυπολογικά και πολιτειολογικά ο Παναγιώτης Δουδωνής έχει δίκαιο.
Η αντιπροσωπευτική αστική φιλελεύθερη δημοκρατία και υπηρετεί και υπερασπίζεται το «Πολίτευμα της συνύπαρξης» μέσα από την δομή και την λειτουργία των θεσμών του κράτους. Η νομική δογματική και προσέγγιση του συγγραφέα απαιτεί, κατά τη γνώμη μου, μια άλλη πολιτική κουλτούρα, μια ενσυναίσθηση «του πλησίον» μέσα από κανόνες και φίλτρα πολιτικής και εκλογικής συμπεριφοράς. Απαιτεί θεσμικά αντίβαρα και αντι-πόλους ισχύος που θα αποτυπώνονται όχι σε κάποιες αφηρημένες συνταγματικές διατάξεις άλλα σε καθημερινές πράξεις της Πολιτικής.
Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, υπό την δογματική νομική θεώρηση και παραδοχή, αναμφίβολα συνιστά καταλύτη για την μορφοποίηση του Πολιτεύματος αφού οι αρμοί της δίνουν έμφαση σε μια συνυπαρκτική λειτουργία. Αυτή η συνυπαρκτική λειτουργία, αν και διακρίνεται και κανοναρχείται από μια διαλεκτική σύνθεση, προϋποθέτει όχι μόνο την ανοχή της αντίθετης γνώμης αλλά και την σύγκρουση ιδεών, κομμάτων, πολιτών.
Αναγνωρίζει την ανάγκη του «αντί», την ανάγκη της έκφρασής του.
Ανήκω σαυτούς που, αν και νομικός, αποφεύγω, όσο μπορώ, τις δογματικές θεωρήσεις και προσλαμβάνουσες της Πολιτειολογίας. Πιστεύω στην ανόθευτη σχέση του πολιτικού υποκειμένου με αυτό που ονομάζουμε ή θεωρούμε «ζωή», «ιδέες», «όνειρα», «αξιοπρέπεια», «κοινωνική δικαιοσύνη», «προτάγματα» όπως κι αν τα οριοθετούμε μέσα σε ένα «Πολίτευμα».
Υπό τον απαράβατο, ωστόσο, όρο πως η δική μου δυνατότητα θα είναι και δυνατότητα «του άλλου». Ο ταξικός, κοινωνικός και πολιτικός αποκλεισμός νοθεύει και αφυδατώνει το αφήγημα της «συνύπαρξης», ναρκοθετεί την «κουλτούρα της συνδιαλλαγής». Εξάλλου συγκρούονται δύο διαφορετικοί κόσμοι που δύσκολα συνυπάρχουν. Η , με τεχνικούς όρους, συγκατοίκηση αυτών των κόσμων ούτε υπονοεί ούτε, πολύ περισσότερο, εκλαμβάνεται ως συνύπαρξη αφού ο ένας είναι κυρίαρχος πόλος ισχύος κι ο άλλος, ως «λογικό συμπλήρωμα», αποδυναμωμένος και μειωμένης θεσμικής νομιμοποίησης. Άρα δεν είναι ισότιμοι, δεν λειτουργούν ως θεσμικά αντίβαρα μεταξύ τους. Υπό την έννοια αυτή, κατά την γνώμη μου, αυτού του είδους η «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» είναι αμφίβολο εάν αναδεικνύεται ως εγγυητής της πολιτικής ενότητας ως εκλαμβάνει ο συγγραφέας χωρίς επιφυλάξεις.
Γιατί μια χαλκευμένη «συνύπαρξη» αυτοαναιρείται από τη φύση της. Ακυρώνεται.
ΥΓ. Το καλοκαίρι κυκλοφόρησε απ’ την «Σύγχρονη Εποχή» ένα νέο βιβλίο του Πανεπιστημιακού Γιώργου Ρούση, με τον ερεθιστικό τίτλο «Αστική Δημοκρατία – εγχειρίδιο επαναστατικής χρήσης». Το (μόνο) κοινό με το βιβλίο του Παν. Δουδωνή είναι το εξώφυλλό τους : Ο Παρθενώνας, οιονεί αέναο σύμβολο του Πολιτισμού και της Δημοκρατίας. Οι εκδοχές των συγγραφέων διαφέρουν. Βρίσκονται στον αντίποδα.