Ερμηνεία πάνω στο αποκριάτικο δρώμενο των Μπαντίδων

Γράφει :
η ΕΛΕΝΗ ΘΕΟΔΩΡΟΥ

Τι σχέση έχουν οι Μπαντίδοι της Άρτας με τον πόλεμο των κρινολίνων της Πόλης;
Όταν στις Απόκριες άκουγα το τραγούδι που συνόδευε εδώ στην πόλη μας τα σχετικά με τους Μπαντίδους δρώμενα, το γνωστό:
” πάει το Μαλακό σ ‘ Παπούλια μ
Πάει το Μεντζικό σ ‘
Το πήραν οι Μπαντίδοι Παπούλια μ ‘
Το πάν στο Μονοπλιό
Λάι λάι λάι Παπούλια μ ‘λάι ”
τίποτα δεν καταλάβαινα απ’ όσα τραγουδούσα.

Όταν άρχιζα να ψάχνω, έπεφτα συνέχεια πάνω σε αντιγραφές παλαιότερων κειμένων, σχεδόν αυτολεξεί. Ο ένας αντέγραφε τον άλλο και κανείς δεν εξηγούσε σε βάθος τί δρώμενο ήταν αυτό και πως στην ευχή έφτασε εδώ. Με την έρευνα ( διάβασμα πηγών, συζητήσεις, μαρτυρίες…) κατάφερα να ρίξω λίγο φως. Θέλει όμως περισσότερη έρευνα.

Στο εν λόγω δρώμενο, που έκαναν οι Μπαντίδοι τις Απόκριες, η γυναίκα του Ρώσου υποπροξένου στην Άρτα, υποτίθεται ότι έδινε σε έναν μασκαρεμένο άνδρα, ένα είδος μαλακού φορέματος που λεγόταν”μαλακώφ” και ένα είδος σφιχτού κορσέ, που το ονόμασε “μετζικό” και ήταν στοιχεία της γυναικείας ενδυμασίας. Τα έδινε αυτά στον Παπούλια, έναν εκφραστικό τύπο κωμικό, εύθυμο και γλεντζέ, ως ανάμνηση σχέσης.
Ξεκινούσε λοιπόν αυτός μασκαρεμένος από την πλατεία Κακαβά σήμερα, για το Μονοπλιό και τραγουδούσε πειράζοντας τους ανθρώπους που συναντούσε στο δρόμο.

Από το Μονοπλιό όμως ξεκινούσε και μια άλλη παρέα μασκαρεμένη, οι Μπαντίδοι. Στη μέση της διαδρομής έβρισκαν τον τύπο αυτό και μετά από μικρή μάχη μαζί του, τού αφαιρούσαν τα πολύτιμα αποκτήματα. Του έβγαζαν το μαλακώφ και το μετζικό και τα πήγαιναν ως τρόπαια στο Μονοπλιό τραγουδώντας το παραπάνω τραγούδι.
Το Μαλακώφ παρέπεμπε στο ρωσικό οχυρό, κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου, που υπεράσπιζε Ρώσος πρίγκιπας και το έχασε από τους Αγγλογάλλους. Οι Γάλλοι ονόμασαν έτσι το οχυρό, επειδή τους θύμισε το γυναικείο μεσοφόρι, το φουρώ Μαλακώφ. Έτσι καταγράφεται ως τώρα κι έτσι ερμηνεύεται το δρώμενο. Ότι δηλαδή, απηχεί εκείνα τα γεγονότα. Θα μπορούσε.

Όμως υπάρχει και κάτι ακόμα που φωτίζει πιο καλά τα γεγονότα και νομίζω ταιριάζει στο ήθος των Μπαντίδων και στον συμβολισμό μιας “πύρρειας” νίκης, στο δρώμενο που παίζουν.

Υπάρχει μια κωμωδία του Χουρμούζη με τον τίτλο “Μαλακώφ” που σατιρίζει την ξενομανία των Ρωμιών της Πόλης μετά την νίκη των Αγγλογάλλων στον Κριμαϊκό πόλεμο. Όταν τον Μάρτιο του 1856 ο Χουρμούζης, απογοητευμένος από την πολιτική των Αγγλογάλλων στα ελληνικά πράγματα, τη φαυλότητα του καθεστώτος της βαυαροκρατίας και την δυσμενή θέση στην οποία είχε περιέλθει η Ελλάδα, αποφασίζει να γυρίσει πίσω στην Κωνσταντινούπολη, πόλη στην οποία είχε γεννηθεί, βρίσκεται μπροστά σε φοβερές αλλαγές. Ο τρόπος ζωή και οι συνήθειες των ανθρώπων, κυρίως των Ρωμιών, έχουν αλλάξει, έχουν εξευρωπαϊστεί.

Οι Ρωμιοί, την ίδια εποχή, μετακινούνταν από το παραδοσιακό Φανάρι στο κοσμικό και πολύβουο Σταυροδρόμι με τις κατοικίες των Ευρωπαίων, τις πρεσβείες, τα προξενεία, τις χοροεσπερίδες. Λούσα και μόδα είναι απόρροια της νέας πολιτικής και κοινωνικής κατάστασης
που ενέσκηψε. Ιδιαιτέρως ο Συγγρός σχολιάζει τους χορούς και τις βεγγέρες στις διπλωματικές πολυτελέστατες οικίες του Σταυροδρομίου, τα πλούσια δείπνα με τον άφθονο καμπανίτη οίνο, πολυτέλεια την οποία πολύ γρήγορα θα μιμηθούν και οι πλούσιοι της εποχής, όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζει, καλώντας ξένους, από τις στρατιωτικές επιμελητείες της Γαλλίας και Αγγλίας και αξιωματικούς μάχιμους που παρεπιδημούσαν στην Πόλη στα χρόνια του Κριμαϊκού πολέμου.

Οι γυναίκες της Πόλης, πιο ανοιχτές στα ευρωπαϊκά ήθη, παρακολουθούν τη μόδα, τα περιοδικά που έρχονται από την Ευρώπη και αλλάζουν ταχύτατα διατροφικές συνήθειες, ενδυματολογική προσέγγιση, απομακρύνονται από την παράδοση και την εκκλησία. Φορούν φουρώ υπερμεγέθη ( Μαλακώφ).

Τις υπερβολές αυτές διακωμωδούν με σκίτσα, σατιρικά ποιήματα και κείμενα τα ευρωπαϊκά περιοδικά της εποχής, π.χ. το αγγλικό περιοδικό Punch, or the London Charivari των ετών 1857-1859, όπου δημοσιεύονται cartoons και έξυπνα κείμενα, όπως εκείνο με τον τίτλο «Crinoline viewed as a depopulating influence». Σατιρικά ποιήματα για το κρινολίνο δημοσιεύονταν και σε ελληνικά φύλλα, όπως στον Ανατολικό Αστέρα (Οκτώβριος του 1862) και διακωμωδούσαν τις ενδυματολογικές υπερβολές του γυναικείου πληθυσμού στη ρωμέικη κοινωνία της Πόλης. Δηκτικότατα είναι και τα σχόλια Ευρωπαίων γυναικών για
το κακό γούστο των Ρωμιών γυναικών της Πόλης. Η εμφάνισή τους αποτελούσε με κάποιες σπάνιες εξαιρέσεις καρικατούρα του χειρότερου στυλ γαλλικού φορέματος.

Μάλιστα αναφέρεται στον τύπο της εποχής ότι ο Πατριάρχης αναγκάστηκε να βγάλει διαταγή να απαγορευθεί πλέον η είσοδος γυναικών στη Θεολογική Σχολή, κατά την τελετή αποφοίτησης, των σπουδαστών της. Εκτός της μητέρας του αποφοίτου και εφόσον αυτή δεν έφερε μαλακώφ.

Ο Χουρμούζης παρουσιάζει δύο ομάδες από τις Πολίτισσες: από τη μια οι ελληνόφωνες ρωμιές, οι οποίες, στον
βαθμό που μπορεί να καθοριστεί η κοινωνική τους προέλευση ανήκαν στη νεφελώδη κοινωνική κατηγορία των μεσαίων στρωμάτων, και των οποίων η ανάπτυξη είναι παράλληλη με τον εξαστισμό και τον εξευρωπαϊσμό• και
από την άλλη, παρακολουθούμε, με δείγμα τη Φεταή ( ηρωίδα της κωμωδίας του Χουρμούζη, τουρκόφωνη χριστιανή, που κρατάει πιστά την παράδοση ) την αντίδραση των λαϊκότερων στρωμάτων στα νέα ήθη, τη συντηρητική στάση των τουρκόφωνων οικογενειών με καταγωγή από την Ανατολή, που ζούσαν μακριά
από το μοντέρνο Μπέογλου σε μαχαλάδες όπως η Βλάγκα, το Εντίρνε καπού και το Κουμ καπού (Κοντοσκάλι)

Στην κωμωδία Μαλακώφ γίνεται η συζήτηση περί μόδας και υιοθέτησης του ευρωπαϊκού lifestyle. Είναι φανερό ότι υπήρχε διάσταση απόψεων και μέσα στους κύκλους των Ανατολιτών της Πόλης, οι οποίοι θεωρούνταν a priori η πιο συντηρητική ομάδα των ορθοδόξων με μεγάλη προσκόλληση στην εκκλησία και την παράδοση.
Υπάρχει μάλιστα και ομώνυμη κωμωδία του Π. Ρ. Σλαβέικοφ “Μαλακώφ” (1864), που δείχνει την αντίδραση και των άλλων ορθόδοξων βαλκάνιων λαών στην υιοθέτηση της δυτικής γυναικείας ένδυσης πέραν της όποιας επίδρασης άσκησε και η κωμωδία του Χουρμούζη.

Η δράση του Μαλακώφ του Σλαβέικοφ λαμβάνει χώρα στη βουλγαρική επαρχία. Ένας χωρικός βρίσκει μια φούστα
μαλακώφ στο χωράφι του και την πάει δώρο στη γυναίκα του, η οποία δεν
καταλαβαίνει σε τι μπορεί να της χρησιμεύσει αυτό το περίεργο αντικείμενο. Περαστικοί της εξηγούν περί τινος πρόκειται και με την ευκαιρία ειρωνεύονται τις γυναίκες που ξελογιάζονται με τα λούσα και τις μόδες.

Δεν αποκλείεται λοιπόν οι Μπαντίδοι τις Άρτας, ως εκπρόσωποι ενός κόσμου που έσβηνε, να ειρωνεύονται με το εν λόγω δρώμενο την συνήθεια και το lifestyle της εποχής που ξημέρωνε και θα σήμαινε το τέλος τους. Ο κόσμος άλλαζε και σε τούτη τη γωνιά της γης. Δεν μου φαίνεται καθόλου απίθανο κάτι τέτοιο, αν αναλογιστεί κανείς ότι σε όλα τα Βαλκάνια πια οι αλλαγές γίνονται αισθητές και αυτό διακωμωδείται μέσα στο πνεύμα της Αποκριάς.