«Η Βενετοκρατία στα Επτάνησα-Η περίπτωση της Κέρκυρας»

Ε.Γιωτοπούλου-Σισιλιάνου Εκδόσεις Εστία 2023 σελ.287

Γράφει ο
Κώστας Α. Τραχανάς

 

Πολλοί σίγουρα αναρωτιόνται γιατί στα σχολικά εγχειρίδια Ιστορίας παρουσιάζεται η περίοδος της Τουρκοκρατίας περισσότερο αναλυτικά και αποσιωπάται η περίοδος της Βενετοκρατίας στα Επτάνησα , παρόλο που διήρκεσαν σχεδόν το ίδιο χρονικό διάστημα.

Η Τουρκοκρατία προβλήθηκε για να αυξηθεί η σημασία του ένοπλου αγώνα των ηρώων του ΄21 και η απελευθέρωση του ελληνικού εδάφους από τους Τούρκους κατακτητές, ενώ η Βενετοκρατία διακόπηκε απότομα, χωρίς την επέμβαση του νησιωτικού πληθυσμού,εξαιτίας της διάλυσης του βενετικού κράτους από τον Βοναπάρτη και της υποταγής της Βενετίας στην Αυστρία με τη συνθήκη του Campoformio. Δεν πρόκειται δηλαδή για περίπτωση που μπορούσε να δώσει ευκαιρία για μία ακόμη ένδοξη προβολή.

Άλλωστε η Βενετία δεν μπορούσε να συγκριθεί με την Τουρκία , γιατί αποτελούσε μια πολιτισμένη κυριαρχία παρ΄ όλα τα αναμφισβήτητα μειονεκτήματα , από τα οποία δεν είναι ποτέ απαλλαγμένη μία κατάκτηση. Υπάρχει η άποψη ότι η αποσιώπηση αυτή οφείλεται σε μια αντιμετώπιση των Επτανήσιων ως προνομιούχων σε σχέση με τους υπόλοιπους Έλληνες που δοκιμάστηκαν από τον βάρβαρο κατακτητή. Ωστόσο, παρόλο που η Βενετία δεν μπορούσε να συγκριθεί με την Τουρκία ως κατακτητής , παρουσίαζε σοβαρές αδυναμίες στην αποικιακή της διακυβέρνηση.
Μελετώντας τον τρόπο που κυβέρνησαν οι Βενετοί θα διαπιστώσουμε ότι όχι μόνο δεν επιδίωξαν να μορφώσουν τους Επτανήσιους ,αλλά τους υπέβαλλαν σε διαφόρων ειδών δοκιμασίες. Είναι γεγονός ότι ο λαός δεν συμπαθούσε τους Βενετούς.Η οικονομική πολιτική της Βενετίας, η συμμετοχή των Κερκυραίων σε όλους σχεδόν τους βενετικούς πολέμους εντός και εκτός της Ιταλίας,οι τραγικές απώλειες κατά τις απόπειρες κατάληψης του νησιού από τους Τούρκους , κυρίως στις δύο πρώτες και ιδιαίτερα εκείνη του 1537, η εξουθενωτική εργασία στα οχυρωματικά έργα, η τυραννία που δοκίμαζε ο πληθυσμός από τη ληστρική συμπεριφορά των αντρών του στόλου, η υποχρεωτική υπηρεσία των Κερκυραίων στις γαλέρες, συχνά υπό απαράδεκτες συνθήκες, η οικονομική εκμετάλλευση των χωρικών από τους βαρόνους και τον καθολικό κλήρο αλλά, κυρίως, η συχνά απαράδεκτη συμπεριφορά μελών της τοπικής βενετικής διοίκησης ήταν φυσικό να κρατούν τον πληθυσμό , και κυρίως τις αδύναμες κοινωνικά και οικονομικά ομάδες, σε συνεχή δυσφορία.

Ο θεσμός των πρεσβειών αποτελούσε ένα μέσο με το οποίο οι Βενετοί έδιναν το δικαίωμα στους υπηκόους τους να απευθύνονται απευθείας στο Κέντρο για να εκθέτουν τα παράπονά τους εις βάρος των τοπικών βενετών υπαλλήλων ή να προβάλλουν αδυναμίες και ελλείψεις, που έπρεπε να εξουδετερωθούν, με ειδικούς εκπροσώπους- τους πρέσβεις.Τις απόψεις που έπρεπε να υποστηρίξουν οι πρέσβεις τις παρουσίαζαν και γραπτώς στη βενετική Σύγκλητο.Θέματα διοικητικά , κοινωνικά, οικονομικά, επισιτισμού, συμμετοχής σε πολεμικές επιχειρήσεις, άμυνας, θρησκείας , παιδείας, υγείας επανέρχονται υπό διάφορες μορφές στη μακραίωνη περίοδο που καλύπτουν οι κερκυραϊκές πρεσβείες. Αλλά το θέμα που απαντά με τη με τη μεγαλύτερη συχνότητα είναι το της προστασίας των κερκυραϊκών προνομίων.

Είναι γνωστό, ότι η υπαγωγή της Κέρκυρας στο βενετικό κράτος έγινε ύστερα από μια σειρά διαπραγματεύσεων που της έδωσαν τη μορφή της «εκούσιας προσχώρησης».
Βασικό στοιχείο της συμφωνίας μεταξύ Βενετίας και Κέρκυρας ήταν η αναγνώριση εκ μέρους της πρώτης των προνομίων που είχαν παραχωρηθεί στην Κέρκυρα από τους Βυζαντινούς και τους Ανδηγαυούς και που αποτελούσαν το πολυτιμότερο αγαθό για την Κερκυραϊκή Κοινότητα. Γι΄ αυτό και ο αγώνας για τη διαφύλαξη τους ήταν συνεχής και επίμονος.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αιτήματα κατοχύρωσης των κερκυραϊκών προνομίων περιέχονται σχεδόν σε κάθε πρεσβεία , αλλά ό,τι οι πρέσβεις υπερασπίζονταν με πάθος ήταν η κατοχύρωση του δικαιώματος της προνομιούχου κατηγορίας των πολιτών (των cittadini) να μετέχουν μόνον αυτοί στο Συμβούλιο της Κοινότητας και να καρπούνται αποκλειστικά τα αξιώματα της εγχώριας διοίκησης.Την απόφαση της αποστολής πρεσβείας, τη σύνταξη των αιτημάτων και την υποστήριξή τους στη Σύγκλητο είχε το Συμβούλιο της Κοινότητας που ήδη από τα τέλη του ΙΕ΄αι. το αποτελούσε ουσιαστικά η προνομιούχα κατηγορία των πολιτών, οι cittadini.Βέβαια η ποικιλία των αιτημάτων αφορούσε σε μεγάλο βαθμό το σύνολο του πληθυσμού-κυρίως εκείνου της πόλης- αλλά η προσεκτική μελέτη τους δείχνει ότι το πνεύμα με το οποίο ήταν συνταγμένα τα αιτήματα ευνοούσε συνήθως τους cittadini.

Για πρώτη φορά στη βιβλιογραφία επιχειρείται η ανασύνθεση της αποικιοκρατικής πολιτικής της Βενετίας στον ελλαδικό χώρο , που διήρκεσε τέσσερις αιώνες (1386-1797).
Τα τέσσερα Κεφάλαια του βιβλίου είναι :Κοινωνία και θεσμοί-Πολιτισμικές επιδράσεις και εκπαίδευση-Στρατιωτικές υποχρεώσεις, οχυρώσεις και άμυνα και -Οικονομία : Ένας πρώϊμος «Μερκανταλισμός».
Η Έλλη Γιωτοπούλου-Σισιλιάνου γεννήθηκε στην Κέρκυρα, όπου έζησε τα πρώτα παιδικά της χρόνια. Πτυχιούχος του Ιστορικού-Αρχαιολογικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών, πήρε το διδακτορικό της από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Στην πρώτη φάση της σταδιοδρομίας της ασχολήθηκε με τη Μέση Εκπαίδευση ως καθηγήτρια στο Αμερικανικό Κολλέγιο Θηλέων (1946-1965). Τον Φεβρουάριο του 1965 εξελέγη μέλος του νεοσύστατου τότε Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, το οποίο ανέλαβε την εφαρμογή της Εκπαιδευτικής Μεταρρύθμισης του 1964, όπου και παρέμεινε έως την κατάργησή του από τη δικτατορία των συνταγματαρχών (1967). Μέλος του διδακτικού προσωπικού του Πανεπιστημίου Κρήτης (1979-1981), εξελέγη καθηγήτρια του Ιονίου Πανεπιστημίου και μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του από την ίδρυσή του (1984). Διετέλεσε Πρόεδρος της Διοικούσας Επιτροπής του Ιονίου Πανεπιστημίου από το 1990 ως το 1993.