‹‹Η τιμή και το χρήμα››

Γράφει ο Σταύρος Ν. Σεϊμένης

Το κρουαζιερόπλοιο «ΜSC Opera» προσέγγισε στις 5 Μαρτίου την Κέρκυρα και αποβίβασε επιβάτες παρά το γεγονός ότι είχε βρεθεί θετικός στον Covid-19 επιβάτης του προηγούμενου δρομολογίου. Μία ημέρα μετά, οι αρχές της Μάλτας και της Σικελίας, δεν επέτρεψαν την αποβίβαση των τουριστών. Στην Κέρκυρα ήρθαν σε επαφή με δεκάδες επαγγελματίες, οδηγούς ταξί και λεωφορείων, ακόμα και με λεωφορεία που εκτελούσαν σχολικά δρομολόγια, με τις ευλογίες των ελληνικών αρχών και μερίδας Κερκυραίων επιχειρηματιών.

Η Καθημερινή στις 4-3-2020 γράφει: ‹‹Το πρώτο κρουαζιερόπλοιο της σεζόν, καθαρό από κορωνοϊό, περιμένει η Κέρκυρα›› και ‹‹σε σχετική ανακοίνωσή του ο Οργανισμός Λιμένος Κέρκυρας, επισημαίνει ότι ανάμεσα στους επιβαίνοντες δεν υπάρχει κανένα ύποπτο περιστατικό κορωνοϊού καθώς έχει γίνει εξονυχιστικός έλεγχος από υγειονομικές αρχές, αλλά και την πλοιοκτήτρια εταιρεία»
Στις 23 Μαρτίου η εφημερίδα Documento αναδημοσιεύει τις πληροφορίες που δημοσιεύει η εξειδικευμένη ιστοσελίδα για τον κλάδο της κρουαζιέρας crew-center.com όπου αποκαλύπτεται πως μέλη του πληρώματος βρέθηκαν θετικοί στον Covid-19 ενώ η γαλλική κυβέρνηση ενημέρωσε την εταιρία ότι πέντε τουρίστες επίσης βρέθηκαν θετικοί στον κορονοϊό. Τελικά πέντε θετικοί, 13 σε καραντίνα, 200 εγκλωβισμένοι και το πλοίο ακινητοποιημένο στο λιμάνι της Γένοβας μέχρι οι ιταλικές αρχές να εκδώσουν πιστοποιητικά υγείας.(CorfuPress.com -Δευτέρα 23Μαρ 2020)

Το Εργατικό Κέντρο Άρτας, μετά από συνεχείς επιβεβαιώσεις θετικών κρουσμάτων, καταγγέλλει γνωστή επιχείρηση και τον εργοδότη της καθώς και θεσμικούς φορείς για προσπάθειες καθησυχασμού – εφησυχασμού και της μη λήψης των ενδεδειγμένων μέτρων. Καταγγέλλει επίσης και εγκληματικές καθυστερήσεις, που μπορεί να οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις και τότε οι ευθύνες θα είναι τεράστιες, απέναντι στη ζωή και των εργαζομένων αλλά και όλου του λαού της περιοχής μας.(ixotisartas.gr)
Με αφορμή τα δύο αυτά περιστατικά, σχόλια, συζητήσεις, πληροφορίες και δημοσιεύσεις και ενώ η πανδημία και η καραντίνα καλά κρατούν, η μνήμη μου ανέσυρε το διήγημα του Κωνσταντίνου Θεοτόκη ‹‹η τιμή και το χρήμα›› που εκδόθηκε το 1914 και όπως αναφέρει ο ίδιος ο συγγραφέας «εγράφτηκε πριν από το βαλκανικό πόλεμο, που ήταν το προοίμιο του σημερινού ολέθριου σπαραγμού της Ευρώπης και εδημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο Νουμά ενώ διαρκούσε και εμάνιζε εκείνη η αντάρα».

Ο συγγραφέας προσπαθεί να δείξει ότι με το κοινωνικό σύστημα που ισχύει, το χρήμα και το συμφέρον αλλοιώνουν το χαρακτήρα των ανθρώπων και κατευθύνουν τις πράξεις τους, καυτηριάζει σατιρίζοντας τα πολιτικά συστήματα της τότε εποχής, το κυρίαρχο ρουσφετολόι, την πρόοδο του συστηματικού λαθρεμπορίου και την εξαχρείωση του εκλογέα. Αφού μας αποδείξει πόσο κυρίαρχα, πόσο τυραννικά, το χρήμα επιβάλλεται και στα δυνατότερα και αγνότερα αισθήματά μας, βάζει στο στόμα της Ρήνης τον ύμνο της αγάπης, ανώτερης απ’ όλα τ’ άλλα συναισθήματα, με μια φράση λιτή, χωρίς καμιά παράχορδη, επιδειχτική κραυγή, και που λιτότερη γίνεται στο στόμα της κοπέλας του λαού: “Με τα τάλαρα δεν αγοράζεις την αγάπη”, λέει η Ρήνη του Αντρέα». («Νέα Εστία» Α’ 1927, τεύχ, 7 και 8, και: Εκδ. «Κείμενα» Η Τιμή και το Χρήμα: σ. 121).
Ο Άγγελος Τερζάκης επίσης έγραψε σχετικά τα εξής:

«Ποιος φταίει; Η ερώτηση ανεβαίνει αυθόρμητα στα χείλη του αναγνώστη σαν τελειώσει το διήγημα — κι αυτό είναι εκείνο που είχε αποζητήσει ο συγγραφέας. Την απάντηση την έχει άλλωστε δώσει ο ίδιος με το «λάιτ μοτίβ»* του έργου: “Ανάθεμά τα τάλαρα!”. Το λέει η Τρινκούλαινα, το λέει ο Αντρέας, —όταν βλέπει πως η ευτυχία χάθηκε πια— και τα δυο φαινομενικά αντίπαλα μέρη». Με τις κοινωνικές συνθήκες της εποχής, συνεχίζει ο Τερζάκης «σωτηρία δεν υπάρχει· οι άνθρωποι προστυχεύουν, τα ευγενικά συναισθήματα σβήνουν, τα πάντα γίνονται αντικείμενα συναλλαγής. Συμπόνια βαθιά μας απομένει, σαν κατακάθι, για όλους ανεξαίρετα τους ήρωες, αφού όλοι τους είναι θύματα και κανένας τους προσωπικά φταίχτης››.

‹‹Παρουσιάζοντας τους χαρακτήρες του εξαρτημένους από τους όρους της κοινωνικής και οικονομικής ζωής και προβάλλοντας το στοιχείο της σύγκρουσης, ο Θεοτόκης εισάγει στην νεοελληνική πεζογραφία μια άγνωστη μέχρι τότε διάσταση: την πολιτικοποιημένη γραφή που αρνείται να ωραιοποιήσει την πραγματικότητα, καταγράφει τα κακώς κείμενα, διαμαρτύρεται και καταγγέλλει ››.
Όπως στη νουβέλα έτσι και τούτες τις δύσκολες στιγμές καταδεικνύεται η διαδικασία ωριμότητας και εξύψωσης της ανθρώπινης ύπαρξης μέσα από την υπέρβαση των ορίων της και η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, που θα παραμείνει αλώβητη από το μιαρό περίγυρο και θα υπερβεί τα στενά σύνορα του χώρου και του χρόνου μιας κοινωνίας και ενός τόπου.