Οι συγγραφείς αποκαλύπτουν… τα μυστικά τους στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη
Γεωργία Κουσερή
Το να λειτουργεί ο εκπαιδευτικός και ως ερευνητής είναι διαδικασία που τον βοηθά να προσεγγίζει την έρευνα για το ίδιο γνωστικό αντικείμενο μαζί με τους μαθητές του
Τι σημαίνει να σκέφτεται κάποιος ιστορικά; Σημαίνει ότι οι μαθητές και οι μαθήτριες χρειάζεται να αναπτύξουν δεξιότητες που αφορούν στην ιστορική έρευνα, όπως η διερεύνηση, η ανάλυση και ερμηνεία ιστορικών πηγών για τις οποίες έχουν θέσει οι ίδιοι ιστορικά ερωτήματα
Πολλοί ήταν οι παράγοντες που συνέβαλαν στην συγγραφή και την έκδοση του βιβλίου Ιστορική σκέψη, σχολείο και μουσείο. Αρχικά, η ενασχόληση με το συγκεκριμένο θέμα προέκυψε ως προσωπικός μου προβληματισμός διδάσκοντας Ιστορία στη δημόσια Δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η τριβή μου, ως διδάσκουσα, με το αντικείμενο της Ιστορίας είναι σχεδόν καθημερινή και είναι αλήθεια ότι καταβάλλω επίπονη προσπάθεια ώστε οι μαθητές μου να αγαπήσουν την Ιστορία. Αντιμετωπίζω συμπεριφορές που μεταφράζονται σε μια απωθητική στάση για το αντικείμενό της. Η μεγαλύτερη μερίδα μαθητών εκφράζει δυσφορία για το μάθημα προφανώς λόγω των παγιωμένων αντιλήψεων που συνδέονται με την παραδοσιακή διδασκαλία του μαθήματος.
Παρόμοιες συμπεριφορές εκφράζονται και για τις διδακτικές επισκέψεις στα μουσεία, οι οποίες είναι στείρες όταν δε συνδέονται με δραστηριότητες κατάλληλες για την ανάπτυξη κριτικής σκέψης. Επομένως, το ενδιαφέρον μου για πρακτικές που στοχεύουν στην έκφραση ιστορικής σκέψης ήταν άμεσο. Χωρίς όμως θεωρητικό πλαίσιο αυτές οι πρακτικές θα είχαν μεν έναν δημιουργικό χαρακτήρα, όχι όμως ουσιώδη και αποτελεσματικό. Η θεωρητική θεμελίωση της ιστορικής σκέψης σε σχέση με το σχολείο και το μουσείο αποτέλεσε το αντικείμενο διερεύνησης της διδακτορικής μου διατριβής. Στη συνέχεια τα τελευταία τέσσερα χρόνια ο μεταγνωστικός αναστοχασμός σε σχέση με την έρευνα που διεξήγα, οι νέες κατευθύνσεις της ιστορικής εκπαίδευσης, η δυναμική της σχολικής τάξης κατά τη διδασκαλία του μαθήματος της Ιστορίας και η ανταλλαγή σχετικών προβληματισμών με συναδέλφους για τους τρόπους της διδασκαλίας του μαθήματος με βοήθησαν να διαπιστώσω τη χρησιμότητα ενός τέτοιου βιβλίου. Για τους λόγους αυτούς προχώρησα στη συγγραφή του βιβλίου.
Το βιβλίο Ιστορική σκέψη, σχολείο και μουσείο είναι ένα επιστημονικό βιβλίο που επικεντρώνεται σε ένα κρίσιμο ζήτημα της ιστορικής εκπαίδευσης που αφορά στην ιστορική σκέψη των εφήβων. Το βιβλίο μελετά το πως σκέφτονται ιστορικά μαθητές και μαθήτριες της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στο σχολείο και το μουσείο. Χαρτογραφεί το πώς οι μαθητές εκφράζονται ιστορικά σε σχέση με την αναπλαισίωση υλικών καταλοίπων του παρελθόντος ως υλικών αντικειμένων στο μουσείο, ως έντυπων απεικονίσεών τους σε σχολικά εγχειρίδια και ως ψηφιακών εικόνων στο σχολείο. Η μελέτη βασίζεται σε σύγχρονες διεθνείς ερευνητικές αναζητήσεις και θεωρητικές προσεγγίσεις της ιστορικής εκπαίδευσης και εστιάζει το ενδιαφέρον του στην ανάγκη καλλιέργειας της ιστορικής σκέψης των εφήβων τόσο στην τυπική όσο και στην άτυπη εκπαίδευση.
Τι σημαίνει να σκέφτεται κάποιος ιστορικά; Σημαίνει ότι οι μαθητές και οι μαθήτριες χρειάζεται να αναπτύξουν δεξιότητες που αφορούν στην ιστορική έρευνα, όπως η διερεύνηση, η ανάλυση και ερμηνεία ιστορικών πηγών για τις οποίες έχουν θέσει οι ίδιοι ιστορικά ερωτήματα. Αυτό έχει ως συνέπεια την έκφραση ερμηνευτικών συλλογισμών στη βάση χρήσης ‘διαδικαστικών εννοιών’ όπως για παράδειγμα της έννοιας της αιτιότητας, της αλλαγής στο χρόνο, της ενσυναίσθησης κ.λπ. για την κατανόηση του αντίστοιχου ιστορικού πλαισίου των μαρτυριών. Επιπρόσθετα, το καλλιεργώ την έκφραση ιστορικής σκέψης από την πλευρά των εκπαιδευτικών σημαίνει ότι είναι απαραίτητο να γνωρίζουν τις προϋπάρχουσες ιδέες των μαθητών τους για να αναπτύξουν κατάλληλες διδακτικές προσεγγίσεις στο μάθημα της Ιστορίας.
Οι προϋπάρχουσες ιδέες αποτελούν τη βάση ώστε να κατανοήσουν οι εκπαιδευτικοί ποια ακριβώς εννοιολογικά εργαλεία έχουν ανάγκη οι μαθητές για να κατανοήσουν το παρελθόν και να σκεφτούν κριτικά για αυτό. Επίσης, το θεωρητικό υπόβαθρο του βιβλίου αναφέρεται και στην θεωρία του Υλικού Πολιτισμού που, μεταξύ άλλων, επισημαίνει τη σημασία της χρήσης και αξιοποίησης των υλικών καταλοίπων στην ερμηνεία του παρελθόντος και ειδικά τον εκπαιδευτικό ρόλο που συνιστούν στο χώρο της ιστορικής εκπαίδευσης. Ακόμη, το βιβλίο σχεδιάστηκε έχοντας ως στόχο όχι μόνο την προβολή σύγχρονων τάσεων της ιστορικής εκπαίδευσης σε θεωρητικό και ερευνητικό επίπεδο αλλά και τη δημιουργική σύνδεση αυτών των τάσεων με αντίστοιχες πρακτικές που θεωρούνται γόνιμες για την ιστορική εκπαίδευση.
Το βιβλίο απευθύνεται σε επιστήμονες και εκπαιδευτικούς. Απευθύνεται σε επιστήμονες, εφόσον οι θεωρητικές και μεθοδολογικές επιλογές της έρευνας, όπως και τα ευρήματά της συμβάλλουν στον εμπλουτισμό της σχετικής έρευνας για την ιστορική εκπαίδευση. Το δείγμα αλλά και το σχέδιο έρευνας και ανάλυσης επέτρεψαν τη σε βάθος ανάλυση δεδομένων και μηχανισμών κατανόησης της ιστορικής διάστασης των υλικών καταλοίπων ως ιστορικών μαρτυριών του παρελθόντος. Επιπρόσθετα, αναδείχθηκαν εκφάνσεις της έκφρασης ιστορικής σκέψης των μαθητών του δείγματος σε σχέση με τις μορφές και τους χώρους παρουσίασης των υλικών καταλοίπων.
Και για τους εκπαιδευτικούς, όμως, αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο, καθώς δεν περιλαμβάνει μόνο την επεξεργασμένη μορφή της διατριβής αλλά και εκπαιδευτικές δραστηριότητες αξιοποίησης υλικών καταλοίπων. Πρόκειται για δραστηριότητες που στηρίζονται στο θεωρητικό και ερευνητικό της παράδειγμα αλλά και στο παράλληλο ερευνητικό ενδιαφέρον που αναπτύσσεται στις μέρες μας διεθνώς για την ιστορική εκπαίδευση. Πιο συγκεκριμένα, στην Αγγλία τα τελευταία δέκα χρόνια το ενδιαφέρον της ιστορικής εκπαίδευσης στρέφεται στο πώς οι εκπαιδευτικοί μπορούν να λειτουργούν ως ερευνητές σε σχέση με πρακτικές της διδασκαλίας του μαθήματος που στοχεύουν στην «ιστορική έρευνα» (historical inquiry) στη σχολική τάξη. Γιατί, όμως, είναι σημαντικό να λειτουργεί ο εκπαιδευτικός και ως ερευνητής;
Είναι μια διαδικασία που τον βοηθά να προσεγγίζει την έρευνα για το ίδιο γνωστικό αντικείμενο μαζί με τους μαθητές του, να κατανοεί τις δυνατότητες και τους περιορισμούς των διδακτικών του επιλογών σε σχέση με τις διαδικασίες μάθησης και, επομένως, να βοηθά τους μαθητές του μέσα από καλύτερες προσεγγίσεις να αναπτύσσουν «σκαλωσιές» στην ιστορική κατανόηση του παρελθόντος. Και η έννοια της ιστορικής έρευνας (historical inquiry) στη σχολική τάξη βοηθά τους μαθητές να κατανοούν τη μεθοδολογία της επιστήμης. Για αυτόν τον λόγο η παρούσα έκδοση περιλαμβάνει ενδεικτικές εκπαιδευτικές εφαρμογές ιστορικής διερεύνησης, οι οποίες αξιοποιούν τα υλικά κατάλοιπα ως ιστορικές μαρτυρίες του παρελθόντος στο σχολείο και το μουσείο και ευελπιστεί να συμβάλλει στον σχεδιασμό αντίστοιχων εκπαιδευτικών προγραμμάτων.
Ας σημειωθεί ότι το βιβλίο με το θεωρητικό περιεχόμενό του και τις διδακτικές του προτάσεις συμβαδίζει με το πνεύμα του νέου προγράμματος σπουδών της Ιστορίας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια εκπαίδευση και εμπλουτίζει τις δραστηριότητές του.
Τέλος, το βιβλίο, βέβαια, μπορεί βοηθήσει σε προβληματισμούς γονέων, μουσειοπαιδαγωγών και μουσείων σχετικά με την προσέγγιση της ιστορίας σε χώρους πολιτισμικής αναφοράς όπως είναι το μουσείο με γνώμονα την καλλιέργεια ιστορικά σκεπτόμενων παιδιών, εφήβων αλλά και ενηλίκων.
Οι δυσκολίες που αντιμετώπισα για την συγγραφή του βιβλίου μου ήταν αρκετές. Όπως ήδη ανέφερα πρόκειται για την επεξεργασμένη μορφή της διατριβής μου. Αυτό σημαίνει ότι επικαιροποίησα τη βιβλιογραφία μου αλλά ταυτόχρονα ενσωμάτωσα σενάρια διδασκαλίας που προέκυψαν ως αναστοχασμός από το θεωρητικό πλαίσιο που επέλεξα να ακολούθησα αλλά και τα αποτελέσματα της διατριβής μου.
Η ταυτόχρονη διδασκαλία την Δευτεροβάθμια εκπαίδευση από τη μια πλευρά μου δημιουργούσε διάσπαση από τη συγγραφή του κειμένου από την άλλη μου έδινε τη δυνατότητα να λύνω προβληματισμούς που πρόκυπταν στην εκπαιδευτική πράξη.
Εργάζομαι ως εκπαιδευτικός (φιλόλογος) στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση από το 2001. Είμαι σύζυγος και μητέρα δύο αγοριών, οι οποίοι είναι φοιτητές αυτή τη στιγμή. Από το ακαδημαϊκό έτος 2019-20 διδάσκω στο Τμήμα Προσχολικής εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας ως Ακαδημαϊκός υπότροφος.
Βιογραφικό
Ολοκλήρωσε το πρώτο της πτυχίο στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ και το Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης/Μ.Α. στην Προϊστορική Αρχαιολογία στο ίδιο τμήμα. Σπούδασε επίσης Συντήρηση Έργων Τέχνης στο Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης του ΤΕΙ Αθήνας (2001). Το παρόν βιβλίο αποτελεί την επεξεργασμένη μορφή της διδακτορικής της διατριβής, την οποία υποστήριξε στο Τμήμα Προσχολικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας με θέμα «Ιστορική εκπαίδευση στο σχολείο και το μουσείο: έκφραση ιστορικής σκέψης μαθητών 13 και 16 ετών σε μουσειακό και σχολικό περιβάλλον» τον Μάϊο του 2015. Στα επιστημονικά της ενδιαφέροντα περιλαμβάνεται η διδακτική της Ιστορίας, η τοπική, η προφορική ιστορία και η χρήση του παρελθόντος σε χώρους τυπικής και άτυπης εκπαίδευσης.