Συνέντευξη της Ιώς Τσοκώνα στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Τα πρώτα χρόνια της ζωής ενός ανθρώπου είναι και τα πιο καθοριστικά για τη μετέπειτα πορεία του

Η Ιώ Τσοκώνα γεννήθηκε το 1964 στην Κωνσταντινούπολη. Αποφοίτησε από το Ζάππειο Λύκειο Κωνσταντινουπόλεως και από το Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Μεταφράζει από και προς τα τουρκικά βιβλία λογοτεχνίας και δοκίμια, καθώς και υπότιτλους ταινιών, διαφημίσεων και ντοκιμαντέρ. Εξέδωσε στα τουρκικά το βιβλίο “Το πολύγλωσσο Πέρα” (εκδόσεις Heyamola) και στα ελληνικά “Το Πέρα των Ελλήνων: Στην Κωνσταντινούπολη του χθες και του σήμερα” (εκδόσεις Μεταίχμιο) και το ιστορικό βιβλίο “Στα χρόνια της ΚιοσέμΣουλτάν”. “Μια Ελληνίδα Σουλτάνα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία του 17ου αιώνα” (Αιώρα, 2017). Είναι μέλος της Εταιρίας Μελέτης της Καθ’ Ημάς Ανατολής και τακτική συνεργάτης του περιοδικού λόγου και τέχνης “Κινστέρνα” όπου δημοσιεύθηκε τμηματικά η εργασία της με τίτλο “Ταξιδεύοντας με τους Προσωκρατικούς”.

Ερ.: Τι σας ώθησε να γράψετε το βιβλίο «Το Πέρα των Ελλήνων» (εκδόσεις Μεταίχμιο);
Απ.: Φαντάζομαι πως η νοσταλγία για τον τόπο που γεννήθηκα και μεγάλωσα ήταν το βασικότερο κίνητρο για τη συγγραφή του. Ζω στην Αθήνα από τα 18 μου και τη λατρεύω. Ακόμα και όταν επιστρέφω από διακοπές, αισθάνομαι αγαλλίαση καθώς προσγειώνεται το αεροπλάνο στο Ελ. Βενιζέλος ή δένει το καράβι στον Πειραιά. Τα αισθήματά μου όμως για την Πόλη και ειδικότερα για το Πέρα και την Πρώτη είναι διαφορετικά. Ένας γλυκός πόνος για έναν τόπο που είναι και δεν είναι δικός σου… Κάτι αδύνατον να περιγραφεί με λόγια. Αυτόν τον τόπο λοιπόν που αγάπησα και μου λείπει τόσο θέλησα να μοιραστώ με το ελληνικό αναγνωστικό κοινό και μαζί του να τον ξαναζήσω.

Ερ.: Μνήμες, ενθυμίσεις, εικόνες… Πόσο σημαντικά είναι αυτά για την ενηλικίωσή μας;
Απ.: Τα πρώτα χρόνια της ζωής ενός ανθρώπου είναι και τα πιο καθοριστικά για τη μετέπειτα πορεία του. Είμαι παιδί εκπαιδευτικών. Το θέμα της γλώσσας και το πώς αυτή θα πρέπει να διδαχτεί σωστά ήταν από τα πιο αγαπημένα θέματα συζήτησης στο σπίτι μας. Παράλληλα, όλοι διάβαζαν ασταμάτητα. Ο πατέρας μου έγραφε και μετέφραζε, η μητέρα μου ζωγράφιζε, έκανε κεραμική και έπαιζε φυσαρμόνικα. Τελικά βάδισα στα χνάρια τους, παρότι σπούδασα οικονομικά… Ασχολήθηκα με την κεραμική και τη βιβλιοδεσία, με τη διδασκαλία της ελληνικής και της τουρκικής γλώσσας, με τη μετάφραση από και προς τα τουρκικά και τη συγγραφή βιβλίων που αναφέρονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στη γενέτειρά μου. Όχι μόνο το ιστορικό βιβλίο της Ελληνίδας Κιοσέμ (Αιώρα), αλλά ακόμα και το αστυνομικό Έγκλημα στον Ιανό (Τσουκάτου) που βασικά διαδραματίζεται στην Αθήνα του σήμερα στάθηκαν αφορμή να ταξιδέψω στην αγαπημένη μου Πόλη και στα Πριγκηπόνησα, για να ζωντανέψουν για άλλη μία φορά μνήμες, ενθυμίσεις και εικόνες, όπως λέτε… Με λίγα λόγια ενηλικιώθηκα σύμφωνα με τις προσλαμβάνουσες που είχα και πορεύομαι σύμφωνα με αυτές.

Ερ.: Στο βιβλίο σας με την αφήγηση μας ταξιδεύετε στην Πόλη. Γιατί ακόμα και σήμερα η Πόλη μάς συναρπάζει;
Απ.: Πράγματι η Κωνσταντινούπολη σε κάνει να την ερωτευτείς. Δεν είναι μόνο το φυσικό της κάλλος ή η αρχιτεκτονική των διάφορων πολιτισμών που άφησαν τα ίχνη τους πάνω της, αλλά η ατμόσφαιρα που πλανάται γύρω της και μεταφέρει μηνύματα αιώνων είναι αυτά που την κάνουν ξεχωριστή. Ελάχιστοι αρκούνται σε μία επίσκεψη. Όποιος πάει στην Πόλη εθίζεται και θέλει να ξαναπάει. Πολλοί από τους Ελλαδίτες φίλους μου την έχουν επισκεφτεί περισσότερες φορές απ’ ό,τι εγώ τον τελευταίο καιρό. Μέσα στη διαφορετικότητά της όπου συνυπάρχει η Δύση με την Ανατολή, έστω και με πολύ άνισα αριθμητικά μεγέθη πλέον, είναι σαν να την ξέρεις, σαν να την έχεις ζήσει. Με το Πέρα των Ελλήνων ταξιδέψαμε και κυριολεκτικά στην Κωνσταντινούπολη. Τον Νοέμβριο του 2014 οι εκδόσεις Μεταίχμιο και το TravelPlan διοργάνωσαν ένα λογοτεχνικό ταξίδι όπου μου δόθηκε η ευκαιρία να έρθω σε επαφή με αναγνώστες του βιβλίου μου και να τους ξεναγήσω βήμα βήμα σε όλα τα μέρη που αναφέρω σ’ αυτό. Θυμάμαι τον ενθουσιασμό τους όταν έβλεπαν ελληνικές ανάγλυφες πλάκες πάνω στα κτίρια, μεγαλοπρεπέστατους ορθόδοξους ναούς, αποφθέγματα αρχαίων φιλοσόφων σε ψηφιδωτά στα σχολεία μας. Πώς να μη σε συναρπάσουν όλα αυτά…

Ερ.: Ποιος είναι ο λόγος που η Πόλη αναπτύχθηκε και μεγαλούργησε στο πέρασμα του χρόνου περισσότερο από τις άλλες πόλεις της Τουρκίας;
Απ.: Πιστεύω πως έχει μεγάλο μερίδιο σ’ αυτό η εξαίρεση των ελληνορθόδοξων κατοίκων από την πρωτόγνωρη στην παγκόσμια ιστορία διακρατική σύμβαση της Ανταλλαγής Πληθυσμών.

Ερ.: Πόσο σημαντική ήταν η συνεισφορά των Ελλήνων στην εξέλιξη της Πόλης;
Απ.: Είναι δύσκολο να βρει κανείς κλάδο επιστήμης ή τέχνης που να μην πρωτοστάτησαν ή να μη διέπρεψαν οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης. Μια γρήγορη αναδρομή στα ονόματα των γιατρών, των αρχιτεκτόνων, των φαρμακοποιών, των χημικών κ.ά. από την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέχρι πρόσφατα θα μας πείσει για του λόγου το αληθές. Πολυάριθμες εφημερίδες και περιοδικά που κυκλοφόρησαν κατά καιρούς, αθλητές που διακρίθηκαν σχεδόν σε όλα τα αθλήματα, ζωγράφοι, φωτογράφοι, λογοτέχνες… Είναι αδύνατον να αναφερθούν όλοι μέσα σε λίγες σειρές. Οι άνθρωποι αυτοί συνέβαλαν στη διαμόρφωση της ταυτότητας της Κωνσταντινούπολης κι όταν αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν συνέχισαν να δραστηριοποιούνται εδώ κουβαλώντας στις αποσκευές τους ο καθένας τον δικό του πλούτο. Η προσφορά των Ελλήνων στην εξέλιξη της Κωνσταντινούπολης αποτυπώνεται τα τελευταία χρόνια σε βιβλία και μνημειώδεις εκδηλώσεις-εκθέσεις που διοργανώνονται εκεί, όπως «Ρωμιοί Αρχιτέκτονες της Πόλης την περίοδο του εκδυτικισμού», «Κωνσταντινουπολίτες Ζωγράφοι» κ.λπ., οι οποίες αγκαλιάζονται με ιδιαίτερη θέρμη από το τουρκικό κοινό.

Ερ.: Το Τοπ Καπί, η Αγία Σοφία, το Πατριαρχείο στο Φανάρι, ο Πύργος του Γαλατά, τα τζαμιά, τα λουτρά, τα τείχη, τα μουσεία, οι κλειστές αγορές, οι εκκλησίες συνθέτουν το παζλ μιας πόλης συναρπαστικής. Με ποιο τρόπο μπορεί ο επισκέπτης να ανακαλύψει τα μυστικά της Πόλης;
Απ.: Ένας τρόπος υπάρχει γι’ αυτό. Θα πρέπει να διαβάσει και μάλιστα πολύ. Να πάει προετοιμασμένος γι’ αυτό που πρόκειται να συναντήσει για να ξέρει προς τα πού πρέπει να κοιτάξει.

Ερ.: Το οδοιπορικό σας μιλά για την Πόλη και ιδιαίτερα για το Πέρα. Τι αντιπροσώπευε το Πέρα εκείνη την εποχή που μεγαλώσατε;
Απ.: Όπως γράφω και στο βιβλίο μου, το Πέρα για πολλά χρόνια θύμιζε Πύργο της Βαβέλ, όπου μπορούσε κανείς να ακούσει ελληνικά, αρμένικα, τουρκικά, γαλλικά ή σεφαραδίτικα πολλές φορές και μέσα σε μια παρέα. Οι περισσότεροι όμως παράλληλα με τη μητρική τους ήξεραν και ελληνικά. Τα καταστήματα ακολουθούσαν την ευρωπαϊκή μόδα κατά πόδας, θέατρα, όπερες και σινεμά ανέβαζαν κλασικές και πρωτοποριακές παραστάσεις και προβολές αντίστοιχα. Δεν ήταν βέβαια όλα ρόδινα και είναι γνωστές οι μελανές σελίδες της ιστορίας, που ευτυχώς εγώ δεν έζησα. Στον τελικό απολογισμό όμως η διαβίωση στο Πέρα διαμόρφωνε μια «ανοιχτόμυαλη» θα έλεγα στάση ζωής.

Ερ.: Γεννηθήκατε και μεγαλώσατε στην πολιτισμική κοινωνία της Πόλης. Αυτό το γεγονός σε τι σας βοήθησε στη μετέπειτα πορεία σας;
Απ.: Μια πολυπολιτισμική κοινωνία, όπως εκείνη της Κωνσταντινούπολης που έζησα, είχε να διδάξει πολλά σε ό,τι αφορά το διαφορετικό. Διαφορετικές γλώσσες, διαφορετικές θρησκείες… Διαφορετικοί πολιτισμοί συμβίωναν μαθαίνοντας τις ιδιαιτερότητες ο ένας του άλλου, και κρατώντας σθεναρά την ταυτότητά τους αλληλοεπηρεάζονταν. Μια τέτοια εμπειρία μόνο θετικά έχει να προσφέρει. Δυστυχώς πολλές από τις ψηφίδες αυτού του πίνακα ξεκόλλησαν άλλοτε βίαια και άλλοτε εκ των πραγμάτων, και δεν είναι πλέον εύκολο να αντικατασταθούν. Εγώ όμως νιώθω μεγάλη ευγνωμοσύνη που βίωσα, έστω και στα τελευταία της, αυτή την εμπειρία.

Ερ.: Διαβάζοντας το βιβλίο ταξίδεψα μαζί σας και χάθηκα μέσα από τις περιγραφές που κάνετε. Γιατί τα ταξιδιωτικά και ιστορικά βιβλία που έχουν αναφορές σε μέρη που έζησαν οι Έλληνες εξακολουθούν να μας συναρπάζουν;
Απ.: Χαίρομαι πραγματικά! Μια πόλη που ιδρύθηκε από τον Βύζαντα το 657 π.Χ., που φιλοξένησε δύο ισχυρότατες αυτοκρατορίες εκ των οποίων η Βυζαντινή υπήρξε και η μακροβιότερη της ιστορίας και που διαμορφώθηκε εν πολλοίς από τους Έλληνες, δεν μπορεί παρά να συναρπάζει τους Έλληνες. Έτσι φαντάζομαι πως μπορεί να εξηγηθεί αυτό το déjàvuπου νιώθουν όταν την επισκέπτονται. Χιλιάδες βιβλία γράφτηκαν γι’ αυτήν και πάλι δεν είναι αρκετά για να φωτίσουν την κάθε πτυχή της. Το καθένα τους όμως μας χαρίζει ένα συναρπαστικό ταξίδι στην ιστορία και τον τόπο, αλλά κυρίως γνώσεις γι’ αυτό που είμαστε. Αυτή πιστεύω πως είναι και η αιτία που μας συναρπάζουν τέτοια βιβλία.

Σας ευχαριστώ θερμά για το ενδιαφέρον σας, κύριε Ιντζέμπελη!
Με εκτίμηση Ιώ Τσοκώνα