Συνέντευξη του Θεοδόσιου Τάσσιου στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

«Τόλμησα να γράψω» για τον Αριστοτέλη, για να κρίνω καλύτερα τις ιδέες μου περι αυτού του σχεδόν μοναδικού συνδυασμού πάθους για τον Κόσμο και πάθους για τον Άνθρωπο

Ο Θεοδόσιος Π. ΤΑΣΙΟΣ, Ομότιμος Καθηγητής του Εθν. Μ. Πολυτεχνείου, Μέλος της Ακαδημίας Επιστημών του Τουρίνου (Ιταλία), είναι επίτιμος Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Λιέγης, του Πανεπιστημίου του Νανκίν, του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, του Πανεπιστημίου Κύπρου, της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Παν/μίου Αθηνών, και του Παντείου Παν/μιου. Εχρημάτισε πρόεδρος διεθνών επιστημονικών Ενώσεων, μέλος της Επιτροπής Βραβείων του AmericanConcreteInstitute (2015-18), εμπειρογνώμων του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και είναι επίτιμος πρόεδρος της Ελληνικής Φιλοσοφικής Εταιρίας, καθώς και πρόεδρος της Εταιρίας Διερεύνησης της Αρχαιοελληνικής και Βυζαντινής Τεχνολογίας. Έχει δημοσιεύσει πάνω από 500 επιστημονικές εργασίες και 60 βιβλία σε διάφορες γλώσσες. Τον Σεπτέμβριο 2013 τού απενεμήθη το InternationalAwardofMeritinStructuralEngineering από την Διεθνή Ένωση Γεφυρών και Κατασκευών (IABSE) Ζυρίχη. Αποδέκτης του Μεταλλίου της Πόλεως των Παρισίων και επίτιμος δημότης τεσσάρων ελληνικών πόλεων.

ΕΡ.: Τι σας ώθησε να γράψετε για τον Αριστοτέλη;
Θέλετε να πείτε «τόλμησα να γράφω». Μυριάδες κείμενα αρμοδίων και αρίστων γειτόνων υπάρχουν. Είπα λοιπόν πως δεν θα πείραζε ν’ ακουσθεί μιά φωνή ακόμη μέσα στο πλήθος – ενώ εγώ θα κέρδιζα εναν ευρύ διάλογο, για να κρίνω καλύτερα τις ιδέες μου περι αυτού του σχεδόν μοναδικού συνδυασμού πάθους για τον Κόσμο και πάθους για τον Άνθρωπο.

ΕΡ.: Ποια σχέση έχει η ευδαιμονία σε με την ηδονή;
ΑΠ.: Είναι θέμα ορισμών. Κι ο Αριστοτέλης είναι πολύ προσεκτικός σ’ αυτούς. Για μέν την ευδαιμονία, έθεσε αξιωματικώς οτι συνιστά τον σκοπό του βίου – δεν αρνήθηκε όμως να καταγράψει εμπειρικά παραδείγματα ικανοποίησης αναγκών («ηδονών», δηλαδή) ˙ απ’ τις καλές συνθήκες ζωής, την υγεία, τη δικαιοσύνη, τη φιλία, μέχρι και τη φιλοσοφία. Ιδού λοιπόν πώς τόσες ηδονές (μεγίστου εύρους) συμβάλλουν στην ευδαιμονία. Τονίζει όμως ο Σταγειρίτης οτι η ηδονή κάθε αυτήν δέν συνιστά αγαθόν. Διοτι υπάρχουν και ηδονές «νοσώδεις». Γι’ αυτό και παραμένει η ευθύνη του Ατόμου ως επιλογή για τη βελτιστοποίηση (αυτή είναι η αριστοτελική «μεσότης»).

ΕΡ.: Ποιος είναι ο λόγος που ο Αριστοτέλης αρνήθηκε να μας επιβάλλει έναν θαυματουργό κανόνα συμπεριφοράς για την ευδαιμονία;
ΑΠ.: Δεν στήριξε την ηθική φιλοσοφία-του σε μια μεταφυσική ή σε μια λογοκρατούμενη «θεωρία» (οπότε και θα την είχε περιγράψει – και θά ’ταν μια ιδεολογία). Η πρωτοτυπία (και η τόλμη του) ήταν που αναγνώρισε οτι οι διάφορες ηδονές είναι αντιφατικές μεταξύ-τους ˙ και επομένως ο σπουδαίος θα κάνει τις επιλογές-του «εν τοις καθ’ έκαστα, και εν τηιαισθήσει η κρίσις». Και δικαιώθηκε: Βλέπετε το χάλι-μας, παρά την ύπαρξη τόσων και τόσων λαμπρών «Θεωριών», απουσία του Ανθρώπου.

ΕΡ.: Έγινε όμως γνωστός, ο Σταγειρίτης, για την αριστοτελική ηθική. Είναι οντολογική αυτή η ηθική κατά το γεγονός ότι νοεί τον Άλλον;
ΑΠ.: Είναι οντολογική η ηθική στάση-του επειδή ακριβώς δέν είναι μεταφυσική ή λογοκρατική, αλλ’ επειδή «κανονίζομεν τας πράξεις ηδονήι και λύπηι» – πάντως δε επειδή ο Αριστοτέλης νοεί τον Άλλον ως υποστασιακή προϋπόθεση του Εγώ («έστιν δε φίλος έτερος (ε)αυτός»). Αυτή η υποστασιακή διεύρυνση με κάνει να προτιμώ να αδικούμαι παρά να αδικώ – ‘φχαριστιέμαι περισσότερο.

ΕΡ.: Ποια η διαφορά της αριστοτελικής ηθικής με την ηθική του χριστιανισμού;
ΑΠ.: Δεν θα αναφερθώ εδώ σε λεπτομέρειες δόγματος ή παραδοσιακών περιπλοκών. Μου αρκεί να παραπέμψω στον Ιωάννη (Α΄επιστολη, δ΄,8) «ο Θεός Αγάπη εστίν», ή (μ’ άλλα λόγια) όταν θεωρείς τον Άλλον ως εαυτόν, μετέχεις ούτως ειπείν της ουσίας του Θεού.

ΕΡ.: Γράφετε ότι: « Ότι οι μεγάλοι αγωνιστές και μάρτυρες φθάνουν σ’ αυτήν την ύπατη στάθμη αρετών ώστε φίλων ένεκα […] και της πατρίδος […] υπεραποθνήσκειν». Με ποιο τρόπο φτάνουν σε αυτό το επίπεδο;
ΑΠ.: Καταρχήν, άς πούμε οτι εκείνοι οι μάρτυρες κατορθώνουν (αριστοτελικός ο όρος) μιαν απίστευτη κορύφωση Ευδαιμονίας, απ’ την προκαταβολή που νιώθουν απ’ τη Χαρά όσων θα ευεργετηθούν στο μέλλον απ’ τη σημερινή απόφαση του μάρτυρος. Προκαταβολή που την εισπράττουν ευλόγως, αφού έχουν «ενωθεί» με τους Άλλους εκείνους. Ιδού λοιπόν «πώς» φτάνουν σ’ αυτό το επίπεδο: Με το έμμονο διαρκές άθλημα της Αγάπης.

ΕΡ.: Ο Αριστοτέλης μελετά τα φωτεινά ουράνια σώματα, τον κύκλο του ύδατος, την κίνηση και την ακινησία, τους ποταμούς, τις θάλασσες, τους ανέμους και τους σεισμούς. Μήπως έτσι παρουσιάζει τις ευρύτερες ιδέες του για τη χρησιμότητα αυτών των γνώσεων για την εποχή του;
ΑΠ.: Ναι, έτσι είναι, όπως το λέτε. Στο Λύκειον επέμενε να διδάσκει την Ύλη του Κόσμου, διοτι αυτή ήταν η τιμίως αναγνωριζόμενη. Πραγματικότητα που περιέβαλε τους συμπολίτες του – κι όχι η Μυθολογία. Εξ άλλου, τα βιβλία-του για τη Μηχανική και την Τεχνολογία (των οποίων βιβλίων τώρα αναγνωρίζεται η γνησιότητα), συμβάλλουν καί στην πρακτική πρόοδο της Πόλεως.

ΕΡ.: Πώς αντιμετώπισε η δυτική εκκλησία κατά τον μεσαίωνα τη φιλοσοφική του σκέψη και τα βιβλία του;
ΑΠ.: Ως γνωστόν, έχομε αφενός τη θλιβερή απόφαση της 4ης Συνόδου του Λατερανού (1215) που διέταξε την καύση των βιβλίων της φυσικής φιλοσοφίας του Αριστοτέλους, έχομε όμως αφετέρου και την «χρήση ενος «αριστοτελισμού» μετά τον Ακινάτη – πενήντα χρόνια μετά. Τους είχε πάντως διαφύγει οτι ο Αριστοτέλης, σε κανέναν απ’ τους αποδεικτικούς συλλογισμούς-του περι των φυσικών φαινομένων δέν ενέδωσε στην προσφυγή μιας θεϊκής παρέμβασης.

ΕΡ.: Γιατί είναι διαχρονικός ο Αριστοτέλης σήμερα;
Υποθέτω οτι ήταν ίσως ο σημαντικότερος φιλόσοφος που συνδύασε την ερμηνεία του Κόσμου, με την ηθική ανάλυση του Ανθρώπου, και με τα Πολιτικά πράγματα.