Συνέντευξη του Παναγιώτη Σάμιου στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Ο Παναγιώτης Σάμιος σπούδασε στην Παιδαγωγική Ακαδημία Λαμίας (1985-1987) και εργάζεται ως δάσκαλος στην Α/θμια Εκπαίδευση από το 1991. Είναι Πτυχιούχος του Τμήματος Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης του Ε.Κ.Π.Α (1993-1997). Τα έτη 2001-2003 μετεκπαιδεύτηκε στο Μαράσλειο Διδασκαλείο στην κατεύθυνση Γενικής Αγωγής. Πτυχιούχος του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του ΕΚΠΑ το 2006. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, στη Σχολή Πολιτικών Επιστημών, στην κατεύθυνση Νεότερη Ελληνική Ιστορία (2009-2012). Έχει συμμετάσχει σε δεκάδες σεμινάρια, συνέδρια και ημερίδες. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα στρέφονται προς την νεότερη ελληνική ιστορία και την ιστορία της νεοελληνικής εκπαίδευσης. Πολλά άρθρα του έχουν δημοσιευτεί σε εφημερίδες και εκπαιδευτικά περιοδικά. Εισηγητής σε συνέδρια στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Eρ.: Πώς ξεκίνησε η ιδέα της συγγραφής του βιβλίου «Αγοροπωλησίες ακινήτων 1941-1944», εκδόσεις Εταιρεία Σύγχρονης Ιστορίας;

Απ.: Η εργασία για τις αγοραπωλησίες ακινήτων κατά τη διάρκεια της Κατοχής (1941-1944) ξεκίνησε το 2010 στα πλαίσια ενός μαθήματος για την Μεταπολεμική Οικονομία στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα του Παντείου (Τμήμα Πολιτικών Επιστήμων και Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας) στο οποίο φοιτούσα.

Eρ.: Έχετε ως υπότιτλο «Οι χρυσές ευκαιρίες της Κατοχής». Για ποιο λόγο θεωρούνταν τα ακίνητα αυτά ευκαιρίες;

Απ.: Τα ακίνητα αυτά θεωρούνταν «χρυσές ευκαιρίες» διότι πωλούνταν από τους ιδιοκτήτες τους λόγω της πείνας και του λοιμού, σε εξευτελιστικές τιμές. Ταυτόχρονα όσοι πλούτισαν μέσα στην Κατοχή, από τη συνεργασία τους με τους κατακτητές, με τις αγορές ακινήτων έβρισκαν έναν νομότυπο τρόπο να «αποθησαυρίζουν» τα κέρδη τους.

Eρ.: Από πότε τα ακίνητα άρχισαν να αγοράζονται μέσα στην κρίση της Κατοχής;

Απ.: Τα ακίνητα άρχισαν να αγοράζονται από το φθινόπωρο του 1941, όταν άρχισαν να εμφανίζονται οι πρώτες ελλείψεις σε βασικά είδη διατροφής (λάδι, αλεύρι, ζάχαρη κλπ) και η «μαύρη αγορά». Οι αγοραπωλησίες εντάθηκαν και κορυφώθηκαν το «μαύρο χειμώνα του 1941» όταν χιλιάδες ακίνητα ξεπουλήθηκαν σε εξευτελιστικές τιμές και συνεχίστηκαν μέχρι το 1944.

Eρ.: Ποιος ήταν ο ρόλος της Ελληνικής Κυβέρνησης που είχαν ορίσει οι Γερμανοί;

Απ.: Οι δωσίλογες Κυβερνήσεις της Ελληνικής Πολιτείας δεν έκαναν τίποτα να σταματήσουν να προστατέψουν το λαό από την πείνα και το ξεπούλημα αντικειμένων και ακινήτων. Αντίθετα υπάρχουν στοιχεία πως επώνυμοι Υπουργοί αλλά και άνθρωποι της Διοίκησης σε συνεργασία με τις κατοχικές αρχές ήταν αναμεμιγμένοι στα κυκλώματα της «μαύρης αγοράς» και των αγοραπωλησιών ακινήτων.

Eρ.: Παράλληλα γράφετε και τις σκληρές συνθήκες της πείνας στην Αθήνα. Γιατί ακόμη και σήμερα η αφήγηση τέτοιων γεγονότων προκαλεί ενδιαφέρον και συγκίνηση;

Απ.: Η αφήγηση των σκληρών συνθηκών της Κατοχής, οι συλλήψεις, τα βασανιστήρια, οι μαζικές εκτελέσεις αμάχων, οι πυρπολήσεις και το ξεκλήρισμα ολόκληρων χωριών αλλά και ο θάνατος από την πείνα, τα σκελετωμένα παιδιά που ξεψυχούσαν στα πεζοδρόμια, τα πτώματα που ο Δήμος μάζευε κάθε πρωί από τους δρόμους της Αθήνας περιγράφουν ίσως την πιο σκοτεινή περίοδο της ελληνικής ιστορίας. Είναι φυσικό ακόμα και σήμερα οι πολίτες να συγκινούνται γιατί όλο αυτό το μαύρο σκηνικό δε λύγισε το λαό μας. Αντίθετα οι Έλληνες βρήκαν δύναμη και κουράγιο για να δημιουργήσουν την Εθνική μας Αντίσταση.

Eρ.: Για ποιο λόγο η Κατοχή υπήρξε για τους εργολάβους και μηχανικούς περίοδος και κατασκευαστικές εταιρείες, ευκαιρία για να πλουτίσουν;

Απ.: Η σύγχρονη έρευνα έχει αποδείξει ότι κατά τη διάρκεια της κατοχής όσοι συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς πλούτισαν. Οι κατασκευαστικές εταιρείες κατασκεύαζαν οχυρωματικά έργα και έργα για τον γερμανικό στρατό, οι εταιρείες κλωστοϋφαντουργίας έφτιαχναν στολές και ρούχα, οι έμποροι εξασφάλιζαν τρόφιμα και εφόδια στις κατοχικές δυνάμεις κλπ. Με αυτόν τον τρόπο σχηματίστηκε μια κοινωνική ομάδα οι οποίοι, ενώ ο λαός πέθαινε από την πείνα στους δρόμους, αυτοί πλούτιζαν από τη συνεργασία τους με τους Γερμανούς. Είναι οι περιβόητοι «νεόπλουτοι».

Eρ.: Πού εντοπίσατε τους πίνακες και τα τόσο σημαντικά στοιχεία για τις αγορές ακινήτων;

Απ.: Τα στοιχεία του βιβλίου τα ανακάλυψα σταδιακά με προσεκτική έρευνα σε μεγάλα αρχεία και βιβλιοθήκες : Γενικά Αρχεία του Κράτους, Βιβλιοθήκη της Βουλής, ΑΣΚΙ, ΕΛΙΑ, αρχείο Τραπέζης της Ελλάδας κλπ.

Eρ.: Μετά την Γερμανική Κατοχή τι έκανε η ελληνική κυβέρνηση για τις υποθέσεις πώλησης ακινήτων «αντί πινακίου φακής»;

Απ.: Με την Απελευθέρωση οι άνθρωποι πίστευαν πως οι κατοχικές αγοραπωλησίες ακινήτων θα ακυρώνονταν. Αυτή άλλωστε ήταν η υπόσχεση της Κυβέρνησης της Μέσης Ανατολής αλλά και των Συμμάχων. Δυστυχώς, λόγω της κακής πολιτικής κατάστασης και του Εμφυλίου, οι Κυβερνήσεις αντί να ακυρώσουν τις κατοχικές αγοραπωλησίες προσπαθούσαν να βρουν τρόπους να «συμβιβάσουν» και να «διευθετήσουν» την κατάσταση. Άρχισαν λοιπόν να προτείνονται διάφορα νομοσχέδια τα οποία όμως προκαλούσαν αντιδράσεις από τους αγοραστές αλλά και από τους πωλητές.

Eρ.: Συστήθηκε κανένα όργανο ή σύλλογος για να κινηθούν διαδικασίες και να παρθούν δικαστικά μέτρα;

Απ.: Αμέσως μετά την Απελευθέρωση για τη διεκδίκηση των ακινήτων ιδρύθηκε η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πωλησάντων τα Ακίνητά τους κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Η Ομοσπονδία Πωλησάντων ανέλαβε τον αγώνα για τη δικαίωση όσων είχαν χάσει τις περιουσίες τους μέσα στην Κατοχή. Αμέσως μετά βέβαια ιδρύθηκε η Πανελλήνια Ομοσπονδία Αγοραστών Ακινήτων 1941-1944 η οποία εκπροσωπούσε τους αγοραστές των ακινήτων οι οποίοι ήθελαν οι αγοραπωλησίες της κατοχής να κηρυχθούν νόμιμες και να κρατήσουν τα ακίνητα ως νόμιμη περιουσία. Η σύγκρουση όπως καταλαβαίνεται είχε βαθιές κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές ρίζες και ήταν σφοδρή.

Eρ.: Εντύπωση μου προκαλεί ότι δεν σας παρασύρουν, στο βιβλίο τα γεγονότα ή οι πράξεις των μαυραγοριτών, αλλά δίνετε καίριες και νηφάλιες απαντήσεις. Τι αποστάσεις πρέπει να κρατά ο ιστορικός στην ανακάλυψη ή αποκάλυψη πρωτογενούς υλικού;

Απ.: Στο βιβλίο προσπαθώ να παρουσιάσω τα στοιχεία της έρευνάς μου για τις συνθήκες που έγιναν οι αγοραπωλησίες ακινήτων στην Κατοχή. Επιχειρώ να παρουσιάσω, όσο πιο καλά μπορώ, όλα τα επιχειρήματα και όλα τα στοιχεία, για να έχει ο αναγνώστης πλήρη εικόνα και να μπορέσει στη συνέχεια να βγάλει τα συμπεράσματά του. Ο ιστορικός θα πρέπει να ψάχνει, να ανακαλύπτει και να παρουσιάζει όσο μπορεί την αλήθεια. Σε αρκετά σημεία βέβαια ως επιστήμονας, ερευνητής σχολιάζεις, αναλύεις και αποκαλύπτεις τις βαθύτερες έννοιες και ρίζες των ιστορικών γεγονότων. Βέβαια κουβαλώ κι εγώ τις οικογενειακές αφηγήσεις, τα βιώματα, την πείνα και το ξεπούλημα ακόμα και των ρούχων που φορούσαν καθώς και οι δυο μου γονείς είναι «παιδιά της Κατοχής».

Eρ.: Το έτος 1949 έγινε τελικός συμβιβασμός, του δικαστικού αγώνα, για τις περιπέτειες των αγώνων και τις αποφάσεις του Πρωτοδικείου Αθηνών. Στην πραγματικότητα έκλεισε αυτή τη πληγή ποτέ;

Απ.: Οι αγοραπωλησίες των ακινήτων στην Κατοχή έκλεισαν νομότυπα το 1949. Πιστεύω όμως πως για πολλά χρόνια στις ψυχές των ανθρώπων που επέζησαν από τη φρίκη της Κατοχής η πληγή δεν είχε κλείσει. Είχαν πεινάσει, είχαν χάσει ανθρώπους τους, είχαν αναγκαστεί να ξεπουλήσουν τις περιουσίες τους και είχαν δει τις Κυβερνήσεις, παρά τις υποσχέσεις, να αφήνουν ατιμώρητους όσους πλούτισαν από το αίμα και τον θάνατο των συνανθρώπων τους. Το αίσθημα της αδικίας και της ατιμωρησίας νομίζω ότι θα πλήγωνε για πολλά χρόνια όσους έχασαν τα ακίνητά τους.

Eρ.: Ποιες ήταν οι αντιδράσεις των αναγνωστών μετά την έκδοση του βιβλίου σας;

Απ.: Το βιβλίο εξαντλήθηκε σε περίπου έναν μήνα μετά την πρώτη έκδοσή του. Στη συνέχεια έγινε και δεύτερη έκδοση η οποία πηγαίνει πολύ καλά και μάλλον εξαντλείται κι αυτή. Δυστυχώς λόγω της πανδημίας, το κλείσιμο των βιβλιοπωλείων δυσχέρανε πολύ τη διακίνηση του αλλά νομίζω ότι ακόμα κι έτσι θα πάει καλά.

Eρ.: Τι μπορεί να πάθει ο λαός όταν ξεχνά το παρελθόν και τα καλύπτει όλα η λήθη του χρόνου;

Απ.: Ο λαός που ξεχνά το παρελθόν του κινδυνεύει να κάνει τα ίδια λάθη στο μέλλον. Κινδυνεύει να μην μπορεί να εκτιμήσει, να αναλύσει, να βρει λύσεις, να προχωρήσει και να προκόψει. Κινδυνεύει δηλαδή να μην ξέρει «πού πατά και πού πηγαίνει». Η γνώση του παρελθόντος δίνει δύναμη, οξύνει το νου και την κοινωνική όραση, κάνει τους πολίτες ικανούς να μπορούν να αντιμετωπίζουν το μέλλον. Η αυτογνωσία καμιά φορά βέβαια είναι και λυτρωτική …..