Τηλεδιάσκεψη Αλ. Χαρίτση και Μ. Κάτση, με την Ένωση Ενημερωτικών Τηλεοράσεων Ελληνικής Περιφέρειας

Σύσκεψη μέσω τηλεδιάσκεψης πραγματοποίησαν ο Αλέξης Χαρίτσης, εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, ο Μάριος Κάτσης, Τομεάρχης Ψηφιακής Πολιτικής της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ και ο Κυριάκος Αργυρόπουλος, γραφείο Τύπου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ υπεύθυνος για τα περιφερειακά μέσα, με εκπροσώπους της Ένωσης Ενημερωτικών Τηλεοράσεων Ελληνικής Περιφέρειας (ΕΕΤΕΠ).

Στην τηλεδιάσκεψη, τέθηκε προς συζήτηση το σύνολο των θεσμικών και οικονομικών ζητημάτων που σχετίζονται με τη βιωσιμότητα των περιφερειακών τηλεοπτικών σταθμών, σε μία περίοδο όπου έχουν δεχθεί ισχυρό πλήγμα από την κατάρρευση των διαφημιστικών τους εσόδων εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊου, με την κυβέρνηση να αγνοεί παντελώς τα αιτήματα και τις ανάγκες του κλάδου.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, αναγνωρίστηκε η ανάγκη να μπουν κανόνες, να λυθούν χρόνια θεσμικά και οικονομικά ζητήματα που απασχολούν τον κλάδο και τονίστηκε η ανάγκη να ολοκληρωθεί η προσπάθεια εξυγίανσης του τηλεοπτικού τοπίου που ξεκίνησε ο ΣΥΡΙΖΑ.Η κυβέρνηση οφείλει άμεσα, να προχωρήσει στην στήριξη των τηλεοπτικών σταθμών της περιφέρειας, για την προστασία των θέσεων εργασίας, με επιδότηση της εργασίας και όχι επιδότηση της ανεργίας. Ταυτόχρονα, πρέπει να επεκταθεί τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2020 η πλήρης (και όχι κατά 50% που εφάρμοσε η κυβέρνηση), απαλλαγή από το κόστος του μηνιαίου μισθώματος που καταβάλλουν οι τηλεοπτικοί σταθμοί στην DIGEAγια την μεταφορά του σήματος.

Στη σύσκεψη συμμετείχαν οι εκπρόσωποι της Ένωσης Ενημερωτικών Τηλεοράσεων Ελληνικής Περιφέρειας:
Αντώνης Δημητρίου, Πρόεδρος
Σπύρος Καμπιώτης, Αντιπρόεδρος
Γιώργος Σιμόπουλος, Γενικός Γραμματέας

 

Έρευνα της ALCO για λογαριασμό της ΓΣΕΕ

Ανασφάλεια για το μέλλον της εργασίας και των αμοιβών τους δηλώνουν οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα
Περίπου 6 στους 10 εργαζόμενους(59%) δεν αναμένουν κάποια θετική εξέλιξη στο μισθό τους επιβεβαιώνοντας την έλλειψη αισιοδοξίας τους για την εξέλιξη των αμοιβών τους σύμφωνα με τα στοιχεία των δεικτών της έρευνας κοινής γνώμης που διενήργησε η ALCO για λογαριασμό της ΓΣΕΕ.

Η έρευνα που η ΓΣΕΕ σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Εργασίας, έδωσε στη δημοσιότητα αφορά, αποκλειστικά σε εργαζόμενους ιδιωτικού τομέα, για την καταγραφή-μέτρηση και συγκριτική αποτίμηση δεικτών κλίματος αναφορικά με την αισιοδοξία, την επαγγελματική προοπτική, την εξέλιξη των αμοιβών και την ασφάλεια της θέσης εργασίας.
Ειδικά, για την συγκεκριμένη χρονική περίοδο διερευνήθηκαν οι μεταβολές της σχέσης εργασίας μετά την πανδημία, η σχέση της τηλεργασίας με τον χρόνο εργασίας καθώς και την εργασία στην περίοδο της αναστολής σύμβασης.
Πιο συγκεκριμένα, στα βασικά ευρήματα συμπεριλαμβάνονται:
Το 33% των εργαζομένων δήλωσαν ότι έχει μεταβληθεί η σχέση εργασίας τους μετά την πανδημία.

Το 19% των εργαζομένων δήλωσε ότι μετά την πανδημία συνεχίζει να εργάζεται με τηλεργασία και το 14% με μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση.
Κατά το διάστημα της τηλεργασίας, το 35% των απασχολουμένων που εργαζόταν με αυτή την μορφή δήλωσε ότι εργαζόταν περισσότερο χρόνο σε σχέση με το ωράριό του.
Το 18% των εργαζομένων δήλωσε ότι κατά το διάστημα που η σύμβασή του ήταν σε αναστολή ο εργοδότης του ζητούσε να εργαστεί.
Περίπου 4 στους 10 εργαζόμενους (39%) δηλώνει ότι δεν νιώθει ασφάλεια διατήρησης της θέσης εργασίας του. Σημειώνεται ότι ο δείκτης ασφάλειας της απασχόλησης από τον Μάρτιο του 2020 έχει επιδεινωθεί κατά 17 μονάδες, γεγονός που αναδεικνύει περαιτέρω την μεγάλη ανασφάλεια και αβεβαιότητα που επικρατεί στην αγορά εργασίας και τους εργαζόμενους.

Περίπου 6 στους 10 εργαζόμενους(59%) δεν αναμένουν κάποια θετική εξέλιξη στο μισθό τους επιβεβαιώνοντας την έλλειψη αισιοδοξίας τους για την εξέλιξη των αμοιβών τους. Ο δείκτης εξέλιξης των αμοιβών έχει επιδεινωθεί κατά 12 μονάδες από τον Μάρτιο 2020.
Είναι ξεκάθαρο πως η εργασία και οι εργαζόμενοι χρειάζονται επιπλέον υποστήριξη και πως οι σοβαρές στρεβλώσεις στην αγορά εργασίας θα εντείνονται όσο επιλέγονται η ημιαπασχόληση, η εργασιακή ευελιξία και οι μειωμένες αμοιβές ως μέσα αύξησης της ανταγωνιστικότητας και καταπολέμησης της ανεργίας.
Χρειάζεται η πλήρης επαναφορά και ενεργοποίηση των Ελεύθερων Συλλογικών Διαπραγματεύσεων, του κοινωνικού διαλόγου και η διαμόρφωση ενός πλέγματος ουσιαστικής ενίσχυσης και προστασίας της εργασίας.

Τέλος, χρειάζεται η ανάπτυξη θεσμικού πλαισίου ρύθμισης της τηλεργασίας, μετά από εξειδικευμένο κοινωνικό διάλογο, με στόχο την αποτύπωση και ανάδειξη των θετικών και των «γκρίζων» περιοχών της πριν μετατραπεί από ευκαιρία σε ακόμη μια αρνητική παράμετρο για την εργασία.