Αλήθειες και αναλήθειες

για τον θάνατο εξεχόντων ανδρών της Ελληνικής αρχαιότητας

Της Παναγιώτας Π. Λάμπρη

Μέρος ενδέκατο

Για τον Φειδία Χαρμίδου (490-430 π. Χ.), τον γλύπτη που εξιδανίκευσε την ανθρώπινη μορφή και εξανθρώπισε τη θεία, αναφέρεται πως πέθανε στη φυλακή. Αλλά, ας ερευνήσουμε το θέμα, λαμβάνοντας υπόψη και τη δυσανεξία, θα λέγαμε, των Αθηναίων έναντι της ατομικής προβολής και επίδειξης, καθώς και τον εν γένει τρόπο τους, όπως είχε διαμορφωθεί στη δημοκρατία τους, όπου, συχνά, δημαγωγικές απόψεις έβρισκαν πρόσφορο έδαφος. Γεγονός, πάντως, είναι πως ο Περικλής, πέραν του ότι ήταν ο Φειδίας φίλος του, αναγνώριζε σ’ αυτόν το καλλιτεχνικό χάρισμα και του είχε αναθέσει τη διεύθυνση και την επίβλεψη όλων των έργων, αλλά και για κάθε έργο είχε μεγάλους αρχιτέκτονες και τεχνίτες. (Πλούταρχος, Περικλῆς 13.6)

Η δηκτική πένα του Αριστοφάνη στην «Ειρήνη» (στ. 603-614) καταφέρεται εναντίον του Φειδία και του Περικλή, τους οποίους θεωρεί αίτιους για την απώλεια της ειρήνης: «Την αρχή την έκανε ο Φειδίας που έφταιξε / και μετά ο Περικλής, απ’ το φόβο του μήπως / η κλεψιά του Φειδία πέσει επάνω του / – καθώς και σας ήξερε πόσο δαγνώνετε – / πριν φτάσει και πάθει μηδέ το ελάχιστο, / την πόλη πυρπόλησε./ Μικρούλα σπιθούλα το μεγαρίτικο ψήφισμα / και φούντωσε τόσος ξεφυσώντας ο πόλεμος / που όλοι οι Έλληνες – οι εδώ και οι εκεί – / απ’ τον καπνό καταδάκρυσαν. / Και μάργωσαν τ’ αμπέλια μόλις πρωτάκουσαν / και το ένα πιθάρι κλότσησε το άλλο / και κανένας δεν ήταν να έμπει ανάμεσα / και η Ειρήνη χανόταν.» (μτφ. Κ. Τοπούζης, εκδ. Επικαιρότητα, 1997)
Αλλά σε ποια κλεψιά του Φειδία αναφέρεται;

Γράφει σχετικά ο Πλούταρχος (Περικλῆς 31.2-32.6)) «Αλλά η χειρότερη απ’ όλες τις κατηγορίες, που έχει πάρα πολλούς μάρτυρες, λένε πως είναι η ακόλουθη. Ο Φειδίας ο γλύπτης, όπως είπαμε, είχε αναλάβει την κατασκευή του αγάλματος της θεάς Αθηνάς. Επειδή έγινε φίλος του Περικλή και είχε πάρα πολύ μεγάλη δύναμη σ’ αυτόν, μερικοί τον φθόνησαν, γιατί ήταν προσωπικοί εχθροί του. Άλλοι όμως ήθελαν να δοκιμάσουν στο πρόσωπο εκείνου πώς θα έκρινε ο λαός τον Περικλή. Αυτοί λοιπόν έπεισαν κάποιον Μένωνα, έναν από τους εργάτες του Φειδία, και τον έβαλαν να καθίσει στην αγορά ως ικέτης και να ζητήσει την άδεια να καταγγείλει και να κατηγορήσει το Φειδία. Ο λαός δέχτηκε την αίτηση του ανθρώπου αυτού και η καταγγελία του συζητήθηκε στην εκκλησία του δήμου. Για κλοπές δεν μπορούσε να σταθεί κατηγορία, γιατί ο Φειδίας από την αρχή είχε δουλέψει το χρυσάφι και το είχε βάλει γύρω στο άγαλμα, κατά συμβουλή του Περικλή, με τέτοιον τρόπον, ώστε να είναι πολύ εύκολο να το βγάλουν και να το ζυγίσουν, πράμα που και τότε ο Περικλής ζήτησε να κάμουν οι κατήγοροι.

Αλλά ο φθόνος για τη δόξα των έργων του βάραινε το Φειδία και μάλιστα γιατί στην Αμαζονομαχία που παράστησε πάνω στην ασπίδα της Αθηνάς αποτύπωσε μιαν εικόνα που του έμοιαζε, με μορφή ενός γέρου φαλακρού που σήκωνε μια πέτρα με τα δύο του χέρια. Επίσης πρόσθεσε μιαν ωραιότατη εικόνα του Περικλή να πολεμά με μιαν Αμαζόνα. Αλλά το σχήμα του χεριού, όπως σήκωνε το δόρυ μπροστά στο πρόσωπο του Περικλή, ήταν κατάλληλα φτιαγμένο, σα να ήθελε να κρύψει την ομοιότητα, που φαινόταν όμως από τα δύο πλάγια. Τότε ο Φειδίας ρίχτηκε στη φυλακή, αρρώστησε καί πέθανε ή, όπως λένε μερικοί, δηλητηριάστηκε από τους εχθρούς του Περικλή, για να βρουν αφορμή να τον συκοφαντήσουν. Στο Μένωνα που είχε κάμει την καταγγελία, κατά πρόταση του Γλαύκωνα ο δήμος χορήγησε απαλλαγή από τους φόρους και έδωσε διαταγή στους στρατηγούς να φροντίσουν για την ασφάλειά του.»

Βέβαια, ο Φιλόχορος (Ἀριστοφάνης, Σχόλια εἰς τήν Εἰρήνην, 606 (604) Φειδίας 4-31) αναφέρει πως ο Φειδίας, μετά την κατασκευή του αγάλματος της Αθηνάς πήγε στην Ολυμπία, όπου κατασκεύασε το άγαλμα του Ολυμπίου Διός, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, και τον σκότωσαν οι Ηλείοι. Ο ίδιος αμφισβητεί την κατηγορία, που αναφέρεται στην «Ειρήνη» του Αριστοφάνη σχετικά με το Μεγαρικό ψήφισμα, αφού τα σχετικά με τον Φειδία έγιναν επτά χρόνια πριν. Τέλος, αναφερόμενος στην κλοπή του χρυσού από το άγαλμα της Αθηνάς εκ μέρους του Φειδία, δεν αναφέρει τίποτα για την αθώωσή του, αλλά λέει πως εξ αιτίας της αρπαγής του χρυσού φονεύθηκε.

Μετά τις ανωτέρω αναφορές, το ποιο ήταν ακριβώς το τέλος του Φειδία, δεν το γνωρίζει κανείς με βεβαιότητα. Αιώνες κατόπιν, με την αξία του να είναι διεθνώς αναγνωρισμένη, τα όποια πάθη της εποχής του ωχριούν μπροστά σ’ αυτά που συντελέστηκαν από τον ίδιο στον τομέα της τέχνης. Και, όπως σημειώνει ο E. H. Gombrich (Ιστορία της Τέχνης, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1994, σ. 54) «[…] το άγαλμα της Παλλάδος Αθηνάς», το οποίο τον έμπλεξε σε περιπέτειες, «ήταν κάτι περισσότερο από απλό είδωλο ενός δαίμονα. Όλες οι πηγές συμφωνούν πως αυτό το άγαλμα είχε μιάν ευγένεια που δημιουργούσε εντελώς διαφορετική εντύπωση για το χαρακτήρα και τη σημασία των θεών. Η Αθηνά του Φειδία έμοιαζε με μεγάλο ανθρώπινο πλάσμα. Η δύναμή της δε βασιζόταν στη μαγεία, αλλά στην ομορφιά της. Οι άνθρωποι συνειδητοποίησαν τότε ότι η τέχνη του Φειδία έδωσε στους Έλληνες μια νέα έννοια του θείου.»

Για τον έναν από τους δύο αρχιτέκτονες του Παρθενώνα, τον Ικτίνο, αναφέρεται αναληθώς πως πέθανε στην εξορία, ενώ ελάχιστα πράγματα είναι γνωστά γι’ αυτόν, τίποτα για την καταγωγή και την οικογένειά του, και τόσο η χρονολογία της γέννησης, όσο και του θανάτου του, είναι άγνωστες. Μόνο, λόγω των έργων, στην κατασκευή των οποίων πρωταγωνίστησε, μπορεί με βεβαιότητα να ειπωθεί πως έζησε τον 5ο π. Χ. αιώνα. Κάποιοι συγγραφείς που αναφέρονται σ’ αυτόν μας πληροφορούν για το έργο του. Ο Στράβων (Γεωγραφικά, 9.12) γράφει πως ο Ικτίνος κατασκεύασε τον μυστικό σηκό του ιερού της Δήμητρας στην Ελευσίνα, ο οποίος μπορούσε να δεχθεί «ὄχλον θεάτρου», και τον Παρθενώνα στην ακρόπολη προς τιμήν της Αθηνάς, έργα, τα οποία επόπτευε ο Περικλής.

Ο Πλούταρχος (Περικλῆς, 13.7) σημειώνει πως μαζί με τον Καλλικράτη κατασκεύασαν τον εκατόμπεδο του Παρθενώνα. Ενώ ο Παυσανίας (Ἑλλάδος περιήγησις, 8.41.8), μιλώντας για τον ναό τους Επικούρειου Απόλλωνα στη Φιγαλία, λέει πως τον κατασκεύασε ο αρχιτέκτονας Ικτίνος που είχε κατασκευάσει και τον Παρθενώνα στην Αθήνα. Τέλος, σε πολλούς δικτυακούς τόπους αναφέρεται πως ο Βιτρούβιος, στην πραγματεία του «Περί αρχιτεκτονικής», γράφει πως ο Ικτίνος συνέγραψε μια τεχνική μελέτη για τον δωρικό ναό της Αθηνάς στην Αθήνα.