Αρχαία ελληνικά· η γλωσσική μας πατρίδα

της Παναγιώτας Π. Λάμπρη

Όταν ένας λαός δεν τολμά να υπερασπιστεί τη γλώσσα του,
είναι έτοιμος πια για τη σκλαβιά.
Remy de Gourmont, Γάλλος ποιητής

Πριν μερικές μέρες, έντυπα και ηλεκτρονικές σελίδες κατακλύστηκαν από μια ευχάριστη είδηση, η οποία αφορούσε στα αρχαία ελληνικά, και όχι μόνο. Συγκεκριμένα, η γαλλική ένωση Human-Hist ζήτησε την εγγραφή των αρχαίων γλωσσών στον κατάλογο της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, ενώ ο επικεφαλής της αρχαιολόγος Βενσάν Μερκενμπρέκ, μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων, είπε μεταξύ άλλων: «Θεωρήσαμε απαραίτητο να διαφυλάξουμε τη διδασκαλία των λατινικών και των ελληνικών, που είναι οι βάσεις της γαλλικής γλώσσας και της ευρωπαϊκής ιστορίας.», ενώ στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ανέφερε, ακόμα, πως «Εί-ναι μια ευκαιρία να δείξουμε στο κοινό τη σπουδαιότητα και την ικμάδα των αρχαίων γλωσσών.»!

Εκτός απ’ αυτόν, ο Γάλλος υπουργός Εθνικής Παιδείας Ζαν-Μισέλ Μπλανκέ χαρακτήρισε το μανιφέστο της Human-Hist «εμβληματικό και ουσιώδες για την υπεράσπιση των αρχαίων γλωσσών που είναι το ζωντανό σφρίγος της δικής μας γλώσσας» και, εκφράζοντας την υποστήριξή του στους διδάσκοντες, οι οποίοι «μεταλαμπαδεύουν αξίες», δήλωσε πως «Τα ελληνικά και τα λατινικά δεν είναι ούτε απαρ-χαιωμένες, ούτε ελιτιστικές (γλώσσες) και πρέπει να τις προωθήσουμε.»

Σημειωτέον, επίσης, πως δεν ήταν τυχαία η επιλογή της πόλης Οτέν για την τέλεση του συνεδρίου, με αφορμή το οποίο έγιναν οι ανωτέρω αναφορές, αφού αυτή ταυτίζεται με το αρχαίο Augustodunum, όπου τα λατινικά και τα αρχαία ελληνικά διδάσκονται αδιαλείπτως εδώ και 2.000 χρόνια!
Τέτοια συμβαίνουν στη Γαλλία, χώρα στην οποία, αν και αρκετοί μετέχουν της κλασικής παιδείας, έχουν γίνει ήδη ορατά τα αποτελέσματα της σταδιακής εγκατάλειψης και περιθωριοποίησής της, καθώς και της υποβάθμισης της γνώσης, η οποία αφορά στο παρελθόν.

Όσο για την Ελλάδα, η περιφρόνηση των κλασικών σπουδών και ο υποβιβασμός τους στην από το κράτος προσφερόμενη εκπαίδευση πλέον είναι προφανέστατα. Πόσο μάλλον, που υπάρχουν επιστήμονες, οι οποίοι, όταν αναφέρονται στα αρχαία ελληνικά, λένε ανενδοίαστα πως πρόκειται για νεκρή γλώσσα, αλλά και συμφωνούντες μ’ αυτή την άποψη Υπουργοί Παιδείας επιθυμούν μέσω νομοθετημάτων να δημιουργήσουν τις συνθήκες, ώστε να εδραιωθεί αυτή η άποψη, η οποία στη συνέχεια θα φέρει την πλήρη κατάργησή τους στις σχολικές αίθουσες.

Φυσικά, όταν συμβαίνουν αυτά, κάτι δεν πάει καλά. Διότι το να λέει ένας μαθητής πως το μάθημα των αρχαίων ελληνικών – βλέπετε και τα βιβλία, λες, και στο να τα κάνουν απεχθή είναι γραμμένα με τον τρόπο που είναι – δεν θα του χρησιμέψει σε κάτι στη ζωή του, μπορούμε να το δεχθούμε ως λανθασμένη αντίληψή του για το θέμα, όμως, το να αποφαίνονται επιστήμονες πως τα αρχαία ελληνικά είναι νεκρή γλώσσα, δεν δηλώνει μόνο άγνοια, αλλά κάποιας μορφής σκοπιμότητα, την οποία θα έπρεπε να έχουν το θάρρος να την παρουσιάσουν και να την αναλύσουν επαρκώς, μπας και πείσουν μ’ αυτό τον τρόπο και τους δύσπιστους!

Διότι δεν μπορεί, επιστήμονες όντες, να αγνοούν πως το 90% των λέξεων, με τις οποίες εκφράζονται επιστημονικά ή στον καθημερινό τους λόγο είναι αρχαίες, αφού τα αρχαία ελληνικά δεν εξαϋλώθηκαν στη ρύμη των καιρών, αλλά είναι πανταχού παρόντα. Αν, λοιπόν, πιστεύουν πως αυτό συνέβη, ας τολμήσουν ν’ αφαιρέσουν ό,τι μ’ αυτά σχέση έχει κι ας μας πουν στη συνέχεια αν μπορούν να συνεννοηθούν στη μητρική τους γλώσσα, δηλαδή την ελληνική, αν είναι αυτή, ή στη γαλλική, στην αγγλική και πάει λέγοντας. Προφανώς, δεν θα το τολμήσουν!

Ας σταματήσουν, λοιπόν, να δηλητηριάζουν τις νέες γενιές με το σαράκι της απα-ξίωσης ή του μίσους για την πατρογονική τους λαλιά κι ας προτείνουν τη συγγραφή βιβλίων, τα οποία θα κάνουν αγαπητή τη διδασκαλία της, διότι το όφελος που θα προκύψει θα είναι μέγιστο. Ας πάψουν, ακόμα, να μιλούν για πολιτιστική και άλλες ασυνέχειες των Ελλήνων, διότι για την αρχαία γλώσσα και γι’ άλλα πολιτιστικά αγαθά τους, και όχι μόνο, έχουν αποφανθεί πολλοί, και, κυρίως, όλα αυτά συνιστούν κληρονομιά αιώνων, με την οποία γαλουχηθήκαμε. Τέλος, δεν μπορεί όλοι στον κόσμο να γνωρίζουν την αξία της πατρογονικής μας λαλιάς, ειδικά αυτής, και στα χώματα που γεννήθηκε να βιώνει την περιφρόνηση και την απαξίωση αντί της δέουσας τιμής. Ευτυχώς, όχι από όλους!

Επίσης, όσοι λαοί διδάσκουν στα παιδιά τους αρχαία ελληνικά, προφανώς δεν επιθυμούν να τα βασανίζουν μέσω της διδασκαλίας τους, ούτε τα αγαπούν λιγότερο απ’ ό,τι οι Έλληνες τα δικά τους. Και δεν έχουν κατανοήσει απλά την αξία τους, αλλά γνωρίζουν πως η γλώσσα είναι κάτι παραπάνω από όργανο επικοινωνίας, αφού οι λέξεις, οι οποίες τη συνθέτουν, κουβαλούν ιδιαίτερο νοηματικό φορτίο, το οποίο πολλαπλασιάζεται, όταν μαζί με άλλες συμβάλλει, κατά περίπτωση, στην έκφραση απλών ή πιο σύνθετων νοημάτων. Ακόμα, έχουν τη γνώση πως η αρχαία ελληνική γλώσσα περιέχει αμετάβλητες αλήθειες για τις σχέσεις του κάθε ανθρώπου με τον εαυτό του και τον κόσμο. Και, φυσικά, οι ευρωπαϊκοί λαοί, δεν αγνοούν πως η «νεκρή» αυτή γλώσσα δίνει πνοή ζωής στις δικές τους, αφού μεγάλο μέρος των λέξεών τους είναι αρχαίες ελληνικές, ενώ ικανός αριθμός γενεσιουργών ελληνικών λεκτικών θεμάτων παρήγαγε πλήθος δικών τους.

Και στην πατρίδα μας εν μέσω της πολλαπλούς κρίσης, την οποία βιώνουμε, ο κλα-σικός πολιτισμός θα ’πρεπε να αποτελεί φάρο αναγέννησης κι ελπίδας για το μέλλον. Θα ’πρεπε, και ήδη έχουμε αργήσει, να δημιουργήσουμε πρότυπα πανεπιστήμια κλα-σικών σπουδών, και γιατί όχι βυζαντινών και νεοελληνικών, τα οποία θα γίνουν πόλοι έλξης φοιτητών απ’ όλο τον κόσμο, δημιουργώντας πνευματικές κυψέλες!

Αλλά τι γράφω, όταν κάτι τέτοιο φαντάζει με όνειρο θερινής νυκτός στους χώρους των κρατικών πανεπιστήμιων, ενώ η πρόσφατη αναθεώρηση του Συντάγματος στέ-ρησε γι’ άλλη μια φορά την ελπίδα να υπάρξουν ιδιώτες, ευεργέτες του τόπου θα τους ονόμαζα, οι οποίοι ακόμα κι αν είχαν ως έναν από τους σκοπούς τους το κέρδος, θα ίδρυαν ιδιωτικά πανεπιστήμια, τα οποία, μη γελιόμαστε, όπως συμβαίνει σ’ όλο σχεδόν τον κόσμο, δεν θα στρέφονταν, όπως λένε κάποιοι, κατά του κύρους των κρατικών, αλλά θα δημιουργούσαν ευγενή άμιλλα προς όφελος και των δύο και, φυσικά, πολλοί νέοι επιστήμονες, που έγιναν μετανάστες, θα επέστρεφαν, αφού θα έβρισκαν εργασία, στην οποία θα προσλαμβάνονταν ανάλογα με τα προσόντα τους.

Πιστεύω, μάλιστα, από χρόνια πως εδώ, σ’ αυτόν τον τόπο, όπου γεννήθηκε τόσο πνευματικό φως, οφείλουμε να δημιουργήσουμε πάλι εστίες φωτός, οι οποίες θα φέγγουν, όχι μόνο στη μικρή γειτονιά μας, αλλά στον κόσμο όλο! Και για να συμβεί αυτό δεν απαιτούνται μαγικά ραβδιά, ούτε από μηχανής θεοί! Χρειάζεται βούληση και αποφασιστικότητα. Παραδείγματα υπάρχουν πολλά! Πόσο μάλλον, που πολλοί από τους εκάστοτε κυβερνώντες τον τόπο μας έχουν φοιτήσει σε κάποια από τα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου, κάτι που συνιστά μία από τις σημαντικότερες περγαμηνές του βιογραφικού τους! Επομένως, προς τι τόση κακοδαιμονία;

Επειδή, όμως, αφορμή για τη σύνθεση του παρόντος άρθρου στάθηκαν τα αρχαία ελληνικά, αντί επιλόγου και προς επίρρωση πολλών από τα γραφόμενα, παραθέτω ένα απόσπασμα από την ομιλία του ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, όταν τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας (1979). Αξίζει, θαρρώ, την προσοχή των αναγνωστών: «Μου εδόθηκε, αγαπητοί φίλοι, να γράφω σε μια γλώσσα που μιλιέται μόνον από μερικά εκατομμύρια ανθρώπων. Παρ’ όλ’ αυτά, μια γλώσσα που μιλιέται επί δυόμιση χιλιάδες χρόνια χωρίς διακοπή και μ’ ελάχιστες διαφορές. Η παράλογη αυτή, φαινομενικά, διάσταση, αντιστοιχεί και στην υλικοπνευματική οντότητα της χώρας μου. Που είναι μικρή σε έκταση χώρου και απέραντη σε έκταση χρόνου. Και το αναφέρω όχι διόλου για να υπερηφανευθώ αλλά για να δείξω τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας ποιητής όταν χρη-σιμοποιεί για τα πιο αγαπημένα πράγματα τις ίδιες λέξεις που χρησιμοποιούσαν μία Σαπφώ ή ένας Πίνδαρος π.χ. -χωρίς ωστόσο να έχει το αντίκρισμα που είχαν εκείνοι επάνω στην έκταση της πολιτισμένης τότε ανθρωπότητας.

Εάν η γλώσσα αποτελούσε απλώς ένα μέσον επικοινωνίας, πρόβλημα δεν θα υπήρχε. Συμβαίνει όμως ν’ αποτελεί και εργαλείο μαγείας και φορέα ηθικών αξιών. Προσκτάται η γλώσσα στο μάκρος των αιώνων ένα ορισμένο ήθος. Και το ήθος αυτό γεννά υποχρεώσεις. Χωρίς να λησμονεί κανείς ότι στο μάκρος εικοσιπέντε αιώνων δεν υπήρξε ούτε ένας, επαναλαμβάνω ούτε ένας, που να μην γράφτηκε ποίηση στην ελληνική γλώσσα. Να τι είναι το μεγάλο βάρος παράδοσης που το όργανο αυτό σηκώνει. Το παρουσιάζει ανάγλυφα η νέα ελληνική ποίηση.»

http://users.sch.gr/panlampri/