Στου δέντρου τα κλαδιά και τα ταξίδια...(Μυθοπλασία αφηγήσεων και οχι μονο).

Του Χρήστου Νιάρου

Μελβούρνη.

Αφουγραζεται το διαβα του χαρες ,σεισμούς και δυστοπιες επικοινωνιων , χτενίζει ερημιες πάντως τύπου και έκτασης, συνομιλεί κοιτώντας στα μάτια αλλα δέντρα, αγριοχορτα και χαμοπουλια εξωτικά .

Διανυκτευρει σε βενζινάδικα και φαρμακεία ,ζει την ρουτίνα ,την συνήθεια, τα ονειρα τα φτωχά και φωτεινά καθως στις ντοπιολαλιες,στους χρόνους που συναντά μπαίνει στο πυρήνα μα και στο κύκλο νοηματων τους και απο το νταραβερι, συγκερασμο των καινούργιων συναντήσεων λόγων, ήχου και εικόνας εξακνινωνεται .

Το μη με λησμονει, της νοσταλγίας οι σφεντονιες και οι χιλιομετρικες αποστάσεις πατρίδας με πατρίδα είναι μετοχια ,μετερίζια ενσυναισθησης του.

Κρίκοι μιας αλυσίδας είναι που αν χαθεί καποιος ,καποια κομματια στο πέρασμα των χρόνων αρχίζει η αναδρομή, η ανάμνηση να κυκλωνει ,να γρατζουναει της μνήμης τα άγραφα και γραμμένα δρώμενα.

Το δέντρο λυγεροκορμο, στολισμενο, φωτεινό θα συνεχιζει το ταξίδι του . Δεν δειλιαζει ,κρατάει το λόγο του . Θα ριχνει δε, γέφυρες επικοινωνίας με απόντες παρόντες, σαν το γεφύρι της Αρτας ,θα περνάει ποτάμια, θάλασσες,φύκια και ξημερώματα σαν χελιδόνι αποδημιας ,σαν μανουσακια στο ποτήρι μα και σαν φυλαχτο και παλια ασπρομαυρη φωτογραφια απο μια παιδικη γιορτη που συνεχως γιορτάζει το κάθε τι . Μα και σαν την στροφή απο το Καγκελαρι το χορό θα μονολογεί και θα λεει: .Τέτοια ώρα ήτανε χτες ,τέτοια και παραπροχτες… .Κουβαλαει ξενητιες ,κωπηλατει στα βαθια και στα ρηχα νερά τους ,στα χώματα και στα λιθαράκια της νοσταλγίας.

Προχωραει όμως στην ριμη του λόγου, στο ρήμα της αγάπης, στην φυγή και στην χοβολη των παρόντων απόντων στιγμών, προσώπων του με το πάντα των ερωτευμένων, με το ποτέ των μεθυσμενων ,με το τι ειναι και το γιατι των παιδικων ερωτησεων ,με το αυτονοητο των αποστασεων . Στων φιλικών προσωπων και του ηλιοφεγγαριου την φαιά τους ουσια τις όψεις και στιγμές τους , στων εξ αίματος, εξ αγχιστείας παρατηρητές και

, εξ απαλων ονύχων μα εξ των εξ απινεις αποντων παροντων της σκεπης και του καδρου του , πάντα τους θυμάται και τους συναντάει όπου και αν βρίσκεται . Kαι ριχνει απλωνει ρίζες τους στέλνει ευχές καρτ ποσταλ για υγεια,ειρηνη και οτι ποθητο . Μεσα απο το κορμι και τις φλεβες , τις αποστελνει σε γραμματακι me γραμματοσημο . Και αν στα πεφταστερια καθως αυτά τέτοια εποχή δίνουν την συναυλία τους στο οριζοντα ,όλους και όλες τους απόντες παρόντες του μέχρι τώρα ταξιδιού του τους καλεί,τους προσκαλεί.

Τα κλαδιά του φτερούγες αποδημητικες ή και σε διαρκή αποδημια ,γίνονται μονοπατια ,πανιά καραβάκια στολισμένα με αναθρωσκοντα καπνό, μα και κόλλες χαρτί με αλφαβητες, ημιτονια ,τριγωνα καλαντα ,χιονια στα καμπαναρια ,καλο τελος παραμυθιων. Σημειώματα, πνοες στην και απο την μνήμη και το κάθε τώρα ,μπαίνουν αυθόρμητα στην πρώτη γραμμή των συγκερασμων και στο τρυπακι των καλών προθέσεων και διαδρομών. Δεν είναι αγώνας δρόμου . Το χαλαρά και ταχύτατα της μνήμης ως μοτο και δώρο εμπειριών έχει το χρόνο και το ρόλο του.

Θυμήθηκε και την ώρα που ξεστολιστηκε και μπήκε στο κουτί και πως περίμενε τόσα μερόνυχτα για να πάρει την θέση του στο παραθυρι και να βλέπει χιόνια αθάνατα και φωνές και σιωπες αλλοτινες , γιορτινές λες και βγαίνουν και αυτες απο ένα φύλλο ντουλάπας ή απο καποιο σπιρτοκουτο. Μα θυμήθηκε όλα τα μάτια, τα χέρια τις καρδιές που έχοντας το χρυσό, το λιβάνι και την σμυρνα της ψυχής τους το στόλιζαν. Με ότι είχαν δηλαδή στη αυλή και στο σπιτικό τους , αφού λίγο πολύ όλοι και όλα δέντρα και κύματα στους ουρανούς μα και κάτω απο τον ίδιο ουρανό συνπάρχουnε . Αυτο το συν ειναι που κανει την διαφορα .

Αυτά έλεγε και ξαναλέγε και κουρδίζε την παρτιτούρα και την συναυλία της γιορτής και της οποίας ατμόσφαιρας. Δεντρο που έχει δύο πατρίδες η θωριά και η περηφανη μα και η φθαρτη του χρηση και την μια στιγμη πιάνει λιμάνι και αμμουδιες , μια τα βουνά, δάση και τον αυλογυρο του άλλου ηλιοστάσιου του σύμπαντος κοσμου παροντων ,αποντων κατοικοεδρευοντων ,είναι κάτι που δεν ξεχνιέται και δεν χάνεται όσα χρόνια, δοξες ,ήττες, μικρές και μεγάλες μοναξιες περάσουν απο το ειναι και το φαίνεσθαι του κορμιού του .

Μιας και όλα, παρόντα και απόντα, πράγματα ,πρόσωπα και θαύματα που το περιτρυγιριζουν αλλά και γενικώς υπάρχουν στο οριζοντα και στα χώματα του σύμπαντος, κουβαλούν στην πλατη τους τον παλιό χρόνο, βλέπουν καλικατζαρους του μέλλοντος, ελπίζουν σε κάτι καλύτερο και στα τρίγωνα κάλαντα στην γειτονιά των αναμνήσεων και του φωτός ταξιδευουν ,το χρισ.δεντρακι σταθερά και ακαριαια δείχνει κατανόηση, μιλάει ,εκπεμπει την γλώσσα και την αλφαβητα της αγάπης ,του φωτός και του μη με λησμονει.

Μα κάποια στιγμή καθώς καταφέρνει να δραπετεύει απο τον κλεινόν άστυ, απο το παραθυρι ,απο το φωταγωγο ,απο ένα τζάκι που καεί κούτσουρα πουρνάρια ή απο ένα καπνό και τσίκνα μπαρμπεκιασματος ,ονειροβατει ,περπατάει σε μονοπάτια ,τσιμεντα και κύματα ακαταληπτα μα και απο ιστορίες και στιγμές θυμάται λες και ειναι ημερολόγιο, σημειωματαριο και ανοιχτό βιβλίο τα φυλλοκαρδια ,οι πευκοβελονες και τα χρώματα του . Και τότε μονολογεί και λέει τα δικά του ,τι είδε, τι ένιωσε, τι αραγε να θέλει η οντότητα του απο τους παρόντες απόντες που το φιλοξενουν στο κονάκι τους.

Γίνεται και καραβάκι,λευκή σελίδα στα πελαγα και στους δρόμους της ανάμνησης με ή χωρίς πλαστικες τσάντες απο αγορές στα χέρια κλωνάρια του τους δειχνει οτι συμμετέχει στην ζωη στην αναγκη και στις τροχιες τους.

Στα δε αμπάρια και στα φυλλοκαρδια του έχει χρυσό, λιβάνι και σμυρνα απο το καλο λόγο και εργο συγκινησεων και της αγαπης πάθος. Με ταπεινά χειμερινά μανουσακια γύρω γύρω του ,με ντοματιες που θα καρπισουν στην ηλιοφάνεια, αλλάζει ταχύτατα και αυθόρμητα την θερμοκρασία των ταξιδιων του . Πάντα όμως φοράει χαμόγελο φιλότιμου φωτος στα αέρινα του φυλλώματα που μοιάζουν με ορόφους και σκαλοπάτια.

Οι παρόντες απόντες της παράστασης του ,είτε βολοδερνουν στα ωραία πάρκα της πόλης με τα γλαροπουλια αντιηλιακό, είτε στην χοβολη και στο αργό χρόνο του χωριού τους εκστατικα και ακαριαια χιλιοτραγουδουν το πέρασμα του και την στο φάρο και φωνή των φυλλων του κανείς και τίποτε δεν μπορεί να αντισταθεί και να μείνει αδιάφορα.

Από την Ανατολή μέχρι την Δύση του Ηλίου μα και του σύμπαντος τις συντεταγμένες, χωρίς διαπιστευτηρια και διαβατήρια στη φορεσιά και στην φαια του ουσια κάνει το ίδιο ταξίδι με άνεση και χωρίς να βαριέται.

Μια στο βουνό στις χαράδρες,στις ρεματιές αλλα και στις θάλασσες στα κοχύλια που βρίσκεται η χαρη του είναι..μια κατηγορια απο μονο του. Περνάει την γέφυρα της Αρτας,της Πάτρας,την διώρυγα του Σουεζ,περνάει και απο το ακρωτήρι της Καλής ελπίδας, αγναντευει και τα τα σύννεφα και τα φύκια των ωκεανων αλλοτε ως χελιδόνι, αλλοτε ως αηδόνι, γλαροπουλι και πελαργός στο ένα πόδι, και στην κυριολεξία απο Ήπειρο με Ήπειρο κάνει τις στιγμές παροντων και αποντων του συνταξιδευτων πολύτιμα ,μοναδικά, δωρα εμπειριών.

Θυμήθηκε και τους κασταναδες της Πλατείας Σκουφά,θυμήθηκε και το λαχείο συντακτών, θυμήθηκε τα μελομακάρονα και το χιόνι -ζαχαρη στους κουραμπιέδες, θυμήθηκε τα ποιηματάκια της καθε μέρας σελίδα σελίδα στα ημερολόγια τοίχου. Θυμήθηκε χιόνια χρόνια χελιδόνια, θυμήθηκε τα παραμύθια του Άντερσεν, τις γιορτινές ταινίες της τηλεόρασης, θυμήθηκε πως απο το κέντρο της Ευρώπης πήγε η χαρη του σε όλο τον κόσμο.

Στην κλίμακα των συγκινησεων η γιορτη Χριστούγεννα Πρωτουγεννα εχει και ειναι στο πιο ψηλο βαθρο . Σαν φαρος ,φωνη και φως ταξιδιου τα φωνήεντα των αειθαλων φυλλώματων αφού το χρόνο που φεύγει ,με το χρόνο που φανερώνεται φιλιωνει με πολύ φαντασία,φιλοσοφία, φρόνηση. Ειναι άλλωστε ενα προσον της ..φυσης του της φθαρτης . Καταφέρνει ακόμη και τις φουρτούνες, τις φουσκοθαλασσιες με τα φαλτσα τους ,τα φυρδην τα φειδωλα, τα φασκω των φθινοπωρων τους,με ενα φλιτζάνι φωτος να τους φρεσκάρει,μα και να πάνε στην φωλιτσα, στο φράχτη τους.

.Τ ο δεντράκι, πλαστικό, απο καποιο δασάκι κομμένο αποκτά οντότητα. Σαν τους παρόντες απόντες κατοικοεδρευοντες στους ουρανούς και στα χώματα που υπάρχουν και τους φιλοξενουν και που συνεχως αλλάζουν γειτονιές, γερνάνε,γυρνάνε στο είναι και στο φαίνεσθαι του σύμπαντος του. Αδιαλείπτως και ακαταπαυστως ταξιδευουν.

Στο δε δισακι-βαλιτσα ,στο κόρφο, στην τσεπη ,στην βιβλιοθήκη, ντουλάπα τους ενορατικα και σε πραγματικό χρόνο καθως συνεχώς αλλάζει απο περιβάλλον σε περιβάλλον των αισθήσεων και παραισθησεων τα δρώμενα μα μεσα τους κουβαλάνε τις παιδικες μνημες. Tην πλατεια Σκουφα,τις μυρουδιες του σπιτικού, το παράθυρο που κοιταει πόλεις και χώρια, τους κασταναδες,το λαχειο συντακτων ,τους παλιους συμμαθητες ,το ταξίδι της ρουτίνας και της ανάγκης για τα απολύτως της βιωσης αγαθά είναι κάτι που δεν μολογιεται,δεν εξηγείτε απόλυτα.

Έχει μέσα της αυτή η βαλιτσουλα, για κάθε αλλαγή καιρού και για τους επομενους μηνες το ανάλογο ρουχαλακι ως εφόδιο και αφορμή. Έχει όμως σε καποια φόδρα της κ αι ενα κλωνάρι βασιλικό και ενα τσιπουρακι. Έχει και την μυρουδιά απο την στάχτη του μπουχαρη, έχει και μια ψίχα νοσταλγίας που μερικές φορές θεριεύει σαν λαμπάδα και κερί μεγάλο.

Έστω και αν στο εδώ ημισφαίριο του σύμπαντος τωρα καλοκαιριαζει και οι αλφαβητες και τα συντακτικα των νυχτοημερων θερμοκρασιών χτυπούν κόκκινο και οι παροντες αποντες βουτανε στου Ωκεανου τα δωματα και στα ωραια παρκα απολαμβανουν ,βιωνουν το φως της γιορτης ,το χρισ.δεντρο στο παράθυρο καθως το θωρώ και με θωρει γινεται μια εν διάρκεια και εν δυνάμει καλή παρέα και συντροφιά.

Εκπέμπει φως ,ευχές και λόγια της καρδιάς. Απλωνει τις φυλλωσιές του ,φιλιωνει το χτες με το αύριο καθως μπαρμπεγκιαζει και τσουγκριζει τους . Στην πόρτα ,στην διπλανή, στην παρακάτω ομως, του εδώ τοπου και χρόνου, φωνές για κάλαντα και να τα πούμε δεν θα ρθουν ,δεν θα φανούν. Έτσι οι αποντες παρόντες του εδώ και του εκεί τοπου και χρόνου συνεχίζουν να ταξιδευουν. Πιο σωστά συνυπάρχουν,συνταξιδευουν ,συνπορευονται σε νοερές και νοητες συνδιαδρομες και συντεταγμένες του φωτός…..