Η Ρέινορ Γουίν, αφού διένυσε με τα πόδια μια απόσταση 630 μιλίων, το µονοπάτι της νοτιοδυτικής ακτής της Αγγλίας, συνεχίζει να κάνει τακτικά πεζοπορίες µεγάλων αποστάσεων και να γράφει για τη φύση, την έλλειψη στέγης και το ελεύθερο κάµπινγκ. Ζει στην Κορνουάλη µε τον σύζυγό της Μοθ και τον σκύλο τους, Μόντι. Το πρώτο της βιβλίο, Το μονοπάτι του αλατιού, που το έγραψε αφού ο σύζυγός της διαγνώστηκε με ανίατη ασθένεια κι έχασαν το σπίτι τους και κάθε μέσο βιοπορισμού, μεταφράστηκε σε 19 γλώσσες και ήταν στη βραχεία λίστα για το CostaBookAward – στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κλειδάριθμος, σε μετάφραση της Γωγώς Αρβανίτη. Το νέο της βιβλίο, Άγρια σιωπή, και πάλι από τις Εκδόσεις Κλειδάριθμος σε μετάφραση της Γωγώς Αρβανίτη, μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.
Πώς ξεκινάτε να οργανώνετε το γράψιμο ενός καινούργιου βιβλίου;
Έχω διαβάσει πολλά άρθρα σχετικά με το πώς ετοιμάζουν τα βιβλία τους άλλοι συγγραφείς και αντιλαμβάνομαι ότι η δική μου προσέγγιση είναι ελαφρώς διαφορετική. Για μένα μια καινούργια δουλειά δεν ξεκινά με μια προσεκτική δόμηση των σκέψεών μου ή με κάποιον επιμελή σχεδιασμό, εγώ ξεκινώ με κάποιο συναίσθημα – για παράδειγμα, αυτό που νιώθεις όταν στέκεσαι σε κάποιο ακρωτήρι με τον αέρα να φυσά κουβαλώντας τη μυρωδιά της βροχής. Η βροχή απέχει χιλιόμετρα, όμως το ξέρω ότι έρχεται και η αίσθηση της παρουσίας της αυξάνεται καθώς ο αέρας δυναμώνει. Το ίδιο συμβαίνει με το γράψιμο, έχω μια αίσθηση του σχήματος που θα πάρουν οι λέξεις και την αφήνω να μεγαλώσει μέχρι να διαμορφωθεί στην πληρότητά της, αλλιώς δεν ξεκινώ να γράφω.
Έχετε κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο πριν ξεκινήσετε και κρατάτε κάποιες σημειώσεις κατά τη διάρκεια της συγγραφής;
Το αρχικό μου σχέδιο συνήθως ξεκινά με τον σχεδιασμό μιας εικόνας. Το φόντο της εικόνας είναι συνήθως το βασικό πλαίσιο του βιβλίου μου, έπειτα προσθέτω τους χαρακτήρες και κάποιο είδος εικονογράφησης, όπου περιγράφεται ο τρόπος που αυτοί επηρεάζονται από τα θέματα που έχω επιλέξει. Μόνο τότε ξεκινώ να κρατώ σημειώσεις. Πρόσφατα δίδαξα σε κάποιο τμήμα μη λογοτεχνικής γραφής, όπου προσπάθησα να περιγράψω τη θεωρία της εικόνας σύμφωνα με την οποία ξεκινώ τον σχεδιασμό των βιβλίων μου – ελάχιστοι μαθητές αισθάνθηκαν ότι η προσέγγισή μου τους αφορούσε κι αυτό δεν ήταν έκπληξη!
Ποια ήταν η αρχική σας έμπνευση για το βιβλίο H άγρια σιωπή;
Η άγρια σιωπή πρόεκυψε από μια λαχτάρα να συλλάβω την αίσθηση της σύνδεσης με τη γη, την οποία είχα αγγίξει στο Μονοπάτι του αλατιού. Για να βρω εκείνη την αίσθηση έπρεπε να επιστρέψω στην εποχή όπου ήμουν νέα κι ο χαρακτήρας μου διαμορφωνόταν, να θυμηθώ τις εμπειρίες εκείνης της περιόδου και να δω πώς επηρέασαν τον τρόπο σκέψης στη μετέπειτα ζωή μου.
Γιατί επιλέξατε τον συγκεκριμένο τίτλο;
Ο τίτλος είναι ταυτόχρονα συμβολικός και λογοτεχνικός. Από μια συμβολική σκοπιά, η Άγρια σιωπή αναφέρεται στην αίσθηση της εσωτερικής γαλήνης που μπορεί να προέλθει από κάποια βαθιά σύνδεση με τη φύση. Από λογοτεχνική οπτική, ο τίτλος αναφέρεται στη Σιωπηλή άνοιξη της ΡέιτσελΚάρσον και σχετίζεται με την εξερεύνηση της απώλειας της βιοποικιλότητας που έζησα στη διάρκεια της ζωής μου.
Η ζωή της Ρέινορ και του Μοθ, η ζωή σας δηλαδή, ενώνεται μέσα από μια δυνατή αγάπη. Ποιο είναι το μυστικό που μπορεί να κρατήσει δεμένο και χαρούμενο ένα ζευγάρι;
Ζω με τον Μοθ από τα δεκαοχτώ μου χρόνια, όλη τη διάρκεια της ενήλικης ζωής μου. Οι δεσμοί που αναπτύξαμε όλα αυτά τα χρόνια προέρχονται κατά βάση από την κοινή μας αγάπη για τη φύση. Σε μια σκηνή της Άγριας σιωπής, η Ρέι κι ο Μοθ περνούν τις πρώτες τους διακοπές σε μια κατασκήνωση κάπου στα οροπέδια της Σκοτίας· ξάφνου, μια καταιγίδα ξεσπά ξεσχίζοντας τις σκηνές κι αναγκάζοντάς τους να περάσουν τη νύχτα ξαπλωμένοι στο νερό, μέσα σ’ ένα σλίπινγκμπαγκ επιβίωσης σε μια πλαγιά του βουνού. Θα μπορούσαν εύκολα να πέσουν σε κατάσταση υποθερμίας, αυτό είναι κάτι που συνέβη πραγματικά κι έχω ακόμα τον σπασμένο στύλο της σκηνής ανάμεσα στα πιο πολύτιμα πράγματα που κράτησα, το συμβάν όμως έχει και τη μεταφορική του έννοια. Ύστερα από μια παγωμένη χαοτική νύχτα θα μπορούσαμε εύκολα ν’ ακολουθήσουμε διαφορετικούς δρόμους εξαιτίας της έντασης εκείνων των δύσκολων ωρών. Αντί γι’ αυτό, όμως, η δυσκολία της στιγμής που αντιμετωπίσαμε μας έφερε πιο κοντά. Ίσως αυτό να είναι το μυστικό: η ζωή πάντα θα φέρνει δυσκολίες, κάθε ζευγάρι θα αντιμετωπίσει μια περίπτωση επιβίωσης μέσα στον υπνόσακο καταφέρνοντας να μείνει ενωμένο μέχρι το πρωί, παραμένοντας ζεστό μέσα στον υπνόσακο όσο δυνατά κι αν μαίνεται έξω η καταιγίδα.
Οι δυο τους αποφασίζουν να επισκευάσουν ένα σπίτι στους λόφους της Κορνουάλης. Τι κερδίζουν οι άνθρωποι που περνούν τη ζωή τους κοντά στη φύση;
Όπως είπαμε, ο τίτλος Η άγρια σιωπή αναφέρεται στη βαθιά αίσθηση μιας εσωτερικής γαλήνης που μπορεί να προέλθει από τη ζωή μας κοντά στη φύση. Μια ζωή που ανιχνεύει τις εποχές, νιώθει την επερχόμενη αλλαγή του καιρού προτού αυτή συμβεί, παρακολουθεί την άγρια χλωρίδα και πανίδα να ανταποκρίνεται στο φως ή στη θερμότητα της γης – αυτά είναι πράγματα που μας επιτρέπουν να κατανοήσουμε ότι αποτελούμε μέρος του φυσικού κόσμου, δεν είμαστε απλοί εξωτερικοί παρατηρητές. Η σύνδεση με τη φύση προσθέτει ένα βαθύτερο νόημα στη ζωή μας.
Αποφασίζουν να καλύψουν με τα πόδια 630 μίλια κατά μήκος του Μονοπατιού του Αλατιού. Πού βρίσκουν τη δύναμη και το κουράγιο για μια τόσο δύσκολη αποστολή;
Ξεκινώντας την πορεία στο Μονοπάτι του αλατιού, είχαμε χάσει το σπίτι μας κι ο Μοθ είχε διαγνωστεί με ανίατη ασθένεια. Τις επόμενες εβδομάδες, καθώς αρχίσαμε να περπατούμε στο παραλιακό μέρος του μονοπατιού, και καθώς αντιλαμβανόμασταν ότι δεν είχαμε τίποτα να μας κρατήσει πίσω, αρχίσαμε να συνειδητοποιούμε τη δύναμη του δεσίματος με τη φύση. Παρότι χάναμε όποια υλική περιουσία είχαμε και γινόμασταν άστεγοι κι απορριγμένοι από την κοινωνία, καταλάβαμε σιγά σιγά ότι δεν χρειαζόμασταν τα περισσότερα απ’ όσα είχαμε χάσει. Ήμασταν μέρος του φυσικού κόσμου, μια έννοια μεγαλύτερη από τη διάρκεια ζωής κάθε υλικού αγαθού. Αυτή η ανακάλυψη μας έδωσε τη δύναμη να συνεχίσουμε.
Οι σελίδες του βιβλίου που περιγράφουν τη φύση είναι καταπληκτικές. Από πού πηγάζει αυτή η αγάπη σας για τη φύση;
Μεγάλωσα σ’ ένα αγρόκτημα και πέρασα τα παιδικά μου χρόνια στα χωράφια και στα δάση. Ο Μοθ πάλι μεγάλωσε στα προάστια μια πόλης, όμως πάντα τον τραβούσαν τα βουνά και η θάλασσα, το παρθένο περιβάλλον. Μαζί ανακαλύψαμε την κοινή μας αγάπη για τον φυσικό κόσμο, που γινόταν όλο και δυνατότερη καθώς περνούσαμε όλο και περισσότερο χρόνο κοντά στην άγρια φύση.
Η Ρέινορ αγαπά πολύ τη φύση, αλλά και τη μητέρα της. Πόσο σημαντικό είναι να βοηθάμε ο ένας τον άλλον και να μένουμε κοντά σε αυτούς που αγαπάμε, όταν ασθενούν;
Ο χρόνος που περνάμε κοντά στους αγαπημένους μας όταν είναι άρρωστοι μπορεί να είναι η πιο δύσκολη φάση της ζωής μας, όμως είναι μια περίοδος που όλοι πρέπει να περάσουμε. Η σχέση ανάμεσα στον Μοθ και τη μητέρα μου ήταν πάντα δύσκολη, αλλά ο Μοθ ήξερε ότι ήταν ένα σημαντικό κομμάτι της ζωής μου κι ότι το να μείνω κοντά της στις τελευταίες της στιγμές ήταν κάτι αδιαπραγμάτευτο. Νομίζω ότι όλοι χρειαζόμαστε να περάσουμε μια περίοδο χώρια στη ζωή μας, αν το επιτρέπουν οι συνθήκες – είναι κάτι δύσκολο, αλλά αποτελεί μέρος του κύκλου της αγάπης μας.
Η Ρέινορ αγαπά πολύ και το διάβασμα. Στην εποχή της τεχνολογικής επανάστασης, οι άνθρωποι εξακολουθούν να διαβάζουν βιβλία;
Πάντα αγαπούσα να διαβάζω ιστορίες, από τότε που ήμουν παιδί και διάβαζα με το φως του φακού κάτω από τα σκεπάσματά μου, μέχρι σήμερα, δεκαετίες αργότερα, που κουλουριάζομαι στην πολυθρόνα μου με μια κούπα τσάι, κάποιο βροχερό απόγευμα. Το πάθος μου όμως για τα βιβλία δεν νομίζω ότι έχει να κάνει μ’ αυτό καθαυτό το διάβασμα, έχει να κάνει πάντα με τις ιστορίες. Σ’ αυτή την εποχή της τεχνολογίας ίσως αλλάζουμε τον τρόπο με τον οποίο καταναλώνουμε τις ιστορίες, όμως η δύναμη των λέξεων είναι πάντα εκεί· οι ιστορίες είναι το εργαλείο με το οποίο δίνουμε μορφή στο αφήγημα της ύπαρξής μας – όποιο σχήμα κι αν πάρουν, λοιπόν, οι ιστορίες θα συνεχίσουν τον δρόμο τους.
Μετάφραση από τα αγγλικά: Απόστολος Σπυράκης
www. diastixo.gr