Άγνωστες πτυχές από το μαρτύριο της Οσίας Μητρός ημών Θεοδώρας (απόσπασμα)

Έρευνα πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου –
εκπαιδευτικού(χημικού)

ΜΕΡΟΣ Β
5.Η Βασίλισσα Θεοδώρα αποπέμπεται
Ήταν τριών μηνών έγκυος η Αγία Θεοδώρα, όταν της στήνεται η δεύτερη παγίδα. Κάποια μέρα επισκέπτεται τα ανάκτορα μια γερόντισσα, η οποία διηγείται στην Αναστασία ένα πλαστό όνειρο,το οποίο αυτές οι δύο είχαν σκηνοθετήσει. Δήθεν παρουσιάστηκε στην γερόντισσα ο Χριστός και ζήτησε να οικοδομήσει μια μικρή εκκλησία σε σπήλαιο ασκητηρίου της περιοχής του δάσους της Πρέντας, όπου ασκητεύει ένας γέρος ασκητής. Όταν άκουσε αυτό η Θεοδώρα αποφασίζει να μεταβεί επί τόπου αν και ήταν έγκυος. Ήταν η πρώτη φορά που η Αναστασία ενδιαφέρεται για την ανέγερση ναού.

6.H εγκατάλειψη
Την μεθεπομένη μέρα, ενώ πάλι απουσίαζε ο Μιχαήλ, ξεκινάει μια μικρή πομπή για την Πρέντα. Μαζί με την βασίλισσα Θεοδώρα είναι ο Αλγέριος και τρεις αυλικοί αξιωματούχοι. Η εκκίνηση έγινε πολύ πρωί, διότι θα επέστρεφαν το βράδυ. Υπολογίστηκε δε ότι όλο το ταξίδι θα διαρκούσε 8-10 ώρες. Γύρω στις τέσσερις το απόγευμα φθάνουν στο δάσος της Πρέντας. Βαδίζοντας σε μια μικρή στενωπό, φθάνουν σε ένα σημείο το οποίο δεν επέτρεπε την παραπέρα πορεία. Εκεί αφιππεύουν και αποφασίζουν να γίνει μια ανίχνευση στην γύρω περιοχή για την ανακάλυψη δήθεν του Ασκητηρίου. Αναχωρούν για την ανίχνευση και οι τέσσερις ιππείς και ακολουθούνται από το λευκό άλογο της Βασίλισσας το οποίο σκόπιμα δεν είχε δεθεί. Και έτσι η Θεοδώρα παρέμεινε στο δάσος μόνη της περιμένοντας την επιστροφή των αξιωματούχων.

7.Το σωτήριο όνειρο.
Η εγκυμοσύνη και η κόπωση από την πολύωρη πορεία, αλλά και η αναμονή της επιστροφής του Αλγερίου με τους αξιωματούχους της έφερε σε κατάσταση ύπνου την βασίλισσα. Μέσα στο μικρό αυτό χρονικό διάστημα, βλέπει το εξής όνειρο.Παρουσιάζεται ενώπιον της Αγίας ένας άγνωστος Ιεράρχης ντυμένος με τα ιερά του άμφια ο οποίος της λέγει:
«Λάβε εκ του σακιδίου σου τα πυρεία, τις λαμπάδες και το λάδι, τα οποία έχεις προορισμένα για το ασκητήριο και άναψε μεγάλη φωτιά και διατήρησέ την για μια μέρα και δύο νύκτες και θα σωθείς».
Μόλις ξύπνησε η Θεοδώρα ήταν 5 μ.μ και τίποτε δεν άκουγε παρά μόνο το θρόϊσμα των φύλλων από τα δένδρα. Αμέσως συγκεντρώνει φρύγανα και ξύλα και τα τοποθετεί στην ρίζα ενός ξηρού δένδρου και ανάβει μεγάλη φωτιά,με αποτέλεσμα να πάρει φωτιά και το δένδρο. Και η ανταύγεια του φλεγόμενου δένδρου ήταν πολύ μεγάλη.Το όνειρο συντάραξε την Θεοδώρα η οποία άρχισε να προσεύχεται. Είχε πλέον αντιληφθεί ότι είχε εγκαταλειφθεί στην ερημιά.
Είχε νυκτώσει πλέον, όταν τα ουρλιάσματα των άγριων ζώων προσέγγιζαν την θέση της φωτιάς, χωρίς όμως να τολμούν να πλησιάσουν.

Η νύκτα πέρασε ήρεμα και το πρωί η Βασίλισσα βρίσκεται σε άθλια κατάσταση.Κοντά στην φωτιά έμεινε όλη την μέρα προσευχόμενη να ξαναδεί όνειρο συμβουλευτικό. Η δεύτερη νύκτα υπήρξε σκοτεινή και εφιαλτική.
Στα ανάκτορα μυστικά πανηγύριζαν την εξαφάνιση της Αγίας, χωρίς ο λαός να γνωρίζει κάτι. Οι δε τέσσερις αξιωματούχοι που επέστρεψαν ακούστηκαν να λένε στην Γαγγρινή, ότι ούτε κόκκαλο αυτής θα βρεθεί, επειδή τα θηρία του δάσους θα την κατασπαράξουν.
Κοντά στην φωτιά που είχε ανάψει η Βασίλισσα, συνεχίζει να προσεύχεται, ενώ σε κάποια κορυφή που δέσποζε της περιοχής αυτής, ένας γέρος ασκητής βγαίνοντας κατά την 2η μεταμεσονύκτια ώρα από το ασκητήριό του, βλέπει την φωτιά και « πνευματικώ τω τρόπω» διαισθάνεται την ζητούμενη βοήθεια. Πολύ πρωϊ ξεκινάει για το μέρος όπου υπάρχει η φωτιά και μετά τετράωρη πορεία βρίσκεται μπροστά στην σχεδόν λιπόθυμη βασίλισσα στην οποία προσφέρει γαλακτώδη τροφή και νερό.
Η ενδυμασία πολλά προδίδει, αλλά ο ασκητής δεν μπορεί να φανταστεί τα συμβαίνοντα, περί δε της ταυτότητάς της τίποτε δεν λέγει η Θεοδώρα.

Κατά το σούρουπο η Βασίλισσα και ο Ανανίας (Τέλτσος ή Σέλτσος) –ο ασκητής –φθάνουν επιτέλους στην σπηλιά, όπου ήταν το ασκητήριο.
Την τρίτη νύκτα η Βασίλισσα κλαίει συνέχεια και προσεύχεται για όλους. Το πρωί λέγει στον ασκητή:
-Πάτερ Ανανία, γνώριζε ότι ούτε υπάρχει γυναίκα στο ασκητήριό σου, ούτε φάνηκε ποτέ. Αυτή θα πρέπει να είναι επί του παρόντος η απάντησή σου σε οποιονδήποτε σε ρωτήσει. Αυτό είναι αρκετό προς το παρόν.
Μετά από λίγο χρονικό διάστημα ο Ανανίας αντιλαμβάνεται την συνασκήτριά του έγκυο και πιστεύει ότι είναι μοιχαλίδα, αλλά τίποτε δεν ανέφερε γι΄αυτό. Όμως φρόντισε να μετακομίσει σε διπλανό σπήλαιο-ασκητήριο.
Πέρασαν περίπου έξι μήνες και η Βασίλισσα Θεοδώρα γεννά στην ερημιά τον γιο της τον πρωτότοκο και τον ονομάζει Νικηφόρο, όνομα του θείου του συζύγου της.
Στα ανάκτορα στην Άρτα τα πάντα είναι ήσυχα. Ο Μιχαήλ Β με την μοιχαλίδα του και κατάσκοπο Γαγγρινή γεννά δύο γιούς, τον Ιωάννη και τον Θεόδωρο. Ο Ιωάννης γεννήθηκε ένα χρόνο μετά την εξαφάνιση της Θεοδώρας. Η Αναστασία πλέον είναι σίγουρη ότι η Θεοδώρα δεν ζει και στις συζητήσεις της την αποκαλούσε «συγχωρεμένη».

8.Το τραγικό τέλος της Αναστασίας
Εν τω μεταξύ από το έτος 1223 ο Δεσπότης Θεόδωρος είναι εγκατεστημένος στην Θεσσαλονίκη, την οποία είχε ανακηρύξει Πρωτεύουσα. Ονομάζει τον εαυτό του Αυτοκράτορα των Ρωμαίων και τιτλοφορείται Θεόδωρος ο Α΄ Αυτοκράτωρ των Ρωμαίων, Κομνηνός Άγγελος Δούκας και Δεσπότης του Δεσποτάτου της Ηπείρου.
Η Αναστασία ετοιμάζεται να ρυθμίσει το ζήτημα της διαδοχής του Αυτοκράτορα του Θεοδώρου Αγγέλου. Γι΄αυτό μεταβαίνει στην Θεσσαλονίκη στον Θεόδωρο, ο οποίος πλέον γνωρίζει λεπτομερώς για την εξαφάνιση της Θεοδώρας.
Συνδυάζει δε αυτό το ταξίδι η Αναστασία και με επίσκεψη στους Ασάνηδες συγγενείς της. Αλλά στην διαδρομή της συναντά αγέλη πεινασμένων λύκων που επιτίθενται και κατασπαράζουν και αυτή αλλά και τους τέσσερις συνοδούς της μαζί με τα άλογά τους. Έτσι απαλλάχτηκε το Δεσποτάτο της Ηπείρου από τις μηχανορραφίες της Αναστασίας.

9.Η ζωή στο Ασκητήριο.
Ο ασκητής Ανανίας είχε φροντίσει να βρει, με την βοήθεια των κατοίκων της Πρέντας δύο κατσίκες,για να τρέφεται με γάλα ο Νικηφόρος και η μητέρα του. Ο Νικηφόρος είναι πλέον τεσσάρων ετών και πάντα ακολουθεί την μητέρα του στην βοσκή των δύο ζώων.
Εν τω μεταξύ οι λιγοστοί κάτοικοι της Πρέντας, όταν συναντιόταν με τον ασκητή του μετέφεραν τα πάντα για την Γαγγρινή, η οποία τελευταία είχε μισηθεί από τον λαό. Όσα μάθαινε τα μετέφερε στην Θεοδώρα από την οποία όμως δεν έπαιρνε καμία απάντηση ή σχόλιο.(Συνεχίζεται)

10.Η απώλεια του μοναδικού κειμηλίου της Αγίας.
Κάποια μέρα η Θεοδώρα με τον Νικηφόρο πήγαν για βοσκή τα δύο ζώα τους. Η Θεοδώρα ανέβηκε σε κάποιο δένδρο, έκοβε φύλλα και τα έριχνε στα ζώα για τροφή. Χωρίς να το αντιληφθεί, κάποια στιγμή κάποιο κλαδί κόβει την χρυσή αλυσίδα με το περιδέραιο που έφερε το Βασιλικό στέμμα στο στήθος της. Την απώλεια αυτή την αντιλήφθηκε πολύ αργότερα και δεν μπόρεσε να καθορίσει την ημέρα κατά την οποία έχασε το βασιλικό περιδέραιο. Και παρόλες τις προσπάθειές της δεν μπόρεσε να το βρει. Στενοχωρήθηκε πολύ γιατί πλέον έχασε την μοναδική απόδειξη της ταυτότητάς της.

Ήταν μεγάλη Τεσσαρακοστή. Κάποια μέρα ο Ανανίας, ενώ καθόταν στην σκιά ενός δένδρου βλέπει να κινείται μπροστά του μια ανακλαστική ακτίνα του ήλιου, όπως συμβαίνει και με τους καθρέπτες.Παρατηρώντας προσεκτικά την ακτινοβολία βλέπει πάνω στο δένδρο να κρέμεται ένα αντικείμενο που λάμπει, το οποίο με το ραβδί του το ρίχνει στη γη. Όταν το περιεργάστηκε ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό και προσευχήθηκε για το θείο αυτό δώρο, με την αξία του οποίου θα κάλυπτε τις ανάγκες των ενοίκων του ασκητηρίου εν όψει του Πάσχα. Έκρυψε με επιμέλεια το πολύτιμο αντικείμενο και κράτησε μυστική την ανεύρεσή του. Και μεταβαίνει την επόμενη μέρα στο χωριό Πρέντα. Φτάνει στο χωριό το μεσημέρι και πηγαίνει στο σπίτι, όπου έμεινε γνωστή του οικογένεια. Χωρίς να χάσει καιρό ρωτάει τον γιο της οικογένειας Ιππόλυτο, αν κατεβαίνει τακτικά στην Άρτα και αν μπορεί να του εμπιστευτεί μια σοβαρή υπόθεση. Στην καταφατική απάντηση του Ιππολύτου, ο Ανανίας παίρνει θάρρος και του λέει.

-Άκουσε παιδί μου. Εδώ στο ράσο μου έχω κρυμμένο αυτό το χρυσαφικό. Αυτό είναι η μόνη μου περιουσία. Θα σε παρακαλέσω, όταν μεταβείς στην Άρτα, να ρωτήσεις ένα χρυσοχόο τι αξίζει, να το πουλήσεις και με τα χρήματα αυτά θέλω να αγοράσω μία κατσίκα, ρούχα και λάδι.

11.H αποκάλυψη
Ο Ιππόλυτος μεταβαίνει στην Άρτα για την εκτέλεση της εμπιστευτικής αποστολής και επισκέπτεται ένα Χρυσοχοείο, για να πληροφορηθεί τα σχετικά με την αξία του περιδέραιου. Ο χρυσοχόος, αφού περιεργάστηκε το κόσμημα, άρχισε να κλαίει. Πίσω από το στέμμα διέκρινε μικρά γράμματα με τις λέξεις. «Θεοδώρα Βασίλισσα του Δεσποτάτου της Ηπείρου, σύζυγος Μιχαήλ του Β». Με δακρυσμένα μάτια ρωτάει τον Ιππόλυτο.
-Τίνος είναι αυτό άνθρωπέ μου;
-Είναι του Ανανία του ασκητή, απαντάει ο Ιππόλυτος.
Και συνεχίζει: «Βρίσκεται σε ελεεινή κατάσταση και μου το έδωσε να το πουλήσω και να του αγοράσω λίγα απαραίτητα πράγματα»

Ο χρυσοχόος χωρίς καθυστέρηση αδειάζει όλα τα χρήματα που είχε στο συρτάρι του και χωρίς να τα μετρήσει τα βάζει στην μανδήλα του Ιππόλυτου και του λέγει:
-Πάρε τα χρήματα αυτά τώρα και θα σου δώσω πολύ περισσότερα ακόμα και θα σου επιστρέψω το περιδέραιο αρκεί να με βοηθήσεις.
-Μα πώς θα σε βοηθήσω, του λέγει ο Ιππόλυτος.
-Να ανακαλύψουμε την βασίλισσά μας, γιατί αν δεν την βρούμε, θα χαθούμε όλοι μας με την διαφθαρμένη Γαγγρινή, του απαντά ο χρυσοχόος.
-Έλα μαζί μου Ιππόλυτε, του λέγει ο χρυσοχόος, θα πάμε μια στιγμή στην Μητρόπολη στον Επίσκοπο….
Μέσα σε μια ώρα η είδηση κυκλοφορεί σε ολόκληρη την Άρτα. «Η Βασίλισσα μας ζει….»
12.Η μυστική συνεδρίαση στην Μητρόπολη.
Όταν ο χρυσοχόος με τον Ιππόλυτο φτάνουν στην Μητρόπολη, παρουσιάστηκαν αμέσως στον Επίσκοπο, ο οποίος κάλεσε επειγόντως τους άμεσους συνεργάτες του ιερείς, καθώς και τις δύο ηγουμένες Κάτω Παναγιάς και Ελεούσας και άρχισε αμέσως η συνεδρίαση.

Ο Μητροπολίτης ερωτά τον Ιππόλυτο, για να μάθει σε ποιόν ανήκει το περιδέραιο και ακούει ότι ανήκει στον Ανανία και σε κανέναν άλλο.
Τότε ερωτά μήπως μετά την κατασπάραξη της Βασίλισσας από τα θηρία βρήκε ο ασκητής το περιδέραιο. Και ο χρυσοχόος απαντά:
«Εάν Σεβασμιότατε το περιδέραιο βρισκόταν μετά την κατασπάραξη της Βασίλισσας από τα θηρία θα ήταν σε πολλά σημεία κομμένο ή κατεστραμμένο ή θα είχε εμφανή σημάδια τέτοιου γεγονότος. Ενώ τούτο είναι παντελώς ανέπαφο. Ζει Σεβασμιότατε η Βασίλισσά μας».
Τότε παίρνει τον λόγο η Ηγουμένη της Κάτω Παναγιάς Μαρία, η οποία ρωτάει:
-Πότε θα επανέλθει Ιππόλυτε ο Ανανίας, για να παραλάβει τα είδη που θα αγοράσεις από το αντίτιμο του κοσμήματος;

-Την ερχόμενη Τετάρτη» απαντά ο Ιππόλυτος.
-Τότε Ιππόλυτε, λέγει η Μαρία, θα σου δώσει η Μητρόπολη πόσα χρήματα χρειάζεται για να αγοράσεις άνετα όσα σου είπε ο ασκητής και τα υπόλοιπα θα τα ρυθμίσουμε εμείς.
-Έχω αρκετά χρήματα, απαντά ο Ιππόλυτος, μου έδωσε ο χρυσοχόος.
-Τότε είσαι ελεύθερος, Ιππόλυτε. Άλλωστε και σύ επιθυμείς να βρεθεί η Βασίλισσά μας, λέγει η Μαρία.
-Όλοι λατρεύομε την Βασίλισσα, λέγει ο Ιππόλυτος και αποχωρεί.
Όταν αυτός απομακρύνθηκε, συνεχίζει η Ηγουμένη Μαρία:
-Σεβασμιότατε, αν συγκεντρώσουμε γυναικεία ρούχα σε ένα σάκο και τα παραδώσουμε στον Ανανία, αφού προηγουμένως του τα δείξουμε, τι γνώμη έχετε, θα δεχθεί να τα παραλάβει εφόσον θα είναι άχρηστα για το ασκητήριό του; Εάν λοιπόν τα δεχθεί, τούτο θα είναι μια επί πλέον απόδειξη, ότι ζει η Βασίλισσά μας. Εάν δεν τα δεχθεί, θα αποτελεί τεκμήριο ότι δεν ζει».
-Πολύ σοφή η πρόταση, Ηγουμένη Μαρία, λέγει ο Επίσκοπος. Ρυθμίστε το ζήτημα, όπως νομίζετε.Πέντε ιερείς και δύο Ηγουμένες είστε αρκετοί για να διαλευκάνετε την υπόθεση. Ο Θεός βοηθός σας.

(συνεχίζεται)