Η ΕΥΑΙΣΘΗΣΊΑ ΚΑΙ Η ΣΤΟΡΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ

Υπό του Πρωτοπρεσβυτέρου
Ιωάννου Λάκκα-Θεολόγου
Συνταξιούχου – Εκπαιδευτικού

‘’Διό γρηγορείτε, μνημονεύοντες ότι τριετίαν νύκτα και ημέραν ουκ επαυσάμην μετά δακρύων νουθετώ ένα έκαστον’’.(Πραξ.20,31).
Πάρα πολλοί ασχολήθηκαν με τον Απόστολο Παύλο και ξένοι και αρχαίοι και σύγχρονοι. Πολυάριθμοι είναι οι θαυμαστές και εγκωμιαστές, που τόνισαν τις αρετές της μεγάλης και ισχυρής προσωπικότητάς του. Οι πράξεις των Αποστόλων είναι ένα από τα θεόπνευστα βιβλία της Καινής Διαθήκης που περιέχει όλα τα αδιάψευστα στοιχεία, που έχουν σχέση με τη θεμελίωση και εξάπλωση και τη ζωή της Εκκλησίας τα πρώτα χριστιανικά χρόνια. Σε όλη τη διαδικασία αυτή τον πρωτεύοντα ρόλο έπαιξε ο Απόστολος Παύλος. Είχε τόσο ευαίσθητη και τρυφερή καρδιά, ώστε πολλές φορές από διάφορες αφορμές και από διάφορα ευχάριστα ή δυσάρεστα γεγονότα που συνέβησαν στα πνευματικά του παιδιά έκλαιγε και έχυνε δάκρυα.

Ημείς συνήθως, όταν από χαρά ή λύπη κυλούν δάκρυα, προσπαθούμε να κρύψουμε το πρόσωπό μας από ντροπή για να μη δούν οι άλλοι την ευαισθησία και αδυναμία του χαρακτήρα μας. Ο Απόστολος Παύλος με την αφέλεια του απλοϊκού ανθρώπου όχι μόνο δεν αποκρύπτει τη λύπη ή τη χαρά, αλλά αναφέρει πολλές περιπτώσεις, στις οποίες είτε αυτός είτε οι αφοσιωμένοι σ΄αυτόν χριστιανοί, φανέρωναν την στοργή τους με δάκρυα και θρήνους.

Ο ίδιος ο Χριστός έκλαυσε, όταν του ανακοίνωσαν τον θάνατο του φίλο υ του Λαζάρου. Ο δε Απόστολος Παύλος είναι εκείνος, που διακήρυξε το περίφημο αξίωμα: ‘’χαίρειν μετά χαιρόντων και κλαίειν μετά κλαιόντων’’(Ρωμ.20,14). Πολλοί είναι εκείνοι που δεν πείσθηκαν με τα λόγια μας, αλλά πείσθηκαν με τα ειλικρινή δάκρυά μας- γιατί υπάρχουν και τα ψεύτικα και Φαρισαϊκά δάκρυα- γιατί αυτά φανερώνουν τον πραγματικό πόνο και την βαθιά στοργή μας σ΄αυτούς.

Την Τρίτη περιοδεία του ο Παύλος βρισκόταν στην Μίλητο και εκεί κάλεσε τους πρεσβυτέρους της Εφέσου και των γειτονικών πόλεων για να δώσει σ΄αυτούς τις τελευταίες συμβουλές του και να τους αποχαιρετίσει για πάντα. Έπρεπε να ανέβει στα Ιεροσόλυμα-όπως ο Κύριος-και εκεί τον περίμεναν πολλά δυσάρεστα, όπως η σύλληψή του, οι φυλακίσεις και τη μεταφορά του στη Ρώμη με στρατιωτική ακολουθία: ‘’Και νυν ιδού δεδεμένος εγώ τω πνεύματι πορεύομαι εις Ιερουσαλήμ τα εν αυτή συναντήσοντά μοι, μη ειδώς, πλην ότι το Πνεύμα το Άγιον, κατά πόλιν διαμαρτύρεται λόγον ότι δεσμά με και θλίψεις μένουσιν’’(Πραξ.20,22-23).

Και να τώρα εγώ, σαν να είμαι δεμένος από το Πνεύμα το Άγιον, πηγαίνω υποχρεωτικά στα Ιεροσόλυμα, χωρίς να ξέρω εκείνα, που θα μου συμβούν σ΄αυτήν. Πλήν τούτο μόνο γνωρίζω, ότι το Πνεύμα το Άγιον από πόλη σε πόλη μαρτυρεί καθαρά μέσα μου και μου λέγει, ότι με περιμένουν δεσμά και θλίψεις. Την ομιλία του αυτή είχε αρχίσει με τα συγκινητικά αυτά λόγια: ‘’Γνωρίζετε καλά όλοι σας, πως συμπεριφέρθηκα όλο τον καιρό σε σας, από την πρώτη μέρα, που πάτησα στη Ασία και υπηρετώ τον Κύριο με ταπεινοφροσύνη και δάκρυα, που έχυνα, γιατί μερικοί από σας δεν έμειναν σταθεροί στην πίστη τους’’(Πραξ.20,19).

Ο Παύλος θλιβόταν μέχρι δακρύων, όταν έβλεπε τους πιστούς, που είχε αποσπάσει από την ειδωλολατρία και διαφθορά, να επιστρέφουν πάλι στον κακό δρόμο και στην πλάνη. ‘’ Έπασχε υπέρ των απολυομένων’’ λέει ο Ι. ο Χρυσόστομος.
Για να σαγηνεύσει τους ακροατές του και να τους πείσει να παραμείνουν και μετά την αναχώρησή του ακλόνητοι στην πίστη και τέλειοι, υπενθυμίζοντας σ΄αυτούς τους κόπους του, τις αγρυπνίες του, τα δάκρυα, που έχει χύσει νουθετώντας καθένα ξεχωριστά μέρα και νύχτα: ‘’Διό γρηγορείτε, λέγει, μνημονεύοντες, ότι τριετίαν νύκτα και ημέραν ούκ επαυσάμην μετά δακρύων νουθετών ανά έκαστον’’.(Πραξ.20,31). Κατά τον αποχωρισμό εκείνο εκτυλίσσονται συγκινητικές σκηνές.

Τα ανθρώπινα συναισθήματα εκδηλώνονται μ΄όλη τη δύναμή τους. Οι πρεσβύτεροι και οι χριστιανοί στενοχωρημένοι, γιατί ο Απόστολος Παύλος, είχε πει σ΄αυτούς, ότι δεν θα τον ξανάβλεπαν και αμέσως ρίχτηκαν στον τράχηλο τον φιλούσαν και τον ξαναφιλούσαν με πολύ στοργή. ‘’Ικανός δε εγένετο κλαυθμός πάντων, και επιπεσόντες επί τον τράχηλον του Παύλου και κατεφίλουν αυτόν’’. (20,37). Η σκηνή αυτή είναι από τις συγκινητικότερες σκηνές της Αγίας Γραφής και φανερώνει πόσο στενός υπήρξε ο δεσμός του Παύλου με τους πιστούς. Η ίδια σκηνή επαναλαμβάνεται και στην Καισάρεια. Εκεί έρχεται από τα Ιεροσόλυμα κάποιος προφήτης που λεγόταν Άγαβος και προλέγει στον Παύλο τα βασανιστήρια που τον περιμένουν στα Ιεροσόλυμα. Οι πιστοί της Καισάρειας προσπαθούν με θρήνους και δάκρυα να πείσουν τον Παύλο να μη πάει στα Ιεροσόλυμα.

Ο Απόστολος Παύλος, συγκινείται και στενοχωρείται με τις εκδηλώσεις αυτές και κλαίοντας λέει σ΄αυτούς: ‘’Γιατί κλαίτε και στενοχωρείσθε; Εγώ είμαι έτοιμος και αποφασισμένος να δώσω και τη ζωή μου για το όνομα του Χριστού. Και επειδή δεν πείθεται ο Παύλος, οι χριστιανοί ησύχασαν λέγοντες, ας γίνει το θέλημα του Κυρίου’’.(Πραξ.21,13).

Ο Απόστολος Παύλος θρηνούσε και λυπότανε ειλικρινά, όταν έβλεπε κάτι το δυσάρεστο στη ζωή των πιστών.Από απροσμέτρητη αγάπη έγραφε πολλές φορές δριμείς επιστολές και έλεγχε με αυστηρότητα τις παρεκτροπές τους και ζητούσε επιμόνως υπακοή και συμμόρφωση. Μία από τις δεκατέσσερες (14) επιστολές του, η Δευτέρα προς Κορινθίους, χαρακτηρίζεται από τους ερμηνευτές της Καινής Διαθήκης ως επιστολή των δακρύων και των θλίψεων. Οι λέξεις θλίβομαι, θλίψεις, δάκρυα, λύπη, επαναλαμβάνονται συχνά στην επιστολή αυτή. Στην Εκκλησία της Κορίνθου έχουν συμβεί πολλά παρέκτροπα και γι΄αυτό ο Παύλος τους ελέγχει με αυστηρότητα και δάκρυα.

Αλλά έγραφε σ΄αυτούς με τόση δριμύτητα, καθώς λέγει, όχι για να λυπηθούν, αλλά για να καταλάβουν πόσο αγάπη και στοργή είχε γι΄αυτούς: ‘’Εκ γαρ πολλής θλίψεως και συνοχής καρδίας έγραφα υμίν διά πολλών δακρύων, ούχ ίνα λυπήθητε, αλλά την αγάπην, ίνα γνώτε, ην έχω εις υμάς’’. (β΄Κορ. 2,4). Οι Κορίνθιοι έχουν πέσει σε μεγάλα σφάλματα και αμαρτήματα και ο Παύλος πονούσε και έκλαιγε, όπως θα πονούσε και θα έκλαιγε μία μάνα για τα παιδιά της, όταν θα παραστρατούσαν: ‘’ως εάν τροφάς θάλπη τα εαυτής τέκνα’’. (Α΄Θεσ.2,7). Ο ευαίσθητος και στοργικός Απόστολος έγραφε: ‘’τις αθενεί και ούκ ασθενώ; Τις σκανδαλίζεται και ουκ εγώ πυρούμαι;’’(β΄Κορ.11,29). Αλλά και οι αφοσιωμένοι σ΄αυτόν χριστιανοί εφανέρωσαν κατά τον ίδιο τρόπο την αγάπη τους προς τον Παύλο.

Παρηγορήθηκα πολύ – γράφει στους Κορινθίους πάλι – όταν έμαθα από τον Τίτο, τον μεγάλο πόθο σας, τα κλάματα και τους στεναγμούς σας, τον ζήλο που δείξατε για μένα , ώστε εγώ πληροφορούμενος αυτά να δοκιμάσω μεγάλη χαρά. (β΄Κορ.7,7).
Όταν αισθανόταν, ότι δεν τον αγαπούσαν – όσο αυτός ήθελε από τους πιστούς – εξέφραζε προς αυτούς παράπονα. Ήθελε να τον αγαπούν, όπως αυτός τους αγαπούσε. Τέτοια τρυφερά και ευαίσθητα συναισθήματα έτρεφε αυτή η ισχυρή και ηρωϊκή φυσιογνωμία, ο Απόστολος Παύλος. Δεν ήταν μόνο ένας ακατάβλητος αγωνιστής για τη νέα θρησκεία, δεν ήταν μόνο ένα ατρόμητο λιοντάρι, που έβγαζε φλόγες από το στόμα του, όταν μιλούσε και έτρεπε σε φυγή τους δαίμονες και κατέκτησε – σαν άλλος Μ. Αλέξανδρος – τις ψυχές των ανθρώπων υπέρ του Χριστού.

Κανείς Απόστολος του Χριστού δεν αγωνιούσε και δεν έκλαιγε από πόνο για την ψυχική σωτηρία των αδυνάτων χριστιανών, όσο αυτός. Στην αγάπη αυτή πολλοί βιογράφοι αποδίδουν τους θριάμβους και τις επιτυχίες του. Και πολύ ορθώς. Κερδίζουμε τον άλλον, όταν αυτός αισθάνεται, όταν αληθινά τον αγαπούμε και πονάμε γι΄αυτόν.
Ο Απόστολος Παύλος υπήρξε μεγάλος, γιατί είχε ευαίσθητη και τρυφερή καρδιά, γιατί καιγόταν και υπέφερε για τη μοίρα των άλλων. Τέλος η ζωή του Ουρανοβάμονα Αποστόλου Παύλου ήταν μαρτυρική, ποτισμένη με δάκρυα, έτοιμος – καθώς έγραφε –
να δώσει τη ζωή του και τα πάντα με ευχαρίστηση για την ψυχική σωτηρία των ανθρώπων: ‘’Εγώ δε ήδιστα δαπανήσω και εκδαπανηθήσομαι υπέρ των ψυχών υμών’’. Φίλοι αναγνώστες, βρήκα – νομίζω – την ευκαιρία να πλέξω με συντομία το εγκώμιο του θεηγόρου και ουρανοβάμονα Αποστόλου Παύλου. Σκιαγράφησα τη εικόνα του.
Σε σας εναπόκειται να την χρωματίσετε. Τα χρώματα θα τα βρείτε μέσα στις θεόπνευστες συγγραφές του μεγάλου αυτού Αποστόλου. Και την μίμηση αυτή προτρέπει ο Παύλος, όταν γράφει σε μας: ‘’ Μίμητέ μου γίνεσθε καθώς καγώ Χριστόν’’.