Η ημέρα της Ποίησης
Τι είναι η ποίηση
Γράφει ο Χρήστος Τούμπουρος
«Τι νομίζεις, λοιπόν κατά βάθος η ποίηση/είναι μια ανθρώπινη καρδιά/ φορτωμένη όλο τον κόσμο.» Νικηφόρος Βρεττάκος
Κι όλος ο κόσμος ασφαλώς δεν φορτώνεται στην πλάτη ενός ανθρώπου! Φορτώνονται, λοιπόν, τα προβλήματα, τα πανανθρώπινα ζητήματα, φορτώνονται αξίες και ιδανικά, αιτήματα ψυχής αλλά και μηνύματα ζωής. «Τα μεγάλα εθνικά ιδανικά, όταν ανθίζουν και ζούνε στο σπίτι του καθενός, ο ποιητής τους χτίζει παλάτια˙ τα μεγάλα εθνικά ιδανικά, όταν ξεπέφτουν, κι ο καθένας τα διώχνει από το σπίτι του, ο ποιητής τα παίρνει στο καλύβι του και άσυλο τους δίνει».(Κωστής Παλαμάς)
«Αν ένα πουλί μπορούσε να πει με ακρίβεια τι τραγουδάει, γιατί τραγουδάει, και τι είναι αυτό που το κάνει να τραγουδάει, δεν θα τραγούδαγε». Πωλ Βαλερύ
Αν παραλλάξουμε αυτή τη σημείωση του ΠὼλΒαλερύ, (όπως ακριβώς έκανε κάποτε ο Γιώργος Παυλόπουλος), σημείωση η οποία παραπέμπει αμέσως στον Ποιητή και στην Ποίηση, θα λέγαμε: «Αν ένας ποιητής μπορούσε να πει με ακρίβεια τι γράφει, γιατί γράφει και τι είναι αυτό που τον κάνει να γράφει, δεν θα έγραφε».
Εγώ δεν είμαι ποιητής. Ένας απλός γραφιάς είμαι που με το διάβασμα και το γράψιμο προσπαθεί να καλύψει τα εσωτερικά του κενά. Και εξομολογούμαι πως τα όποια πάθη καταλαγιάζω με την ποίηση και στα αδιέξοδά μου προσπαθώ να βρω μια κάποια λύση, διαβάζοντας ποίηση.
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος αντικρίζει την ποίηση ως θείο δώρο που του δόθηκε από τον Κύριο σε αντιστάθμισμα της αγάπης και της καλοσύνης που ενυπάρχει στην ψυχή του. «Αν δε μου ‘δινες την ποίηση, Κύριε,/δε θα ‘χα τίποτα για να ζήσω».
«Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή», γράφει ο Γιώργος Παυλόπουλος. Είναι ένα διαρκές κάλεσμα προς τους τεχνίτες του λόγου, να εκφράσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους. Δε σημαίνει όμως πως θα κατορθώσουν ποτέ να γνωρίσουν, αλλά και να κατακτήσουν τη βαθύτερη ουσία της τέχνης της ποίησης.
«Η πόρτα κλείνει…» «Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ/
για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.» Όσοι κοιτάζουν, δεν πρόκειται να μπουν («στο ναό της ποίησης»), γιατί απλά δεν υπάρχει Αντικλείδι που θα ανοίξει την πόρτα της ποίησης. Κι ακόμα να λάβουμε υπόψη και τα διδάγματα του Σεφέρη: «Με τις λέξεις σου να είσαι πολύ προσεχτικός/όπως είσαι ακριβώς μ’ έναν βαριά τραυματισμένο/που κουβαλάς στον ώμο./Εκεί που προχωράς μέσα στη νύχτα/μπορεί να τύχει να γλιστρήσεις/στους κρατήρες των οβίδων/ μπορεί να τύχει να μπλεχτείς στα συρματοπλέγματα.» Όσοι δεν προχωρούν έτσι, απλά δεν είναι ποιητές…
Μπορεί η Ποίηση να λυτρώσει τον άνθρωπο από τα δεινά της καθημερινότητας; Εξαρτάται. Πάντως ο Παλαμάς, τόνισε πως δίνει η Τέχνη ζωντάνια και ξανάνιωμα.«Κι ακούστε! Πρέπει κι ο άνθρωπος, κάθε φορά που θέλει/να ξαναβρεί τα νιάτα του, να ‘ρχεται στο ποτάμι/της Ομορφιάς να λούζεται. Σ’ όλα μπροστά τα ωραία/να στέκεται αδιαφόρευτα και γκαρδιακά να σκύβει/προσκυνητής, ερωτευτής, τραγουδιστής, διαβάτης.»
« Η Ποίηση λοιπόν είναι πράξη ερωτική; Ή μήπως πράξη απόγνωσης; Ή μήπως και τα δυο;» θα προβληματιστεί ο Γιώργος Παυλόπουλος . Και ακολούθως θα γνωματεύσει: «Πράξη ερωτική και συνάμα πράξη απόγνωσης».
«Αν γράφω ποιήματα είναι γιατί το ξέρω/Όλα τ’ αλφάβητα του κόσμου έχουνε λιώσει/Όλες οι λέξεις κι όλ’ οι στίχοι έχουν τελειώσει. Οι μέρες το κουτσό τους πόδι μού χτυπάει την πόρτα/Το λυσσασμένο σάλιο τους το γυάλινο τους γέλιο/Και τα ποιήματα/Τ’ ασημικό που δε θα το πουλήσω/- Ποιος τ’ αγόραζε; -/Μια προδομένη υπόθεση λοιπόν/Μια πλήρης ήττα.» Τάσος Λειβαδίτης
Κι ακόμα η ποίηση δεν προκαθορίζεται, δεν κατευθύνεται ούτε καθοδηγείται -άλλο αν διακρίνεται ή υπηρετεί στόχους- στρατεύεται στην υπηρέτηση πανανθρώπινων αξιών. Αγώνας και αγωνία για την κοινωνική συνδρομή, μια και «η τέχνη είναι πάντα κοινωνική λειτουργία». Γιάννης Ρίτσος
«Η ποίηση είναι ένα ταξίδι σ’ άγνωστη χώρα. Η ποίηση είναι ταυτόσημη με την παραγωγή του ραδίου. Για μια και μόνο λέξη λιώνεις χιλιάδες τόνους γλωσσικό μετάλλευμα» ΒλαντιμίρΜαγιακόβσκι.
Ο καλλιτέχνης έχει υποχρέωση και ανάγκη να παίρνει μέρος στη ζωή της κοινωνίας και να συμπαραστέκεται στους πολίτες. Γιατί, όποιος έχει πολιτογραφηθεί στων «ιδεών την πόλη» (κατά την έκφραση του Καβάφη), έχει βαριές ευθύνες απέναντι στους συνανθρώπους του.
Τέλος, ο Κώστας Βάρναλης εύστοχα και ευφυέστατα απάντησε στους επικριτές του σχετικά με τη στρατευμένη τέχνη του.
«…όλες οι τέχνες “πολιτεύονται”, είτε το ξέρουνε είτε όχι, είτε τους φαίνεται είτε όχι. Κι η επαναστατική τέχνη “πολιτεύεται” με τη διαφορά, πως το ξέρει. Γιατί αν είναι κανείς συντηρητικός από κοινωνική Συνήθεια, γίνεται επαναστάτης μονάχα από γνώση της πραγματικότητας κι από αντίδραση στη Συνήθεια».
Κάπως έτσι δεν το είπε και ο ιδεολογικά τουλάχιστον αντίπαλός του Κώστας Παλαμάς; «Μπορεί να μην είμαι άξιος πολίτης, μα δεν μπορεί να είμαι μονάχα ο ποιητής του εαυτού μου˙ είμαι ο ποιητής του καιρού και του γένους μου˙ κι ό,τι μέσα μου κρατώ δεν μπορεί να χωριστεί από την έξω πλάση».
Ο ποιητής μνημονοποιεί το συλλογικό βίωμα, τα οράματα, τους αγώνες και τα πάθη του λαού, κάθε λαού. «Η ποίηση είναι η μνήμη του μέλλοντος». Γιάννης Ρίτσος.
Συλλογικό βίωμα των οραμάτων, αγώνων και παθών του λαού μας. Και, μάλιστα, μετέχοντας ο ίδιος «οργανικά» στο συλλογικό βίωμα και εντάσσοντας σ’ αυτό και το ατομικό, το προσωπικό του βίωμα, επιλέγοντας -παρά το μέγιστο ποιητικό του τάλαντο- όχι να ξεχωρίσει, αλλά να σμίξει με τον κόσμο. Αυτό ήταν και θα παραμένει το μεγαλύτερο από όλα τα μεγαλεία του ανθρώπου και ποιητή Γιάννη Ρίτσου . Και θα παραμένει υπεράνω οποιωνδήποτε υποκειμενικών «αναγνώσεων» του έργου του.
Ὅταν σφίγγουν τὸ χέρι, ὁ ἥλιοςεἶναι βέβαιος γιὰτὸν κόσμο
ὅτανχαμογελᾶνε, ἕναμικρὸ χελιδόνι φεύγει μὲςἀπ᾿τ᾿ἄγριαγένεια τους
ὅτανκοιμοῦνται, δώδεκα ἄστρα πέφτουν ἀπ᾿τὶςἄδειες τσέπες τους
ὅταν σκοτώνονται, ἡ ζωὴ τραβάει τὴνἀνηφόραμὲσημαῖεςκαὶμὲταμποῦρλα.