Παναγιώτας Σμυρλή, Το γιορντάνι της Αϊσέ

της Παναγιώτας Π. Λάμπρη

Ξεχωριστό και καθ’ όλα ενδιαφέρον ταξίδι στην Ήπειρο, με αναφορές ιστορικές, ανθρωπογεωγραφικές και άλλες πολλές, οι οποίες συνιστούν μέρος της ανθρώπινης περιπέτειας σε δύσκολους καιρούς, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το μυθιστόρημα της Παναγιώτας Σμυρλή, «Το γιορντάνι της Αϊσέ» (εκδ. Υδροπλάνο, 2021, σ. 466).
Τόπος δράσης είναι τα Ιωάννινα, αλλά και κοντινές σ’ αυτά περιοχές, βουνά της Ηπείρου, καθώς και νησιά της Επτανήσου, κυρίως η Ζάκυνθος, όπου συχνά έβρισκαν καταφύγιο κατατρεγμένοι Έλληνες κατά την οθωμανική περίοδο. Έτσι, με τη μέθοδο του εγκιβωτισμού, η αφήγηση αρχίζει στη Ζάκυνθο, το 1845, μετατοπίζεται στην Ήπειρο, μένει εκεί για πολύ, για να επιστρέψει πάλι στη Ζάκυνθο, όπου ολοκληρώνεται ο κύκλος της δράσης αρκετών ηρώων, οι οποίοι βιώνουν μια μορφή κάθαρσης, όπως στην τραγωδία.
Η Παναγιώτα Σμυρλή, γέννημα θρέμμα της Πάτρας και με τις ρίζες της ν’ απλώνονται στην Ιωνία, έγραψε ένα μυθιστόρημα για την Ήπειρο, το οποίο αφορά σε μια χαρακτηριστική ιστορική της περίοδο, καθώς, κατακτημένη από τους Οθωμανούς, είχε την ευχή και την κατάρα να κυβερνηθεί για χρόνια από τον φιλόδοξο γιο της Χάμκως, τον Αλή Πασά, ο οποίος, θέλοντας να είναι κυρίαρχος ηγέτης, ακόμα και διεκδικητής του σουλτανικού θρόνου, αναδείχθηκε σε ιδιότυπο δυνάστη, που η κατασκοπία, η βία, η δολοπλοκία, οι απηνείς τιμωρίες σε καθέναν που αμφισβητούσε τα θέλω του,…, συνυπήρχαν με παραχωρήσεις, με προνόμια, με εύνοιες, με…, που τον έκαναν μισητό, αλλά και αποδέκτη ευγνωμοσύνης, εχθρό και σπάνια φίλο, διώκτη τιμωρό, αλλά και ελεήμονα,…

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο υφαίνεται ο μύθος με την πραγματικότητα, αφού αληθινοί και δημιουργημένοι από τη συγγραφέα ήρωες βιώνουν την ιστορική συγκυρία με ό,τι αυτή συνεπάγεται. Στη δεύτερη κατηγορία ανήκει και η Αϊσέ του τίτλου, η οποία είναι παρούσα από την αρχή ως το τέλος του μυθιστορήματος κι έχει ζήσει έντονες, άκρως δυσάρεστες προσωπικές στιγμές, τις οποίες στη συνέχεια μετουσιώνει σε δύναμη για δράση, για επιβολή, για διεκδίκηση όσων στερήθηκε και συχνά σε έκφραση θετικών συναισθημάτων, τα οποία δύσκολα διέκρινε κανείς πίσω από τον μανδύα που φορούσε, προκειμένου ν’ αντέξει προσωπικά δράματα και πληγές χαίνουσες.
Επίσης, αδιάλειπτα συνδεδεμένο με την ίδια όσο και μ’ άλλες γυναίκες είναι το πλήρες συμβολισμών γιορντάνι, του οποίου την αξία και την ομορφιά περιγράφει αριστοτεχνικά η συγγραφέας και, μεταξύ άλλων, σημειώνει: «[…] Από την αριστερή πλευρά, ξεκινούσε ένας υπέροχος κορμός κλήματος […] Ήταν πλαισιωμένος με λεπτοκαμωμένες κληματόβεργες που ξάπλωναν στην κορυφή του φύλλα καλοδουλεμένα και εμφανή, κομψά και κατεργασμένα, ώστε το ασήμι και το μάλαμα να εναλλάσσονται. Τα ζαφείρια, στο χρώμα της ευδαιμονίας, κατοικούν ανάμεσά τους κι ένα σπουδαίο τσαμπί να κατηφορίζει στο κέντρο του. Σφυρήλατες φωλίτσες ασημιού φιλοξενούν μεγάλες πέτρες ρουμπινιού στο χρώμα της φωτιάς, του αίματος, της καρδιάς και του πόθου. Δεκαεπτά. Να κρέμονται ολοπόρφυρα, ζουμερά, σαν ρώγες από ροδίτη και να καταλήγουν στην τελευταία, κάπως πιο εύρωστη, που αναπαυόταν σε πλούσια φυλλωσιά, ανάμεσα σε ζαφείρια. Ολόγυρα, και κατά μήκος της περιφέρειας, κρέμονταν αλυσίδες, με μικρούς κόπους ασημιού.

Στις άκρες, αργυρά κρόσσια, σαν σταγόνες ἠ δάκρυα, δύσκολο να πεις, αλλά σπουδαίο για να θαυμάσεις, που δημιουργούσαν μια γλυκιά φασαρία, ένα ντιν-ντίν, σε κάθε κίνηση. Το γιορντάνι έδενε, με τρεις αλυσίδες σε κάθε πλευρά και σε απόσταση ανάμεσά τους, να ξεχωρίζουν, μια από μάλαμα και οι άλλες από ασήμι, χοντρές, γερές και καλοδουλεμένες, που έκλειναν με μια πόρπη, με ένα υπέροχο τιρκουάζ πετράδι.» (σ. 94).
Εκτός από την Αϊσέ, πλήθος γυναικών, διαφόρων εθνικοτήτων, κινούνται στο μυθιστόρημα, κι η καθεμιά υπάρχει, για να υπηρετήσει βέβαια την εξέλιξη του μύθου, αλλά και για να μιλήσει για την αρπαγή γυναικών και παιδιών από την οικογενειακή εστία και τον αποχωρισμό από τους αγαπημένους τους, για την άδηλη στο εξής μοίρα, για τον φόβο, για την υποτέλεια, για τον αγώνα της επιβίωσης, για τον συμβιβασμό, για τη ζωή στα χαρέμια, για τη μητρότητα, για το μίσος, για την ευγνωμοσύνη, για την ελπίδα, για τον έρωτα, για την αγάπη, για όλα εν τέλει τα συναισθήματα, που χωρίς αυτά ο άνθρωπος νεκρός μοιάζει.
Στον έρωτα και στην αγάπη, μάλιστα, στήνει τρόπαια η συγγραφέας, καθώς αυτός δονεί τα ελάχιστα και τα μέγιστα, και αναδεικνύεται μοναδικά από την υπέροχη ιστορία του Τούρκου καδή, Χουσεΐν, που ως χαρακτήρας βρίσκεται στον αντίποδα του Αλή Πασά, και της όμορφης Ελληνίδας, Μαρουσώς, από την τραγική ιστορία της κυρά – Φροσύνης, από τη σχέση του Αλή Πασά με την κυρά – Βασιλική, που το θεριό μέρευε μέσα του, αλλά κι από τις ιστορίες άλλων προσώπων, όπως της Άννας και του Τάσου, της Ζηνοβίας και του Ζαχαρία, κ.λπ.
Με τις ατομικές διαδρομές των ανθρώπων συνυφαίνεται η Ιστορία της περιόδου, κυρίως στα Ιωάννινα, στα οποία, πλην των Ελλήνων, ζουν και δραστηριοποιούνται κι άλλες εθνότητες, όπως Τούρκοι, Εβραίοι, Δυτικοί, όλοι με τα ήθη, τα έθιμά τους και την ιδιότυπη συμβολή τους στο πολύχρωμο ανθρωπογεωγραφικό μωσαϊκό της πόλης. Την ενδιαφέρει ιδιαίτερα τη συγγραφέα αυτή η συνύπαρξη, η οποία οδηγεί σε ευτυχείς και σε δυσάρεστες καταστάσεις.

Η παραστατική αναφορά της στην εβραϊκή κοινότητα της πόλης, η οποία ταλανίζεται, ενίοτε σκληρά, από τις αντιθέσεις των Ρωμανιωτών και των Σεφαρδιτών Εβραίων είναι μία απ’ αυτές. Φυσικά, τη θέση τους έχουν μέσα στην αφήγηση οι περιηγητές, οι ποιητές, όπως ο Λόρδος Βύρων, οι οποίοι έφτασαν στην αυλή του «πεφωτισμένου» δεσπότη, ο Κοσμάς ο Αιτωλός, τον οποίο ξεχωριστά σεβόταν ο Αλής, έμποροι, αρματωλοί, οι οποίοι έχοντας εκπαιδευτεί στον στρατό του πασά, φάνηκαν πολύ χρήσιμοι στην Επανάσταση του 1821 και άλλοι πολλοί, τους οποίους θα γνωρίσει κάθε αναγνώστης.
Αξίζει ν’ αναφερθεί πως η συγγραφέας δεν ελκύεται μόνο από τα προβεβλημένα πρόσωπα της ιστορούμενης περιόδου, αλλά και από κείνα που ζουν, αν όχι στην αφάνεια, σ’ αυτό που λέμε καθημερινή ζωή και κινούν με τον τρόπο τους νήματα της Ιστορίας. Θέση στην αφήγησή της έχουν και άνθρωποι, στους οποίους, αν και η ζωή κόμισε πολλές συμφορές, εκείνοι βρίσκουν την ψυχική δύναμη να συνεχίσουν, συχνά ελπίζοντας στο αδύνατο, το οποίο τροφοδοτούν με δράσεις αδιανόητες γι’ αυτούς πριν. Και, φυσικά, οι γυναίκες, όπως προαναφέρθηκε, έχουν την τιμητική τους, αφού, ενώ ζουν μέσα στην πατριαρχικά δομημένη κοινωνία της εποχής, φανερά ή από το παρασκήνιο αποτελούν σημαντικές παραμέτρους στη διαμόρφωση των κοινωνικών αξιών και, όχι σπάνια, οδηγούν καταστάσεις και γεγονότα.

Θα ήταν, επίσης, παράλειψη να μην επισημάνω την αφηγηματική δεξιότητα της συγγραφέως, η οποία κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, την περιγραφική της δεινότητα, η οποία συμβάλλει στην εικονοποίηση των ιστορουμένων και στη μέθεξη όποιου μπει στην περιπέτεια της ανάγνωσης, την ικανότητά της στη σμίλευση χαρακτήρων, που χωρίς αυτούς η αξία του μυθιστορήματος θα ήταν διαφορετική, τη μαεστρία της στον χειρισμό της πλούσιας από πολλές απόψεις γλώσσας, την παρεμβολή διαλόγων που διανθίζουν τον λόγο, δίνοντάς του ένταση και πνοή, τις γνώσεις, οι οποίες έρχονται ως αρωγοί στην τεκμηρίωση των αληθινών πλευρών του μύθου, συχνά και των φιλοσοφικών προεκτάσεών του, καθώς και το ήθος της, διακριτό, έτσι κι αλλιώς, μαζί με όλα τ’ άλλα, από την αρχή ως το τέλος του βιβλίου. Επιπρόσθετα, επειδή «Το γιορντάνι της Αϊσέ», είναι ιστορικό μυθιστόρημα, ας σημειωθεί πως ό,τι γράφεται για τα ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα είναι αποτέλεσμα έρευνας και η συγγραφέας, τις πληροφορίες που τα αφορούν, τις εντάσσει με ιδιαίτερο τρόπο στην εξέλιξη της αφήγησης. Και σημαντικό είναι πως, ενώ γράφει λογοτεχνία, δεν παραποιεί τις ιστορικές αναφορές της, οι οποίες εμπλουτίζουν και καθιστούν περαιτέρω ενδιαφέροντα τα γραφόμενα.

Τέλος, επειδή ήδη μακρηγόρησα, ευχαριστώ από καρδιάς τη φίλη λογοτέχνιδα, Παναγιώτα Σμυρλή, η οποία έγραψε αυτό το μυθιστόρημα, το οποίο έχει ως κέντρο δράσης τη λατρεμένη μου Ήπειρο, τη συγχαίρω για το αποτέλεσμα, και της εύχομαι να ταξιδέψει στις ψυχές πολλών αναγνωστών, γιατί το αξίζει!
Η Παναγιώτα Σμυρλή γεννήθηκε και ζει στην Πάτρα. Έχει δημοσιεύσει άρθρα, ποιήματα και διηγήματα για μικρούς και μεγάλους σε εφημερίδες και περιοδικά κι έχει βραβευτεί σε πανελλήνιους φιλολογικούς διαγωνισμούς.
Το έργο της «Ανθείας 201», έχει βραβευτεί από τον Κύκλο του Ελληνικού παιδικού βιβλίου για τη νεανική ηλικία. Τα «Τζοβαΐρια της αγάπης» είναι βραβευμένο από το Αφγανιστάν και την Ινδία. «Ο γάτος με το ψάθινο καπέλο» έχει ενταχθεί στη γλώσσα της Δ’ τάξης δημοτικού. Διηγήματά της έχουν περιληφθεί στους συλλογικούς τόμους «Θα ’θελα τόσα να σου πω μαμά, θα ’θελα τόσα να σου πω μπαμπά», «Ιστορίες που γράφει η ζωή», «Αθάνατο Ολυμπιακό πνεύμα» (Εκδόσεις Ψυχογιός, 2001, 2002, 2003), «Σου γράφω ένα γράμμα» (Εμπειρία Εκδοτική, 2008). Της έχει απονεμηθεί το πανευρωπαϊκό βραβείο διηγήματος για το διήγημα «Σπασμένο Ρόδι».
Βιβλία της μέχρι σήμερα: «Ανθείας 201», Εντός, Αθήνα 2000, «Ο γάτος με το ψάθινο καπέλο», Καστανιώτης, 2001, «Έρωτας ποταμός», Εμπειρία εκδοτική, Αθήνα 2004, «Τα τζοβαΐρια της αγάπης», Εμπειρία εκδοτική, Αθήνα 2006, «Εφτά φεγγάρια», Εμπειρία εκδοτική, Αθήνα 2008, «Η σφυρίχτρα της Στέφης», Εμπειρία εκδοτική, Αθήνα 2009, «Λευκό βαθύ», Υδροπλάνο 2020, «Το γιορντάνι της Αϊσέ», Υδροπλάνο 2021 και «Ψωμί καθάριο», Υδροπλάνο 2022.

http://users.sch.gr/panlampri/