Παναγιώτη Ρουσελάκη, Επιτίμου Υπαρχηγού Β’ ΓΕΣ

Ένας απόλεμος στρατηγός

Γράφει ο ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΩΝ. ΡΙΖΟΣ, Εφέτης ε.τ.

Τίτλος ο οποίος πραγματικά με εξέπληξε! «Αυτοσαρκασμός» ή «αγανάκτηση» σκέφθηκα. Και τούτο γιατί τον στρατηγό Ρουσελάκη τον γνώρισα, ως αριστεύσαντα μεταξύ των επιτυχόντων, το 1952, στην Στρατιωτική Σχολή των Ευελπίδων, όταν «ενδυθήκαμε» τότε την στολή του Ευέλπιδος. Όμως η πρώτη εντύπωση «διαλύθηκε» από την ανάγνωση των πρώτων ήδη σελίδων του βιβλίου… «Μπορούμε έτσι να κατατάξουμε, με κριτήριο την συμμετοχή ενός Αξιωματικού σε πόλεμο, σε δύο κατηγορίες. Σ’ αυτούς, που τους έλαχε ο κλήρος, κατά την διάρκεια του βίου τους, η χώρα να εμπλακεί σε πόλεμο και σε εκείνους που είχαν την τύχη, να περάσουν την ζωή τους σε κατάσταση ειρήνης…

Αυτοί που δεν πολέμησαν είναι όχι γιατί δεν το θέλησαν, αλλά γιατί επί των ημερών τους, η χώρα δεν βρέθηκε στην εσχάτη ανάγκη να καταφύγει στον πόλεμο…», τονίζει ο φίλος στρατηγός.
Όμως τα Κράτη, τα οποία θέλουν την ειρήνη, όπως η Ελλάδα, οφείλουν και πρέπει να προετοιμάζονται… για «πόλεμο» (Si vis pacem, para bellum – Βεγέτιος βυζαντινός λόγιος). Πρέπει επομένως να διατηρούν σε ετοιμοπόλεμη κατάσταση προ παντός τους ηγήτορες των Ενόπλων Δυνάμεων. Ιδιαιτέρως τα ανωτέρω ισχύουν για την Ελλάδα, η οποία κατέχει προνομιούχο γεωπολιτική θέση, πλην όμως και εξαιρετικώς επικίνδυνη. Και τούτο γιατί, τόσο οι βόρειοι γείτονές μας, οι Σλάβοι, όσο και οι ανατολικοί γείτονές μας, οι Τούρκοι, λαοί οι οποίοι δεν είναι επηρεασμένοι από τις αρετές και τα ιδανικά, από την παιδεία και το ανθρώπινο πνεύμα, από τον ούτως αποκαλούμενο Ευρωπαϊκό πολιτισμό ή «δυτική κουλτούρα», ανέκαθεν είχαν… «αρπακτικές» διαθέσεις και νοοτροπία «ορδής», όπως τονίζει ένας λόγιος δικαστής, ο Επαμ. Μάλαινος (Ιστορία των ξενικών επεμβάσεων, τ. 7 επίλογος, εκδ. 1955-1963). Γι’ αυτό άλλωστε η συνεχής εκπαίδευση των Ελλήνων Αξιωματικών είναι… «σε συνθήκες πολέμου», όπως τονίζει ο συγγραφέας.

Και είναι αλήθεια, ότι οι παγκόσμιοι πόλεμοι, τόσο οι κατακτητικοί, όσο και οι αμυντικοί, γεννούν φυσιογνωμίες, όπως ο Αϊζενχάουερ, ο Ντεγκώλλ κ.λ.π. αλλά και άλλοι πολλοί, όπως οι Έλληνες στρατιωτικοί, οι οποίοι μνημονεύονται από τον φίλο «απόλεμο στρατηγό». Πράγματι στην εμπόλεμη περίοδο η ζωή αντιμετωπίζει κινδύνους και έτσι ανασυντάσσονται οι δυνάμεις και δημιουργούνται «μεγέθη» πολιτικά, πνευματικά, κλπ. Βεβαίως και δεν υιοθετώ την διατυπωθείσα γνώμη μερικών, ότι δηλαδή… «ο πόλεμος γεννά ηγετικές φυσιογνωμίες, ενώ η ειρήνη… διευθυντές επιχειρήσεων, με ιδανικά τις ανέσεις της ζωής».

Μετά την εμπεριστατωμένη μελέτη του όλου έργου του φίλου στρατηγού, καταλήγει κανείς στο συμπέρασμα, ότι η αρετή αποτελεί έκφραση της ηθικότητας του ανθρώπου και δεν επιβάλλεται άνωθεν. Είναι το ηθικό προτέρημα, το οποίο πρέπει να προσδιορίζει την ανωτερότητα του Έλληνα Αξιωματικού. Και είναι γνωστό, ότι η αρετή, για τον Έλληνα πολίτη, ιδίως του προβεβηκότος την ηλικίαν, είναι συνδεδεμένη με τον επίζηλο τίτλο της «πολεμικής αρετής», της αρετής η οποία συνδέεται με την λεβεντιά και την παλληκαριά, την οποία επέδειξαν οι πρόγονοί μας, στα κακοτράχαλα βουνά και στα απόκρυμνα φαράγγια, τόσο πριν, όσο και μετά την «εθνεγερσία του 1821», αλλά και στα Βορειοηπειρωτικά βουνά του 1940. Όμως η «πολεμική αρετή» δεν επικεντρώνεται μόνο στην ανδρεία και την πολεμική τέχνη, που έτσι ή αλλιώς διαθέτουν οι… έστω και «απόλεμοι» Ελληνες αξιωματικοί, αλλά εμπεριέχει και την ηθική αξία και το πνεύμα… «ως πνεύμα δρόσου διασυρίζον» (Προφ. Δανιήλ, κεφ. 3, στ. 26). Αυτή την αρετή υμνεί το ολο πνεύμα του βιβλίου. Είναι η αρετή την οποία οι πρόγονοί μας διδάχθηκαν στα «κρυφά σχολειά», οι δε Έλληνες αξιωματικοί, οι… και νουν έχοντες, σ’ όλη τους την σταδιοδρομία.
Ειδικώτερα ο συγγραφέας, με την ασπαίρουσα φλόγα του χαρακτηρα του, με την κοσμιότητα και την σεμνότητα του δωρικού του λόγου, χωρίς εμπάθεια, με οδηγό του τον κανόνα «κράτησε το μέτρο και σκέψου το τέλος»

(Tene mensuram e respice finem – Μαξιμιλιανός ο Α’), στο πολυσέλιδο (σελ. 672) έργο του, εξιστορεί αναδρομικά την στρατιωτική ζωή του. Την ζωή μιας ταραχώδους περιόδου, οριοθετημένης κυρίως στα χρονικά πλαίσια Οκτωβρίου 1952 μέχρι Δεκεμβρίου 1988, όταν και υπέβαλε την από 7-12-1988 αίτηση παραιτήσεώς του (!!). Θα ήταν άστοχο, αλλά και κουραστικό, να αναφερθώ στα ειδικώτερα, στα επί μέρους θέματα, της ζωής των στελεχών των ενόπλων δυνάμεων και ειδικώς του «Στρατού Ξηράς», όπως συνηθίζεται να λέγεται. Εκείνο το οποίο όμως θα πρέπει να τονισθεί είναι, ότι στο όλο πνεύμα του πονήματος διήκει ο «σεβασμός της νομιμότητας από τον στρατό», και η «αγάπη προς την Πατρίδα, τον Στρατό και το Δημοκρατικό Πολίτευμα». Κορωνίδα της σκέψεώς του «η τιμιότητα, η υπερηφάνεια, η λεβεντιά και η απεριόριστη αλληλεγγύη και συναδελφική αγάπη». Εντύπωση όμως προκαλούν, για όσους δεν γνωρίζουν τον συγγραφέα, οι λόγοι της παραιτήσεώς του από την τιμητική και αξιοζήλευτη θέση του Υπαρχηγού Β’ ΓΕΣ Παναγ. Ρουσελάκη, αδιαμφισβητήτου επομένου Αρχηγού ΓΕΣ, όπως τουλάχιστον πίστευε η πλειονότητα των συναδέλφων του.

Η απάντηση δόθηκε από τον ίδιο… «για να προστατεύσω τον αυτοσεβασμό μου, την αξιοπρέπειά μου και την υπερηφάνειά μου». Τούτο άλλωστε διαφαίνεται και από το ύφος της αναφοράς του στην εξιστόρηση της διαδρομής του… «ούτε προκλητική, ούτε εκδικητική, ούτε μεμψίμοιρος, αλλά υπερήφανη, όπως αρμόζει στον Έλληνα αξιωματικό». Στοιχεία τα οποία αναδεικνύουν διδακτικά θέματα ήθους, τα οποία βρίσκονται σε ευθεία γραμμή με την εποχή μας. Πιστεύω ότι το έργο του φίλου «απολέμου στρατηγού» αποτελεί το «αφυπνιστικό σάλπισμα», για τις κληρονομικές αξίες της φυλής μας. Γι’ αυτό και μόνο αξίζουν συγχαρητήρια και εύσημα στον Έλληνα «απόλεμο στρατηγό» Παναγιώτη Ρουσελάκη.