Το μαρτύριο της Σταύρωσης

Έρευνα: πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου

Ιστορικά στοιχεία
Η σταύρωση μπορεί να χαρακτηριστεί ως μία από τις πιο κτηνώδεις μορφές εκτέλεσης, γνωστή από την αρχαιότητα. Σταύρωση είναι το κρέμασμα ενός ατόμου από τα χέρια του πάνω σε ένα σταυρό ή παρόμοια κατασκευή μέχρι να ξεψυχήσει. Πιθανότατα η καταγωγή της σταύρωσης ήταν από τους Ασσυρίους και τους Βαβυλώνιους, συστηματικά όμως χρησιμοποιήθηκε από τους Πέρσες. Τον 4ο αι.π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος έκανε γνωστή την σταύρωση στις ακτές της Μεσογείου και τους λαούς της και αργότερα οι απόγονοί του την γνωστοποίησαν μεταξύ άλλων στην Αίγυπτο, την Συρία, την Φοινίκη και την Καρχηδόνα. Κατά την διάρκεια των Καρχηδονιακών πολέμων ( 3 πόλεμοι μεταξύ Καρχηδόνας και Ρώμης από το 264-146 π.Χ.) οι Ρωμαίοι έμαθαν την τεχνική της σταύρωσης και έγιναν οι κύριοι χρήστες της για πάνω από πέντε αιώνες στο πέρασμα των οποίων την τελειοποίησαν. Οπουδήποτε πήγαν οι Ρωμαϊκές λεγεώνες έγινε χρήση αυτής της τεχνικής εκτέλεσης. Την εποχή που έζησε ο Χριστός, ο Εβραϊκός Νόμος χρησιμοποιούσε την σταύρωση ως τρόπο εκτέλεσης, διότι θεωρούνταν εξευτελιστικός τρόπος θανάτωσης και το σώμα αυτού που σταυρωνόταν ήταν καταραμένο από τον Θεό και θεωρούνταν μιαρό (Δευτερονόμιον).

Αργότερα αυτό άλλαξε και σε πολλές περιπτώσεις το σώμα αφηνόταν στον σταυρό να το κατασπαράξουν άγρια ζώα.
Υπό την Ρωμαϊκή κυριαρχία η σταύρωση χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στην Παλαιστίνη τον 1ο αι. μ.Χ για να εξουδετερωθούν οι πολιτικές διαφωνίες, καθώς εκεί έλαβαν χώρα πολλές επαναστάσεις ενάντια στην Ρωμαϊκή διοίκηση. Ο Χριστός σταυρώθηκε με το πρόσχημα ότι προκάλεσε επανάσταση – ένα αστικό έγκλημα, όχι θρησκευτικό όχι βλασφημία – εναντίον της Ρώμης, με τον ίδιο τρόπο που προκαλούσαν οι Ζηλωτές και άλλοι πολιτικοί ακτιβιστές. Οι δύο άντρες που σταυρώθηκαν μαζί με τον Χριστό αναγνωρίζονται σε μερικές μεταφράσεις ως «κλέφτες», αλλά η λέξη μπορεί επίσης να σημαίνει «αντάρτες», υποστηρίζοντας την ιδέα ότι η σταύρωση ήταν ένα πολιτικό όπλο, που χρησιμοποιήθηκε, για να στείλει ένα μήνυμα σε αυτούς που ζούσαν, για να μην προκαλέσουν πολιτικές διαφωνίες, γιατί αυτό θα είναι το τέλος τους. Αυτή η υπόθεση για την πολιτική φύση της εκτέλεσης του Ιησού ενισχύεται και από το ότι ο Πιλάτος και ο αρχιερέας Ηρώδης απομακρύνθηκαν από έναν «μεσσία» που θα μπορούσε να διαταράξει την κοινωνία, εξ΄ού και η πινακίδα που ο Πιλάτος απαίτησε να τοποθετηθεί στον σταυρό του Χριστού ένα απεχθές μήνυμα στα πλήθη, ότι ο θάνατος αυτός περιμένει οποιονδήποτε από αυτούς που θα σκεφτόταν να διακηρύξει “τον βασιλιά των Ιουδαίων”.

Η σταύρωση ως θανατική ποινή καταργήθηκε από τον Μέγα Κωνσταντίνο γύρω στα 320 μ.Χ. Η σταύρωση κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους εφαρμόστηκε κυρίως στους σκλάβους, τους ανυπότακτους στρατιώτες, τους χριστιανούς και τους αλλοδαπούς – πολύ σπάνια στους Ρωμαίους πολίτες. Ο θάνατος, συνήθως μετά από 6 ώρες – 4 ημέρες, οφειλόταν σε πολύ παραγοντική παθολογία.

Η διαδικασία του μαρτυρίου της Σταύρωσης
Η σταύρωση ήταν μια μέθοδος βασανισμού – όχι μόνο θανάτωσης. Ήταν μια ιδιαίτερα σκληρή και ασυνήθιστη μορφή θανάτωσης. Η σταύρωση ήταν ο απόλυτος εξευτελισμός. Κάθε πτυχή του θανάτου πάνω στο σταυρό είχε την ιδιαίτερή της φρίκη. Κάποιες από αυτές τις πτυχές, λιγότερο αντιληπτές, μεταβιβάστηκαν από γενιά σε γενιά μέσα από τα έργα διάφορων καλλιτεχνών εκτός των γραπτών πηγών. Για παράδειγμα η κλασική θέση των χεριών (σε πίνακες ζωγραφικής) είναι ότι είναι σφιγμένα. Το σφίξιμο οφειλόταν στο γεγονός ότι το καρφί που είχε καρφωθεί στο χέρι προκάλεσε ουσιαστικά νευροπάθεια ή βλάβη στο διάμεσο νεύρο, το οποίο ελέγχει τον αντίχειρα και τα δάχτυλα – έτσι τα δάχτυλα σφίξανε πράγματι με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Η σταύρωση μπορούσε να γίνει σε οποιαδήποτε στάση, είτε όρθια, είτε ανάποδη. Δεν υπήρχε τυποποιημένη μορφή.
Ο σταυρός ήταν διαφόρων ειδών. Οι Ρωμαίοι σταύρωναν πάνω και σε δέντρα. Υπήρχε ο σταυρός σχήματος Χ, αλλά σε ευρεία χρήση ήταν ο γνωστός μας σταυρός σχήματος † και ο σταυρός σχήματος ταφ (Τ).

Αυτοί οι σταυροί ήταν ψηλοί ή κοντοί. Αποτελούνταν από το κάθετο δοκάρι και το οριζόντιο . Σε ευρεία χρήση ήταν οι κοντοί σταυροί με το ύψος τους να κυμαίνεται μεταξύ 1.8-2.4 μέτρα, ενώ το οριζόντιο μέρος τους είχε μήκος 1.5-1.8 μέτρα. Ο σταυρός ζύγιζε περίπου 130 κιλά, ενώ το οριζόντιο μέρος μόνο του ζύγιζε από 40 έως 60 κιλά. Το κάθετο δοκάρι συνήθως ήταν τοποθετημένο στον χώρο της σταύρωσης, ενώ το οριζόντιο τοποθετούνταν πάνω στο κάθετο, αφού το θύμα το είχε μεταφέρει δεμένο πάνω του μέχρι το χώρο σταύρωσης. Εκεί καρφωνόταν ή δενόταν πάνω του και υψωνόταν, ώστε να τοποθετηθεί στο κάθετο. Σε κάποιες περιπτώσεις καρφωνόταν και δενόταν. Η επιγραφή καρφωνόταν πάνω από το θύμα στο κάθετο δοκάρι. Κάποιες φορές ένα ξύλινο στήριγμα τοποθετούνταν στο κάθετο δοκάρι πίσω από τους μηρούς του θύματος, ενώ πιο σπάνιο ήταν το υποπόδιο .

Σύμφωνα με το Ρωμαϊκό Δίκαιο αυτός που καταδικαζόταν σε θάνατο (ή σταύρωση) έπρεπε πρώτα να μαστιγωθεί (εξαιρούνταν οι γυναίκες, οι Ρωμαίοι συγκλητικοί και στρατιώτες). Το μαστίγωμα γινόταν ή με ξύλινες σανίδες ή με κοντό μαστίγιο (φραγγέλιο) με πολλά δερμάτινα λουριά που πάνω τους είχαν πλεγμένα σφαιρικά μολύβδινα βαρίδια και κοφτερά κομμάτια από κόκκαλα προβάτου. Κατά την διαδικασία του μαστιγώματος το θύμα ξεγυμνωνόταν, το έδεναν σε ένα δοκάρι και μαστιγωνόταν. Το μαστίγωμα περιλάμβανε το πίσω μέρος του σώματος από το ύψος των ώμων μέχρι τους μηρούς, αλλά πολλές φορές περιλάμβανε οποιοδήποτε σημείο του σώματος επιθυμούσε αυτός που κρατούσε το μαστίγιο. Στα χτυπήματα δεν υπήρχε αριθμητικός περιορισμός, μόνο στον Εβραϊκό Νόμο το όριο ήταν τα 40. Σκοπός του ήταν να αποδυναμώσει το θύμα και προκαλούσε τρομερό πόνο, μελανιές, πληγές και αιμορραγία. Συχνά το θύμα λιποθυμούσε ή πέθαινε κατά την διαδικασία. Μετά το μαστίγωμα ακολουθούσε το δέσιμο του οριζόντιου δοκαριού πάνω του και η μεταφορά του στο χώρο της σταύρωσης με συνοδεία φρουράς.

Στο δρόμο το πλήθος χτυπούσε, έβριζε και έφτυνε το θύμα. Πριν την σταύρωση, γυναίκες πρόσφεραν στο θύμα ένα αναλγητικό ποτό από κρασί και μύρο και λιβάνι. Η ρωμαϊκή σταύρωση ήταν σχεδιασμένη για να είναι φρικτή, εξευτελίζοντας τον θάνατο όσο το δυνατόν. Ο καταδικασμένος έμενε γυμνός για να πεθάνει με όσο το δυνατό λιγότερη αξιοπρέπεια (πιθανότατα και σε αντίθεση με τα Ιερά κείμενα, τις θρησκευτικές εικόνες και τους πίνακες ζωγραφικής ο Χριστός σταυρώθηκε γυμνός). Τα ρούχα του μοιράζονταν στους στρατιώτες.
Ξάπλωνε στο οριζόντιο δοκάρι, καρφωνόταν και υψωνόταν στον σταυρό. Τα καρφιά είχαν μήκος 12-20 εκατοστά. Η φρουρά αποχωρούσε αφού το θύμα είχε ξεψυχήσει πάνω στον σταυρό, αλλιώς για να το κάνουν να ξεψυχήσει πιο γρήγορα του έσπαγαν τα πόδια (ή μόνο το ένα) στο σημείο της κνήμης (καλάμι) με βαριά σφυριά, τσεκούρια ή κάποιο αμβλύ οδοντωτό μέταλλο, για να μην τους δίνουν την ευκαιρία να χρησιμοποιήσουν τους μυς του μηρού τους ως υποστήριξη. Εναλλακτικά του σπασίματος των ποδιών ήταν ένα δυνατό χτύπημα στο στέρνο με ξύλινο ρόπαλο ή το τρύπημα της καρδιάς με το δόρυ μέσω της άνω κοιλιακής χώρας. Σπάνια μπροστά από τον σταυρό έκαιγε φωτιά, ώστε ο σταυρωμένος να πνίγεται από τον καπνό της.

Η Σταύρωση του Χριστού
Διαβάζοντας τα Ιερά Ευαγγέλια μπορούμε να αντλήσουμε πληροφορίες για την ζωή και τα βασανιστήρια που υπέστη και έτσι να αντιληφθούμε την φυσική κατάσταση που βρισκόταν ο Χριστός. Ως ξυλουργός ήταν συνέχεια ενεργός και εργαζόταν χειρωνακτικά. Ταξίδεψε μεγάλες αποστάσεις με τα πόδια, οπότε υποθέτουμε πως η αντοχή και η δύναμη Του ήταν πολύ καλές. Σε αντιπαραβολή της φυσικής του κατάστασης και των βασανιστηρίων μπορούμε να έχουμε μία εικόνα της βαναυσότητας και του αντίκτυπού τους σε έναν μέσο άνθρωπο.

Λίγο πριν την σύλληψή Του στην Γεσθημανή ο Χριστός ήδη είχε κάποια σωματικά συμπτώματα. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς αναφέρει πως ο Χριστός είχε ιδρώσει και ο ιδρώτας Του ήταν σταγόνες αίματος (Κατά Λουκάν 22:44, εγένετο ο ιδρώς αυτού ωσεί θρόμβοι αίματος καταβαίνοντες επί την γην). Ιατρικά αυτό αναφέρεται ως αιματίδρωση, όπου σπάνε τα τριχοειδή αγγεία που επικοινωνούν με τους ιδρωτοποιούς αδένες και έτσι το αίμα από το σπάσιμο των αγγείων αναμιγνύεται με τον ιδρώτα. Η αιματίδρωση προκαλείται μετά από έντονο φόβο θανάτου και υψηλό άγχος, αλλά είναι σπάνια. Η αιματίδρωση κάνει το δέρμα να μαλακώσει, να είναι πιο τρυφερό λόγω της υγρασίας.
Μετά την σύλληψη του Χριστού η φρουρά Του τον πηγαινοέφερνε από τον Ηρώδη στον Πόντιο Πιλάτο. Ο Χριστός έτσι περπάτησε μερικά χιλιόμετρα, ήταν άυπνος και οι στρατιώτες τον είχαν δείρει, τον είχαν κοροϊδέψει και τον είχαν φτύσει. (Κατά Λουκάν 22: 63-65)Σωματικά είχε αρχίσει η κόπωση. Ο Πόντιος Πιλάτος μετά και την σύμφωνη γνώμη του πλήθους διέταξε την σταύρωση του Χριστού. Πριν την σταύρωση ήταν το μαστίγωμα. Η επαφή των δερμάτινων λουριών του μαστίγιου με τα βαρίδια και τα κοφτερά κόκκαλα με το μαλακωμένο δέρμα του Χριστού (λόγω της αιματίδρωσης) πιθανότατα προκάλεσε το σκίσιμο της σάρκας, τον τραυματισμό του μαλακού ιστού και των νεύρων, ίσως και την εμφάνιση των οστών. Ο πόνος αφύσικος και πρωτόγνωρος. Κάθε χτύπημα και τα κοφτερά κόκκαλα από το μαστίγιο αφαιρούσαν σάρκα.

Κάθε χτύπημα και τα βαρίδια δημιουργούσαν μελανιές και θραύση των πλευρικών οστών. Το μαστίγωμα πιθανότατα άφησε το δέρμα της πλάτης του Χριστού σε μακριές λωρίδες και βαθιές αυλακώσεις. Όλα αυτά μέσα σε έντονη αιμορραγία, εξωτερική και εσωτερική από τα τραύματα, από την οποία η πίεση του αίματος θα είχε πέσει και θα βρισκόταν σε κατάσταση σοκ (υποογκαιμία). Η αντίδραση του οργανισμού Του σε αυτή την κατάσταση είναι η προσπάθεια να επανέλθει η πίεση του αίματος στις φυσιολογικές τιμές της, έτσι η δίψα είναι η φυσική αντίδραση(Κατά Ιωάννην 19: 28 ).Οι στρατιώτες τοποθέτησαν στο κεφάλι του Χριστού το ακάνθινο στεφάνι και τον έντυσαν με χιτώνα. Ο χιτώνας βοήθησε το αίμα να πήξει και να σταματήσει η αιμορραγία (σαν επίδεσμος).
Οι στρατιώτες τον έφτυναν και τον χτυπούσαν στο κεφάλι και έτσι τα αγκάθια από το στεφάνι του τρυπούσαν το δέρμα του κεφαλιού και τραυμάτισαν κάποια νεύρα προκαλώντας μικρή αιμορραγία και έντονο πόνο στο πρόσωπο και τον λαιμό Του. Έπειτα, τον ξεγύμνωσαν από τον χιτώνα Του, η αιμορραγία Του που είχε σταματήσει, άρχισε πάλι και μετά του έδωσαν τα ρούχα Του.

Σύμφωνα με την χριστιανική παράδοση ο Χριστός στον δρόμο για τον Γολγοθά έπεσε τρεις φορές. Αυτές οι πτώσεις ίσως Του δημιούργησαν τραυματισμούς ελαφρούς ή και σοβαρούς, καθώς με τα χέρια Του δεμένα στο βαρύ δοκάρι δεν μπορούσε να τα χρησιμοποιήσει για να ανακόψει την πτώση. Αυτή τη στιγμή η κατάσταση της υγείας Του είναι κρίσιμη. Από την έντονη αιμορραγία είναι σε σοκ και αδυνατεί να κουβαλήσει το οριζόντιο δοκάρι του σταυρού Του. Έτσι, η φρουρά Του εξαναγκάζει τον Σίμωνα τον Κυρηναίο να το κουβαλήσει. (Κατά Ματθαίον 27: 32)
Μόλις έφτασε στο σημείο της σταύρωσης, τον έριξαν κάτω στο έδαφος, για να τον καρφώσουν στο δοκάρι, κάτι που προκάλεσε το άνοιγμα πολλών τραυμάτων Του και αιμορραγία. Κάρφωσαν τα χέρια του με τα μεγάλα καρφιά. Αντίθετα με την κοινή αντίληψη τα καρφιά δεν καρφώθηκαν στις παλάμες, αλλά στους καρπούς. Αν είχαν καρφωθεί στις παλάμες, μόλις το σώμα υψωνόταν στον σταυρό, το βάρος του σώματος θα έσκιζε τον μαλακό ιστό στις παλάμες και το σώμα δεν θα μπορούσε να στηριχτεί στον σταυρό. Αντίθετα, με το κάρφωμα από τους καρπούς τα οστά του κάτω μέρους των χεριών στήριζαν το βάρος τους και το σώμα έμενε καρφωμένο στον σταυρό. Το κάρφωμα των χεριών στους καρπούς προκάλεσε στον Χριστό τραυματισμό του διάμεσου νεύρου και τεράστιο συνεχή πόνο στα χέρια. Μετά το κάρφωμα ακολουθούσε η ύψωση στον σταυρό.

Την ώρα που ο Χριστός υψωνόταν στον σταυρό, το βάρος του σώματος του έπεσε στα καρφιά και πιθανόν οι αγκώνες και οι ώμοι του εξαρθρώθηκαν. (Ψαλμός 22: 14).Τα πόδια Του πιθανότατα καρφώθηκαν με τον τρόπο που βλέπουμε στις θρησκευτικές εικόνες. Το ένα πάνω από το άλλο. Σε αυτή την στάση τα γόνατα ήταν σε κλίση 90 μοιρών, το βάρος του σώματος έπεφτε στα καρφιά και τα γόνατα στήριζαν το σώμα. Το καρφί είχε τραυματίσει την ραχιαία αρτηρία του ποδιού και προκαλούσε οξύ πόνο. Τα τραύματα της πλάτης Του τρίβονταν πάνω στο δοκάρι προκαλώντας και αυτά πόνους.
Η αναπνοή ήταν και αυτή μια δραματική διαδικασία. Καθώς ο Χριστός κρεμόταν από τον σταυρό, κατά την εισπνοή το βάρος του σώματος Του πίεζε το διάφραγμα προς τα κάτω, ο αέρας μεταφερόταν στους πνεύμονες και έμενε εκεί. Για να εκπνεύσει έπρεπε να στηριχθεί στα καρφωμένα πόδια του. Η δυσκολία της εκπνοής οδήγησε σε μία μορφή ασφυξίας. Το διοξείδιο του άνθρακα αυξήθηκε στο αίμα και οδήγησε σε υψηλά επίπεδα ανθρακικού οξέος στο αίμα. Ηαντίδραση του σώματος σε αυτό ήταν η επιθυμία αναπνοής, ενώ ταυτόχρονα η καρδιά χτυπούσε γρήγορα για να κυκλοφορήσει περισσότερο οξυγόνο στο σώμα.

Το μειωμένο οξυγόνο προκάλεσε βλάβες στους ιστούς και έκκριση υγρών του αίματος από τα τριχοειδή αγγεία στους ιστούς. Αυτό προκάλεσε την συσσώρευση υγρού γύρω από την καρδιά (περικαρδιακή συλλογή υγρού) και στα πλευρά (υπεζωκοτική συλλογή). Η υποογκαιμία οδήγησε σε δίψα (του δόθηκε ξίδι και χολή να πιει), σε πνεύμονες που δεν λειτουργούσαν καλά, καρδιακή ανεπάρκεια, και το μειωμένο οξυγόνο στους ιστούς σιγά σιγά προκαλούσαν ασφυξία στον Χριστό. Το μειωμένο οξυγόνο προκάλεσε και βλάβη στην καρδιά (έμφραγμα μυοκαρδίου) που οδήγησε σε καρδιακό επεισόδιο. Ο Χριστός πιθανότατα πέθανε από έμφραγμα μετά από έξι δραματικές και επώδυνες ώρες πάνω στον Σταυρό.
Μετά τον θάνατό Του η φρουρά έσπασε τα πόδια των δύο ληστών που σταυρώθηκαν μαζί Του, ενώ, επειδή Εκείνος είχε πεθάνει, του τρύπησαν μόνο τα πλευρά, απ’ όπου και χύθηκε αίμα και νερό(υγρό από την περικαρδιακή συλλογή). (Κατά Ιωάννην 19: 32-34).