Φθορές, φράχτες ,αποτυπώματα και κύματα
Του Χρήστου Νιάρου
Εθισμένος στην φθορά της πόλης και των περιορισμών της εποχής της πανδημίας ,αλλά και στις επαναλήψεις του τοπίου και στις αναμνήσεις που έρχονται τα απογεύματα ,η ζωή και η καθημερινότητα με όλα αυτά , συμπλέει ,συντροφεύεται και προχωράει. Με ότι και να αναχωρεί , μέχρι τους φράχτες καταφέρνει να φτάσει. Όριο και σύνορο. Δεν εκπλήσσομαι με την αλήθεια των στιγμών όσο και να θέλω να την ξεπορτίσω, και όσο και να θέλω να τα βάλω με του καιρού τις εναλλαγές, απλά μετράω την δύναμη της αντοχής και της συνήθειας μου. Γιατί ο καθένας έχει τον δικό του προσωπικό Γολγοθά, τα δικά του φιλιά, τις απορρίψεις , τις εμμονές ,τα κουβεντιαστά και τα τερτίπια του. Και πάνω ή κάτω από όλα αυτά, το ακριβό αποστακτήριο των στιγμών της απουσίας προσώπων και εποχών σε κερνάει και το κερνάς. Ταπεινές ευτυχίες, λεπτομέρειες εικόνων, κάποιες κουβέντες που πληγώσανε , κάποιες πράξεις που ίσως είχαν λόγο για να γίνουν, κάτι που δεν μοιράστηκε, κάτι από δω ,κάτι από κει, μικρές στιγμές που κάνουν την διαφορά και επανέρχονται και ξανά προσδιορίζονται. Μπορεί νά ‘ναι τυχαίες οφθαλμαπάτες αυτές οι στιγμές και να συν ταξιδεύουν μαζί μου χωρίς αποσκευές αλλά με τα βαριά τους φορτία , την ξηρασία της φαντασίας μου την νοτίζουν. Από κόπωση και από συνήθεια, δεν χρειάζονται άλλωστε , περαιτέρω ερμηνείες και εξηγήσεις ,το τι η ανάμνηση και η νοσταλγία έχει περάσει , κάπου ίσως να θέλουν να ξαποστάσουν από το σεργιάνι τους, σε κάποιο χαγιάτι, σε κάποιο μπαλκόνι, σε κάποιο σκαλοπάτι, σε κάποια λέξη, σε μια ρουτίνα. Δεν με εκπλήσσουν οι ζητιανιές τους ή πιο σωστά , ότι η φθορά τους και η παρουσία τους ,προσπαθεί να βρει κάποιο πορτάκι στην μνήμη και να επιστρέψουν έστω και από μια χαραμάδα της, ως αφορμή διάλογου και υπενθύμισης. Απόμερα συναπαντήματα, τα κυνήγια λησμονιάς έχουν και αυτά τους κανονισμούς και τα βόλια τους. Καρτέρια και περάσματα και παραλλαγές στίχων και εικόνων , φωλιάζονται και κρύβονται και σέρνονται όταν μπαρουτοκαπνίζουν ακόμη ,τα φυλλοκάρδια και οι αναπάντητες σκέψεις. Στις ρωγμές και στις ανάσες τους, ακριβές αναλήψεις , πυρακτώνονται από τα αναπάντητα βλέμματα τόσων καιρών καλά αποταμιευμένων σε μια παρατεταμένη αναμονή ,κάτι περιμένουν . Με τα χρόνια μαζευτήκανε πολλά, ειπωθήκανε λιγότερα και οι πράξεις εξηγηθήκανε, πεισμώσανε, λυτρωθήκανε. Λίγο πολύ όλα εξηγούνται, όταν τους έχεις δώσει γη και ύδωρ, κλειδιά και κωδικούς, καταλαβαίνεις τι έλαβες, τι απόμεινε από την συνήθεια τους και το χθες τους.
Γονιμοποιούνται καμιά φορά και μεγαλώνουν ταχύτατα στους φράχτες της πόλης, του μυαλού ,των αποστάσεων , με ότι και να τα ποτίζεις. Ακόμη και οι ηττημένες σιωπές όσο και να λουφάζουν σε σταγόνες βροχής, σε ξαποσταίνουν νηστικό στα σεντόνια τα απλωμένα. Τι από όλα ,μπορεί να σε στεγνώσει, και να σε ντύσει; Ερωτήματα υγρής φαντασίας…. Η θάλασσα όμως είναι τόσο κοντά, ειμαρμένη και ατάραχη, υπομένει, συγχωρεί, ακούει, κοιμάται, μα πάνω από όλα ,αδάμαστα περιμένει. Μαζεύει πολλούς άστεγους καημούς και εξομολογήσεις και ανέμους. Έχει τα δικά της αντικλείδια και τα μυστικά της τα κρατάει στα χέρια της. Λίγο ,σου τα μαρτυράει , λίγο ,σου τα προσφέρει, σε κύματα που δεν στοιβάζονται το ένα πάνω στο άλλο και το κάθε τι έχει την σημασία του. Τι οραματίζεσαι ; Φράχτες ή κύματα….Ρυτίδες και γραμμές είναι και τα δύο. Φθείρουν οι μοναξιές και τα όρια τους όταν δεν σε ορίζουν με περηφάνια και σαφήνεια .Οι πληγές άλλωστε που δεν επουλώθηκαν, βρίσκουν το τρόπο και ξανανοίγουν.
Ότι σε περιορίζει στην ανάσα του φράκτη ,ελευθερώνεται κοντά στην επανάληψη των κυμάτων. Και η νοσταλγία έχει τις δικιές της φτερούγες και τα δικά της αστέρια. Θεατά και αθέατα. Όταν καθετί είναι δανεισμένο και απλήρωτα ρεμβάζεις τότε τι γίνεται ; Από ποιό παρατηρητήριο φεύγουν και έρχονται τα λόγια ,οι ψιθυρισμοί και τα χιλιοειπωμένα; Ρωτάω χωρίς αναστολές, φόβο και αυθόρμητα. Αν δεν ρωτάς δεν μαθαίνεις. Δεν σπαταλιέσαι άσκοπα. Χωρίς λαχτάρα και ανάγκη, δεν φτιάχνεις διαφορετικούς τόπους και τοπία μέσα στην κάθε λεπτομέρεια που ζεις. Η καλοσύνη των χρωμάτων είναι εκεί. Φθορά όμως με φθορά έχει διαφορά. Το μελάνι της όμως μένει. Στο μεδούλι, στο δέρμα ,στην σιωπή με τα χρόνια στην τροχιά της επανάληψης, κάποιες ανάσες λυτρώνουν και φτιάχνουν άλλους ρυθμούς . Σε ότι έχει αποτυπωθεί, σε ότι έχει ειπωθεί. Χωρίς συστολές, αναστολές ,οι μυρουδιές τους γυρνάνε και χάνονται και βάφονται ξανά .στις καινούργιες εποχές που η εικόνα μετράει πλιότερα από τα λόγια. Οι μονόλογοι είναι φθορά, με κεφαλαία και μικρά γράμματα, δεν έχουν ούτε παραγράφους ,ούτε και σε πάνε και πολύ παραπέρα.
Κουβαλητές και αχθοφόροι της νοσταλγίας ,των στιγμών και του αγέρα προχωράω ανάμεσα στα σύνορα που με ορίζουν. Από την μια ο φράχτης ,από την άλλη η θάλασσα. Οι λεπτοδείχτες του απογεύματος, φθείρονται και σκουριάζουν στην αλμύρα της νοσταλγίας . Ρίζες και φυλλωσιές απλώνονται και σκαρφαλώνουν επιδεικτικά χωρίς να ρωτούν, σε κάθε σημείο του φράχτη. Καμία φορά, οι σιωπές , ακόμη και σε μια σταγόνα ιδρώτα μαθαίνουν και να κολυμπούν. Όταν σμίγουν οι ιδρώτες είναι μια άλλη ιστορία. Εκεί ταλαντεύονται ανάμεσα στα λιπάσματα της σκέψης και σε λέξεις που δεν ρίχνουν άγκυρες. Ασκήσεις ακριβοθώρητες, αποκαμωμένες, αφουγκράζονται και φαντάζονται ενίοτε απαντήσεις. Οτι σε επισκέπτεται απρόσκλητα από το χθες γίνεται φθοροποιό όταν δεν το ελέγχεις. κάτω από τα ματοτσίνορα σου ακόμη και τα βήματα σου θα ροκανίσει. κάποια κλαδιά της μνήμης σου , μετράνε αλλιώς τις υπομονές του χρόνου ,στο τώρα της γεύσης και της στιγμής. Δεν περνάει η μπογιά τους και ο λόγος που φεριπείν μπουμπούκιας κάποτε, τώρα δεν μπορεί να βρει το ίδιο χώρο πια να καρπίσει έστω για μια επανάληψη επιβεβαίωσης μικρής διαρκείας.
Και οι νύχτες άγονες γραμμές πλοίων ,αεροπλάνων, όλων των μέσων, με ασυνόδευτα φεγγάρια σε πηγαίνουν στο διπλανό τετράγωνο της μνήμης. Γιατί και η μνήμη έχει σταθμούς, αναχωρήσεις και διαλείμματα. Όλα αυτά χωρίς περιστροφές, και αποξηραμένους βασιλικούς και κοχύλια που άτακτα στις παρακείμενες γλάστρες του χώρου σου σε κοιτούν άδοξα .Κάποια ηχώ κορμιού, πάντα θα αντηχεί στο περιθώριο της σκέψης ,είτε κοντά στου φράχτη τα όρια, είτε μακριά στου ωκεανού τα άπειρα σημάδια . Κάποια ηχώ θα διαπερνάει και θα ξεκλειδώνει υποταγές και τετελεσμένα. Η δίνη τους αιωρείται ,κοχλάζει σαν αγριεμένο κύμα και όσο και αν παρκάρει στο κήπο σου , γράφει αλλιώς τις αποστάσεις και την φθορά των λέξεων. Το μεταξύ τους δηλαδή. Έτσι είναι και οι παραστάσεις, όταν έχουν ηχώ , σιωπές και αντίλαλους. Άλλου οι πρωταγωνιστές και άλλου οι θεατές. Να υπάρχει δηλαδή μια διαφορά ,μια απόσταση ,άσχετα αν λίγο πολύ στην πορεία αυτοί οι ρόλοι εναλλάσσονται και αντιστρέφονται. Με ότι τους αναλογεί από την αρχή μέχρι το τέλος. Γιατί με τα χρόνια, όσο και να γυρνάς πίσω, δεν έχεις την πλήρη εικόνα των ειπωμένων και των κουβεντιαστών. Ακαλλιέργητα λοιπόν τα χωράφια του χρόνου, αθέριστες οι θάλασσες λαχανιάζονται οι αθωότητες και οι σκέψεις ,επαναλαμβάνονται και φιλτράρονται, στο τώρα μέσα από διαφορετικό πρίσμα και δεδομένα. Ανίκητοι οι ψίθυροι του χώματος και χωρίς ημερομηνία λήξεως τα κύματα σιγοκουβεντιάζουν. Πας από εδώ, πας από κει, κάπου στο ενδιάμεσο ,κάτι βράχοι, κάτι λέξεις ανήλιαγες, σε βρίσκουν αφύλαχτα. Ο καθρέφτης τους δεν είναι καλός συμβουλάτορας ούτε συνομιλητής. Φθείρουν οι λέξεις με πείσμα σκόρου, και τα ρούχα σου τα τρώνε. Και τις αντοχές και ότι σε σηματοδοτεί. Θέλει πολλούς συμμάχους η καθημερινότητα για να αντέξει , μα πιο πολύ την αλήθεια της ιστορίας σου, για να κάνεις δυο βήματα, δυο ανάσες. Και πάνω από όλα η κάθε σου στιγμή , θέλει την δικιά σου θάλασσα και τους δικούς σου φράχτες. Ότι γράφεται στο κάθε περιθώριο της σκέψης , ίσως και ότι ανήκει στα ψιλά γράμματα της κάθε στιγμής , είναι όμως και κατοικούν στην τελική στροφή τους, τα μικρά και μεγάλα βήματα επιλογής.