Εισηγητής του Νομοσχεδίου για την κύρωση του μνημονίου συνεργασίας μεταξύ του ελληνικού Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων και του αντίστοιχου ινδικού υπουργείου ήταν ο Γιώργος Στύλιος. Ο Βουλευτής Άρτας της Νέας Δημοκρατίας ανέλυσε τα βασικά άρθρα του μνημονίου συνεργασίας ανάμεσα στις δύο χώρες στον πρωτογενή τομέα. Μία διακρατική συμφωνία που καλύπτει κάθε τομέα της ζωικής και της φυτικής παραγωγής και εστιάζει στην ανταλλαγή τεχνογνωσίας και τις συνέργειες μεταξύ ερευνητικών ιδρυμάτων και πανεπιστημίων των δύο χωρών.
Στην ομιλία του ο κ. Στύλιος ανέφερε πως η Ελλάδα επενδύει στην οικονομική συνεργασία με την Ινδία, με τις εμπορικές συναλλαγές μας να διαμορφώνονται πλέον στα 1,32 δισ. ευρώ το έτος. Μια θετική δυναμική που οφείλουμε να εκμεταλλευτούμε και στον πρωτογενή τομέα, αφού η Ινδία είναι ανάμεσα στους μεγαλύτερους παραγωγούς του Κόσμου στα σιτηρά, το γάλα και τα όσπρια.
Τόνισε, μάλιστα, το γεγονός πως τα τελευταία χρόνια η ελληνική παραγωγή αποκτά πρόσβαση στην Ινδική αγορά. Με τις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων να παρουσιάζουν συνεχή ανοδική πορεία και την αξία τους να ανέρχεται για το 2022 στα 19,2 εκατ. ευρώ. Το μνημόνιο συνεργασίας ανάμεσα στις δύο χώρες δίνει έμφαση σε ζητήματα ασφάλειας και πιστοποίησης των τροφίμων και διευκολύνει τις εισαγωγές και εξαγωγές προϊόντων. Αποτελεί, συνεπώς, ένα σημαντικό βήμα για να ενισχύσουμε την παρουσία των ελληνικών προϊόντων στην Ινδία. Ειδικά του ακτινιδίου, που τα τελευταία χρόνια με την ποιότητά του έχει αποκτήσει σημαντική θέση στην εκεί αγορά.
Ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του, ο Γιώργος Στύλιος σημείωσε πως το μνημόνιο είναι αποτέλεσμα επαφών στο υψηλότερο επίπεδο μεταξύ του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του Ινδού ομόλογού του, Narendra Modi. Επαφές που όπως υπογράμμισε: «έχουν βάλει τις βάσεις για μια αμοιβαία επωφελή συνεργασία. Σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές στρατηγικές της «From Farm to Fork» και της «Green Deal» 2020-2030. Υλοποιώντας την εθνική μας στρατηγική για τη δημιουργία ενός «πράσινου», ανθεκτικού, βιώσιμου, ψηφιακού και ανταγωνιστικού πρωτογενή τομέα».