Η ΔΕΘ ανάμεσα στην ουσία και την επικοινωνία

Γράφει ο Γιώργος Πριόβολος

Η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης έχει καθιερωθεί εδώ και δεκαετίες όχι μόνο ως εμπορικό και εκθεσιακό γεγονός, αλλά κυρίως ως το μεγάλο πολιτικό βήμα της εκάστοτε κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Είναι το «βαρόμετρο» της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, η στιγμή που ο πρωθυπουργός παρουσιάζει τις εξαγγελίες του για τον επόμενο χρόνο, και τα κόμματα της αντιπολίτευσης απαντούν με κριτική και εναλλακτικές προτάσεις. Όμως, πόσο ουσιαστικές είναι αυτές οι ανακοινώσεις; Αποτελούν πραγματικά εργαλεία πολιτικής ή περιορίζονται σε ένα επικοινωνιακό πανηγύρι που απλώς προσφέρει εντυπώσεις;
Από τα χρόνια των μνημονίων…

Αν γυρίσουμε δέκα χρόνια πίσω, στα πρώτα χρόνια της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων, η εικόνα της ΔΕΘ ήταν εντελώς διαφορετική. Τότε, οι κυβερνήσεις κινήθηκαν μέσα σε ασφυκτικά πλαίσια. Οι εξαγγελίες ήταν φειδωλές, συχνά περιορισμένες σε ελάχιστες φορολογικές ελαφρύνσεις ή σε μικρά προγράμματα κοινωνικής στήριξης. Η πραγματικότητα ήταν ότι η δημοσιονομική πολιτική καθοριζόταν από τους δανειστές και η ελληνική κυβέρνηση είχε ελάχιστο περιθώριο πρωτοβουλιών. Σε εκείνο το πλαίσιο, η ΔΕΘ είχε περισσότερο τον χαρακτήρα μιας τυπικής πολιτικής διαδικασίας, χωρίς να γεννάει ιδιαίτερες προσδοκίες στην κοινωνία.

Το παράδειγμα του 2014

Αξίζει να θυμηθούμε ότι το 2014, ο ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματική αντιπολίτευση παρουσίασε στη ΔΕΘ το περίφημο «Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης», ύψους περίπου 13,5 δισ. ευρώ. Ήταν ένα φιλόδοξο σχέδιο κοινωνικής και οικονομικής στήριξης, που έδωσε τότε ελπίδα σε μεγάλα στρώματα της κοινωνίας. Ωστόσο, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε τη διακυβέρνηση τον Ιανουάριο του 2015, το πρόγραμμα αυτό ουδέποτε υλοποιήθηκε στην έκταση που είχε αναγγελθεί. Το παράδειγμα δείχνει με σαφήνεια πώς η ΔΕΘ μπορεί να λειτουργεί ως πεδίο παραγωγής υψηλών προσδοκιών, οι οποίες όμως συχνά δεν συναντούν την πραγματικότητα της διακυβέρνησης.

…στην εποχή μετά τα μνημόνια

Η εικόνα αλλάζει μετά το 2018, όταν η χώρα βγήκε από τα μνημόνια. Έκτοτε, οι κυβερνήσεις απέκτησαν μεγαλύτερο περιθώριο να εξαγγέλλουν μέτρα που έχουν άμεσο κοινωνικό αντίκτυπο. Είτε πρόκειται για αυξήσεις στον κατώτατο μισθό, είτε για μειώσεις φόρων, είτε για στοχευμένα προγράμματα ενίσχυσης των νοικοκυριών, η ΔΕΘ απέκτησε ξανά πολιτικό βάρος. Ο πρωθυπουργός που ανεβαίνει στο βήμα δεν παρουσιάζει πλέον απλώς ευχές, αλλά ανακοινώνει μέτρα που έχουν καταγραφεί στους κρατικούς προϋπολογισμούς και αποτυπώνονται στις τσέπες των πολιτών.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μείωση της ανεργίας. Στην καρδιά της κρίσης ξεπέρασε το 27%, ενώ σήμερα έχει υποχωρήσει γύρω στο 8%, με τη νεανική ανεργία επίσης σε χαμηλότερα επίπεδα από το παρελθόν. Δεν πρόκειται για αμελητέα βελτίωση• είναι μια αλλαγή που δίνει ανάσα σε χιλιάδες οικογένειες. Οι εξαγγελίες για προγράμματα απασχόλησης, επιδοτήσεις σε νέους επαγγελματίες και φορολογικά κίνητρα για επενδύσεις έχουν συμβάλει στη σταδιακή ανάκαμψη της αγοράς εργασίας.

Τα μετρήσιμα μέτρα

Σε αντίθεση με το παρελθόν, τα σημερινά μέτρα δεν είναι μόνο λόγια. Οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό, οι φορολογικές ελαφρύνσεις, οι ελαφρύνσεις στον ΕΝΦΙΑ, τα επιδόματα στέγασης και ενέργειας, καθώς και τα προγράμματα στήριξης αγροτών και μικρομεσαίων, αποτελούν συγκεκριμένες παρεμβάσεις μετρήσιμες σε ευρώ. Δεν λύνουν βέβαια όλα τα προβλήματα, αλλά σε μια περίοδο ακρίβειας και υψηλών τιμών ενέργειας, συνιστούν ουσιαστική βοήθεια για σημαντικά τμήματα της κοινωνίας.

Παράλληλα, η αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ε.Ε. δίνει τη δυνατότητα να χρηματοδοτηθούν μεγάλες επενδύσεις, κυρίως σε υποδομές, πράσινη μετάβαση και ψηφιακό μετασχηματισμό. Αυτές οι παρεμβάσεις, όσο κι αν φαντάζουν τεχνοκρατικές, έχουν τη δυναμική να αλλάξουν το παραγωγικό πρότυπο της χώρας, εφόσον υλοποιηθούν σωστά.

Η αδυναμία της αντιπολίτευσης

Ένα άλλο στοιχείο που δεν μπορεί να αγνοηθεί είναι η στάση της αντιπολίτευσης. Τα κόμματα που διεκδικούν κυβερνητικό ρόλο συχνά περιορίζονται σε γενικόλογη κριτική για «φιέστες» και «πυροτεχνήματα». Ωστόσο, σπάνια παρουσιάζουν ένα ολοκληρωμένο, εναλλακτικό πρόγραμμα που να απαντά στις προκλήσεις της εποχής. Όταν η κοινωνία βλέπει ότι η κυβέρνηση τουλάχιστον δίνει κάποια μετρήσιμη ενίσχυση, ενώ οι αντίπαλοί της δεν έχουν κάτι χειροπιαστό να υποσχεθούν, τότε είναι λογικό να μην πείθεται από την αντιπολιτευτική ρητορική.

Τα όρια και οι προκλήσεις

Παρά τα θετικά βήματα, δεν πρέπει να υποτιμούμε τα όρια αυτών των πολιτικών. Η ακρίβεια ροκανίζει κάθε αύξηση μισθού, οι ανισότητες παραμένουν μεγάλες και η καθημερινότητα πολλών πολιτών εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από ανασφάλεια. Οι παροχές, όσο σημαντικές κι αν είναι, συχνά λειτουργούν ως προσωρινά «μπαλώματα» και όχι ως στρατηγικές που αλλάζουν ριζικά τη ζωή των ανθρώπων. Το κοινωνικό κράτος, η δημόσια υγεία και η παιδεία συνεχίζουν να υποφέρουν από υποχρηματοδότηση, ενώ η παραγωγική βάση της χώρας χρειάζεται βαθιές μεταρρυθμίσεις για να γίνει πιο ανθεκτική και ανταγωνιστική.

Ουσία ή πανηγύρι;
Το τελικό ερώτημα παραμένει: είναι η ΔΕΘ μια γιορτή εντυπώσεων ή μια στιγμή ουσίας; Η απάντηση είναι σύνθετη. Από τη μια πλευρά, τα μέτρα που εξαγγέλλονται σήμερα έχουν μεγαλύτερη ουσία απ’ ό,τι στα χρόνια των μνημονίων, γιατί μεταφράζονται σε πραγματικά ποσά και αγγίζουν την καθημερινότητα. Από την άλλη, ο τρόπος που παρουσιάζονται, η υπερβολική έμφαση στο επικοινωνιακό σκέλος και η έλλειψη συνολικής στρατηγικής δίνουν στην εκδήλωση τον χαρακτήρα ενός ετήσιου πολιτικού πανηγυριού.

Συμπέρασμα

Η ΔΕΘ δεν είναι ούτε μόνο επικοινωνία ούτε όμως και η πηγή όλων των λύσεων. Είναι ένας θεσμός που αντικατοπτρίζει τα όρια και τις δυνατότητες της ελληνικής πολιτικής. Για την κοινωνία που εξακολουθεί να υποφέρει, έχει σημασία όχι μόνο να ανακοινώνονται μέτρα, αλλά και να συνοδεύονται από μια συνεκτική στρατηγική για ανάπτυξη με κοινωνική δικαιοσύνη. Όσο αυτό δεν γίνεται, η ΔΕΘ θα παραμένει μια σκηνή όπου η ελπίδα και η απογοήτευση εναλλάσσονται ΚΑΘΕ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ….

*Ο Γιώργος Πριόβολος είναι οικονομολόγος -διδάκτωρ κοινωνικών επιστημών