Η απώλεια ως ήττα (μια ανάγνωση του Ντοστογιέφσκι)

Του Βαγγέλη Σακέλλιου
Δικηγόρου

«….Σόνια : Σήκω επάνω. Πήγαινε τώρα, αυτή
τη στιγμή, στάσου σένα σταυροδρόμι,
γονάτισε, φίλησε πρώτα τη γη που τη
βεβήλωσες, μετά υποκλίσου σε όλον τον
κόσμο, και φώναξε δυνατά : «Σκότωσα!»
Τότε ο θεός θα σου δώσει ξανά ζωή…»
Απόσπασμα από το μυθιστόρημα
«Έγκλημα και τιμωρία».

Τον Ντοστογιέφσκι τον γνώρισα στο Δημοτικό, όταν πρωτοδιάβασα στα «Κλασσικά Εικονογραφημένα» το, ίσως σπουδαιότερο και πιο επιδραστικό βιβλίο του, το «Έγκλημα και Τιμωρία». Ουδόλως συγκινήθηκα και το ξέχασα γρήγορα. Τον ξαναδιάβασα ωστόσο αργότερα, στα χρόνια της Νομικής, στην κλασσική έκδοση «Γκοβόστη» με την μετάφραση του Άρη Αλεξάνδρου κατευθείαν από τα Ρώσικα. Έκτοτε τον διάβασα κι άλλες φορές, ιδίως αυτό το έργο, μαζί με τα υπόλοιπα της συγγραφής του.
Εξάλλου ήταν και παραμένει ο αγαπημένος μου συγγραφέας, ο μέγιστος των μεγάλων, ο κατά Κωστή Παπαγιώργη «ηθικιστής των άκρων».

Όταν λοιπόν έμαθα για το θεατρικό ανέβασμα του αιφνιδιάστηκα και απόρησα. Ιδίως όμως υπήρξα δύσπιστος. Δύσπιστος ακόμα κι αν ο σκηνοθέτης λεγόταν Δημήτρης Τάρλοου, ευφυής, άξιος, πρωτοπόρος και πάντα ανήσυχος. Ακόμα κι αν οι παραγωγές της «Πορείας» ήταν πάντα αξιόπιστες και προχωρημένες. Ακόμα κι αν στο σανίδι θα βλέπαμε ταλαντούχους και ιδιαίτερους ηθοποιούς.
Αυτά τα έργα, ένας ποταμός δακρύων στην δίνη της πιο ανελέητης ενδοσκόπησης, ξετυλίγονται αργά και βασανιστικά, αρνούνται να δραπετεύσουν απ’ τις σελίδες τους, ο συγγραφέας σιγοκαίγεται με τα εσώψυχα του, οι αναγνώστες αναρωτιούνται και εκστασιάζονται. Σαυτά τα έργα αφήνεσαι, ευάλωτος, έκθετος και εκτεθειμένος, ναυαγός χωρίς σχεδία. Μπροστά στην μεγάλη αφήγηση, στην φόρμα της ρώσικης δραματουργίας, στο επέκεινα μετά τον φόνο (ή μήπως τιμωρία, ή μήπως εξιλέωση, σχεδόν λύτρωση), στον φόβο μιας θείας ή ανθρώπινης τιμωρίας, απλώς παραμένεις αμήχανος, άβουλος, παραδομένος.
Ούτως ειπείν πίστευα πως αυτά τα έργα έχουν μόνο αναγνώστες, και στην καλύτερη περίπτωση και εκδοχή τους έχουν και σινεφίλ όταν σταθούν τυχερά στην κινηματογραφική μεταφορά τους.
Είχα απορίες, ερωτήματα, δυσπιστία για την όποια θεατρική διασκευή τους. Πίστευα πως ακριβώς τέτοια έργα δεν αιχμαλωτίζονται στο σανίδι, ασφυκτιούν, δεν κοινωνούν την οδύνη του συγγραφέα, λειτουργούν σχεδόν αφυδατωμένα.

Και βέβαια διαψεύστηκα, όχι για πρώτη φορά.
Το «Έγκλημα και Τιμωρία», επιτομή της παγκόσμιας λογοτεχνίας, υπήρξε ταυτόχρονα και σημείο καμπής στο λογοτεχνικό στερέωμα. Ο Ντοστογιέφσκι, ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής φτάνει μέχρι τα έγκατα. Ανατέμνει το ανθρώπινο σύμπαν στους μικρόκοσμους της οδύνης, του θανάτου, της λύτρωσης. Ομνύει στο δοξαστικό της ύπαρξης, πότε ως τιμωρός – πότε ως θύμα. Ομνύει σε μια πίστη με πολλούς θεούς όντας στον προθάλαμο της επίγειας κόλασης. Ομνύει στην «δικαιοσύνη» των ανθρώπων, αυτών δηλαδή που δεν πιστεύουν στην δικαιοσύνη του θεού. Ομνύει στους εφιάλτες του νου,
ένας νους που πάλλεται, φλέγεται, φοβάται και κουρνιάζει.

Το «Έγκλημα και Τιμωρία» είναι απολύτως οριακό κείμενο. Συναθροίζονται απόκοσμα οι ήρωες του : ο Ροσκόλνικοφ, η Σόνια, ο Πορφύρης, η Ντούνια, η Αλιόνα Ιβάνοβνα. Είναι οι άνθρωποι της αβύσσου, ο «άλλος εαυτός» μετά το έγκλημα, δηλαδή ο άνθρωπος που μπορεί ακόμα να ονειρεύεται, ο άνθρωπος που μπορεί να αγαπά, ο άνθρωπος που διεκδικεί με αυτοθυσία ή ενσυναίσθηση.
Αλήθεια πως θα ορίζαμε τον Ρασκόλνικοφ ; Με ποια ματιά θα τον βλέπαμε, μ’ αυτά του νου ή μ’ αυτά της ψυχής ; Τι είναι, τελικά ,ο νεαρός φοιτητής ; Ιδεολόγος που δολοφονεί στο όνομα δικών «του» ιδανικών ή ένας φονιάς που έχει ανάγκη τον μύθο μιας μεγάλης ιδέας για να σύρει τον μπαλτά πάνω σε μια γριά τοκογλύφο ; Υπάρχει στ’ αλήθεια «ηθικό» έγκλημα «ανήθικων» θυμάτων ; Ποιος ο κριτής και ποιος ο δολοφόνος ;

Είναι ο Ρασκόλνικοφ οργισμένος, απελπισμένος, απεγνωσμένος όπως όλοι οι ήρωες του Ντοστογιέφσκιου στερεώματος ; Είναι ο μηδενιστής φοιτητής που αρνείται πεισματικά να «σπάσει» στις ανακρίσεις της τσαρικής αστυνομίας ; Είναι ένας απλός τιμωρός κι ένας μικρός θεός ; Εδώ η γη της επαγγελίας περνάει μέσα από την οδύνη ενός εγκλήματος, ένα έγκλημα «καθαγιασμένο», μήτρα ενός κόσμου καλύτερου.
Έτσι το έγκλημα «εξαϋλώνεται», η «ηθική» που όπλισε το χέρι του θανάτου όμνυε και ομνύει σέναν ανώτερο σκοπό, ένας σκοπός που στην περίπτωση μας «αγιάζει τα μέσα». Γιατί αυτό το έγκλημα, αυτός ο φόνος δεν γίνεται από σκοπιμότητα, πάθος ή μίσος. Είναι φόνος χάριν «ιδεών», ιδέες που σημαίνουν προσδοκία, ιδέες που προσβλέπουν σέναν ανώτερο και καλύτερο κόσμο. Για τον Ρασκόλνικοφ, έναν μηδενιστή φοιτητή, είναι ένας φόνος αλλιώτικος, ξεχωριστός, ένας φόνος από ιδεολογία.

Στο σύμπαν του Ντοστογιέφσκι το «κακό» είναι απόλυτο. Και ο φόνος (το έγκλημα) είναι το «απόλυτο κακό». Δεν υπάρχει, πως άλλωστε, ηθική υπέρβαση για το αξιόποινο της πράξεως. Εδώ αρκούμαστε μόνο στον ψυχισμό του ήρωα, ενός ανθρώπου που σκότωσε, ενός ανθρώπου πριν και μετά το έγκλημα.

Γιαυτό και ο Ρασκόλνικοφ προδίδει τον εαυτό του, παραδίνεται στην δίνη του ανελέητου, σαυτό που δεν μπορούσε να φανταστεί πριν γίνει δολοφόνος.
Οι ήρωες ενός φαντασιακού είναι το άγιο δισκοπότηρο του Ντοστογιέφσκι. Ο Ρασκόλνικοφ δεν είναι μόνος. Διπλά και απέναντι είναι η Σόνια, η Ντούνια, η Πουλχερία.

Μια πόρνη , μια Μαρία Μαγδαληνή, που εξαγνίζεται ταπεινωμένη αλλά θριαμβικά, ελεύθερα, θυσία στο βωμό του έρωτα που προσδοκά να γίνει αγάπη.

Το εικονοστάσι αυτών των «αγίων» του Ντοστογιέφσκι, που περπατούν άλλοτε βαριά κι άλλοτε ανάλαφρα στο «Έγκλημα και Τιμωρία» το 1866, είχε την συνέχεια του κι αργότερα τους «Δαιμονισμένους», ένα αριστούργημα – ύμνος στην Ρώσικη ψυχή και πετράδι του στέμματος στην Ρώσικη λογοτεχνία , όταν πρωτοεκδόθηκε. Οι «Αδελφοί Καραμάζωφ» ολοκληρώθηκαν λίγο πριν τον θάνατό του στην Αγία Πετρούπολη το 1881.

Κι αυτό το εικονοστάσι, γεμάτο ήρωες, δολοφόνους, πόρνες, ιδεολόγους είναι ένα απέραντο δοξαστικό για τον άνθρωπο. Είναι οι στίχοι του Ρωμανού του Μελωδού και ο λυγμός του Άκη Πάνου. Είναι το «χαίρε των κεκοιμημένων» και το Casta Diva της Κάλλας, είναι ο Ρότα, ο Φελίνι, ο Κουν. Το κείμενο της Αποκάλυψης και η «Ενάτη», το «Χαμόγελο της Τζοκόντας» και οι εξαθλιωμένοι της «Σχεδίας». Είναι η Νέκυια του Μαρωνίτη. Είναι το επέκεινα που ξορκίζουμε εμείς και ευλογούν οι παπάδες.
Ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι περιπλανήθηκε με τους ήρωες του σε άνυδρη γη. Αυτοί οι ήρωες είναι οι άνθρωποι του σύμπαντος κόσμου, άγιοι και δαίμονες, ηθικοί και βουτηγμένοι στην αμαρτία. Είναι ο έσχατος εαυτός του καθενός και της καθεμιάς μας. Υπόμνηση ερέβους , σήμα φωτός.

Υ.Γ. Η παράσταση «Έγκλημα και Τιμωρία», σε διασκευή του Θανάση Τριαρίδη και σκηνοθεσία του Δημήτρη Τάρλοου συνεχίζεται στο θέατρο «Πορεία» με εξαιρετικές τις ερμηνείες του Προμηθέα Αλειφερόπουλου, του Δημήτρη Ήμελλου, της Μαριάννας Πουρέγκα και της Σοφίας Σεϊρλή.