Η γυναίκα, ένα αληθινό ποίημα….

Του Χρήστου Τούμπουρου

(Γυναίκα και γιορτή, ποίηση και πνοή, ζωντάνια και δημιουργία, προκοπή και ευαισθησία. Όλα αυτά και άλλα αναρίθμητα συμφύρονται με το όνομά της, συμβάλλουν στο όνειρο, συναποτελούν το όραμα και συνταυτίζονται με το θαύμα. Το γυναικείο θαύμα που προωθεί την ανθρώπινη συνέχεια, «ψαύοντας» δημιουργικά την αιωνιότητα! Γυναίκα, άγια λαλιά, πυρρότερη η γλώσσα μου και από ανθό φλογάτο, στα πέρατα διαλαλεί και σαϊτεύει σ’ όλη την οικουμένη˙ γυναίκα, «κάνω το όνομά σου να πω, καίει το χείλι μου ακόμη!»)

«Αν αποκατασταθούν οι γυναίκες, σε όλα ισότιμες με τον άντρα, η γυναίκα -το αιώνιο «θηλυκό», του ποιητή- δε χάνεται. Πάντα θα ζει, θα ζώνεται και θα ξεζώνεται». (Κωστής Παλαμάς)
Αυτά γνωμοδότησε ο Κωστής Παλαμάς. Και ασφαλώς έχει απόλυτα δίκιο. Δεν έχει ανάγκη η γυναίκα από νόμους, δημοσιεύματα και επαίνους. Πολύ περισσότερο από τούτους ή εκείνους ή ακόμη και το κοινωνικό σύνολο. Τα φανερά είναι δεδομένα… και σίγουρα. Δεν χρειάζεται επαλήθευση η προσφορά της. Η γυναίκα πάντοτε ζώνεται τη ζωή και «ζωσμένη» καθώς είναι από βάσανα, καημούς, προβλήματα και ανημπόριες, τραβά το δρόμο της που τoν συνθέτει ο αγώνας για ένα καλύτερο αύριο, φωτεινότερο και «ανθρωπινότερο». Πηγή ζωής ο αέρας που εκπνέει ο γλυκός γυναικείος και απόλυτα δημιουργικός ανασασμός. Αγέραστη η ομορφιά της που συνδυάζει το κάλλος της όψης και την αγιοσύνη της ψυχής. Μας άλλαξαν τη ζωή! «Η ομορφιά των γυναικών που άλλαξαν τη ζωή μας/βαθύτερα και από εκατό επαναστάσεις/δεν χάνεται, δεν σβήνει με τα χρόνια». (Τίτος Πατρίκιος.)

Το «αιώνιο θηλυκό» στην αληθινή προσφορά, γιατί αυτή έχει το θείο προνόμιο να ψαύει την αιωνιότητα. Τίκτει και «δωρίζει» ζωή, μεταδίδει πόθο και ευτυχία. Γυναίκα «υπέροχη δωρήτρια πόθου και γαλήνης». (Νίκος Εγγονόπουλος) Ο πόθος που η γυναίκα τον μετατρέπει σε σφυγμό της ψυχής και λαχτάρισμα γαλήνης. Γυναίκα! Θεσπέσια ύπαρξη με τη σημείωση πως «έχουν μεθύσει τα μέλη σου από έρωτα/που θύεται αγνότερος αντίκρυ στ’ άστρα» (Νίκος Καρούζος) Μόνο που ο γυναικείος λόγος είναι ατέλειωτος και μοναδικός, αφού διατυπώνει, εντυπώνει και αποτυπώνει τη γυναικεία προσφορά. «Αγγελοκρούει τον άνθρωπο ο λόγος της γυναίκας» (Άγγελος Σικελιανός) Φεγγαροστόλιστη η ματιά της και φεγγαροπλούμιστο το χαμόγελό της. Ήλιος αληθινός.
Γυναίκα! Μια διαρκής, διαχρονική και οικουμενική παρακαταθήκη αξιών. «Η βρύση του θαύματός σου πλήθια ν’ αναβρύσει» (Κώστας Βάρναλης) Ένα θαύμα που συνθέτει, προωθεί και επιβάλλει την ομορφιά και τον έρωτα.

«Του ήλιου το τέκνο, ο έρωτας, της ομορφιάς η μάνα» (Γιάννης Ρίτσος) Γυναίκα, σύμβολο που άλλοτε συνδηλωτικά ο ποιητής αποδίδει την εικόνα της παρακμής, της μιζέριας και της μελαγχολίας και μερικές φορές του φόβου. «Μιλώ… Για τα κορίτσια που ζητιανεύουν δείχνοντας στα στήθια τις πληγές τους/Μιλώ για τις ξυπόλητες μάνες που σέρνονται στα χαλάσματα». (Μανόλης Αναγνωστάκης) Άλλοτε -πραγματικά- η γυναίκα του αγώνα, του μόχθου, της αγάπης και της ομορφιάς που η ασαφής, ακόμη και απροσδόκητη παρουσία της, μας γεμίζει συναισθήματα. «Κι ύστερα σβήνει τη σκόνη του δρόμου/κρατώντας στο χέρι σφιχτά ένα σπαθί-ή ένα άνθος». (Μανόλης Αναγνωστάκης) Και στη λύπη ακόμα δημιουργεί. «μα της καρδιάς σου ο σπαραγμός/δε βόγκηξε κι εγίνη /το νόημα που στον κόσμο δίνει/έναστρος ουρανός». Γιώργος Σεφέρης «Η λυπημένη».

Και το αγνό, στητό και κυπαρισσένιο περπάτημά της, που το επιβάλλει η προσφορά της, ακόμη και τα αηδόνια «υποβάλλουν»… «Τα αηδόνια σκέπαζαν το περπάτημά της» (Γιώργος Σαραντάρης)
Το γυναικείο περπάτημα, που μόνο ατραπούς διαβαίνει και «ευθείες χαράζει». Η ευθεία της ζωής που τη συνθέτουν οι αγώνες της για έναν καλύτερο κόσμο ηθικό, «αγγελικά πλασμένο». Θαυμασμός στην κόρη, σύζυγο, νύφη, αδελφή. «Βρήκα μέσα στα μάτια σου τα βιβλία που δεν έγραψα». (Νικηφόρος Βρεττάκος) Το γυναικείο περπάτημα, ορθόπλωρο και ορθοστημένο που «μετέωροι» απορούμε: «Γυναίκες ορθόστηθες πού με πάτε/ κάθε ξεγύμνωμα κορμιού και μια υψικάμινος» (Γιάννης Δάλλας) Έτσι που ερωτοπλάνταχτο και εξομολογούμενο να ανακράζει το αρσενικό: «Πριν από τα μάτια μου ήσουν φως,/ πριν από τον Έρωτα έρωτας,/κι όταν σε πήρε το φιλί/ Γυναίκα.» (Οδυσσέας Ελύτης)
Και πείνα και δίψα και ζωγραφιά και ομορφιά και προσμονή και διδαχή. Κι όλα αυτά συμφυρόμενα μας οδηγούν στην εξομολόγηση.

«Α! τα μεστά καμαρωτά σου στήθια /βραχνάς τα πνίγει, πνίχ’ τον, πολεμίστρα /για την Αγάπη και για την Αλήθεια. /Πάντα μαζί σου κ’ η Ομορφιά η μεθύστρα» (Κωστής Παλαμάς)
«Τι όμορφη που είσαι. Με τρομάζει η ομορφιά σου./Σε πεινάω. Σε διψάω./Σου δέομαι: Κρύψου, γίνε αόρατη για όλους, ορατή μόνο σ᾿ εμένα.» (Γιάννης Ρίτσος)
Και εγώ ο μπιστικός της αγάπης, παθιασμένος προσκυνητής, εγώ ο δειλός -ερωτικός- σελαγιστής της γυναικείας ομορφιάς, προσφοράς και καλοσύνης, ταπεινά εξομολογούμαι.
Γυναίκα «εδώ κοντά σου, χρόνια ασάλευτος να μένω / ως να μου γίνεις Μοίρα, Θάνατος και Πέτρα». (Νίκος Καββαδίας)