Νέα κρούσματα πανώλης των χοίρων στη Βουλγαρία

Σε συναγερμό οι υπηρεσίες στην Ελλάδα

Ενώ όλο και πιο κοντά εντοπίζονται νέα κρούσματα της αφρικανικής πανώλης των χοίρων στη Βουλγαρία, γεγονός που έχει θορυβήσει ιδιαίτερα τους Έλληνες κτηνοτρόφους, οι αρμόδιες αρχές εντείνουν την προσπάθεια για έκτακτα μέτρα. Θέμα χρόνου εκτιμούν οι κτηνιατρικές υπηρεσίες της χώρας ότι είναι η εμφάνιση της νόσου της αφρικανικής πανώλης του χοίρου και στην Ελλάδα.

Ήδη, λαμβάνονται έκτακτα μέτρα προστασίας ενόψει και της έναρξης της κυνηγετικής περιόδου για τα τριχωτά θηράματα, ωστόσο η νόσος δεν αντιμετωπίζεται αντίστοιχα όπως η λύσσα, με εμβόλια, γιατί τέτοια αντιμετώπιση δεν έχει ακόμη βρεθεί.
Έως το τέλος του μήνα αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία των αιτήσεων πρόσληψης από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης 46 κτηνιάτρων για ένα έτος με σκοπό την πρόληψη εισόδου στη χώρα της ζωονόσου και τον έλεγχο του νοσήματος σε περίπτωση που εμφανιστούν κρούσματα στην Ελλάδα. Στη Βουλγαρία διαρκώς εμφανίζονται νέες εστίες. Το γεγονός αυξάνει τις πιθανότητες η αφρικανική πανώλη των χοίρων να περάσει και στη χώρα μας, ωστόσο αξίζει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει κίνδυνος από τη νόσο για τους ανθρώπους, αλλά πλήττεται το ζωικό κεφάλαιο. Τα ζώα που εμφανίζουν συμπτώματα πρέπει να θανατωθούν καθώς η νόσος είναι εξαιρετικά μεταδοτική και να ακολουθηθεί συγκεκριμένο πρωτόκολλο διαχείρισης, όμως σε κάθε περίπτωση η νόσος είναι θανατηφόρος για τα προσβεβλημένα ζώα.

Ανακοίνωση του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης χθες αναφέρει ότι επιβεβαιώθηκαν «τρεις νέες εστίες της αφρικανικής πανώλης στη Βουλγαρία σε αγριόχοιρους και οικόσιτους χοίρους», σε τοποθεσίες μάλιστα που βρίσκονται κοντά στη χώρα μας. Οι κτηνιατρικές υπηρεσίες τονίζουν ότι «η γεωγραφική εξάπλωση του ιού της ΑΠΧ επιτάσσει την εντατικοποίηση εφαρμογής των μέτρων πρόληψης. Επισημαίνεται η αναγκαιότητα αυξημένης επαγρύπνησης των κτηνιατρικών αρχών και όλων των λοιπών εμπλεκόμενων φορέων και χοιροτρόφων στις Π.Ε. που γειτνιάζουν με τη Βουλγαρία».

Η αφρικανική πανώλη των χοίρων είναι ιογενές νόσημα μεγάλης μεταδοτικότητας, που προσβάλλει χοίρους και αγριόχοιρους, αλλά όχι τον άνθρωπο ή άλλα ζώα. Όπως εξήγησε η κτηνίατρος της Κτηνιατρικής Υπηρεσίας της Περιφέρειας Ηπείρου Χρυσάνθη Καραπέτσου, δεν μεταδίδεται στον άνθρωπο, που θα πρέπει ωστόσο να γνωρίζει μέτρα αναγνώρισης της νόσου και να ειδοποιεί για τυχόν ύποπτα συμπτώματα τις αρμόδιες υπηρεσίες. Ο ιός επιβιώνει για μεγάλο διάστημα στο περιβάλλον και στα πτώματα των ζώων και μπορεί να μεταδοθεί είτε με κατανάλωση μολυσμένης τροφής είτε με άμεση επαφή με ασθενή ζώα αλλά και από αντικείμενα ή εξοπλισμό που έχουν έρθει σε επαφή με ζώα που φέρουν τον ιό, όπως οχήματα μεταφοράς, ρούχα, παπούτσια κ.λπ. Επίσης μπορεί να μεταφερθεί από έντομα που ήρθαν σε επαφή με μολυσμένα ζώα. Όσοι διατηρούν οικόσιτους χοίρους θα πρέπει αυτοί να βρίσκονται συνεχώς σε περιφραγμένο και σκεπασμένο χώρο, ενώ ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται να δείξουν και οι κυνηγοί. Το νόσημα είναι πολύ πιθανό να μεταφερθεί από αγριόχοιρο – δεδομένου μάλιστα ότι τα συγκεκριμένα ζώα κινούνται ελεύθερα.

Σύσκεψη στην Περιφέρεια
Το πρωί της περασμένης Τρίτης στην Κτηνιατρική Υπηρεσία της Περιφέρειας Ηπείρου, πραγματοποιήθηκε ενημερωτική συνάντηση παρουσία εκπροσώπων του Δασαρχείου Ιωαννίνων, της Ε’ ΚΟΗ και των Κυνηγετικών Συλλόγων της περιοχής. Στο περιεχόμενο αυτής της σύσκεψης αναφέρθηκε η κα Καραπέτσου που τόνισε ότι εάν η νόσος εμφανιστεί σε οποιαδήποτε περιοχή, αυτό συνεπάγεται άμεση απαγόρευση της άσκησης θήρας, κυρίως όμως ένα τεράστιο πλήγμα για την τοπική οικονομία.
Η νόσος άλλωστε μεταδίδεται πολύ εύκολα και στους οικόσιτους χοίρους και η διαδικασία μετά την επιβεβαίωσή της σε μία χοιροτροφική μονάδα είναι η υποχρεωτική θανάτωση των ζώων.

Μέτρα πρόληψης
Κατά τη διάρκεια της άσκησης θήρας οι κυνηγοί θα πρέπει να προσέχουν για τυχόν ανεύρεση άρρωστων ή νεκρών ζώων, για ασυνήθιστα μεγάλο αριθμό νεκρών ή τραυματισμένων ζώων στα οδικά δίκτυα, ασυνήθιστη συμπεριφορά τους, όπως η υπνηλία ή η μειωμένη αντίδραση σε εξωτερικά ερεθίσματα.
Η νόσος μπορεί μακροσκοπικά να αναγνωριστεί από αιμορραγίες σε διάφορα όργανα, ερυθρότητα του δέρματος, του ρύγχους και των αυτιών, διάρροιες, διογκωμένο σπλήνα και ήπαρ.

Καθοριστικής βέβαια σημασίας είναι τα μέτρα πρόληψης κατά το κυνήγι που περιλαμβάνουν περιορισμό του χώρου αφαίρεσης των σπλάχνων, σωστή διαχείριση του θηράματος και υποχρεωτική χλωρίωση των υπολειμμάτων της εκδοράς και των εντοσθίων πριν την απόρριψή τους.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε η κα Καραπέτσου στα μέτρα που πρέπει να λαμβάνουν οι ιδιοκτήτες χοιροτροφικών μονάδων, που περιλαμβάνουν: Απαγόρευση σίτισης με υπολείμματα τροφίμων και οικιακά απορρίμματα. Αποφυγή επαφής με ζώα άλλων εκμεταλλεύσεων, απομόνωση ασθενών ζώων, αγορά χοίρων με συνοδεία υγειονομικού πιστοποιητικού.
Ο άνθρωπος μπορεί να μεταφέρει τη νόσο στα ρούχα, τα χέρια ή τα υποδήματα και γι’ αυτό θα πρέπει να υπάρχουν σημεία απολύμανσης στις εισόδους και εξόδους της μονάδας.
Απαραίτητη επίσης θεωρείται η απολύμανση τόσο των υποδημάτων όσο και των ελαστικών των αυτοκινήτων.