Οι Συγγραφείς Αποκαλύπτουν… Τα Μυστικά Τους Στον Ε. Ιντζέμπελη

ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΝΤΖΑΒΙΝΟΣ

Για να γράψω αντλώ από την προσωπική μου δεξαμενή όνειρα, βιώματα, φοβίες, εμμονές, άγχη και σκέψεις δικές μου και φίλων μου

Καλώς ή κακώς, δεν δύναμαι να γράψω αν δεν δεχθώ τα σφυροκοπήματα της ανάγκης, δηλαδή αν δεν νιώσω πλημμυρισμένος σε βαθμό υπερχείλισης από έντονες σκέψεις και συναισθήματα, που οφείλουν με κάποιον τρόπο να εκφρασθούν για να μην εκραγούν μέσα μου. Το γράψιμο αποτελεί για μένα αναγκαιότητα και μόνο τότε έχει πραγματική και λογοτεχνική αξία.

Έτσι θα μπορούσα να πω πως έμπνευση για το πρώτο μου βιβλίο απετέλεσε ο ίδιος μου ο εαυτός και τα διηγήματα αυτά ήταν καρπός ενδελεχούς και επίπονης αυτοπαρατήρησης (που πάντοτε οδηγεί στον αυτοσαρκασμό), μεταθέσεις, μετουσιώσεις κρυφών και φανερών επιθυμιών, αντίρροπη δύναμη στην ερωτική ματαίωση, λογοτεχνική ανάπτυξη εμμονών και φαντασιώσεων. Κανείς δεν κάθεται να γράψει σε περίοδο απέραντης ευτυχίας όταν δεν έχει καμία επιθυμία (αφού έχει στην κατοχή του ό,τι ακριβώς χρειάζεται) και δεν τον απασχολεί τίποτα, καθώς η ζωή είναι σημαντικότερη της γραφής. Η τέχνη είναι το απομεινάρι της αποτυχίας. Παραδέχομαι λοιπόν πως είμαι αρκετά περιορισμένος. Δεν είμαι μάστορας ούτε δεινός επινοητής ιστοριών. Για να γράψω αντλώ από την προσωπική μου δεξαμενή: όνειρα, βιώματα, φοβίες, εμμονές, άγχη και σκέψεις δικές μου και φίλων μου που τραβούν το ενδιαφέρον μου, τις οποίες πολλές φορές εγγράφω αυτούσιες στο κείμενο. Δεν διστάζω με λίγα λόγια να επισυνάψω τον ίδιο μου τον εαυτό στο έργο∙ έτσι αυτό είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τον δημιουργό του και με τα γεγονότα που το γέννησαν, καθώς τα τελευταία τα γράφω πολλές φορές απευθείας στο χαρτί, μόνο ελαφρώς παραλλαγμένα. Κατ’ επέκταση το βιβλίο αποτελεί απόρροια της πραγματικότητας (όπως φυσικά εγώ τη βιώνω).

Δεν μπορώ να πω πως συνάντησα κάποια δυσκολία γράφοντας το βιβλίο, καθώς ξεκίνησα να γράφω νευρικά και μανιωδώς, σε στιγμές έξαψης, αντανακλαστικά, γι’ αυτό και τα διηγήματα διαθέτουν τον χαρακτήρα εξομολόγησης, παραληρήματος και μοιάζουν σαν κάποιος να εκφράζει αυθόρμητα αυτά που σκέφτεται εκείνη την στιγμή και θέλει να τα μοιραστεί σε κάποιον. Θυμίζουν λοιπόν επίσης αυτόματη γραφή, σαν οι λέξεις αυτές να αποτελούν την πρώτη μου επιλογή, πράγμα που για το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου είναι και αλήθεια. Όντως την πρώτη νευρώδη γραφή (πολλά διηγήματα γράφτηκαν μεμιάς) ακολούθησε φυσικά κάποια επεξεργασία, αλλά οι περισσότερες φράσεις έμειναν καθώς είχαν, γιατί εξέφραζαν πιθανώς με τον καλύτερο τρόπο τα συναισθήματα που με διακατείχαν εκείνη την στιγμή, όταν οι καταστάσεις ήταν εντονότερες για εμένα. Λέξεις και προτάσεις αφαιρέθηκαν (ή αντικαταστάθηκαν)όταν έκρινα πως ακριβώς λόγω της εγγύτητάς τους με τα συμβάντα φλέρταραν με την υπερβολή. Τα διηγήματα του βιβλίου έχουν όλα το ίδιο θέμα και αυτό είναι η ερωτική εμμονή. (Ίσως και η συντριβή του έρωτα στην εποχή μας). Ο ήρωας είναι ουσιαστικά ο ίδιος ερωτευμένος άνθρωπος, αλλά από ιστορία σε ιστορία μεταμορφώνεται συνεχώς, τα προσωπεία του αλλάζουν. Με τον ίδιο τρόπο και τα διηγήματα αποτελούν παραλλαγές του ίδιου θέματος: μια υπερρεαλιστική ιστορία, τρεις (σχεδόν) ρεαλιστικές ιστορίες (πάντοτε βέβαια μέσα από τον παραμορφωτικό φακό ενός εν πολλοί «απροσάρμοστου», «άλλης εποχής» ήρωα που δρα ως δολιοφθορέας της πραγματικότητας), ένα ψυχωτικό παραλήρημα και μια ξενάγηση σε δαιδαλώδεις υπεραναλυτικές σκέψεις. Το κοινό που έχουν μεταξύ τους είναι το χιούμορ και η άκρως προσωπική ματιά του ήρωα.

Όντως ο έρωτας αποτελεί για μένα την μεγαλύτερη καλλιτεχνική έμπνευση, αφού ο ίδιος είναι ίσως το μόνο υπερβατικό συναίσθημα. Αυτός σε κάνει να ίπτασαι πάνω από την πραγματικότητα και να δημιουργείς. Εξάλλου ο Πλάτων στο Συμπόσιο χαρακτηρίζει τον Έρωτα «ποιητή», καθώς σκέφτεται πως αν δεν ήταν, πώς θα μπορούσε να διδάσκει τόσους και τόσους να γράφουν; Επίσης το καλό είναι, πως παρ’ ότι θα χαρακτήριζα το βιβλίο μου προσωπικό, καταφέρνει να αφορά και να συγκινεί τους άλλους, γιατί κατά πρώτον ο έρωτας αποτελεί ένα θέμα, στο οποίο όλοι έχουν κάποια πρόσβαση μέσω των εμπειριών τους και κατά δεύτερον γιατί θεωρώ πως διαισθάνονται την ειλικρίνεια με την οποία είναι γραμμένο (χωρίς ωραιοποιήσεις, αποκρύψεις και τρικ με τα οποία ο συγγραφέας προβάλλει εμμέσως έναν πλαστό εαυτό) και εκτιμούν το θάρρος που χρειάστηκε για μία τέτοια έκθεση.

Για αυτούς τους λόγους πιστεύω, πως ο αναγνώστης ξεκλειδώνεται ευκολότερα, συμπάσχοντας με τον ήρωα, αναγνωρίζοντας τον εαυτό του αμεσότερα και σε μεγαλύτερο βάθος και ίσως τελειώνει την ανάγνωση ανακουφισμένος από το γεγονός πως απ’ ό,τι φαίνεται, τα αλλόκοτα (και εκ των υστέρων συχνά ντροπιαστικά) πράγματα που κάνει και σκέφτεται όντας ερωτευμένος, δεν τα κάνει μόνο αυτός.
Τέλος, ήμουν τυχερός γιατί κάποιος συγγραφέας διάβασε αυτά μου τα κείμενα (που όταν τα έγραφα δεν σκεφτόμουν να τα εκδώσω, απλώς τα έγραφα γιατί δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς) και μου πρότεινε να τα στείλω στις εκδόσεις Καστανιώτη.
Πέραν από την γραφή, διαβάζω με μεγάλο ενδιαφέρον βιβλία φιλοσοφίας, βλέπω ταινίες, αυτήν την περίοδο ετοιμάζω με έναν φίλο, επίσης σκηνοθέτη μια ταινία και παίζω σκάκι.

Βιογραφικο
Ο Σπύρος Μαντζαβίνος γεννήθηκε στις 14 Απριλίου του 1995. Σπούδασε για ένα χρόνο στο Tübingen της Γερμανίας ιστορία και αρχαία ελληνικά. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Σκηνοθεσίας της Σχολής Σταυράκου.
Από τις Εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορούν:
•Μνηστηροφονία και άλλες ιστορίες, 2018
•Τα κορόμηλα δεν θέλουν ζέσταμα, 2017