ΠΡΑΣΙΝΗ ΓΡΑΜΜΗ

Της Χαράς Παπαβασιλείου

Ο δρόμος διέσχιζετα σπίτια,
με τις πράσινες αυλές.
Άνθρωποι γύρω απ’ το τραπέζι
ή στις οθόνες τους προσηλωμένοι.
Η τσίκνα προοιωνιζόταν
το βραδινό τσιμπούσι.
Πιο κάτω οιππόδρομος,
τα τυχερά παιχνίδια,
ο τζόγος.
Σ’ ένα σοκάκι κοπελούθκιαέπαιζαν
τα δειλινά παιχνίδια.

Στη στέγη ακατοίκητου σπιτιού
με τ’ όπλο επ’ ώμου ο φρουρός.
Πάνω στην Πράσινη Γραμμή
χείλη ερμητικά κλειστά, υποταγμένα
στων Δυνατών την προσταγή.

Αγνάντια ο Πενταδάχτυλος.
στην πλαγιά η ημισέληνος,
με τ’ αστεράκι αντάμα.
Βρέθηκα αντικριστά με μια γριούλα.
«Πού ’ναι το σπίτι σου, γιαγιά;»
«Δαμέ».
Μπήκαμε στην αυλή.
Στο βάθος η παράγκα.
«Τόσο κοντά και δε φοβάσαι;»
«Είντα που πιαεν να φοηθώ;
Ούλα μου τα κατέχουσι
που την από τζιει μερκάν».
Μας βύθισε η σιωπή
στα σκοτεινά της μονοπάτια.

Ο Ισαάκ μες στα συρματοπλέγματα
πρησμένο σώμα, παραδομένο
στο ουρλιαχτό των λύκων.
Ο Σολομός θεριό ανήμερο
σκαρφαλώνει στον κοντό.
Το κόκκινο πανί τον ξετρελαίνει.
Ψυχρός ο εκτελεστής
τον σημαδεύει.
Κι ο Σολομός στο στόμα το τσιγάρο.
Το σώμα του γλιστρά,
μα η ψυχή του αετόμορφη πετά
στου Πενταδάχτυλου τις κορυφές.
Χαμόγελα γλυκά,
μνήμες αξέχαστες
του γνέφουν.
Η Κύπρος μια ζεστή αγκαλιά.
Ένας ο ήλιος που φωτίζει όλη τη γη.
Στους καφενέδες γίνονται όλοι ένα,
χέρια που σμίγουν, αγκαλιές, φιλιά.
ΟΚωνσταντής και η Φατμέ,
το πρώτο της αγάπης σκίρτημα.
Οι αμανέδες σμίγουν με τις μαντινάδες,
γλυκαίνοντας τους νυχτωμένους μαχαλάδες.
Το όνειρο και η αλήθεια περπατούν αντάμα.
Η αγάπη όλα τα μπορεί!
Μα πώς μπορεί το όνειρο να γίνει αλήθεια…
Κύπρος 4-7-1997
Δαμέ= εδώ.
Είντα= τι
Φοηθώ = φοβηθώ
που= από
τζιει = εκεί
μερκάν=μεριά