Παιγνίδι μερισμάτων χωρίς νέο πλούτο
Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΕΓΑ*
Τα πρώτα οικονομικά ίχνη της νέας κυβέρνησης, η οποία εξελέγη με το σύνθημα των λιγότερων φόρων, δείχνουν ότι το ξεκίνημα ήταν δειλό και ο μελλοντικός βηματισμός ετεροβαρής υπέρ του διαθέσιμου… εισοδήματος του μετόχου και όχι τα επενδυόμενα κεφάλαια της επιχείρησης.
Αυτό γίνεται αφενός γιατί παραμένει ο στόχος για τα υπερβολικά πλεονάσματα του 3,5% του ΑΕΠ και αφετέρου γιατί δεν υπάρχει (πολιτικό και οικονομικό) ενδιαφέρον επενδύσεων με κάποιο ρίσκο. Όλοι οι παίκτες, πιθανόν και φίλα προσκείμενοι σε μια συντηρητική κυβέρνηση, δείχνουν να αδημονούν για άμεσες αποδόσεις, όχι επενδύσεις…
Ο στόχος για το πλεόνασμα ετέθη μονομερώς από τους δανειστές, συνομολόγησε η προηγούμενη κυβέρνηση και τώρα η ΝΔ όχι μόνο δεν καλεί σε εθνική προσπάθεια αναδιαπραγμάτευσής του, αλλά δεσμεύεται στην υλοποίησή του. Σε αυτό το περιβάλλον λίγα μένει να γίνουν ώστε να σταματήσει ο φορολογικό «ξεφλούδισμα» των επιχειρήσεων και φυσικών προσώπων, όλων όσων δρουν και παράγουν.
Έτσι, για το τρέχον έτος έχουμε μια «καθαρή» μείωση φόρων (ΕΝΦΙΑ) της τάξης των μόλις 400 εκ. ευρώ (από τα 535 εκ. που εξαγγέλθηκαν), αφού εισπράττεται λιγότερο από το 80% του επιβληθέντος φόρου κατοικίας. (Από τα 3,3 δις που επιβάλλονται ετησίως, το δημόσιο εισπράττει περί τα 2,65 δις). Είναι η μόνη ελάφρυνση που θα ισχύσει για τα φετινά έσοδα επί ενός υψηλού, όσο και άδικου, φόρου. Κατά συνέπεια δεν… κινδυνεύει ο στόχος για υπερ-πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ (ή 6,8 δις ευρώ) που πηγαίνει στην πληρωμή των τόκων ενός δυσθεώρητου χρέους. Βεβαίως υπάρχει και η «ουρά» των (προεκλογικών) μέτρων Τσίπρα (ΦΠΑ, 13η «σύνταξη» κ.α.), αλλά καθώς η προηγούμενη κυβέρνηση είχε στρώσει το χαλί της υπερφορολόγησης (πλεόνασμα έως 5,2% του ΑΕΠ ή σχεδόν 10 δις ευρώ προ «κοινωνικών μερισμάτων»), δεν φαίνεται να υπάρχει πρόβλημα για την τήρηση των στόχων (πλεόνασμα 3,5%).
Το θέμα θα ανακύψει, ίσως, το 2020 εάν η κυβέρνηση τηρήσει τις δεσμεύσεις της για την φορολογία στις επιχειρήσεις και τα μερίσματα. Όχι γιατί πρόκειται περί γενναίας μείωσης του φορολογικού συντελεστή στα κέρδη (από 28% στο 24%), αλλά λόγω ακραίων επιλογών του παρελθόντος που έφεραν την προκαταβολή φόρου στο 100%. Κατά συνέπεια, η μείωση κατά τεσσάρων (4) ποσοστιαίων μονάδων οδηγεί σε διπλάσια απώλεια κρατικών εσόδων (8 μονάδων)! Δηλαδή, για τα φετινά εισοδήματα οι επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες θα πληρώσουν στην ουσία φόρο στο 20%. Καλό νέο για τις επιχειρήσεις, άσχημο μαντάτο για τον Ρένγκλιγκ και τους δανειστές που θέλουν τους τόκους τους στο ακέραιο. Γι’ αυτό και αμφίβολη η εφαρμογή του μέτρου (σε αυτό το εύρος).
Αυτή είναι η ταμειακή πλευρά μιας, όπως αποδεικνύεται, υπερβάλλουσας αισιοδοξίας η οποία, από μόνη της, δεν αρκεί να πυροδοτήσει επενδυτικές ευκαιρίες που έχει ανάγκη η χώρα μετά από μια 11ετή κρίση (ύφεση ή στασιμότητα από το 2008). Για την δημιουργία νέων και καλά αμειβομένων θέσεων εργασίας.
Για παράδειγμα η μείωση στο 5% (από 10%) του φόρου στα διανεμόμενα κέρδη μπορεί να ενισχύει το… διαθέσιμο εισόδημα των μετόχων, ωστόσο το ζητούμενο είναι οι ενισχυμένες επενδύσεις των επιχειρήσεων. Ειδικά όταν απουσιάζει ο τραπεζικός δανεισμός, όπως συμβαίνει στη χώρα μας. Άρα για την ανάπτυξη χρειάζεται μείωση της φορολογίας στα επενδυόμενα κέρδη.
Η μόνη «αναπτυξιακή» πολιτική που βάζει μπροστά η κυβέρνηση είναι η πώληση δημοσίων υποδομών που θα φέρουν αμέσως έσοδα στους νέους ιδιοκτήτες. Οι οποίοι, όπως αναφέραμε, θα πληρώνουν και λιγότερο φόρο επί των… σίγουρων μερισμάτων. Όπως επί παραδείγματι η ιδιωτικοποίηση των δικτύων της ΔΕΗ, αφού τους… ρυπαρούς άνθρακες (λιγνιτικές μονάδες) ουδείς επιθυμεί.
Επίσης, η βέβαιη πελατεία των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών με τις επικουρικές συντάξεις. Κάτι που θα προκαλέσει όμως σοβαρό πρόβλημα στην καταβολή των παλιών συντάξεων (και δεδουλευμένων δικαιωμάτων).
*Ο Χρήστος Μέγας είναι Δημοσιογράφος, Γραμματέας Τομέα Εργασίας ΚΙΝΑΛ